Θανατος
Θανατος, η αρχαιοελληνικη θεοτητα του θανατου
Ο Ησίοδος αναφέρει ότι είναι δίδυμος αδελφός του Ύπνου, οι οποίοι είναι "δεινοί θεοί" που κατοικούν στο σκοτεινό Τάρταρο και ποτέ δεν τους φωτίζει ο ήλιος. Όμως ενώ ο Ύπνος ταξιδεύει ειρηνικά πάνω στη θάλασσα και στη γη και είναι ευχάριστος στους ανθρώπους, ο Θάνατος αντίθετα έχει σκληρή και σιδερένια καρδιά και μισείται από τους ανθρώπους, ακόμη κι από τους αθάνατους.
Άλλες φορές ο Θάνατος χαρακτηρίζεται, ιδιαίτερα από τους τραγικούς, ως ευεργέτης και μάλιστα γιατρός, γιατί απαλύνει τους ανθρώπους από τις αρρώστιες και τους πόνους. Στην Ιλιάδα ο Θάνατος εμφανίζεται, με εντολή του Δία και της Ήρας, για να παραλάβει το πτώμα του Σαρπηδόνα και να το μεταφέρει στη Λυκία. Ο Ευριπίδης παριστάνει το Θάνατο σαν βασιλιά των νεκρών, που φορά μαύρο πέπλο ή έχει μαύρα φτερά. Τον παρουσιάζει ως πικρό, αλόγιστο, άκριτο, λυπηρό, κακό δαίμονα κλπ.
Για τη λατρεία του θεού ελάχιστα πράγματα προσφέρονται, γιατί ο Θάνατος ούτε θέλει, ούτε δέχεται δώρα. Γι αυτόν δεν υπάρχει βωμός. Συνήθως παριστάνεται σαν όμορφος νέος, άλλοτε με φτερά κι άλλοτε χωρίς φτερά. Μερικές φορές συνοδεύεται από τον αδελφό του Ύπνο. Η προσωποποίηση του Θανάτου που τον παριστάνει ως σκελετό να κρατάει δρεπάνι είναι μεταγενέστερη.
Ιδρύοντας μια πόλη και ξεγελώντας τον Θάνατο.
Η Κόρινθος, ήταν μια ισχυρή αρχαία πόλη, της οποίας τα απομεινάρια μπορούν να βρεθούν μέχρι και σήμερα. Μερικές πηγές σχετίζουν την μεγάλη πόλη Εφύρα σαν την πόλη που ίδρυσε ο Σίσυφος, η οποία μετά ονομάστηκε Κόρινθος. Άλλοι αναφέρουν ότι η μάγισσα Μήδεια έδωσε την Κόρινθο στον Σίσυφο, ο οποίος έγινε βασιλιάς της.
Ένας μύθος λέει ότι ο Σίσυφος απέκτησε μια πηγή καθαρού νερού για την Κόρινθο, κάνοντας μια συμφωνία με τον ποταμό θεό Ασωπό. Η κόρη του Ασωπού είχε απαχθεί από τον Δία, και όταν ο Ασωπός ζήτησε βοήθεια από τον Σίσυφο, εκείνος του έδωσε την πληροφορία, γεγονός που εξόργισε τον Δία. Έτσι ο βασιλιάς των Θεών έστειλε τον Θάνατο να πάρει τη ζωή του Σίσυφου.
Όμως ο Σίσυφος κατάφερε να παγιδεύσει τον Θάνατο και να τον φυλακίσει σε ένα κελί. Η φυλάκιση αυτή είχε ως αποτέλεσμα, ο Θάνατος να μην μπορεί να έρθει για κανέναν νεκρό, κι έτσι οι άνθρωποι σταμάτησαν να πεθαίνουν. Οι θεοί σαν απάντηση έστειλαν τον Άρη, το θεό του πολέμου, να διασώσει τον Θάνατο, για να μπορέσει να διεκδικήσει την ψυχή του Σίσυφου.
