TheDome

ANCIENT GREECE RELOADED

ΜΠΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ




ΟΙΔΙΠΟΔΑΣ



ΠΗΓΑΙΝΕ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ:

ΟΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΟΥ ΟΙΔΙΠΟΔΑ - (ΑΠΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ)

Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ

Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΑΡΓΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΘΗΒΑ

Η αδελφοκτονία

Η Αντιγόνη

Οι Επίγονοι – Η δεύτερη εκστρατεία

Θέρσανδρος

Τισαμενός

Αυτεσίων

Θήρας

Οι τελευταίοι βασιλείς της Θήβας

Οι Λαβδακίδες στην λογοτεχνία και το θέατρο

Επτά επί Θήβας του Αισχύλου

Φόινισσαι του Ευριπίδη

Αντιγόνη (Τραγωδία)



Του Οιδίπου η μάνα πρόβαλε, η όμορφη Επικάστη,
που πήρε με ζαβό το νου, παράνομα, το γιο της,
κι εκείνος τον πατέρα του σαν σκότωσε την πήρε,
κι άξαφνα τα φανέρωσε στον κόσμο ο γιος του Κρόνου.
Με πίκρες στην πολύποθη βασίλεψε τη Θήβα
και κυβερνούσε από θεών κατάρα τους Θηβαίους.
Κι εκείνη στον αγύριστο κατέβηκε τον Άδη,
Αφού κρεμάστηκε ψηλά με μια θηλιά από λύπη,
απ' τη σκεπή του πύργου της κι άφησε πίσω εκείνου πάθη,
όσα φέρνουν άπειρα της μάνας οι κατάρες.
(Οδύσσεια λ 271-285, μετ. Ζ. Σιδέρης)




Καταγωγή

Το γενεαλογικό δέντρο του Οιδίποδα από την πλευρά του πατέρα του είναι σαφές.





Ανήκει στο γένος του Κάδμου, πατέρας του ήταν ο Λάιος, παππούς του ο Λάβδακος, προπάππος ο Πολύδωρος. Από την πλευρά της προγιαγιάς του Νυκτηίδας συνδέεται με το γένος των Σπαρτών, των αυτοχθόνων κατοίκων της Θήβας, που προήλθαν από τη σπορά των δοντιών του δράκου που φυλούσε την πηγή της περιοχής και τον οποίο σκότωσε ο Κάδμος. Τόσο ο πατέρας του όσο και ο παππούς του βρέθηκαν ως ανήλικοι στην κηδεμονία του Λύκου, μέχρι να ενηλικιωθούν και να πάρουν την εξουσία που τους ανήκε κληρονομικά.

Ασαφής παραμένει η ταυτότητα της μητέρας του:

Α) Ιοκάστη ή Επικάστη, όπως τη γνωρίζουμε από την επική παράδοση. Άλλες παραδόσεις τη συνδέουν με τους Σπαρτούς και τη θεωρούν κόρη του Μενοικέα, εγγονού του Πενθέα και αδελφή του Κρέοντα. Θεωρείται είτε μητέρα και σύζυγος του Οιδίποδα είτε δεύτερη σύζυγος του Λαΐου, δηλαδή μητριά του Οιδίποδα που γίνεται και σύζυγός του.





Β) Ευρύκλεια, κόρη του Έκφαντα, πρώτη σύζυγος του Λαΐου.

Γ) Ευρυγάνεια ή Ευρυάνασσα, κόρη του Λαπίθη Υπέρφαντα.

Δ) Αστυμέδουσα, κόρη του Σθένελου, εγγονού του Μίνωα και οικιστή με τη μεσολάβηση του Ηρακλή της Θάσου. Σε αυτή την εκδοχή ο βασιλικός οίκος τω Θηβών ενισχύεται λόγω του ένδοξου παρελθόντος της συζύγου με κέντρα όπως η Κρήτη και με ήρωες όπως ο Ηρακλής.


Κατάρα

Σύμφωνα με μια εκδοχή ο Οιδίποδας υφίσταται τις συνέπειες από την κατάρα του Πέλοπα στον πατέρα του Λάιο για τον ομοφυλοφιλικό έρωτά του προς τον Χρύσιππο. Πρώτη εκδήλωση της κατάρας ο κοινός έρωτας των δύο ανδρών για τον Χρύσιππο και η αντιπαλότητά τους που οδήγησε στον φόνο του πατέρα Λάβδακου από τον γιο του Οιδίποδα. Ή ο χρησμός που πήρε ο Λάβδακος ότι θα τον σκοτώσει ο γιος του, κάτι που τον οδήγησε στην απόφασή του να μην αποκτήσει παιδιά και, από τη στιγμή που απέκτησε, να το αφήσει έκθετο στο βουνό και να το σκοτώσει ένας δούλος του ή να το εναποθέσει σε λάρνακα μέσα στη θάλασσα.


Γέννηση, παιδικά και νεανικά χρόνια

Για τη γέννηση του Οιδίποδα ο Απολλόδωρος παραδίδει τα εξής:



«[Ο Λάιος] παντρεύτηκε την κόρη του Μενοικέα, την οποία ορισμένοι αποκαλούν Ιοκάστη, άλλοι πάλι Επικάστη, και ενώ πήρε χρησμό από τον θεό να μην κάνει παιδιά με τη γυναίκα του (γιατί το παιδί που θα γεννιόταν θα γινόταν πατροκτόνος), αυτός πιωμένος κοιμήθηκε με τη γυναίκα του.(1) Και το παιδί που γεννήθηκε το έδωσε σε έναν από τους βοσκούς του, για να το εγκαταλείψει(2), αφού πρώτα του τρύπησε τους αστραγάλους με περόνες(3). Και αυτός ο βοσκός άφησε, βέβαια, έκθετο το παιδί στον Κιθαιρώνα, το βρήκαν όμως οι αγελαδάρηδες του βασιλιά της Κορίνθου Πόλυβου και το έφεραν στη γυναίκα του, την Περίβοια. Και αυτή το πήρε και το φρόντισε σαν δικό της παιδί, θεράπευσε τους αστραγάλους του και το ονόμασε Οιδίποδα -του έδωσε το όνομα αυτό από το οίδημα των ποδιών του. Όταν ο νέος αντρώθηκε, επειδή διέφερε από τους συνομηλίκους του και προκαλούσε τον φθόνο τους, αυτοί τον έβριζαν αποκαλώντας τον νόθο. Και ενώ ρωτούσε την Περίβοια για να μάθει τον λόγο, αυτό στάθηκε αδύνατο· πήγε λοιπόν στους Δελφούς και ζητούσε να μάθει για τους γονείς του. Και ο θεός του απάντησε να μην επιστρέψει στην πατρίδα του· γιατί θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα παντρευτεί τη μητέρα του.» (Απολλόδωρος 3.48-50)



Σύμφωνα με άλλη εκδοχή το παιδί το έβαλαν μέσα σε καλάθι και το έριξαν στη θάλασσα, στη βόρεια ακτή της Πελοποννήσου. Ή μέσα σε δοχείο, κάτι που θυμίζει τον τρόπο ταφής των βρεφών (εγχυτρισμός ή πιθοταφή(5)), και το εξέθεσαν χειμωνιάτικα, οπότε Κορίνθιοι βοσκοί το βρήκαν και το παρέδωσαν στον Πόλυβο. Και στην περίπτωση του Οιδίποδα βλέπουμε επαναλαμβανόμενο το στοιχείο της μεσογειακής παράδοσης ο γιος που μένει έκθετο βρέφος. Δίας, Διόνυσος, Ποσειδώνας είναι έκθετα βρέφη, όπως και Περσέας, ο Ίωνας, η Αταλάντη (ιδιότυπο κορίτσι), ο Ζήθος, ο Αμφίονας, ο Ρώμος και ο Ρωμύλος· εγκαταλειμμένα, επιβιώνουν μέσα στις δυνάμεις της φύσης και από αυτές, προικισμένα με δυνάμεις που οι θνητοί των οικογενειών δεν κατέχουν.


