Αφαια
Θεα που σχετιζεται με τη γονιμοτητα και το κυκλο της γεωργιας
Εν Συντομία
Η θεότητα ταυτίζεται με την κρητική Δίκτυννα ή Βριτόμαρτη. Σύμφωνα με μια σύμπτυξη μύθων από την ελληνική μυθολογία, ο βασιλιάς της Κρήτης Μίνως ερωτεύθηκε τη Βριτόμαρτη και την κυνηγούσε και εκείνη για να γλιτώσει έπεσε στη θάλασσα.
Την έσωσαν όμως ψαράδες που τη μετέφεραν στην Αίγινα, αλλά κι εκεί την κυνηγούσε ένας από αυτούς. Κατέφυγε λοιπόν στο ιερό άλσος της Άρτεμης και εξαφανίστηκε με τη βοήθεια της θεάς. Σίγουρη είναι η σχέση της με την Άρτεμη, καθώς αλλού αναφέρεται η Βριτόμαρτις ως νύμφη, κόρη της, ενώ η ίδια η Άρτεμη έχει τα λατρευτικά ονόματα Αφαία, Βριτόμαρτη, Δίκτυννα.
Όταν οι ντόπιοι έψαξαν να τη βρουν βρήκαν στη θέση της ένα άγαλμα κι έτσι την ονόμασαν Αφαία (δηλαδή άφαντη). Στη θέση εκείνη ίδρυσαν αργότερα οι Αιγινήτες ένα ιερό και αργότερα χτίστηκε ναός, ο οποίος χρονολογείται στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. μετά τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας, στην οποία πήρε μέρος και το νησί. Η εύρεση της θεότητας πραγματοποιήθηκε μετά την ανακάλυψη αρχαϊκής επιγραφής.
O αρχικός τύπος του ονόματός της είναι Άφα. Το ιερό της Αφαίας το αναφέρει ο Παυσανίας. Πριν βρεθούν οι επιγραφές, το θεωρούσαν ιερό της Αθηνάς ή του Ηρακλή.
Αναλυτικά
Η ΘΕΑ Αφαία λατρευόταν μόνο στην Αίγινα και μόνο στο ανατολικό πευκόφυτο άκρο του νησιού. Oι αρχαίοι μυθογράφοι αναφέρονται σε αυτήν κάπως αόριστα. Λένε ότι καταγόταν από την Κρήτη, ότι εκεί την κυνήγησε ο βασιλιάς Μίνως και ότι του ξέφυγε πέφτοντας στη θάλασσα. Δυο ψαράδες την έσωσαν και την έφεραν στην Αίγινα.
Τόπος της έγινε ο βράχος όπου υψώνεται σήμερα ο γνωστός ναός. Θα γνωρίζαμε περισσότερα για τη θεά εάν είχε σωθεί ο ύμνος που έγραψε γι' αυτήν ο Πίνδαρος, που ήταν φίλος των αριστοκρατικών οικογενειών της Αίγινας και επισκεπτόταν συχνά το χώρο της Αφαίας. Πιθανώς να έγραψε τον ύμνο για τα εγκαίνια του ναού που κτίστηκε γύρω στα 500 π.X.
Το τραγούδι του Πίνδαρου χάθηκε αλλά σώθηκαν τα τραγούδια του για τις νίκες των αθλητών των μεγάλων αγώνων στην Oλυμπία, τη Nεμέα και την Iσθμία. Εντεκα από αυτά αναφέρουν αγωνιστές από την Αίγινα. Μιλάει για τις οικογένειες των νικητών και για τους μυθικούς τους προγόνους, για τον Αιακό, τον πρώτο ηγεμόνα του νησιού, γιο του Δία και της νύμφης Αίγινας και για το γιο του Αιακού, τον Τελαμώνα, που ήταν πατέρας του Αίαντα.
Oι Αιακίδες κατέκτησαν δυο φορές την Τροία. Στην πρώτη μυθική άλωση μετείχε και ο Ηρακλής που ήταν φίλος του Τελαμώνα. Από τα βέλη του σκοτώθηκε ο βασιλιάς των Τρώων Λαομέδων και όλοι οι γιοι του εκτός από τον Πρίαμο. O Αίας πήρε μέρος στη δεύτερη άλωση, τη γνωστή από τον Ομηρο.