Αυτή τη φορά ο Σίσυφος πέθανε πραγματικά, αλλά πριν τον πάρει ο Θάνατος, ο Σίσυφος έδωσε οδηγίες στην Μερόπη να μην τον θάψει κανονικά. Η έλλειψη κανονικής κηδείας ενόχλησε τόσο πολύ τον Πλούτωνα, που κυβερνούσε τον Άδη, που ξαναέστειλε τον Σίσυφο στους ζωντανούς, για να κανονίσει την κηδεία του όπως έπρεπε. Για μια ακόμα φορά ο Σίσυφος απέδειξε την πονηριά του, αφού αρνήθηκε να επιστρέψει στον κάτω κόσμο και έζησε για πολλά ακόμα χρόνια στη γη.
Όταν τελικά πέθανε ο Σίσυφος, ο Δίας και οι υπόλοιποι θεοί σκέφτηκαν μια τρομερή βασανιστήριο για να τον τιμωρήσουν. Έπρεπε να σπρώχνει έναν τεράστιο βράχο επάνω σε έναν μεγάλο, απόκρημνο λόφο. Κάθε φορά που έφτανε στην κορυφή ο βράχος κατρακυλούσε και ο Σίσυφος έπρεπε να ξεκινήσει από την αρχή. Αυτό το βασανιστήριο, που έχει ταυτιστεί με το μύθο του Σίσυφου, θα συνεχιζόταν για μια αιωνιότητα.
Και πάλι… ο Σίσυφος
Όταν ο Σίσυφος οδηγήθηκε από τον Άρη στον Άδη, με τη βία, του ζήτησε μια τελευταία χάρη, την οποία ο ανύποπτος Θάνατος του επέτρεψε: να αποχαιρετίσει τη γυναίκα του. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Σίσυφος ζήτησε απ’ αυτήν να αφήσει άταφο το σώμα του και να μην του ρίξει χοές.
Αργότερα, επιχειρηματολογώντας ότι ήταν άταφος και θα έπρεπε να ταφεί, ζήτησε να μπορέσει να επιστρέψει στον πάνω κόσμο, δήθεν για να τιμωρήσει τη γυναίκα του, που δεν του είχε αποδώσει τις απαιτούμενες τιμές (μετά από δική του προτροπή).
Παρουσιαζόμενος μπροστά στην Περσεφόνη, έδωσε υπόσχεση ότι θα επέστρεφε αμέσως πίσω, γι’ αυτό και του επέτρεψε τη φυγή για τρεις μόνο μέρες. Όμως, ο Σίσυφος ξεγέλασε και την Περσεφόνη, αρνούμενος να επιστρέψει πίσω.
Τελικά, όταν σκοτώθηκε από το Θησέα, τον μετέφερε παρά τη θέλησή του ο Ερμής, όπου και καταδικάστηκε στο ατέρμονο βασανιστήριο να σπρώχνει μια τεράστια πέτρα σε ένα πανύψηλο και, μόλις έφτανε την κορυφή του, αυτή να γλιστρά και να πέφτει, έχοντας ως συνεπακόλουθο ο Σίσυφος να αναγκάζεται να επαναλαμβάνει από την αρχή τη δοκιμασία, αιώνια ...
Θάνατος και Λατρεία
Ο Θάνατος επηρεάζεται από τους θεούς και μάλιστα από τη Μοίρα και την Αίσα. Εκτός από τις Κήρες είχε και άλλους ακολούθους, με τη βοήθεια των οποίων πραγματοποιούσε το άχαρο έργο του, χρησιμοποιώντας ύπουλους τρόπους, «εχθρούς γε θνητοίς και θεοίς στυγουμένους».
Ο ίδιος ο Θάνατος ομολογεί ότι ευχαριστείται να παίρνει από τη ζωή πάντα τους νέους. Κλείνοντάς τους τα μάτια και τη μύτη, παίρνει την ψυχή των ανθρώπων, την οποία μερικές φορές σαν ψυχοπομπός μεταφέρει και παραδίδει στον Άδη. Ο Θάνατος δε δωροδοκείται, διότι είναι ο μόνος από τους θεούς, ο οποίος «ου δώρων ερά», ευχαριστιέται όμως με τις τιμές που του κάνουν οι άνθρωποι.