Ο φόνος του πατέρα



«Μόλις τα άκουσε αυτά και επειδή πίστεψε για αληθινούς τους γονείς από τους οποίους λεγόταν ότι είχε γεννηθεί, άφησε την Κόρινθο και περνώντας με το άρμα του από τα εδάφη της Φωκίδας συνάντησε σε δρόμο στενό τον Λάιο που κι αυτός επέβαινε σε άρμα. Και καθώς ο Πολυφόντης (ήταν ο κήρυκας του Λαΐου) τον διέταξε να παραμερίσει, του σκότωσε μάλιστα και το ένα από τα δυο του άλογα, επειδή εκείνος δεν πειθάρχησε και καθυστερούσε, οργισμένος ο Οιδίποδας σκότωσε και τον Πολυφόντη και τον Λάιο και τράβηξε για τη Θήβα.»(4) (Απολλόδωρος 3.50-52)



Σύμφωνα με τον Σοφοκλή, ο Οιδίποδας σκότωσε όλη τη συνοδεία του Λαΐου, συνολικά τέσσερις -πέντε πίστευε ο ίδιος. Ο ένας ξέφυγε και χρόνια μετά ως αυτόπτης μάρτυρας του φόνου θα υποδείξει τον Οιδίποδα ως τον δράστη του φόνου του Λάιου. Τους φόνους αυτούς διέπραξε ο Οιδίποδας σε άμυνα -πρώτος τον χτύπησε ο Λάιος για να περάσει εκείνος τον στενό δρόμο- και σε κατάσταση μανίας, σύγχυσης της λογικής, μια και τους διέπραξε, αφού πήρε τον χρησμό από το μαντείο των Δελφών, ότι θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα παντρευτεί τη μητέρα του (στ. 787-813). Στην προσπάθειά του να σκεφτεί λογικά με ποιον τρόπο θα μπορούσε να αποφύγει την πραγματοποίηση του χρησμού, δηλαδή να ελέγξει τη μοίρα του, λησμονεί το επεισόδιο του γλεντιού, όπου κάποιος σε κατάσταση μέθης του αποκάλυψε ότι είναι παιδί «υιθετημένο», και τις αμφιβολίες για την ταυτότητά του που τον οδήγησαν στο μαντείο (στ. 779-786), και αποφασίζει να αλλάξει πορεία (στ. 794-797).

Αντί για την Κόρινθο, όπου υποτίθεται ότι ζούσαν οι γονείς του και όπου υπήρχε περίπτωση να πραγματοποιήσει τα εγκλήματα για τα οποία τον προειδοποίησε το μαντείο, πορεύεται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Με αυτή του την ενέργεια, αντί να ελέγξει τη μοίρα του, πηγαίνει να τη συναντήσει, σχεδόν την προκαλεί.


Ο φόνος της Σφίγγας

Κόρη του Τυφώνα και της Έχιδνας, με πρόσωπο γυναίκας, στήθος, πόδια και ουρά λιονταριού και πτερά πουλιού, γεννήθηκε μετά τη νίκη των Ολυμπίων επί των Γιγάντων και περισσότερο από τον θυμό της Γης που είδε τα παιδιά της, τους Γίγαντες, να σκοτώνονται. Είναι δηλαδή χθόνια θεότητα που η Ήρα στέλνει σαν τιμωρία στον Λάιο για την παιδεραστία του και η οποία πλήττει τον θεσμό της οικογένειας που αυτή προστατεύει.

Μπροστά στην πόλη και πάνω σε βράχο η Σφίγγα διατύπωνε το εξής ερώτημα: Ποιο πλάσμα περπατά στην αρχή στα τέσσερα, μετά στα δύο και τέλος στα τρία (τί ἐστιν ὃ μίαν ἔχον φωνὴν τετράπουν καὶ δίπουν καὶ τρίπουν γίνεται; Απολλόδωρος, 3.53.2-3.53.3). Λέγεται ότι διατύπωνε και ένα δεύτερο ερώτημα: «Υπάρχουν δύο αδελφές που η μία γεννά την άλλη και η δεύτερη με τη σειρά της είναι γέννημα της πρώτης». Στο πρώτο ερώτημα, ο τραυματισμένος στα πόδια Οιδίποδας απαντά σωστά ότι το πλάσμα είναι ο άνθρωπος, οι δυνάμεις του οποίου φθίνουν με την πάροδο του χρόνου και ζητά στήριξη σε μια βακτρία, ένα μπαστούνι. (Βλ. και παρακάτω, «Ο γάμος με τη μητέρα») (Εικ. 37)

Στη σοφόκλεια εκδοχή ο Οιδίποδας λύνει το αίνιγμά της με την εξυπνάδα του, ενώ στην αγγειογραφία την καταβαραθρώνει με το δόρυ, ανταποκρινόμενος περισσότερο στα χαρακτηριστικά του ήρωα. Άλλοτε πάλι η Σφίγγα αυτοκτονεί.