Το ιερό της Αφαίας είναι πολύ παλιό. Η λατρεία της θεάς ιδρύθηκε πιθανώς από ψαράδες που κατοικούσαν αρχαιότατο οικισμό στην Αγία Μαρίνα, ή από Κρήτες που ήρθαν ως άποικοι στο νησί. Oπως μαρτυρούν τα ευρήματα η αρχή του φθάνει στην αρχή της δεύτερης χιλιετίας. Πρόκειται για μυκηναϊκά αγγεία, ειδώλια που παριστάνουν τη θεά, βόδια για τις θυσίες, σφραγίδες από ημιπολύτιμους λίθους.
Υπαίθριο ιερό
Στην αρχή ήταν ένα υπαίθριο ιερό πάνω στο βόρειο μισό του βράχου. Από τον 8ο αι. π.Χ. σώζονται κάποιοι τοίχοι με ακανόνιστους λίθους, τα λείψανα ενός βωμού και ένα κτίριο με σειρά δωματίων που διατηρήθηκε έως τον 6ο αι. π.Χ. ίσως για διοικητική χρήση.
Το 7ο αι. έως τις αρχές του 6ου π.Χ. φαίνεται ότι κράτησε το χαρακτήρα του υπαίθριου ιερού με περίβολο και πύλη. Ιχνη ναού δεν βρέθηκαν αν και δεν αποκλείεται να υπήρχε κτίσμα από υλικά που καταστράφηκαν. Γύρω στα 575 π.Χ. κτίσθηκε ο πρώτος λίθινος ναός που έπαθε μεγάλες φθορές μετά από πυρκαγιά στην ξύλινη στέγη. Στις τελευταίες ανασκαφές βρέθηκαν πολλά αρχιτεκτονικά θραύσματα αυτού του ναού ώστε έγινε δυνατό να ξανακτισθεί η πρόσοψη του, μέσα στην αρχαιολογική αποθήκη του αρχαιολογικού χώρου.
Η σχετική έρευνα, αναστήλωση και δημοσίευση έγιναν από τον αρχιτέκτονα Ludwing Schwandner: (Der altere Porostempel der Aphaia auf Aegina, 1985). Στον ίδιο χώρο στεγάζονται θαυμάσια αντίγραφα από μερικές μορφές των αετωμάτων του νεώτερου ναού, αρχιτεκτονικά μέλη που διατηρούν έντονα χρώματα, αρχαία εργαλεία, σχέδια και μακέτες.
Για την αναστήλωση του αρχαιότερου ναού χρειάσθηκε βέβαια να ερευνηθούν όλα τα μπάζα με τα οποία σχηματίσθηκε το άνδηρο για το νέο ναό, ακόμη να αποξηλωθούν και να ξανακτισθούν οι αναλημματικοί τοίχοι. Δεν είναι βέβαιο αν ο πρώτος αυτός μνημειακός ναός είχε περίσταση (κιονοστοιχίες και στις 4 πλευρές), είχε πάντως κίονες στις προσόψεις και στο εσωτερικό. Σ' αυτόν το ναό αναφέρεται μια επιγραφή στο Μουσείο της Αίγινας: «Oταν ιερέας ήταν ο Κλεοίτας θεμελιώθηκε ο οίκος της Αφαίας, κατασκευάσθηκε ο βωμός και το ελεφάντινο άγαλμα και περιτοιχίστηκε ο περίβολος».
Σπουδαία είναι και τα αναθήματα της εποχής: μικρή κόρη με χιτώνα και ιμάτιο που σώζει χρώματα, καθώς και θραύσματα από άλλες δύο. Σπουδαίο εύρημα είναι ο Κούρος (1,10 μ. ύψος) από παριανό μάρμαρο που χρονολογείται στο πρώτο μισό του 6ου αι. Συναρμολογήθηκε το 1978 από μέλη του που είχαν βρεθεί τα έτη 1901, 1970, 1972. Υπάρχουν ακόμη θραύσματα από άλλους τρεις Κούρους, ο ένας μεγαλύτερος του φυσικού. Γύρω στα 600 στα ΒΑ του ναού ορθώθηκε πάνω σε κολώνα ύψους 14 μ. μια σφίγγα, άγγελος φύλακας του ιερού.
