• Αρχη
  • |
  • Εμεις
  • |
  • To Project
  • |
  • Επικοινωνια
  • |
  • Login
  • |

Αιολος


ο ταμιας των ανεμων



Ο Αίολος, στην ελληνική μυθολογία, ήταν ο διορισμένος από τον Δία ταμίας των ανέμων.

Ο Αίολος κρατούσε τους ανέμους μέσα στον ασκό του και τους άφηνε μετά από εντολή του Δία. Ήταν γιος του Ιππότη, όπως λέει ο Όμηρος. Γι' αυτό λεγόταν Ιπποτάδης. Ζούσε στη νήσο Αιολία, που είχε χάλκινα τείχη. Το νησί αυτό πιστευόταν ότι ήταν η Στρογγύλη, το σημερινό Στρόμπολι , εξ ου και η ονομασία Αιολίδες Νήσοι για το σύμπλεγμα που ανήκει το Στρόμπολι.

Ζούσε στο νησί μαζί με την γυναίκα του Αμφιθέα. Είχε έξι γιους και έξι κόρες, που προσωποποιούσαν τους ανέμους. Οι γιοι τους δυνατούς ανέμους, οι θυγατέρες τους ήπιους (τις αύρες). Σύμφωνα με μεταγενέστερη εκδοχή του μύθου, ο Αίλος ήταν γιος του Ποσειδώνα και της Άρνης. Με τη μητέρα του και τον αδελφό του Βοιωτό ζούσε στο Μεταπόντιο. Όταν αναγκάστηκε να φύγει από το Μεταπόντιο, λόγω του φόνου της θετής του μητέρας Αυτολύκης, κατέφυγε σ' ένα νησί του Τυρρηνικού Πελάγους, όπου έχτισε την πόλη Μπάρα, κατά τον Διόδωρο Σικελιώτη.

Εφεύρε τα πανιά που κινούν τα πλοία και δίδαξε τη χρήση τους στους υπηκόους του. Ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του πήγε στην Αιολία, όπου ο Αίολος τους φιλοξένησε ένα μήνα. Όταν ζήτησε τη βοήθεια του Αιόλου για να αναχωρήσει, αυτός έκλεισε όλους τους ανέμους σε ένα ασκί και άφησε μόνο τον ούριο Ζέφυρο να πνέει ευνοϊκά γι' αυτούς. Με τη βοήθεια του Ζέφυρου ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του έφτασαν πολύ κοντά στην Ιθάκη.

Αλλά κάποια στιγμή που ο Οδυσσέας αποκοιμήθηκε, οι σύντροφοί του άνοιξαν το ασκί, νομίζοντας ότι έχει χρυσάφι, και άφησαν ελεύθερους όλους τους ανέμους ( ο λεγόμενος "Ασκός του Αιόλου" ). Ξέσπασε θύελλα η οποία έστειλε τον Οδυσσέα πίσω στο νησί του Αιόλου, ο οποίος όμως δεν δέχτηκε να τον βοήθησει και πάλι, τιμωρώντας τον για την ασέβεια των συντρόφων του.

Οι Έλληνες θεωρούσαν τον Αίολο ταμία των ανέμων, όχι θεό τους. Γι' αυτό δεν είχε ιερά, ούτε γίνονταν θυσίες προς τιμήν του. Θεό τον θεωρούσαν οι Ρωμαίοι. Ο Βιργίλιος στην «Αινειάδα» τον αναφέρει ως βασιλιά που κατοικεί σε ένα άντρο, όπου είναι φυλακισμένοι οι άνεμοι, σ' αυτόν δε καταφεύγει η Ήρα όταν αποφασίζει να καταστρέψει τα καράβια των Τρώων.

