Χαρων
Ο Βαρκαρης του ποταμου Αχεροντα στον Κατω Κοσμο
Στην Ελληνική μυθολογία, ο Χάρων (ή Χάρος στα νέα ελληνικά) ήταν ο πορθμέας του Άδη. (Το αντίστοιχο στην Ετρουσκική μυθολογία ήταν ο Charun (1) ). Μετέφερε με τη βάρκα του τους πρόσφατα αποθανόντες από τη μια όχθη του ποταμού Αχέροντα στην άλλη, όπου σύμφωνα με τη μυθολογία βρισκόταν η είσοδος του Άδη.
Οι νεκροί έπρεπε οπωσδήποτε να πληρώσουν στον Χάροντα έναν οβολό για τα ναύλα. Γι' αυτό στην αρχαία Ελλάδα τοποθετούσαν πάντα έναν οβολό κάτω από τη γλώσσα των νεκρών σωμάτων πριν τα ενταφιάσουν, για να έχει να πληρώσει ο νεκρός τον Χάροντα.
Όσοι δεν είχαν να πληρώσουν ήταν καταδικασμένοι να περιπλανιούνται στις όχθες του Αχέροντα για εκατό χρόνια.
Ο Χάρων ήταν γιος του Ερέβους και της Νύχτας. Παριστανόταν σαν ένας ιδιότροπος, σκελετωμένος γέροντας ή ως φτερωτός δαίμονας με ένα διπλό σφυρί.
Εμφανίσεις στην λογοτεχνία
Συχνά αναφερόταν ότι μετέφερε τις ψυχές αντίπερα στον ποταμό της Στύγας. Αυτό προτείνεται από τον Βιργίλιο στην Αινειάδα του (βιβλίο 6, γραμμή 369). Ωστόσο, στις περισσότερες πηγές, συμπεριλαμβανομένου και του Παυσανία (x.28) και, αργότερα, της Κόλασης του Δάντη, ο ποταμός ήταν ο Αχέροντας.
Στο έργο του Λουκιανού, Νεκρικοί Διάλογοι, ο κυνικός φιλόσοφος Μένιππος αναφέρεται ως ο μόνος που διέσχισε ποτέ τον Αχέροντα χωρίς να πληρώσει τον οβολό στο Χάρο - αφού δεν είχε. Στο διάλογο αυτόν εμφανίζεται για πρώτη φορά και η ρήση "ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος" (δεν μπορείς να πάρεις από αυτόν που δεν έχει), η οποία έμεινε παροιμιώδης.
Σύμφωνα με την Αινειάδα του Βιργίλιου (βιβλίο 6), η Κυμαία Σίβυλλα κατευθύνει τον Αινεία στο χρυσό κλώνο που είναι απαραίτητος για να διασχίσει το ποτάμι ενόσω είναι ακόμη ζωντανός και να επιστρέψει στον κόσμο. Ο Ορφέας επίσης έκανε το ταξίδι στον κάτω κόσμο και γύρισε πίσω ζωντανός.
Ο Δάντης Αλιγκιέρι ενσωμάτωσε τον Χάροντα στη Χριστιανική μυθολογία στη Θεία Κωμωδία του. Είναι ίδιος με το Ελληνικό αντίστοιχό του, πληρώνεται έναν οβολό για να διασχίσει τον Αχέροντα. Είναι ο πρώτος χαρακτήρας που κατονομάζεται από όσους συναντά ο Δάντης στην Κόλαση, στο τρίτο Άσμα της "Κόλασης".
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ, 231. – Νεκρικοὶ διάλογοι (2)
Νεκρικοί διάλογοι
Στους Νεκρικοὺς διαλόγους ο Λουκιανός παρουσιάζει τριάντα διαλογικά στιγμιότυπα, στα οποία συμμετέχουν γνωστές προσωπικότητες που έχουν πεθάνει και βρίσκονται πια στον Άδη. Οι προσωπικότητες αυτές είναι ομηρικοί ήρωες, ο Μ. Αλέξανδρος, γνωστοί κόλακες και κυνηγοί κληρονομιών, και ο κυνικός φιλόσοφος Μένιππος (3ος αι. π.Χ.).
Σε όλα τα θέματα που συζητούν υπόκειται η ιδέα ότι η ευτυχία σ᾽ αυτόν τον κόσμο είναι πρόσκαιρη, ενώ στον Κάτω κόσμο οι νεκροί είναι όλοι ίσοι. Ο διάλογος που ακολουθεί διεξάγεται ανάμεσα στον πορθμέα του κάτω κόσμου, τον Χάρωνα, και τον Μένιππο, ο οποίος έζησε μέχρι τον θάνατό του με βάση τα ιδεώδη των κυνικών. (Οι κυνικοί πρέσβευαν την απλή ζωή σύμφωνα με τη φύση, την εγκράτεια χωρίς παρεκκλίσεις και την άρνηση των καθιερωμένων κοινωνικών αξιών, όπως είναι ο πλούτος, η δόξα, η ομορφιά κ.ά.).
