Δρυαδες
Νυμφες των δασων, ιδιαιτερα του Δρυ(ς)
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία (Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις VIII.4.2) οι Δρυάδες (ενικός: η Δρυάς) ήταν Νύμφες των δασών. Το όνομά τους προέρχεται από τη Δρυς. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν νύμφες των δέντρων, ειδικά των βελανιδιών, κάτω από τις οποίες ζούσαν.
Οι αρχαίοι τις διέκριναν από τις Αμαδρυάδες, οι οποίες ήταν οι ψυχές των φυτών και ζούσαν όσο και αυτά, ενώ οi Δρυάδες ήταν αθάνατες (Εγκυκλοπαίδεια Δομή, τόμ. 8, σ. 298).
Αν και από τον Όμηρο είναι γνωστές πολλές ονομαστές νύμφες εντούτοις δεν αναφέρονται αυτές. Οι Δρυάδες μαζί με τις Ορειάδες ή Ορεστιάδες συνόδευαν τους Ολύμπιους θεούς στα όρη και τις χαράδρες και ιδιαίτερα συνέρχονταν ερωτικά μέσα σε ωραία σπήλαια με τους Σειληνούς και τον Ερμή, παίζοντας και αστειευόμενες με τον Απόλλωνα, τον Πάνα, τον Πρίαπο κ.ά. Συχνά τις Δρυάδες φαίνεται να τις καταδίωκαν οι Σάτυροι.
«Αρχομένου του μηνός Αυγούστου μέχρι της 15 αυτού, ήτοι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, αι εξ επαγγέλματος λευκάστραι διακόπτουσι τας εργασίας των όπως αι Δρυμάδες λέγουσαι ότι αι δρύμαι τη λίμνης (Καστοριάς) κόπτουσι τα πανιά των».
Παναγιώτης Παπαναούμ, Αυτοβιογραφία, Λειψία 1873
Οι συνοδίται μου, άφωνοι ως οι ιχθείς, έντρομοι υπέρ το δέον και κεκυφότες, ταπεινώς συνέστελλον και αυτόν της αναπνοής των το ελάχιστον ήχον, από φόβον μήπως αναδύσωσιν εκ του Ταρτάρου οι Άρπυιαι και τους καταφάγωσιν. Έκαστον κίνημα φύλλου, πας μακρόθεν προερχόμενος κρότος ρυάκων, κάθε πάταγος κλάδου και η εκ συγκυρίας κατάπτωσις λίθου εκ βράχων ανώρθωνε τας τρίχας της κεφαλής των και τους απέλπιζεν. Ούτως ηθικώς διετέλουν καθ’ άπασαν την οδοιπορίαν μας μέχρι των σερβικών ορίων.
Παναγιώτης Παπαναούμ, ό.π.
Μεταξύ των Δρυάδων γνωστότερες ήταν η Ερατώ, η οποία με τον Αρκάδα απόκτησε τον Αζάνα, τον Αφείδαντα και τον Έλατον, η Φιγαλία και η Τιθορέα από τις οποίες και οι σχετικές πόλεις της Αρκαδίας και της Φωκίδας αντίστοιχα, καθώς και η Ευρυδίκη η σύντροφος του Ορφέα.
Οι Δρυάδες καλούνταν επίσης και "Αμαδρυάδες", ή "Αδρυάδες", ή "Δρυμίδες"και συχνά συγχέονταν με τις Ναϊάδες και άλλες Νύμφες, ενώ στη πραγματικότητα δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η ανθρωπόμορφη ιδέα του θροΐσματος των φύλλων των δένδρων και των ήχων των υδάτων ιδιαίτερα σε βουνά, ρέματα, σπήλαια, πηγές και χαράδρες που διακόπτουν την ηρεμία και την ησυχία της φύσης.
Επίσης:
Δρυάδες ή Αμαδρυάδες, δηλαδή Νύμφες των μοναχικών δέντρων και των λιβαδιών και ταυτίζονταν με τις Μελίες. Οι Ναϊάδες κατοικούσαν μέσα σε σπηλιές, που βρίσκονταν κοντά σε νερό ή μέσα σ' αυτό, κάτω από την επιφάνεια των ποταμών. Μέσα στις σπηλιές τους απολάμβαναν τις χαρές του έρωτα με τον Ερμή ή τους Σιληνούς.
Ζούσαν όσο και οι πηγές, κοντά στις οποίες κατοικούσαν: όταν στέρευαν εκείνες, οι Ναϊάδες έσβηναν. Το ίδιο συνέβαινε με τις Αμαδρυάδες -που το όνομά τους σημαίνει "δέντρο και γυναίκα ταυτόχρονα"- τα πεύκα, τα έλατα και οι δρυς άρχιζαν να μεγαλώνουν με το που άρχιζε η ζωή μιας Νύμφης. Ήταν δέντρα δυνατά και ζούσαν για πολλά χρόνια, ενώ οι θνητοί απαγορευόταν να τα αγγίξουν με τσεκούρι.