Ο γάμος με τη μητέρα



«Στη διάρκεια της βασιλείας του [Λάιου] […] έπεσε μεγάλη συμφορά στη Θήβα. Έστειλε δηλαδή η Ήρα τη Σφίγγα [επειδή είχε θυμώσει Ήρας για την παιδεραστία του Λαΐου], που για μητέρα της είχε την Έχιδνα και πατέρα της τον Τυφώνα, και είχε πρόσωπο γυναίκας, στήθος, πόδια και ουρά λιονταριού και πτερά πουλιού. Αυτή έμαθε ένα αίνιγμα από τις Μούσες, θρονιάστηκε στο Φίκιο όρος και το έλεγε στους Θηβαίους. Και να ποιο ήταν το αίνιγμα· τι είναι αυτό που ενώ έχει μια μόνο φωνή, γίνεται τετράποδο και δίποδο και τρίποδο; Υπήρχε χρησμός στους Θηβαίους ότι τότε μόνο θα απαλλαγούν από τη Σφίγγα, όταν θα λύσουν το αίνιγμα, γι' αυτό και συναθροίζονταν πολλές φορές και προσπαθούσαν να καταλάβουν τι εννοεί το αίνιγμα. και όσο δεν το εύρισκαν εκείνη άρπαζε έναν και τον έτρωγε. Και επειδή χάθηκαν πολλοί, και τελευταίος και ο Αίμονας, ο γιος του Κρέοντα, έβγαλε διακήρυξη ο Κρέοντας, όποιος λύσει το αίνιγμα θα του δώσει τον θρόνο και τη γυναίκα του Λάιου για σύζυγο. Μόλις το άκουσε ο Οιδίποδας, έλυσε το αίνιγμα απαντώντας στο αίνιγμα που έλεγε η Σφίγγα ότι είναι ο άνθρωπος· γιατί όταν είναι μωρό είναι τετράποδο, καθώς προχωράει με τα τέσσερα, όταν ολοκληρωθεί η ανάπτυξή του γίνεται δίποδο, κι όταν γεράσει αποκτά κι ένα τρίτο πόδι, το μπαστούνι. Η Σφίγγα λοιπόν έπεσε από την ακρόπολη, και ο Οιδίποδας ανέλαβε την εξουσία και παντρεύτηκε χωρίς να το ξέρει τη μητέρα του και απέκτησε παιδιά από αυτήν, τον Πολυνείκη και τον Ετεοκλή, και δυο κόρες, την Ισμήνη και την Αντιγόνη. Μερικοί λένε ότι τα παιδιά του τα έκανε η Ευρυγάνεια, η κόρη του Υπέρφαντα.» (Απολλόδωρος 3.52-55)



Σύμφωνα με μιαν άλλην εκδοχή η Ευρυγάνεια ήταν η φυσική του μητέρα και η Ιοκάστη δεύτερη σύζυγος του Λαΐου, οπότε ο Οιδίποδας παντρεύτηκε τη μητριά του, κάτι ήταν επιτρεπτό και νόμιμο. Για παράδειγμα, ο Τηλέμαχος παντρεύτηκε την Κίρκη, ερωμένη/σύζυγο του πατέρα του, με μια έννοια μητριά του, και ο Τηλέγονος, γιος του Οδυσσέα και της Κίρκης πήρε την Πηνελόπη ως σύζυγό του, αφού πρώτα σκότωσε τον πατέρα του, με την οποία απέκτησαν ένα γιο, τον Ιταλό. (Αυτή η ιστορία αναφέρεται στην «Τηλεγονία», ένα πανάρχαιο έπος-συνέχεια της Οδύσσειας το οποίο σώζεται μόνο σε περίληψη και αποδίδεται στον κυρηναίο επικό ποιητή του 6ου αι. π.Χ. Ευγάμμονα). Η εξουσία και η περιουσία παραμένουν εντός της οικογένειας.


Τύφλωση του Οιδίποδα - Εξουσία - Θάνατος

Για την τύφλωση και τον θάνατο του Οιδίποδα υπάρχουν διάφορες παραλλαγές. Λεγόταν ότι ο Οιδίποδας τυφλώθηκε από τους υπηρέτες του Λάιου για τον φόνο του βασιλιά τους, χωρίς να ξέρουν ότι ήταν παιδί του. Τυφλός συνέχισε να βασιλεύει, ενώ, όταν αποκαλύφθηκε η αλήθεια και τα παιδιά του μεγάλωσαν, τον έκλεισαν στο παλάτι για να μην θυμάται ο κόσμος, βλέποντάς τον, τα ανομήματά του. Πέθανε από γηρατειά ξεστομίζοντας κατάρες για τους γιους του ή κατά άλλους στον πόλεμο με τους Μινύες, οπότε τάφηκε με μεγαλοπρέπεια στη Θήβα, όπου και τιμώνταν.

Σύμφωνα με τη σοφόκλεια εκδοχή ο Οιδίπδας αυτοτυφλώθηκε όταν έμαθε ότι η σύζυγός του και μητέρα των παιδιών του Ιοκάστη ήταν η φυσική του μητέρα. Σύμφωνα με χρησμό εξορίστηκε από τη Θήβα και ο Κρέων, αδελφός της μητέρας του, ο θείος του δηλαδή, ανέλαβε την κηδεμονία των παιδιών του. Ο Απολλόδωρος συνοψίζει τις διάφορες παραδόσεις και περιλαμβάνει την εκδοχή του Σοφοκλή που θέλει τον Οιδίποδα να έρχεται στην Αθήνα ως ικέτης και να πεθαίνει εκεί:



«Κι όταν αργότερα φανερώθηκαν τα κρυφά μυστικά, η Ιοκάστη κρεμάστηκε και ο Οιδίποδας αυτοτυφλώθηκε και εξορίστηκε από τη Θήβα ρίχνοντας βαριές κατάρες στα παιδιά του που ενώ τον έβλεπαν να τον διώχνουν από την πόλη, δεν τον υπεραμύνθηκαν. Και φτάνοντας μαζί με την Αντιγόνη στον Κολωνό της Αττικής, όπου βρίσκεται το τέμενος των Ευμενίδων, προσέπεσε ικέτης και έγινε δεκτός από τον Θησέα· ύστερα από λίγο πέθανε.» (Απολλόδωρος 3. 56)



Προς τιμή του εκπεπτωκότος αρχηγού του βασιλικού οίκου των Θηβών, αντίπαλης πόλης των Αθηνών στον Πελοποννησιακό πόλεμο, ο Θησέας ίδρυσε λατρεία τιμώντας τον ως χθόνιο ήρωα κοντά στο τέμενος των Ευμενίδων που είχαν προϋπάρξει και αυτές ως Ερινύες χθόνιες, σκοτεινές και επικίνδυνες δυνάμεις. Η αποδοχή της λατρείας τους τις μετέτρεψε σε αγαθοποιούς δυνάμεις του τόπου.

Με την εξορία του Οιδίποδα, η κοινότητα καθαίρεται από το μίασμα. Επομένως, ο Οιδίποδας συνιστά ένα είδος φαρμακού που σηκώνει επάνω του όλα τα ατοπήματα της ομάδας, γίνεται ο αίρων τας αμαρτίας όχι του κόσμου αλλά του τόπου του. Με την πράξη αυτή, η κοινότητα καθαίρεται και ο αποδιοπομπαίος τράγος γίνεται «κάθαρμα», θύμα δηλαδή που ιεροποιείται για τον καθαρμό που επέφερε στην πόλη. Οι Θηβαίοι γίνονται αποδέκτες της κακοποιού δράσης του, στη συνέχεια τα δωρημάτων του, θύμα ο ίδιος και ήδη θεός. Ωστόσο, την αγαθοποιό δράση του θα τη δεχτεί η Αθήνα που τον αποδέχεται.

[1]


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας







ΟΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΟΥ ΟΙΔΙΠΟΔΑ - (ΑΠΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ)


Ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης είχαν δεχθεί κατάρες από τον πατέρα τους, γιατί, γιατί δεν του είχαν φερθεί καλά στην δυστυχία του. Τους καταράστηκε να μην καταφέρουν να τον διαδεχθούν στον θρόνο, αλλά μίσος θανάσιμο να τους χωρίσει και να αλληλοσκοτωθούν. Για την κατάρα που βάραινε τα παιδιά τους Οιδίποδα υπάρχουν κι άλλες εκδοχές:





α) Όλη η γενιά τους ήταν καταραμένη από την εποχή του Λαΐου, όταν αυτός ασέβησε προς τους Θεούς. Ο Απόλλων (ή η Ήρα) είχαν καταραστεί την γενιά του Λαΐου.