Η προϊστορία της λατρείας στο λόφο της Αφαίας στην Αίγινα
Η τοποθεσία της Αφαίας είναι σήμερα διεθνώς γνωστή λόγω της παρουσίας στο χώρο του ομώνυμου ιερού, την καρδιά του οποίου αποτελεί ο πώρινος, δωρικού ρυθμού, ναός με το βωμό στα ανατολικά. Η κατασκευή του ναού και η ολοκλήρωση και εγκατάσταση του γλυπτού του διακόσμου τοποθετούνται στα χρόνια ανάμεσα στο 500 και 480 π.Χ. Η θεά Αθηνά είναι αυτή που εμφανίζεται να κατέχει εξέχουσα θέση στο κέντρο των γλυπτών συνθέσεων που διακοσμούν το δυτικό και ανατολικό αέτωμα του ναού.
Οι συνθέσεις αυτές απεικονίζουν επεισόδια από τις δύο Τρωικές εκστρατείες στις οποίες διακρίθηκαν Αιγινήτες ήρωες: στην πρώτη(1), ο Τελαμώνας, γιος του Αιακού, μυθικού βασιλιά της Αίγινας και μετέπειτα κριτή των ψυχών στον Άδη, στη δεύτερη-γνωστή μας από την Ιλιάδα του Ομήρου(2), τα εγγόνια του Αιακού: ο Αίαντας και ο Τεύκρος, γιοι του Τελαμώνα αλλά και ο μυθικός Αχιλλέας, γιος του Πηλέα(3).
Παρόλη τη σημαντική παρουσία γλυπτών της θεάς Αθηνάς, γραπτές μαρτυρίες, επιγραφικές και φιλολογικές, αναφέρουν ότι το ιερό ήταν αφιερωμένο σε μια τοπική θεότητα, την Αφαία. Κατά μια πάγια θρησκευτική τακτική της αρχαιότητας, η λατρεία της Αφαίας θα πρέπει σταδιακά να συγχρωτίστηκε με αυτή της Αθηνάς και οι δυο τους να ταυτίστηκαν. Για τους Αιγινήτες της εποχής, η θεα προς τιμήν της οποίας κατασκευάστηκε ο λαμπρός ναός των αρχών του 5ου π.Χ. αιώνα δεν ήταν άλλη από την Αφαία Αθηνά.
Τι γνωρίζουμε όμως για την Αφαία; Οι μύθοι που αναφέρονται σε αυτήν έχουν σωθεί στα έργα τριων πολύ μεταγενέστερων ποιητών και συγγραφέων: του Καλλίμαχου, που έζησε τον 3ο αιωνα π.Χ. και των Antoninus Liberalis και Παυσανία, που έζησαν τον 2ο αιώνα μ.Χ. Η πιο λεπτομερής καταγραφή του μύθου της Αφαίας ανήκει στον Antoninus Liberalis, ο οποίος αφηγείται τα εξής: "ο Δίας από την ένωσή του με την Κάρμη απέκτησε μια κόρη, την Βριτομάρτυ. Η απόφασή της να παραμείνει παρθένα την οδηγούσε σε πολλές περιπέτειες, καθώς συνέχεια προσπαθούσε να ξεφύγει από τις επίμονες καταδιώξεις ανδρών που την ερωτεύονταν.
Μια από αυτές τις περιπέτειες την οδήγησε στην Κρήτη, όπου όμως κι εκεί η τύχη της δεν ήταν καλύτερη: ο ίδιος ο Μίνωας, ο μυθικός βασιλιάς του νησιού, την ερωτεύτηκε και την κυνήγησε προκειμένου να την αποκτήσει. Η νεαρή κόρη βρήκε καταφύγιο σε κάποιους ψαράδες, οι οποίοι την έκρυψαν κάτω από τα δίχτυα τους. Λόγω αυτού του περιστατικού επικράτησε στην Κρήτη να την αποκαλούν Δίκτυννα και να την λατρεύουν προσφέροντας της θυσίες. Οι ψαράδες την μετέφεραν στην Αίγινα, όμως ο έρωτας που ενέπνευσε σε έναν από αυτούς την ανάγκασε να τους εγκαταλείψει και να καταφύγει σε ένα δάσος όπου τώρα βρίσκεται το ιερό της.