Μία από τις κόρες του Αιόλου ήταν η Αλκυόνη η οποία σχετίζεται με τον μύθο των Αλκυονίδων ημερών. Η Αλκυόνη ερωτεύτηκε τον Κύηκα και ζούσαν ευτυχισμένοι, αλλά μια μέρα ο Κύηκας πνίγηκε ψαρεύοντας και η Αλκυόνη από τον πόνο της έπεσε στα βράχια και σκοτώθηκε. Οι θεοί τους λυπήθηκαν και τους έκαναν πουλιά. Ο Δίας μάλιστα πρόσταξε τον Αίολο κάθε χρόνο τον Ιανουάριο να σταματάει τους ανέμους για να μπορεί η Αλκυόνη να επωάσει τα αυγά της


Αίολος ο Θεσσαλός

Ο Αίολος ο Θεσσαλός ήταν γιος του Έλληνα και εγγονός του Δευκαλίωνα. Σύμφωνα με το μύθο ήταν διαβόητος και πανίσχυρος βασιλέας της Θεσσαλίας, γενάρχης των Αιολέων. Από αυτόν κατάγονταν (σύμφωνα πάντοτε με τους τοπικούς μύθους) τα περισσότερα μεταγενέστερα βασιλικά γένη των Αχαιών και των Ελλήνων γενικώς. Μερικοί μυθογράφοι τον συγχέουν με το θεό των ανέμων Αίολο, το γιο του Ποσειδώνα, με τον οποίο πλην της συνωνυμίας δεν έχει καμία σχέση.

Ο Αίολος ήταν στην πραγματικότητα ο αντιπροσωπευτικός ηγεμόνας της αρχέγονης φυλής των Αιολέων. Οι Αιολείς, μαζί με τους Ίωνες, τους Αχαιούς και τους Δωριείς, θεωρούνται οι τέσσερεις προγονικές φυλές που συναποτέλεσαν τον κύριο κορμό του λαού των Ελλήνων. Με το όνομα Αίολος απαντάται σειρά ηγεμόνων, που οδήγησαν τους Αιολείς στην κατάκτηση της Θεσσαλίας (πριν από το 1.700 π.Χ.) και στη συνέχεια στη διακυβέρνησή της μέχρι την άφιξη των Αχαιών (από το 1.600 π.Χ και έπειτα).



Βιβλιογραφια

Όμηρος, Οδύσσεια 10. 1 ff, 23. 309

Απολλόδωρος (ψευδο-), Βιβλιοθήκη E7. 10

Απολλώνιος ο Ρόδιος - Αργοναυτικά 4. 762 ff, 4. 819 ff

Διόδωρος Σικελιώτης, Ἱστορικὴ Βιβλιοθήκη 4. 66. 6, 4. 67. 3, 5. 7. 5

Στράβων, Γεωγραφικά 6. 2. 11, 7. 1. 5

Νόννος, Διονυσιακά 9. 59 ff, 13. 381 ff, 23. 155 ff, 47. 340 ff

Οβίδιος, Μεταμορφώσεις 1. 262 ff, 4. 663 ff, 9. 507 ff, 11. 430 ff, 11. 560 ff, 11. 742 ff, 14. 85 ff, 14. 223 ff

Ομήρου Οδύσσεια, Ραψωδία Κ΄, 1-79
Αἰολίην δ' ἐς νῆσον ἀφικόμεθ'· ἔνθα δ' ἔναιεν Αἴολος Ἱπποτάδης,
φίλος ἀθανάτοισι θεοῖσι, πλωτῇ ἐνὶ νήσῳ· πᾶσαν δέ τέ μιν πέρι
τεῖχος χάλκεον ἄρρηκτον, λισσὴ δ' ἀναδέδρομε πέτρη. [...] ὣς
εἰπὼν ἀπέπεμπε δόμων βαρέα στενάχοντα. ἔνθεν δὲ προτέρω
πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ· τείρετο δ' ἀνδρῶν θυμὸς ὑπ' εἰρεσίης
ἀλεγεινῆς ἡμετέρῃ ματίῃ, ἐπεὶ οὐκέτι φαίνετο πομπή.


Στράβων 1.2.11