Ως συνέπεια του τρόπου με τον οποίο έζησε, ο Μένιππος δεν έχει ούτε τον οβολό που έβαζαν, σύμφωνα με το έθιμο, στο στόμα του νεκρού ως αμοιβή του Χάρωνα. Ο τελευταίος ζητεί μετά το πέρασμα στην αντίπερα όχθη τα ναύλα.
ΧΑΡΩΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΝΙΠΠΟΥ
[2.1] ΧΑΡΩΝ
ἀπόδος, ὦ κατάρατε, τὰ πορθμεῖα.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
βόα, εἰ τοῦτό σοι, ὦ Χάρων, ἥδιον.
ΧΑΡΩΝ
ἀπόδος, φημί, ἀνθ᾽ ὧν σε διεπορθμευσάμην.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
οὐκ ἂν λάβοις παρὰ τοῦ μὴ ἔχοντος.
ΧΑΡΩΝ
ἔστι δέ τις ὀβολὸν μὴ ἔχων;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
εἰ μὲν καὶ ἄλλος τις οὐκ οἶδα, ἐγὼ δ᾽ οὐκ ἔχω.
ΧΑΡΩΝ
καὶ μὴν ἄγξω σε νὴ τὸν Πλούτωνα, ὦ μιαρέ, ἢν μὴ ἀποδῷς.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
καὶ μὴν τῷ ξύλῳ σου πατάξας διαλύσω τὸ κρανίον.
ΧΑΡΩΝ
μάτην οὖν ἔσῃ πεπλευκὼς τοσοῦτον πλοῦν;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
ὁ Ἑρμῆς ὑπὲρ ἐμοῦ σοι ἀποδότω, ὅς με παρέδωκέ σοι.
[2.2] ΕΡΜΗΣ
νὴ Δί᾽ ὀναίμην, εἰ μέλλω γε καὶ ὑπερεκτίνειν τῶν νεκρῶν.
ΧΑΡΩΝ
οὐκ ἀποστήσομαί σου.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
τούτου γε ἕνεκα νεωλκήσας τὸ πορθμεῖον παράμενε· πλὴν ἀλλ᾽ ὅ γε μὴ ἔχω, πῶς ἂν λάβοις;
ΧΑΡΩΝ
σὺ δ᾽ οὐκ ᾔδεις κομίζειν δέον;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
ᾔδειν μέν, οὐκ εἶχον δέ. τί οὖν; ἐχρῆν διὰ τοῦτο μὴ ἀποθανεῖν;
ΧΑΡΩΝ
μόνος οὖν αὐχήσεις προῖκα πεπλευκέναι;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
οὐ προῖκα, ὦ βέλτιστε· καὶ γὰρ ἤντλησα καὶ τῆς κώπης συνεπελαβόμην καὶ οὐκ ἔκλαον μόνος τῶν ἄλλων ἐπιβατῶν.
ΧΑΡΩΝ
οὐδὲν ταῦτα πρὸς τὰ πορθμεῖα· τὸν ὀβολὸν ἀποδοῦναί σε δεῖ· οὐ γὰρ θέμις ἄλλως γενέσθαι.
[2.3] ΜΕΝΙΠΠΟΣ
οὐκοῦν ἄπαγέ με αὖθις εἰς τὸν βίον.
ΧΑΡΩΝ
χάριέν γε λέγεις, ἵνα καὶ πληγὰς ἐπὶ τούτῳ παρὰ τοῦ Αἰακοῦ προσλάβω.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
μὴ ἐνόχλει οὖν.
ΧΑΡΩΝ
δεῖξον τί ἐν τῇ πήρᾳ ἔχεις.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
θέρμους, εἰ θέλεις, καὶ τῆς Ἑκάτης τὸ δεῖπνον.
ΧΑΡΩΝ
πόθεν τοῦτον ἡμῖν, ὦ Ἑρμῆ, τὸν κύνα ἤγαγες; οἷα δὲ καὶ ἐλάλει παρὰ τὸν πλοῦν τῶν ἐπιβατῶν ἁπάντων καταγελῶν καὶ ἐπισκώπτων καὶ μόνος ᾄδων οἰμωζόντων ἐκείνων.
ΕΡΜΗΣ
ἀγνοεῖς, ὦ Χάρων, ὅντινα ἄνδρα διεπόρθμευσας; ἐλεύθερον ἀκριβῶς. οὐδενὸς αὐτῷ μέλει. οὗτός ἐστιν ὁ Μένιππος.
ΧΑΡΩΝ
καὶ μὴν ἄν σε λάβω ποτέ—
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
ἂν λάβῃς, ὦ βέλτιστε· δὶς δὲ οὐκ ἂν λάβοις.
ΧΑΡΩΝ ΚΑΙ ΜΕΝΙΠΠΟΣ
ΧΑΡΩΝ
[1] Παλιοτόμαρο, πλήρωσέ μου τα ναύλα σου!
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Φώναζε όσο θέλεις, αν σ᾽ αρέσει!
ΧΑΡΩΝ
Πλήρωσε, σου λέω, που σε πέρασα από τη λίμνη!
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Δεν μπορείς να πάρεις από όποιον δεν έχει.