Εκεί εξαφανίστηκε, έγινε αφανής, και γι' αυτό το λόγο οι Αιγινήτες την ονόμασαν Αφαία, ενώ στο χώρο της εξαφάνισής της προσέφεραν προς τιμήν της θυσίες, όπως θα έκαναν για μια θεότητα"(4). Στις αναφορές του Καλλίμαχου και του Παυσανία, η νεαρή Βριτομάρτυς/Δίκτυννα/Αφαία περιγράφεται σαν ακόλουθος της θεάς Αρτέμιδος, της παρθένας θεάς του κυνηγιού, πράγμα το οποίο εξηγεί και την επιθυμία της νεαρής κόρης να διατηρήσει την παρθενική της φύση.
Η αναφορά στο βασιλιά Μίνωα είναι ενδεικτική του ότι ο πυρήνας του μύθου της Αφαίας και συνεπώς της λατρείας της ανήκει στο μακρινό προϊστορικό παρελθόν της Εποχής του Χαλκού, και πιο συγκεκριμένα στη δεύτερη χιλιετία π.Χ. Ο φυσικός χώρος της Αφαίας με το πευκοδάσος που περιβάλλει το ιερό είναι σε συμφωνία με την αναφορά του μύθου στο δάσος μέσα στο οποίο κρύφτηκε η νεαρή κόρη. Ιδιαίτερη όμως σημασία έχει και η στενή σχέση της Αφαίας με τη Βριτομάρτυ και τη Δίκτυννα, τις δύο αυτές κρητικές θεότητες. Είναι πολύ πιθανό ότι και οι τρεις αποτελούν εκδηλώσεις της ίδιας θεότητας η οποία στην Αίγινα ήταν γνωστή ως Αφαία, στην ανατολική Κρήτη ως Βριτομάρτυς και στη δυτική Κρήτη ως Δίκτυννα.
Η τοποθεσία και μόνο του συγκεκριμένου χώρου με το πλούσιο πευκοδάσος που τον αγκαλιάζει είναι ιδανική για ένα ιερό ανοικτού τύπου της Εποχής του Χαλκού. Από την κορυφή του λόφου έχει κανείς υπέροχη θέα ολόκληρου του νησιού και ιδιαίτερα του υψηλότερου βουνού του, του Όρους. Προς τα βόρεια ανοίγεται ο Σαρωνικός και όταν η ατμόσφαιρα είναι διαυγής, φαίνονται καθαρά η Αθήνα και οι ακτές της Αττικής. Προς τα ΝΑ, το μάτι δεν αντικρίζει τίποτα άλλο από την ανοικτή θάλασσα του Αιγαίου μέχρι τις ακτές της δυτικής Κρήτης.
Οι άνθρωποι της Εποχής του Χαλκού και ιδιαίτερα οι Κρήτες προτιμούσαν υψηλούς τόπους για τη λατρεία των θεών τους: το εξωκοσμικό στοιχείο της απομόνωσης και του ύψους τέτοιων τοποθεσιών αλλά και η ελεύθερη επαφή με τα στοιχεία της φύσης καθιστούν πιο δυνατή την εμπειρία της επικοινωνίας με το θείο. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως ακόμα και σήμερα άπειρα εξωκλήσια είναι χτισμένα στα πιο ψηλά και απομονωμένα μέρη της ελληνικής υπαίθρου.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα έρχονται να επιβεβαιώσουν τις ενδείξεις του μύθου, καθώς μαρτυρούν την ύπαρξη λατρείας μιας πιθανότατα γυναικείας θεότητας στο χώρο ήδη κατά τη 2η χιλιετία π.Χ. Η ανάλυση και συνολική μελέτη του προϊστορικού υλικού των ανασκαφών της Αφαίας έχει γίνει από την Κορίννα Πιλαφίδη Williams στο βιβλίο της, του οποίου ο τίτλος σε μετάφραση από τα αγγλικά είναι: "Το Ιερό της Αφαίας στην Αίγινα την Εποχή του Χαλκού". Οι σκέψεις και τα επιχειρήματα που θα παρουσιάσω εδώ είναι ως επί το πλείστον δικά της.
Σε αντίθεση με τον εξαιρετικά διατηρημένο ναό των αρχών του 5ου αιώνα π.Χ., η ανασκαφή του χώρου δεν αποκάλυψε αρχιτεκτονικά λείψανα της Εποχής του Χαλκού. Είναι πολύ πιθανόν ότι η συνεχής οικοδομική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων εξάλειψε κάθε ίχνος κατασκευής των προϊστορικών χρόνων. Υπάρχει φυσικά η πιθανότητα, αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της Εποχής του Χαλκού να έχουν σωθεί κάτω από το ναό, όμως για ευνόητους λόγους μια τέτοια διερεύνηση θα ήταν αδύνατη.