Ο Αριστοφάνης και οι υπόλοιποι κωμικοί παρουσιάζουν το Θάνατο σκληρό, αδυσώπητο, αμείλικτο και ανηλεή θεό που δεν συγκινείται ούτε με δώρα ούτε με θυσίες• με άλλα λόγια περιγράφουν τον Θάνατο ως θεό που ο άνθρωπος τρίζει τα δόντια του, όταν τον αντικρίζει. Γι” αυτό εξάλλου, από την εποχή του Αριστοφάνη και μετά, ατόνησαν οι εκδηλώσεις λατρείας και οι ανεγέρσεις ναών και βωμών προς τιμήν του.
Θάνατος και Τέχνη
Οι αρχαίοι Έλληνες καλλιτέχνες παρίσταναν το Θάνατο, όπως και τον αδελφό του Ύπνο, νέο με γενειάδα, με φτερά στους ώμους και βέβαια με σπαθί στη μέση, με το οποίο αφαιρεί την ψυχή ή απλά κόβει τα μαλλιά των ανθρώπων, καθώς το κόψιμο των μαλλιών είναι ένδειξη θανάτου. Επίσης τον παρίσταναν κρατώντας στο χέρι επιπλέον μία πλάστιγγα, είτε για να καθορίζει τη διάρκεια του χρόνου της ανθρώπινης ζωής είτε να ζυγοσταθμίζει τις ανθρώπινες πράξεις.
Στις περισσότερες παραστάσεις τα δύο αδέλφια ζωγραφίζονται μαζί, όμοια με τους «ανέμους» να μεταφέρουν συντροφικά κάποιον νεκρό στον Άδη.
Μάλιστα σε λευκή λήκυθο, υπάρχει η γνωστή παράσταση σχετική με τον Σαρπηδόνα, η οποία εμφανίζει τους δίδυμους αδελφούς με εντελώς αντίθετα χαρακτηριστικά: γλυκύς και ήρεμος ο Ύπνος, καταθλιπτικός και σκυθρωπός ο Θάνατος, να μεταφέρουν από κοινού έναν νεκρό με χαρακτηριστική λεπτότητα και προσοχή, σαν να προσπαθούν να μην αισθανθεί το «φορτίο» τους, δηλαδή ο μεταφερόμενος νεκρός, κανένα πόνο ή κανένα δυσάρεστο συναίσθημα!
Άλλωστε, έτσι περιγράφει και ο Όμηρος τη μεταφορά του «μισοπεθαμένου» ή «υπνωτισμένου» Σαρπηδόνα από το στρατόπεδο της Τροίας στην πατρίδα του, τη Λυκία, θανάσιμα χτυπημένο από τον Πάτροκλο, όχι όμως νεκρό ακόμη, διότι ο θεός πατέρας του Δίας δεν θέλει να εκπνεύσει ο Σαρπηδόνας μακριά από τους δικούς του.
Απεικονίσεις της καταλυτικής δύναμης του Θανάτου έχουμε και στην ασπίδα του Ηρακλή, στη λέσχη των Κνιδίων στους Δελφούς και μαζί με τον Ύπνο στην αγκαλιά της μητέρας τους της Νύκτας στη λάρνακα του Κυψέλου. Ο Παυσανίας επίσης μας πληροφορεί για ένα άγαλμα του Θανάτου στη Σπάρτη.
[1]
Η οπτική των αρχαίων Ελλήνων Φιλοσόφων για τον Θάνατο
Ο θάνατος δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ο διαχωρισμός δύο πραγμάτων, του ενός απ' το άλλο, δηλαδή της ψυχής απ' το σώμα.
'' Ο θάνατος τυγχάνει ων, ως εμοί δοκεί, ουδέν άλλο ή δυοίν πραγμάτοιν διάλυσις,
της ψυχής και του σώματος απ' αλλήλου. ''
ΠΛΑΤΩΝΑΣ (Γοργίας, 524Β)
`Οταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο.