β) Οι γιοί του Οιδίποδα τον έδιωξαν από την Θήβα ή κατ’ άλλους τον φυλάκισαν, γι’ αυτό ο Οιδίποδας τους καταράστηκε να αλληλοσκοτωθούν.

γ) Στο έπος Θηβαΐς λέγεται ότι ο Πολυνείκης προκάλεσε την πατρική οργή όταν παρέθεσε στον Οιδίποδα ασημένιο τραπέζι και χρυσό κύπελλο. Αγγίζοντας τα ο Οιδίποδας θυμήθηκε τον φόνο του πατέρα του και καταράστηκε τον Πολυνείκη.

δ) Ο Οιδίποδας καταράστηκε για δεύτερη φορά τους γιούς του, όταν μετά από μια θυσία οι γιοί του προσέφεραν σ’ αυτόν τα χειρότερα τεμάχια του ιερείου (του θυσιασμένου ζώου).

ε) Όταν αποκαλύφθηκαν τα φοβερά μυστικά του βίου του, ο Οιδίποδας, καθώς θρηνούσε την δυστυχία του ξεστόμισε κι αυτά τα λόγια.

στ) Επειδή οι γιοι του δεν τον εμπόδισαν να αυτοεξοριστεί, τους καταράστηκε.

ζ) Όταν κατάλαβε ότι οι γιοί του έπαψαν να του απονέμουν τις βασιλικές τιμές με δική τους πρωτοβουλία, πριν τους παραδώσει την εξουσία.

η) Αφού ήταν τέκνα από έναν άνομο γάμο, και χωρίς την πατρική κατάρα ήταν επόμενο να τους χωρίζει θανάσιμο μίσος.

θ) Μετά τον θάνατο της Ευρυγάνειας ο Οιδίποδας παντρεύτηκε την Αστυμέδουσα, την κόρη του Σθενέλου. Αυτή κατηγόρησε τους γιούς του Οιδίποδα ότι δέχθηκε από αυτούς ερωτικές προτάσεις. Τότε ο Οιδίποδας τους καταράστηκε να βασιλέψουν μέσα στο αίμα. Μερικοί πιστεύουν πως η κατηγορία ήταν συκοφαντική, διότι η μητριά επεδίωκε να εξουδετερώσει τα δύο παιδιά του συζύγου της.

Οι δύο αδελφοί είχαν συμφωνήσει να βασιλεύουν εξ περιτροπής από έναν χρόνο ο καθένας. Ο Πολυνείκης φοβούμενος μήπως οι κατάρες του Οιδίποδα πραγματοποιηθούν κατέφυγε στο Άργος όπου παντρεύτηκε την Αργία, την κόρη του βασιλιά Αδράστου, ενώ ακόμη ζούσε ο Οιδίποδας. Μετά τον θάνατο του Οιδίποδα επέστρεψε στην Θήβα ύστερα από πρόσκληση τους Ετεοκλή. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι πρώτος ανέβηκε στον θρόνο ο Πολυνείκης ως μεγαλύτερος και ύστερα ο Ετεοκλής ο οποίος αρνήθηκε να παραδώσει στον Πολυνείκη την εξουσία, όπως προέβλεπε η μεταξύ τους συμφωνία.

Άλλοι παραδίδουν ότι ο Ετεοκλής ήταν μεγαλύτερος και κράτησε εξ αρχής τον θρόνο αυθαίρετα, αφού έδιωξε τον αδελφό του. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Πολυνείκης, έφυγε με την θέληση του ύστερα από συμφωνία με τον αδελφό του. Θα έπαιρνε όμως μαζί του κάποια οικογενειακά κειμήλια: τον πέπλο και το περιδέραιο της προγιαγιάς του της Αρμονίας, γαμήλια δώρα της Αθηνάς και της Αφροδίτης και αντικείμενα ανυπολόγιστης αξίας με μαγική δύναμη. Μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι ο Πολυνείκης οικειοθελώς έφυγε από την Θήβα. Αργότερα, ο Ετεοκλής του ζήτησε να επιστρέψει όμως στην συνέχεια διαφώνησαν οριστικά για την διανομή των αγαθών, διότι ο Πολυνείκης ζητούσε περισσότερα απ’ όσα ο Ετεοκλής θα παραχωρούσε. Έτσι, ο Πολυνείκης ξανάφυγε από την Θήβα, όμως αργότερα εξεστράτευσε εναντίον της.

Ο Άδραστος, ο πεθερός του Πολυνείκη, του υποσχέθηκε να τον ανεβάσει στον θρόνο της Θήβας. Έτσι, οργανώθηκε η πρώτη εκστρατεία εναντίον της Θήβας. Αυτή ονομάστηκε Επτά επί Θήβας λόγω των επτά πολεμάρχων που οδήγησαν το στράτευμα των Αργείων κατά της Θήβας.

Έναντι από τους επτά Αργείους ήταν και ο περίφημος μάντης Αμφιάραος του οποίου η σύζυγος Εριφύλη ήταν αδελφή του Αδράστου. Ο Αμφιάρχος ως μάντης δεν ήθελε να συμμετάσχει στην εκστρατεία εναντίον της Θήβας, διότι γνώριζε την έκβαση της. Ωστόσο, ο Πολυνείκης δωροδόκησε την Εριφύλη με το περιδέραιο της Αρμονίας, για να πείσει τον Αμφιάρχο να λάβει μέρος, όπως κι έγινε.

Η εκστρατεία αυτή αποδείχθηκε ολέθρια για τους Αργείους. Οι Αργείοι πολέμαρχοι και τα δύο αδέλφια σκοτώθηκαν σε μονομαχία κοντά στον τάφο του Μενοικέα στις Νηίστες πύλες. Εκεί υπήρχε κολώνα με, ασπίδα: «Σημείο δε της μάχης αυτών κίων και ασπίς έπεστίν επ’ αυτώ λίθου», όπως μας παραδίδει ο Παυσανίας. Κατ’ άλλους, η μονομαχία έγινε στις Ηλέκτρες πύλες.

Ο Μενοικέας ήταν γιός του Κρέοντα και προσέφερε τον εαυτό του για θυσία, για να σωθεί η Θήβα. Είχε πέσει από τις επάλξεις κοντά στην κρήνη του Άρη, η οποία σύμφωνα με τον Ευριπίδη ήταν η πηγή Παραπόρτι. Σύμφωνα με τον Ευρυπίδη, ο Τειρεσίας και όχι ο δελφικός θεός είχε ζητήσει την θυσία του Μενοικέα.