Παρόλη την απουσία αρχιτεκτονικής, τα άφθονα κινητά ευρήματα αποτελούν μάρτυρες λατρευτικής δραστηριότητας στο χώρο κατά τη διάρκεια της 2ης χιλιετίας π.Χ.
Ένα μάλιστα από τα αρχαιότερα ευρήματα του χώρου είναι ένα κωνικό ρυτό Κρητικής κατασκευής και προέλευσης, το οποίο χρονολογείται στον 17ο αιώνα π.Χ. Tα ρυτά είναι κεραμικά αγγεία, των οποίων η ονομασία προέρχεται από το ρήμα ρέω. Πιο συγκεκριμένα, είναι αγγεία διαφόρων γεωμετρικών σχημάτων αλλά και ζωόμορφα, επίτηδες τρυπημένα, έτσι ώστε το υγρό που εμπεριέχουν να χύνεται με τελετουργικό τρόπο και ελεγχόμενη ροή στο έδαφος ή σε άλλες επιφάνειες ως προσφορά στη θεότητα.
Αν ανατρέξουμε στο μύθο, δεν υπάρχει αμφιβολία πως εκεί υποδηλώνεται ότι η λατρεία αυτής της γυναικείας θεότητας, που στα ιστορικά χρόνια είναι γνωστή με το όνομα Αφαία, μεταφέρθηκε από την Κρήτη στην Αίγινα. Οι δεσμοί ανάμεσα στα δυο νησιά κατά τη 2η χιλιετία π.Χ. και συγκεκριμένα κατά το 17ο και 16ο αιώνα π.Χ. φαίνεται να είναι ιδιαίτερα στενοί. Η ανασκαφική έρευνα στον οικισμό της Κολώνας αποκάλυψε μαζί με ένα κρητικό κεραμικό τροχό σημαντικές ποσότητες πολυτελούς κρητικής κεραμικής σύγχρονης με το κωνικό ρυτό της Αφαίας αλλά και απομιμήσεις σε ντόπιο πηλό. Αρχαιολογικά λοιπόν υπάρχουν αρκετά στοιχεία που στηρίζουν την υπόθεση της κρητικής παρουσίας στην Αίγινα την περίοδο αυτή.
Οι ερευνητές μάλιστα δεν αποκλείουν την πιθανότητα Κρητικοί άποικοι να είχαν εγκατασταθεί στην Κολώνα: αρμονικά ενταγμένοι στη ντόπια κοινωνία παρήγαγαν για τους Αιγινήτες της εποχής αντικείμενα κρητικής τεχνοτροπίας, τα οποία ήταν τότε περιζήτητα για την αισθητική τους αξία και κομψότητα όχι μόνο στις αγορές του Αιγαίου αλλά και ευρύτερα της Μεσογείου.
Η εγκατάσταση Κρητικών στο νησί τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο δεν είναι τυχαία. Οι αιώνες αυτοί είναι γνωστοί ως η περίοδος της Μινωικής Θαλασσοκρατορίας, όταν Κρήτες ναυτικοί και έμποροι οργώνουν τις θάλασσες ιδρύοντας εμπορικούς σταθμούς στα διάφορα νησιά του Αιγαίου μέχρι τη Σαμοθράκη. Δεν είναι λοιπόν απίθανο κάποιοι από αυτούς να είχαν σε κάποια στιγμή αγκυροβολήσει στον κόλπο της Αγίας Μαρίνας και ανακαλύπτοντας στο χώρο της Αφαίας έναν τόπο παρόμοιο με της πατρίδας τους να άρχισαν να λατρεύουν εκεί μια από τις θεότητές τους.