'' Επιόντος άρα θανάτου επί τον άνθρωπον, το μεν θνητόν, ως έοικεν, αυτού αποθνήσκει,
το δ' αθάνατον, σώον και αδιάφθορον, οίχεται απιόν. ''
ΠΛΑΤΩΝΑΣ (Φαίδων, 10Ε)
Ωραία πραγματικά απόκρυφη διδασκαλία μας δόθηκε απ' τους θεούς, ότι δηλαδή ο θάνατος, όχι μόνο δεν είναι κακό (επιζήμιο) για τους ανθρώπους, αλλ' αντίθετα είναι ωφέλιμο πράγμα.
'' Η καλόν εκ μακάρων μυστήριον, ου μόνον είναι τον θάνατον θνητοίς ου κακόν, αλλ' αγαθόν. ''
Επιτάφιο επίγραμμα ιεροφάντη (Εφημερίδα Αρχαιολόγων 1883,σελ.81)
Ο, τι πεθαίνει δε χάνεται, αλλά μένει μέσα στη φύση.
'' `Εξω του κόσμου το αποθανόν ου πίπτει. ''
ΜΑΡΚΟΥ ΑΥΡΗΛΙΟΥ(Τα εις Εαυτόν Η,ιη)
Τίποτα δε διαφέρει ο θάνατος απ' τη ζωή.
'' Ουδέν έφη τον θάνατον διαφέρειν του ζην. ''
ΘΑΛΗΣ (Διογ.Λαερτ.Βιοι Φιλοσ.Ι,35)
Ο θάνατος τότε θα έλθει, όποτε οι Μοίρες ορίσουν.
'' Θάνατος τότ' έσσεται οπότε κεν δη Μοίραι επικλώσωσι. ''
ΚΑΛΛΙΝΟΣ (Ανθολ.Στοβαίου ΝΑ,19)
Ο ύπνος και ο θάνατος είναι δίδυμα αδέλφια.
'' Ύπνω και θανάτω διδυμάοσιν . ''
ΟΜΗΡΟΣ (Ιλιάς,Π,672)
Η ένωση της ψυχής με το σώμα δεν είναι με κανένα τρόπο ανώτερη απ' το χωρισμό τους.
'' Κοινωνία γαρ ψυχή και σώματι διαλύσεως ουκ έστιν η κρείττον. ''
ΠΛΑΤΩΝΑΣ (Νόμοι,828D).
`Οποιος απ' τους ανθρώπους φοβάται πολύ το θάνατο, γεννήθηκε μωρός. Η έννοια του θανάτου, ανήκει στη Μοίρα. `Οταν έλθει ο καιρός, ακόμα και στ' ανάκτορα του Δία αν καταφύγεις, είναι αδύνατο να τον αποφύγεις.
'' `Οστις δε θνητών θάνατον ορρωδεί λίαν, μωρός πέφυκε· τη τύχη μέλει τάδε·
όταν δ' ο καιρός του θανείν ελθών τύχη, ουδ' αν προς αυλάς Ζηνός εκφύγει μολών. ''
ΣΟΦΟΚΛΗΣ (Ανθολ.Στοβ.ΡΙΗ,12)
Πρέπει ν' ακολουθήσουμε την άποψη του Αναξαγόρα, εξ' αιτίας της οποίας αναφώνησε,
όταν πέθανε το παιδί του: "`Ηξερα ότι γέννησα θνητό".
'' `Εξεστι γαρ την Αναξαγόρου διάθεσιν, αφ' ης επί τη τελευτή του παιδός ανεφώνησεν,
"`Ηδειν θνητόν γεννήσας". ''
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ (Ηθικά,474D).
Πένθησε με μέτρο τους γνωστούς σου. Γιατί δεν έχουν πεθάνει, αλλά τον ίδιο δρόμο που όλοι αναγκαστικά θα περάσουμε, αυτοί τον πήραν πρώτοι.