Ο Παυσανίας θεωρεί τον πόλεμο αυτό ως πιο αξιόλογο πόλεμο ανάμεσα στους Έλληνες την ηρωική εποχή. Ο Άδραστος είχε συμμάχους από την Αρκαδία και την Μεσσηνία, ενώ οι Θηβαίοι προσέλαβαν μισθοφόρους Φωκείς και Φλεγύες που ήταν λαός στην περιοχή του Ορχομενού και στην Φωκίδα. Η σύγκρουση έγινε στον Ισμήνιο λόφο και οι Θηβαίοι κατέφυγαν στο τείχος, επειδή νικήθηκαν. Οι Αργείοι δεν έκαναν τις επιθέσεις τους κατά του τείχους με τέχνη, καθώς δεν γνώριζαν πώς να αγωνιστούν εναντίον του. Οι Θηβαίοι βάλλοντες από το τείχος σκότωσαν πολλούς από αυτούς και στη συνέχεια εξαπέλυσαν επίθεση και νίκησαν και τους υπόλοιπους Αργείους που βρίσκονταν σε αταξία.

Το αποτέλεσμα ήταν να χαθούν όλοι οι Αργείοι εκτός από τον Άδραστο. Εν τούτοις και οι Θηβαίοι είχαν πολλές απώλειες, γι’ αυτό επικράτησε να ονομάζεται «καδμεία νίκη» αυτή που περιλαμβάνει και την καταστροφή των νικητών.

Στη συνέχεια, η βασιλεία, περιήλθε στον γιό του Ετεοκλή, τον Λαοδάμαντα (ή Λεωδάμαντα). Επειδή ήταν ανήλικος, ο Κρέων ανέλαβε την εξουσία ως επίτροπος του παιδιού. Μετά τον θάνατο των δύο γιών του Οιδίποδα. Ο Κρέων διέταξε να ενταφιαστεί ο Ετεοκλής και να μείνει άταφος ο Πολυνείκης. Η Αντιγόνη αψήφησε την εντολή του Κρέοντα και έθαψε κρυφά τον Πολυνείκη ή κατ’ άλλους έσυρε το πτώμα του Πολυνείκη ως το σημείο όπου έκαιγε η νεκρική πυρά για τον Ετεοκλή και τον έβαλε να καεί μαζί του.

Ύστερα, συνελήφθη και καταδικάστηκε από τον Κρέοντα να θαφτεί ζωντανή. Τότε αυτοκτόνησε. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Κρέων παρέδωσε την Αντιγόνη στον γιό του, τον Αίμονα, για να την σκοτώσει. Ο Αίμονας όμως την παντρεύτηκε κρυφά και απέκτησε μαζί της τον Μαίονα (ή Αίμονα). Άλλοι αφηγούνται πως οι θεοί οργίστηκαν για την αδικία προς τους νεκρούς και εκδήλωσαν την οργή τους με φοβερά σημάδια που ανάγκασαν τον Κρέοντα να τιμήσει τον Πολυνείκη και την Αντιγόνη. Οι μεταγενέστεροι έδειχναν στην Θήβα το σημείο όπου η Αντιγόνη, είχε σύρει το πτώμα του Πολυνείκη, γι’ αυτό ονομαζόταν Σύρμα Αντιγόνης.

Επειδή η Αντιγόνη δεν μπορούσε να σηκώσει το πτώμα του Πολυνείκη, το έσυρε ως την αναμμένη πυρά του Ετεοκλή πάνω στην οποία τον έριξε. Η Ισμήνη σκοτώθηκε στην πολιορκία της Θήβας από τον Τυδέα. Αυτός την πέτυχε στον ναό της Αθηνάς με τον αγαπημένο της τον Περικλύμενο ή Θεοκλύμενο, γιο του Ποσειδώνα. Η θεά Αθηνά είχε οδηγήσει τον Τυδέα εκεί οργισμένη για την συνάντηση των δύο εραστών στον ναό της ή ωθούμενη από μίσος προς τον γιό του Ποσειδώνα, του ισχυρού αντιπάλου της. Ο Περικλύμενος κατάφερε να σωθεί, όχι όμως και η Ισμήνη. Στον τόπο, όπου σκοτώθηκε υπήρχε μια κρήνη στην οποία οι Θηβαίοι έδωσαν το όνομα της κοπέλας. Οι τάφοι των γιών του Οιδίποδα, κατά τον Παυσανία, βρίσκονται στην σημερινή περιοχή Καστέλλια. Επίσης, ο Παυσανίας μας παραδίδει ότι προς τιμήν των δύο αδελφών τελούνταν ταφικές ιεροπραξίες.

Οι Θηβαίοι ευάγιζαν όχι μόνο τους ήρωες, αλλά και τα παιδιά του Οιδίποδα. Οι ιεροπραξίες για τους ήρωες και γενικά για τις χθόνιες υπάρξεις διεξάγονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα, αλλά και σε έκτακτες περιστάσεις, για να αποτρέπεται η μήνις (=οργή) αυτών των οντοτήτων, ώστε να η συγκομιδή να είναι πλούσια και οι ήρωες να βοηθούν στις θεομηνίες ή σε εχθρικές επιδρομές. Κατά τον ευαγισμό προς τιμήν τους λεγόταν πως η φλόγα και ο καπνός χωρίζονταν στα δύο. Σε απόσταση περίπου 15 σταδίων από τον τάφο των τέκνων του Οιδίποδα υπήρχε το κενοτάφιο του Τειρεσία.





Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ

Σε πάπυρο της Οξυρύγχου (10 στήλη 4, στίχος 5 κ.ε.) υπάρχει η εξής πληροφορία. «Φόνοι αδελφών λένε ότι έγιναν πρώτα στην Θήβα δηλαδή του Ισμηνού και του Κλααίτη που ήταν που ήταν γιοι του Ωκεανού, για την κατάκτηση της Μελιάς, της αδελφής τους.

Αν βασιστούμε σ’ αυτή την πληροφορία, τότε έχουμε το πρότυπο του μύθου του Ετεοκλή και του Πολυνείκη σε έναν μύθο κοσμογονικό και μάλιστα μέσα στην ίδια την Θήβα. Επίσης, η Αντιγόνη αντιστοιχεί στην Μελία. Το όνομα του Ετεοκλή, ριζωμένο σε πολύ αρχαία βοιωτική παράδοση, όπως φαίνεται και από τα ονόματα Ετεωνός, Ετεωνεύς, Ετεοκλύμενος, Ετεοθηβαίος και Ετεοκρήτες, ίσως σημαίνει τον αληθινό βασιλιά, ενώ το όνομα του Πολυνείκη σημαίνει τον εριστικό και υποδηλώνει τον θεό του πολέμου. Μάλιστα, στον ίδιο βαθμό το δηλώνουν και τα ονόματα των απογόνων του, του Θερσάνδρου και του Τισιμένη ή Τισαμένου.

Ο Λαόνυτος, ο γιος του Οιδίποδα, κατά άλλη εκδοχή του μύθου, ο Λαοδάμας, ο γιός του Ετεοκλή και ο Λάιος, ο προπάτορας τους, του οποίου το λατρευτικό όνομα φανερώνει η Λαΐς Αφροδίτη, πρέπει να συγγένευαν με τους λάες, τους λίθους, τους οποίους πέταξε ο Δεκαλίων για να δημιουργήσει ξανά το γένος των ανθρώπων μετά τον κατακλυσμό. Επίσης ενδεχομένως υπάρχει σύνδεση με τους Γίγαντες δηλαδή τους γη-γενείς, τους γεω-γεννημένους, τους αυτόχθονες , που είναι παιδιά τις ίδιας γης.