Μια άλλη ερμηνεία η οποία προτείνεται από την Κορίννα Πιλαφίδη-Williams στη μελέτη της για την Αφαία είναι ότι η λατρεία της θεότητας στο χώρο αυτό πιθανόν να ξεκίνησε από ψαράδες της Δυτικής Κρήτης, οι οποίοι στις εξορμήσεις τους χρησιμοποιούσαν εποχιακά τον κόλπο της Αγίας Μαρίνας. Οι άνθρωποι της θάλασσας ξέρουν καλά πως αν κανείς πλεύσει με νότιο άνεμο από τα Χανιά της Δυτικής Κρήτης θα οδηγηθεί με ευκολία στις ανατολικές ακτές της Αίγινας. Η ανακάλυψη μάλιστα στην Αφαία δύο πήλινων μοντέλων βάρκας γίνεται λιγότερο αινιγματική, εάν ανατρέξει κανείς στον μύθο, σύμφωνα με τον οποίο η νεαρή κόρη μεταφέρεται από την Κρήτη στην Αίγινα μέσα σε μια ψαράδικη βάρκα!
Η ακμή του ιερού των προϊστορικών χρόνων τοποθετείται στα τέλη του 14ου αιώνα π.Χ. και κατά τη διάρκεια του 13ου.
Μια από τις σημαντικότερες και πολυπληθέστερες κατηγορίες ευρημάτων αυτής της περιόδου είναι τα πήλινα, ανθρωπομορφικά ειδώλια, τα οποία στη μεγάλη πλειονότητά τους παριστάνουν γυναικείες μορφές. Τα ειδώλια αυτά, τα οποία προσφέρονταν ως αφιερώματα, πιθανότατα απεικονίζουν την θεότητα αλλά ίσως και τους ίδιους τους πιστούς, ως αντικατάστατα, σε συνεχή προσευχή και δέηση προς αυτήν.
Ανάμεσά τους διακρίνεται ένα τουλάχιστον μεγάλου μεγέθους το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί με μεγαλύτερη σιγουριά ότι απεικονίζει την ίδια τη θεότητα και του οποίου το αρχικό ύψος υπολογίζεται γύρω στα 40 εκατοστά.
Εκτός από τα απλά ειδώλια γυναικείων μορφών, υπάρχει και ένας σημαντικός αριθμός ειδωλίων Κουροτρόφων, δηλαδή γυναικείων μορφών με βρέφη στην αγκαλιά τους.
Από την άφθονη κεραμική που βρέθηκε στο χώρο ξεχωρίζουν διάφοροι τύποι αγγείων, ειδικά σχεδιασμένων για την τελετουργική προσφορά υγρών ουσιών. Ανάμεσά τους ιδιαίτερη θέση κατέχουν τα ζωόμορφα ρυτά τα οποία είναι δύο τύπων: βοοειδούς και σκαντζόχοιρου.
Εκτός από τα ρυτά, η ανασκαφή του χώρου αποκάλυψε κομμάτια πήλινων ψευδόστομων αμφορέων και φλασκιών. Αυτά τα μικρού μεγέθους αγγεία ήταν πιθανότατα γεμισμένα με αρωματισμένο λάδι, την προσφορά των πιστών στη θεότητα του ιερού.
Μεγαλύτερου μεγέθους κεραμικά αγγεία θα χρησιμοποιούνταν για την προσφορά στερεάς τροφής, πιθανότατα δημητριακών και καρπών όπως αυτών που παραδοσιακά καλλιεργούνταν στο νησί, τουλάχιστον μέχρι την εξάπλωση και επικράτηση της φιστικιάς.
Εκτός από την άφθονη κεραμική, έχουν βρεθεί και αφιερώματα από άλλες ύλες, τα οποία μάλιστα είναι και πιο προσωπικού χαρακτήρα, ανάλογα με τα σημερινά τάματα. Εδώ θα πρέπει να υπενθυμίσω πως η έντονη δραστηριότητα στο χώρο κατά τους ιστορικούς χρόνους θα πρέπει να επηρέασε αρνητικά όχι μόνο τη διατήρηση των όποιων αρχιτεκτονημάτων της Εποχής του Χαλκού αλλά και των πιθανών αφιερωμάτων από πολύτιμα μέταλλα και ύλες. Από τα λίγα που διασώθηκαν ξεχωρίζουν οι λίθινες σφραγίδες με τις εγχάρακτες παραστάσεις ζώων, οι λίθινες χάνδρες από περιδέραια και βραχιόλια, αλλά και δύο αντικείμενα χάλκινου πολεμικού οπλισμού: η αιχμή ενός βέλους και το τμήμα ενός κράνους.