'' Πενθείν δε μετρίως τους προσήκοντας φίλους, ου γαρ τεθνάσιν, αλλά την αυτήν οδόν,
ην πάσιν ελθείν έστ' αναγκαίως έχον, προεληλύθασιν. ''
ΑΝΤΙΦΑΝΗΣ (Ανθολ.Στοβ.ΡΚΔ,27).
Το θάνατο κανένας δε πρέπει να φοβάται, εκτός αν είναι εντελώς ανόητος και δειλός.
Την αδικία όμως πρέπει να φοβάται. Γιατί, αν η ψυχή φτάσει στον `Αδη με το βάρος των χειροτέρων αδικημάτων, θα είναι γι' αυτήν η μεγαλύτερη απ' όλες τις συμφορές.
'' Αυτό μεν το αποθνήσκειν ουδείς φοβείται, όστις μη παντάπασιν αλόγιστός τε και άνανδρος εστί, το δε αδικείν φοβείται. πολλών γαρ αδικημάτων γέμοντα την ψυχήν εις `Αιδου αφικέσθαι πάντων έσχατον κακών εστίν. ''
ΠΛΑΤΩΝΑΣ (Γοργίας,522Ε).
Τους ανθρώπους ταράζουν όχι οι καταστάσεις που περνούν, αλλά οι ιδέες που έχουν γι' αυτές. Ο θάνατος δεν είναι κάτι φοβερό, γιατί τότε θα ήταν και για το Σωκράτη. Το θάνατο τον κάνει φοβερό η ιδέα ότι είναι φοβερός.
'' Ταράσσει τους ανθρώπους ου τα πράγματα, αλλά τα περί των πραγμάτων δόγματα, οίον ο θάνατος ουδέν δεινόν, επεί Σωκράτη αν εφαίνετο· αλλά το δόγμα το περί του θανάτου διότι δεινόν, εκείνο το δεινόν έστιν. ''
ΕΠΙΚΤΗΤΟΣ (Εγχειρίδιο,V).
Να μη πεις για οποιοδήποτε πράγμα ότι το "έχασα", αλλά ότι, το "απέδωσα". Πέθανε το παιδί σου; Απεδόθη. Πέθανε η γυναίκα σου; Απεδόθη. Σου κλέψανε τη περιουσία σου; Μα κι' αυτή απεδόθη. Όσο σου δίνεται να το έχεις, φρόντιζέ το, ως κάτι ξένο, όπως οι περαστικοί το ξενοδοχείο.
'' Μηδέποτε επί μηδενός είπεις ότι "Απώλεσα αυτό", αλλ' ότι "Απέδωκα". Το παιδίον απέθανεν; απεδόθη. Η γυνή απέθανεν; απεδόθη. Το χωρίον αφηρέθην; Ουκούν και τούτο απεδόθη... μέχρι δ' αν διδώ ως αλλοτρίου αυτού επιμελού, ως του πανδοχείου οι παριόντες. ''
ΕΠΙΚΤΗΤΟΣ (Εγχειρίδιο,ΧΙ).
[2]
Πηγες
Όμηρος, Ιλιάδα 11. 397 ff, 16. 453 ff, 16. 681 ff
Ησίοδος, Θεογονία 21 ff, 758 ff
Ευριπίδης - Άλκηστις 19 ff, 140 ff, 201 ff, 235 ff, 259 ff, 266 ff, 839 ff, 870 ff, 1140 ff
Αριστοφάνης, Όρνιθες 1360 ff
Αισώπου Μύθοι 484
Απολλώνιος ο Ρόδιος - Αργοναυτικά 1. 690 ff, 3. 1127 ff
Ορφικοί Ύµνοι προς Θάνατο
Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις 3. 18. 1, 5. 18. 1
Φιλόστρατος, «Τὰ ἐς τὸν Τυανέα Ἀπολλώνιον» 5. 4
[1]
Ησίοδος, Έργα και Ημέραι
Ησίοδος, Θεογονία
Αρχαία Ελληνική Μυθολογία
[2] "istorikathemata"