Όταν ερχόταν η ώρα της Νύμφης να πεθάνει, μαραινόταν πρώτα το δέντρο της μέσα στη γη. Κάποτε μια Νύμφη, εκεί που χόρευε με τις όμοιές της, χλόμιασε παρατηρώντας τη βελανιδιά της να κουνιέται πέρα δώθε. Άφησε το χορό γεμάτη ανησυχία· πολύ γρήγορα χάλασε η φλούδα, έπεσαν τα κλαδιά και ταυτόχρονα η ψυχή της Νύμφης πέταξε, αποχαιρετώντας το φως του Ήλιου. Οι Νύμφες, όταν βρέχει, χαίρονται, γιατί τρέφονται τα δέντρα, ή κλαίνε, όταν οι βελανιδιές χάνουν τα φύλλα τους.
Μέσα στα δάση των βελανιδιών ζούσαν οι δρυάδες και οι Αμαδρυάδες τα πνεύματα του δάσους. Για τις Αμαδρυάδες πίστευαν ότι η ζωή του χάνονταν, όταν πέθαινε η βελανιδιά που ήταν το σπίτι τους. Σε έναν αρχαίο μύθο αναφέρεται ότι ο Ερυσίχθονας γιος του Τροπία εισέβαλε σε ένα άλσος αφιερωμένο στην Δήμητρα και άρχισε να κόβει την πιο ψηλή βελανιδιά για να φτιάξει την ξύλινη διακόσμηση της αίθουσας συμποσίων. Η δρυάδα που ήταν το πνεύμα του δένδρου τον παρακάλεσε να σταματήσει, αλλά αυτός αρνήθηκε. Έτσι λοιπόν η δρυάδα και οι αδερφές της πήγαν στην Δήμητρα κλαίγοντας για εκδίκηση και η θεά τιμώρησε των Ερυσίχθονα, με το να πεινά και να μην χορταίνει ποτέ. Κατά συνέπεια ο καταστροφέας του δάσους τιμωρήθηκε τελικά “η φύση εκδικείται “ και ειδικά στην εποχή μας από αυτούς που δεν τη σέβονται απορροφημένοι από την μανία της κατανάλωσης.
Δρυάδες ή Αμαδρυάδες [Αμαδρυάδες] Νύμφες των δασών. Γεννιούνται μαζί με τις δρυς, από όπου και το όνομά τους (άμα + δρυς), αναπτύσσονται μαζί με αυτές και πεθαίνουν μαζί τους. Γι’ αυτό πίστευαν ότι όποιος προστατεύει και περιποιείται τις δρυς κάνει πράξη ιερή και έχει την ευλογία των Νυμφών. Αντίθετα, όταν κόβεται ένα δέντρο, η Νύμφη πηγαίνει σε ένα άλλο και από εκεί τιμωρεί τον ασεβή. Πολλές φορές όμως προτιμά να περιφέρεται μέσα στο δάσος και τότε γίνεται Δρυάς. Από την πίστη αυτή γεννήθηκε και η διάκριση ανάμεσα στις Δρυάδες και Αμαδρυάδες. Οι πρώτες είναι περιπλανώμενες Νύμφες, ενώ οι άλλες ζουν μαζί με το δέντρο και αποτελούν την ψυχή του.
[1]
Βιβλιογραφια
Όμηρος, Ιλιάδα 20. 4 ff
Ησίοδος, Θεογονία 129 ff
Ομηρικοί Ύμνοι προς Αφροδίτη 256 ff
Αριστοφάνης, Όρνιθες 1088 ff
Απολλώνιος ο Ρόδιος - Αργοναυτικά 1. 1224 ff
ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΣ - ΥΜΝΟΙ προς Δήλο 75ff
Στράβων, Γεωγραφικά 10. 3. 19
Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις 8. 4. 2, 10. 32. 9
Νόννος, Διονυσιακά 2. 92 ff, 3. 61 ff, 6. 257 ff, 12. 372 ff, 14. 1 ff, 14. 203 ff, 15. 370 ff, 16. 356 ff, 17. 310 ff, 21. 279 ff, 22. 1 ff, 22. 82 ff, 24. 94 ff, 24. 123 ff, 24. 148 ff, 32. 143 ff, 37. 10 ff, 43. 62 ff, 44. 12 ff, 44. 88 ff, 44. 142 ff, 45. 174 ff, 47. 456 ff, 48. 188 ff, 48. 514 ff, 48. 640 ff
Οβίδιος, Μεταμορφώσεις 1. 689 ff, 3. 402 ff, 3. 505 ff, 6. 15 & 6. 44 ff, 6. 392 ff, 6. 453 ff, 11. 47 ff, 14. 326 ff, 14. 622 ff, 15. 490 ff
Εγκυκλοπαίδεια Δομή, τόμ. 8, σ. 298
Παναγιώτης Παπαναούμ, Αυτοβιογραφία, Λειψία 1873