Ο μύθος που θέλει την Αστυμέδουσα τρίτη σύζυγο του Οιδίποδα και κακή μητριά (παραμυθιακόστοιχείο)υποδηλώνει ιστορικές επιγαμίες ανάμεσα στους βασιλικούς οίκους της Θήβας και του Άργους, αφού η Αστυμέδουσαως κόρη του Σθενέλου ανήκει στους Αναξαγορίδες του Άργους.

Τέλος, η Αντιγόνη όπως και αρχαιότερες μορφές (οι Σπαρτοί και η Χλωρίδα, η κόρη της Νιόβης) κατάγονται, σύμφωνα με μια θεωρία, από ανθρωπογονικά πρότυπα εκφρασμένα με παραστάσεις από τον κύκλο της σποράς και της γονιμότητας και παραπέμπει σε λατρείες χθονίων θεοτήτων.





Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΑΡΓΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΘΗΒΑ

Ο Πολυνείκης στο Άργος παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά Άδραστου, την Αργεία και της προσέφερε τον πέπλο και το περιδέραιο της Αρμονίας. Σύμφωνα με άλλες εκδοχές:

Α) Ο Πολυνείκης και η Αργεία είχαν γνωριστεί και συνδεθεί στην Θήβα όπου η Αργεία ήταν προσκεκλημένη στους μεγάλους αγώνες προς τιμήν του Οιδίποδα που σκοτώθηκε σε πόλεμο για την πατρίδα.

Β) Ο Οιδίποδας σκοτώθηκε μαχόμενος, αφού ο Πολυνείκης είχε ήδη τελέσει τον γάμο του. Έτσι, το νεαρό ζευγάρι πήγε στην Θήβα και συμμετείχε σ’ αυτές τις εκδηλώσεις. Ως τότε ο Πολυνείκης έμενε με την θέληση του στο Άργος, αφού μέχρι τότε δεν είχε διαφορές με τον Ετεοκλή. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, τότε συγκρούστηκαν τα δύο αδέλφια και ο Πολυνείκης αναχώρησε για το Άργος. Παρά την ευημερία στην οποία ζούσε στο Άργος, ο Πολυνείκης θέλησε να λύσει τις διαφορές με τον αδελφό του με πόλεμο. Ζήτησε την βοήθεια του πεθερού του ο οποίος συμφώνησε να οργανώσει την εκστρατεία. Πριν από την επιστράτευση, αποφάσισαν να καταβάλουν μια τελευταία προσπάθεια συνδιαλλαγής και έστειλαν στην Θήβα τον Τυδέα, τον δεύτερο γαμπρό του Αδράστου.

Στον δρόμο η θεά Αθηνά, γνωρίζοντας τον πολεμοχαρή χαρακτήρα του Τυδέα, του συνέστησε να αποφύγει κάθε πρόκληση στη συνάντηση του με τους Θηβαίους. Ο Τυδέας ζήτησε να επιστρέψει ο Πολυνείκης και να του αναγνωριστεί η μισή εξουσία, όπως είχαν συμφωνήσει τα δύο αδέλφια. Σύμφωνα με μια άποψη, ο Ετεοκλής απέρριψε την πρόταση του Τυδέα, ενώ κατά μια άλλη άποψη, ο Ετεοκλής έδειξε κάποια υποχωρητικότητα, όμως οι αντιπροτάσεις του δεν κρίθηκαν ικανοποιητικές, αφού η θέση του Πολυνείκη στο Άργος ήταν ενισχυμένη. Οι προσπάθειες του Τυδέα να συμβιβαστούν τα δύο αδέλφια απέτυχαν. Στη συνέχεια δεν συγκράτησε τον εαυτό του, προκάλεσε σε μονομαχία τους άντρες τις βασιλικής ακολουθίας και με την βοήθεια της Αθηνάς τους νίκησε όλους. Οι νικημένοι θέλησαν να τιμωρήσουν τον Τυδέα, έτσι έστειλαν 50 άντρες να τον σκότωσαν σε ενέδρα. Πάλι με την βοήθεια της Αθηνάς τους εξόντωσε όλους, εκτός από τον Μαίονα, τον οποίο διέταξε να ανακοινώσει στους Θηβαίους τα συμβάντα.

Μετά, ο Τυδέας επέστρεψε στο Άργος, καθώς το εκστρατευτικό σώμα με τους Αργείους και τους συμμάχους τους είχε ήδη στρατοπεδεύσει στον Κιθαιρώνα ή στον Ασωπό και σ’ αυτό το μέρος ξεκίνησε ο Τυδέας για την αποστολή του στην Θήβα. Η αποστολή του Τυδέα στην Θήβα ίσως είναι μέρος από αρχαιότερο αυθυπόστατο τραγούδι γι’ αυτό. Επίσης, η αποστολή του στην Θήβα, τα ανδραγαθήματα του στην εκστρατεία κατά της Θήβας και ο φόνος της Ισμήνης υποδηλώνουν ότι ο ήρωας είχε κάποια ιδιαίτερη σχέση με την Θήβα. Ακόμη, υπάρχει η υπόθεση ότι ο Τυδέας προέρχεται από την Εύβοια, όπου υπάρχει το τοπωνύμιο Τυδεία, και συνδέεται με τους βοιωτικούς μύθους. Επομένως, η δράση του Τυδέα σχετίζεται με ενδοβοιωτικές συγκρούσεις άσχετες με την γνωστή εκστρατεία των Επτά στρατηγών εναντίον της Θήβας.

Όταν οι προσπάθειες για συμβιβασμό απέτυχαν, ο Άδραστος, που δεσμευόταν από όρκο, υποχρεώθηκε να οργανώσει την εκστρατεία εναντίον την Θήβας. Τότε άρχισαν να καταφθάνουν πολεμιστές και από το βασίλειο του Αδράστου.

Και από άλλα μέρη. Αυτοί ήταν:

Α) Ο Μηκιστέας: Αδελφός του Αδράστου ο οποίος είχε συμμετάσχει στους νεκρικές αγώνες προς τιμήν του Οιδίποδα και είχε νικήσει τους Καδμείους.

Β) Ο Ιππομέδων: Ήταν ανιψιός ή αδελφός του Αδράστου και είχε έδρα την Λέρνη. Αυτός οδήγησε τους Μυκηναίους στην εκστρατεία. Φημολογούνται πως ήταν όμοιος με ένα από τους Γίγαντες που είχε γεννήσει η Γη. Είχε φοβερή όψη, κυριευόταν από μανία πολεμική και ήταν δεινός ιππέας και τοξότης. Στην πάχχαλκή ασπίδα του απεικονιζόταν ο Τυφώνας του οποίου το σώμα τελείωνε σε ουρές φιδιών. Η Λέρνα με οικισμό από την νεολιθική εποχή ήταν επόμενο να δημιουργήσει ένα ήρωα όμοιο με τους Γίγαντες. Η παρομοίωση του Ιππομέδοντα με Γίγαντα δεν είναι τυχαία. Η παράδοση του Τυφώνα με τις δρακοντοουρές στην ασπίδα του Ιππομέδοντα και οι ανάλογες παραστάσεις στις ασπίδες του Καπανέα και του Παρθενοπαίου, η αυθάδεια πολλών από τους πολεμιστές προς τον Δία και η τιμωρία τους από τον θεό είναι απόηχοι της Τιτανομαχίας και της Γιγαντομαχίας.