Το ιερό της Αφαίας κατά την Εποχή του Χαλκού ήταν κάτι ανάλογο με τα σημερινά ξωκλήσια. Μακριά από κάθε οικισμό και μόνιμη ανθρώπινη παρουσία, δε φαίνεται να ήταν ένας χώρος οργανωμένος, με μόνιμα εγκατεστημένο ιερατείο. Αν κρίνουμε από τα κινητά ευρήματα, άνθρωποι διαφορετικών κοινωνικών τάξεων και διαφορετικής οικονομικής επιφάνειας το επισκέπτονταν κατά καιρούς προσφέροντας στη νεαρή γυναικεία θεότητα όχι μόνο τις προσευχές τους αλλά και υλικά αγαθά. Ο μύθος της Αφαίας μάλιστα έχει κάποιες αναλογίες με την ιστορία της Αγίας Μαρίνας, της σημερινής προστάτιδας της περιοχής.
Όπως η Αφαία ήταν ημίθεα, κόρη του Διος και ακόλουθος της θεάς Αρτέμιδος, η Μαρίνα ήταν κόρη μιας αριστοκρατικής οικογένειας από την Αντιόχεια της Συρίας την εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Μετά το θάνατο της μητέρας της, ανατράφηκε σαν χριστιανή από την παραμάνα της. Όταν έφτασε σε ηλικία γάμου, η ομορφιά της προσέλκυσε τον Ρωμαίο έπαρχο της περιοχής. Η Μαρίνα όμως επηρεασμένη από τη χριστιανική της ανατροφή, επιθυμούσε να παραμείνει παρθένα και να αφιερώσει τη ζωή της σε αγαθοεργίες.
Κατ' αναλογία, η νεαρή Αφαία σαν ακόλουθος της θεάς Αρτέμιδος ήταν αποφασισμένη να διατηρήσει την παρθενική της φύση, παρά τις συνεχείς ανδρικές πιέσεις. Ανένδοτη στην απόφασή της, η Μαρίνα αντίκρουε συνεχώς τις προτάσεις του Ρωμαίου αξιωματούχου, ο οποίος τυφλωμένος από το ερωτικό του πάθος την έκλεισε στη φυλακή όπου και τελικά πέθανε.
Το ιερό της Αφαίας δεν ήταν ο μοναδικός χώρος λατρείας στο νησί κατά την Εποχή του Χαλκού. Την περίοδο της ακμής του, κατά τη διάρκεια του 13ου αιώνα π.Χ., θρησκευτική δραστηριότητα σημειώνεται και στην κορυφή του Όρους, του ψηλότερου βουνού του νησιού, το οποίο βρίσκεται σε άμεση οπτική επικοινωνία με το λόφο της Αφαίας. Οι έρευνες του Gabriel Welter επάνω αλλά και γύρω από την κορυφή του Όρους κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 οδήγησαν στην ανακάλυψη ενός μυκηναϊκού οικισμού(5).
Από τις σύντομες σημειώσεις του και τις καταχωρήσεις του στον κατάλογο του Μουσείου της Αίγινας, γνωρίζουμε ότι συνέλλεξε μια πληθώρα ευρημάτων από το χώρο αυτό: πήλινα ειδώλια και αγγεία, λίθινες σφραγίδες, χρυσά κοσμήματα, χάλκινα όπλα (ξίφος και αιχμή βέλους), μεταλλικά εργαλεία, αλλά και αντικείμενα από λίθο και οστό. Όλες αυτές οι κατηγορίες αντικειμένων μπορούν να ερμηνευτούν ως λατρευτικά αφιερώματα.
Επιπλέον, ο τοίχος που περιβάλλει τα κτίσματα μοιάζει περισσότερο να έχει χαρακτήρα οριοθέτησης ενός ιερού χώρου-τεμένους (περίβολος) παρά αμυντικό. Ένα από τα γνωστά ευρήματα του Όρους είναι ένα γυναικείο πήλινο ειδώλιο, ύψους σχεδόν 18 εκατοστών. Συγκριτικά πλησιέστερο με το ειδώλιο αυτό είναι το κεφάλι ενός άλλου πήλινου γυναικείου ειδωλίου από την Αφαία, το οποίο υπολογίζεται ότι ολόκληρο ήταν περίπου ιδίου ύψους.