ΧΑΡΩΝ
Υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει έστω και οβολό;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Αν υπάρχει κι άλλος, δεν ξέρω. Εγώ πάντως δεν έχω.
ΧΑΡΩΝ
Μα τον Πλούτωνα, θα σε πνίξω, κάθαρμα, αν δεν πληρώσεις!
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Κι εγώ με τη μαγκούρα θα σου σπάσω το κεφάλι!
ΧΑΡΩΝ
Άδικα λοιπόν σου έχω κάνει τέτοιο ταξίδι;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Να σε πληρώσει για λογαριασμό μου ο Ερμής! Αυτός με παράδωσε σε σένα.
ΕΡΜΗΣ
[2] Τώρα μάλιστα, σώθηκα! Να πληρώνω και για τους νεκρούς!
ΧΑΡΩΝ
Εγώ πάντως δεν σ᾽ αφήνω.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Ωραία. Τράβα και τη βάρκα σου στη στεριά, και περίμενε όσο θέλεις!
Τι να σου δώσω, αφού δεν έχω πεντάρα;
ΧΑΡΩΝ
Δεν ήξερες ότι έπρεπε να φέρεις τα ναύλα σου μαζί σου;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Το ήξερα, αλλά δεν είχα. Κι ύστερα; Έπρεπε γι᾽ αυτό να μην πεθάνω;
ΧΑΡΩΝ
Εσύ μόνο λοιπόν θα καυχιέσαι πως πέρασες τζάμπα;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Καθόλου τζάμπα, φίλε μου. Και νερό από τη βάρκα έβγαλα, και κουπί τράβηξα και, στο κάτω κάτω, ήμουν ο μόνος από τους επιβάτες που δεν έκλαιγα!
ΧΑΡΩΝ
Αυτά δεν είναι πληρωμή. Πρέπει να δώσεις τον οβολό, είναι νόμος.
Δεν γίνεται αλλιώς.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
[3] Τότε ξαναγύρισέ με στη ζωή.
ΧΑΡΩΝ
Αστείος που είσαι! Για να με ταράξει στο ξύλο ο Αιακός;
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Άσε με ήσυχο λοιπόν!
ΧΑΡΩΝ
Δείξε μου τι έχεις στο σακούλι.
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Λούπινα, αν θέλεις, και δείπνο της Εκάτης.
ΧΑΡΩΝ
Βρε Ερμή, από πού μας τον έφερες αυτόν τον σκύλο; Τι λόγια έλεγε στο ταξίδι! Κορόιδευε και περιγελούσε όλους τους επιβάτες, κι ήταν ο μόνος που τραγουδούσε όταν εκείνοι έκλαιγαν!
ΕΡΜΗΣ
Μα δεν ξέρεις,Χάρων, ποιον κουβάλησες με τη βάρκα σου; Έναν άνθρωπο αληθινά ελεύθερο. Αυτός δεν νοιάζεται για τίποτε. Είναι ο Μένιππος!
ΧΑΡΩΝ
Αχ, αν σε ξανάβρω κάποτε...
ΜΕΝΙΠΠΟΣ
Αν με ξανάβρεις!... Μα δεν πρόκειται να με πετύχεις για δεύτερη φορά!
(μετάφραση Π. Μουλλάς)
Χάρτης του Κάτω Κόσμου βάση των πεποιθήσεων των Αρχαίων Ελλήνων
Παραπομπες
(1) Λέγεται πως ένας ετρουσκικός θεός του Κάτω Κόσμου, που όπως παριστανόταν ενέπνεε φόβο (βλοσυρός, με μεγάλο φίδι στο ένα χέρι και βαρύ σφυρί ως θανατηφόρο όργανο στο άλλο), δεν μοιάζει με τον ελληνικό Χάρωνα ούτε με άλλη μορφή του ελληνικού πανθέου, εκτός κάποτε με τον Ερμή Ψυχοπομπό. Το όνομα του όμως «Charun» μπορεί να είναι δανεισμένο από τον ελληνικό Χάρωνα. Οι Ετρούσκοι είναι γνωστό πως αρέσκονταν να εισάγουν και ονόματα και πολιτιστικά στοιχεία ελληνικά.
Βιβλιογραφια
Αισχύλος, Επτά επί Θήβας 854 ff
Ευριπίδης - Άλκηστις 252 ff, 361, 439 ff, 455 ff
Αριστοφάνης, Βάτραχοι 180 ff
Πλάτων, Φαίδων 112e
Στράβων, Γεωγραφικά 8. 6. 12, 14. 1. 11, 14. 1. 44
Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις 10. 28. 1 ff
Οβίδιος, Μεταμορφώσεις 10. 72 ff
Γ.Μπαμπινιώτης, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας
Η Θεία Κωμωδία του Δάντη
Λουκιανός, 231. – Νεκρικοὶ διάλογοι (2)
Κουτσιαΰτης Ε. Η, Ο 'Aδης των Ελλήνων, Γρηγόρη.
"Οι λαϊκές περί θανάτου δοξασίες και τα ταφικά έθιμα των Ελλήνων", Εκδόσεις Ερωδιός, Θεσσαλονίκη 2007.