Γ) Καπανέας: Ήταν γιγαντόσωμος και ισάξιος με τον Άρη στα πολεμικά έργα. Η ασπίδα του είχε την μορφή ενός γυμνού άντρα ο οποίος με αναμμένο δαυλό έκαιγε μια πόλη ή ενός γίγαντα που είχε ξεθεμελιώσει μια πόλη και την σήκωνε στους ώμους του.

Δ) Παρθενοπαίος: Καταγόταν από την αρκαδική πόλη Τεγέα και ήταν γιός της Αταλάντης και του Μελανίωνα ή του Μελέαγρου ή του θεού Άρη. Κάποιοι έλεγαν ότι ήταν αδελφός του Αδράστου και θεωρούνταν πολύ όμορφος. Στην ασπίδα του απεικονιζόταν η μητέρα του, η Αταλάντη, καθώς τόξευε τον Καλυδώνιο κάπρο. Κατ’ άλλους, στην ασπίδα του παρουσιαζόταν η Σφίγγα να καταβροχθίζει κάποιο θύμα της.

Ε) Ετεόκλος: Ήταν γιός του Ίφη ή του Ίφιστου. Είχε ακέραιο χαρακτήρα και ήταν εξαιρετικά ικανός στο δάμασμα των αλόγων. Στην ασπίδα του ήταν σκαλισμένος ένας πολεμιστής που σκαρφάλωνε στις πολεμίστρες ενός πύργου με σκάλα κι από κάτω υπήρχε η φράση: «Ούτε ο ίδιος ο Άρης δεν μπορεί να με βγάλει».

Άλλοι αρχηγοί που ενώθηκαν με την στρατιά αυτή ήταν ο Αργοναύτης Λαόδοκος, γιός του Βίαντα και θείος του Αδράστου, ο Λυκούργος, ανιψιός του Αδράστου, ο Αλιθέρσης (ή Αλιμήδης) και τέλος ο Ίδας και ο Λυγκέας, γιοί του Αφαρέα. Επίσης, ο μάντης Αμφιάραος εκλήθη από τον Άδραστο, όμως αυτός αρνήθηκε. Στο τέλος υποχώρησε λόγω των πιέσεων της συζύγου του Εριφύλης, η οποία είχε δωροδοκηθεί από τον Πολυνείκη.

Ανάμεσα σε όσους προσκλήθηκαν ήταν και συγγενείς του Αγαμέμνονα, όπως αυτός έλεγε στον Τρωικό πόλεμο αργότερα. Αυτοί όμως δεν δέχθηκαν, διότι ο Δίας τους είχε προειδοποιήσει με κακούς οιωνούς για την ολέθρια έμβαση της εκστρατείας.

Όπως φαίνεται η εκστρατεία των Επτά ήταν αποκλειστική υπόθεση του Άργους, αφού οι περισσότεροι ηγέτες συνδέονταν με την βασιλική οικογένεια ή ανήκαν στους άλλους δύο βασιλικούς οίκους, τους Αναξαγορίδες (Καπανέας, Ετεόκλος) και τους Μελαμποδίδες. Η απουσία των Μυκηνών από την εκστρατεία αυτή και την εκστρατεία των Επιγόνων ενισχύει αυτή την άποψη. Επίσης, ο ισχυρισμός του Αγαμέμνονα, ότι οι πρόγονοι του απέφυγαν την συμμετοχή στην εκστρατεία δείχνει ότι ο μύθος δεν περιελάμβανε τις Μυκήνες στον πόλεμο αυτό. Η πληροφορία ότι ο Ιππομέδων οδήγησε τους Μυκηναίους εναντίον της Θήβας προέρχεται από κάποιον ποιητή που ίσως δεν γνώριζε ότι σε πολύ αρχαίες εποχές η Λέρνα, οι Μυκήνες, το Άργος και η Τίρυνθα ήταν ξεχωριστές πόλεις.

Το όνομα του Ετεόκλου που θυμίζει τοβ Θηβαίο Ετεοκλή φανερώνει τις σχέσεις των Λαβδακίδων με τους βασιλικούς οίκους του Άργους.





Λιγότερο στενή σχέση με τον μύθο των Επτά έχουν όσοι από τους άλλους ήρωες δεν ήταν συγγενείς του Αδράστου. Κάθε ελληνική πόλη επεδίωκε να συνδέσει τον τοπικό ήρωα με κάθε σπουδαίο γεγονός του προϊστορικού ελληνισμού, όπως ήταν η Αργοναυτική εκστρατεία, ο Τρωικός πόλεμος και η εκστρατεία των Επτά επί Θήβαι. Η μορφή του Αδράστου φέρει γνωρίσματα ενός θεού – κυρίου της ζωής και του θανάτου, όπως διαφαίνεται από τα ακόλουθα στοιχεία:

Α) Όλοι όσους οδηγεί ο Άδραστος φονεύονται εκτός από τον ίδιο. Αντιπροσωπεύει τον θάνατο από τον οποίο κανείς δεν ξεφεύγει.

Β) Το όνομα του συνδέεται με την Αδράστεια, η οποία ταυτιζόταν με την Ανάγκη και την Νέμεση. Άδραστος είναι ο αναπόδραστος, αυτός που κανένας δεν μπορεί να αποφύγει.

Ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι οι Σικώνιοι είχαν στην αγορά τους ηρώο του Αδράστου και ότι τον τιμούσαν με θυσίες και τραγικούς χορούς, όπως σε άλλες περιοχές τιμούσαν τον Διόνυσο. Ο χαρακτήρας αυτής της λατρείας του Αδράστου φαίνεται κι από τα ονόματα του πατέρα και της αδελφής του: Ταλαός (Θάλλω) και Εριφύλη (πολλά γεννοβολήματα, πολλές φυλές).

Όταν ετοιμάστηκε η στρατιά, ορίστηκαν οι Επτά αρχηγοί: πρώτος ο Άδραστος, δεύτερος ο Πολυνείκης, τρίτος ο Τυδέας (ο δεύτερος γαμπρός του Αδράστου), τέταρτος ο Αμφιάραος, πέμπτος ο Καπανέας, έκτος ο Παρθενοπαίος και έβδομος ο Μηκιστέας, ο αδελφός του Αδράστου.

Κάποιοι άλλοι δεν περιελάμβαναν άμεσα στους Επτά τον Άδραστο και τους γαμπρούς του (Πολυνείκη – Τυδέα) οι οποίοι είχαν το γενικό πρόσταγμα, αλλά προσέθεταν των Ιππομέδοντα, τον Ετέοκλο και τον Λυκούργο. Πριν ξεκινήσουν, οργανώθηκε από τον Άδραστο ένα συμπόσιο, θυσίασαν έναν ταύρο και ορκίστηκαν να ξεθεμελιώσουν την Θήβα ή να ταφούν στη γη της.