Η φυσική ομοιότητα ανάμεσα στα ειδώλια του Όρους και της Αφαίας συνιστά όχι μόνο πως και τα δύο ήταν έργα της Αιγινήτικης παράδοσης αλλά και πως πιθανόν να υπήρχε κάποιου είδους σχέση ανάμεσα στα δυο ιερά.
Προς το παρόν δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν ολόκληρη η μυκηναϊκή θέση στην κορυφή του Όρους λειτουργούσε σαν θρησκευτικό κέντρο ή αν μόνο μερικά από τα κτίσματα είχαν αυτό το χαρακτήρα. Δυστυχώς ο Welter δεν δημοσίευσε ποτέ τα αποτελέσματα των ανασκαφών και ερευνών του στο Όρος. Ήδη όμως η μελέτη αυτού του υλικού έχει ανακοινωθεί στην ιστοσελίδα της Γερμανικής Αρχαιολογικής Σχολής ως ένας από τους άμεσους στόχους της. Περιμένουμε λοιπόν με μεγάλο ενδιαφέρον τα αποτελέσματα της δουλειάς αυτής.
[1]
Φωτογραφίες
Οι ακόλουθες φωτογραφίες είναι από το Ναό της Αφαίας.
Επίσης, τα γλυπτά που παρουσιάζονται στις φωτογραφίες ανήκουν στο Ναό της Αφαίας (πολλά από τα οποία «σκονίζονται» στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου).
Οι φωτογραφίες αλλάζουν ανά 5 δευτερόλεπτα (σύνολο 10 φωτογραφίες).
Παραπομπες
(1) Αυτή η εκστρατεία απεικονίζεται στο ανατολικό αέτωμα, είναι πιο προχωρημένη στιλιστικά, γύρω στο 480 π.Χ. Στην εκστρατεία αυτή φονεύτηκαν ο βασιλιάς της Τροίας Λαομέδοντας και όλοι οι γιοι του, εκτός του Πρίαμου.
(2) Αυτή η εκστρατεία απεικονίζεται στο δυτικό αέτωμα, και στιλιστικά η σύνθεση της είναι παλιότερη, γύρω στο 500-490 π.Χ.
(3) Ο Τελαμών και ο Πηλέας είναι γιοι του Αιακού και της Ενδηίδος. Ο Φώκος, ετεροθαλής αδελφός του Τελαμώνα και του Πηλέα, είναι γιος του Αιακού και της Νηρηίδας Ψαμάθης. Ο Τελαμώνας και ο Πηλέας, υπεύθυνοι για το φόνο του Φώκου, εξορίστηκαν από τον πατέρα τους μακριά από την Αίγινα. Ο Τελαμώνας εγκαταστάθηκε στη Σαλαμίνα και ο Πηλέας στην Φθία, τη σημερινή νότια Θεσσαλία.
(4) Στις αναφορές του Παυσανία και του Καλλίμαχου, η Βριτομάρτυς περιγράφεται σαν μια από τις συντρόφους/ακόλουθους της Αρτέμιδος, της παρθένας θεάς του κυνηγιού.
(5) Με περίβολο ο οποίος περιέκλειε περίπου τριάντα μονόχωρα ή δίχωρα λίθινα κτίσματα, σε ακτινωτή διάταξη γύρω από την κορυφή του βουνού
Επιπρόσθετες Παραπομπές
Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις, Βιβλίο Β', κεφ. 30 παρ.3
Ι. Θ. Κακριδής, Ελληνική μυθολογία, 3ος τόμος, σελ. 273
Oλόκληρος ο κίονας δηλαδή αποτελείται από ένα ενιαίο κομμάτι μαρμάρου.
Σελλά, Όλγα (10-03-2011). «Επεμβάσεις λίγες, αλλά απαραίτητες». Καθημερινή (kathimerini.gr). Ανακτήθηκε στις 19-03-2011.
««Λίφτινγκ» και φώτα στον ναό της Αφαίας». Έθνος (ethnos.gr). 10-03-2011. Ανακτήθηκε στις 19-03-2011.
Βιβλιογραφια
Korinna Pilafidis-Williams, "A Mycenaean Terracotta Figure from Mount Oros on Aigina", in Klados. Essays in Honor of J. N. Goldstream, 1995.
Korinna Pilafidis-Williams, Τhe Sanctuary of Aphaia on Aegina in the Bronze Age, 1998.