Στον δρόμο για την Θήβα πρώτος σταθμός ήταν η Νεμέα, για να ξεδιψάσουν τα άλογα και οι στρατιώτες. Ο Διόνυσος, όμως, για να προστατεύσει την Θήβα είχε ξεράνει τον αργολικό κάμπο. Τότε, η Υψιπύλη, σκλάβα του Λυκούργου, του βασιλιά της Νεμέας, οδήγησε τους πολεμιστές σε μια πηγή. Άφησε όμως αφύλαχτο τον γιο του βασιλιά, τον μικρό Οφέλτη και ένα φίδι τον δάγκωσε, με αποτέλεσμα να πεθάνει. Τότε ο Αμφίαραος ερμήνευσε τον οιωνό, προειδοποίησε ότι ο θάνατος τους περίμενε στην Θήβα και συμβούλευσε τους πολεμιστές να επιστρέψουν στους οίκους τους. Προς τιμή του Οφέλτη οργανώθηκαν αθλητικοί αγώνες όπου νίκησαν οι εξής: στην ιπποδρομία ο Άδραστος, στο τρέξιμο και στην πυγμαχία ο Ετέοκλος, στο άλμα και στην δισκοβολία ο Αμφιάρος, στον ακοντισμό ο Λαόδοκος, στην ελεύθερη πάλη ο Πολυνείκης και στην τοξοβολία ο Παρθενοπαίος. Αυτή ήταν η αρχή για έναν θεσμό που καθιερώθηκε και έμεινε γνωστός ως Νεμεακοί αγώνες ή Νέμεα.

Το γεγονός ότι από την εκστρατεία κατά της Θήβας σώζονται δεκατέσσερα ονόματα φανερώνει δύο πράγματα:

α) ότι έλαβαν μέρος πολλοί άξιοι πολεμιστές στην εκστρατεία.

β) ότι πολλές περιοχές συνέδεσαν τους τοπικούς ήρωες τους με την εκστρατεία αυτή.

Στη συνέχεια κατεβλήθη προσπάθεια να συνδεθούν με κάποιους από τους ιερούς αριθμούς:

το 3, το 5, το 7, το 9 ή το 12, ώσπου ο μύθος αποκρυσταλλώθηκε οριστικά στον αριθμό Επτά, ο οποίος είναι βασισμένος στο ημερολόγιο δηλαδή στις επτά ημέρες της εβδομάδας. Αυτό φαίνεται και σε άλλους μύθους: επτά Τιτάνες, επτά κοπάδια του Ήλιου με 50 αγελάδες το καθένα, που είναι οι ημέρες του χρόνους. Επίσης ο Απόλλων ονομάζεται εβδομαγέτης και είναι ο Ήλιος με τις επτά ημέρες. Στους μύθους της Βοιωτίας το επτά είναι δεδομένο: επτά γιούς και επτά κόρες είχε η Νιόβη, επτά από τους πενήντα γιούς του Ηρακλή έμειναν στις Θεσπιές ως δημούχοι, κάθε επτά έτη οι Πλαταιείς γιόρταζαν την γιορτή της τελείας Ήρας στον Κιθαιρώνα, επτά ήσαν οι αρχηγέτες των Πλαταιών, επτά ήσαν οι πύλες της Θήβας και επτά ήταν οι εχθροί της. Όσον αφορά την σύμπτωση του αριθμού των εχθρών της Θήβας με τον αριθμό των Τιτάνων είναι μια από τις αντιστοιχίες ανάμεσα στους ήρωες της εκστρατείας και στους Τιτάνες ως εχθρούς του Διός.

Το συμπόσιο στο αρχοντικό του Αδράστου ίσως προστέθηκε όταν διαδόθηκαν τα συμποτικά θέματα. Στην αρχαϊκή εποχή ήταν γνωστό κάποιο συμπόσιο των επτά σοφών το οποίο έγινε πρότυπο: α)για το πλατωνικό έργο «Συμπόσιο» όπου οι ομιλητές ήταν επτά β)για το έργο του Πλουτάρχου «Των επτά σοφών συμπόσιον». Αυτός ως Βοιωτός, ακολουθεί τις παραδόσεις του τόπου του και ως προς την σημασία αυτού του αριθμού. Σύμφωνα με τα παραπάνω πρότυπα, οργάνωσαν και οι επτά στρατηγοί το συμπόσιο τους, το οποίο αποκτά συμβολική διάσταση, αν ληφθεί υπόψη ότι ο οικοδεσπότες είναι ο πολυδέκτης ή πολυδέγμων Θεός του Άδη. Η τελετουργία με την θυσία του ταύρου και την επίκληση των καταστρεπτικών πνευμάτων και τους σκληρούς όρκους φανερώνει την αγριότητα εκείνου του πολέμου και την ύπαρξη πραγματικών εχθρών που δεν είναι προστάτες κάποιου αδικημένου.

Όταν έφτασαν στην Βοιωτία, ο Καπανέας, ο οποίος ήταν έμπειρος στις πολιορκίες, εξέτασε κάθε σημείο του τείχους, για να ανακαλύψουν τα πιθανά τρωτά σημεία. Στη συνέχεια με κλήρωση όρισαν τους στρατηγούς που θα πολιορκούσαν τις επτά πύλες. Στον Άδραστο έλαχε η Ομολωίδα ή κατ’ άλλους η Εβδόμη που ίσως ονομαζόταν έτσι προς τιμή του Απόλλωνα Εβδομαγέτη. Επίσης, λέγεται πως η Ομολωίδα κληρώθηκε στον Αμφιάραο ή στον Τυδέα και ότι η εβδόμη δόθηκε στον Πολυνείκη. Ο Πολυνείκης έδειξε τη νέα ασπίδα του όπου ήταν σκαλισμένος ένας άντρας τον οποίο οδηγούσε η Δικαιοσύνη. Από κάτω υπήρχε η φράση: «Θα αποκαταστήσω αυτόν τον άντρα στην πόλη και στο σπίτι του». Ακόμη, σύμφωνα με άλλες παραδόσεις, ο Πολυνείκης πήρε την Υψίστη ή την Κρηναία (Κρηνίδα). Ίσως πρόκειται για την ίδια πύλη η οποία είναι γνωστή με διαφορετικά ονόματα στις ποικίλες παραλλαγές. Κάποιοι υποστηρίζουν πως η Κρηναία (Κρηνίδα) δόθηκε στον Τυδέα.

Για την Προιτίδα έλεγαν πως έλαχε στον Τυδέα ή στον Αμφιάραο του όποιου η ασπίδα δεν είχε κανέναν έμβλημα, επειδή δεν ήθελε να φαίνεται, αλλά να είναι φοβερός πολεμιστής. Η Ωγυγία έλαχε στον Καπανέα ή στον Ιππομέδοντα. Οι Ηλέκτρες πύλες έλαχαν ή στον Καπανέα ή στον Παρθενοπαίο. Σύμφωνα με την άλλες παραλλαγές, στον Παρθενοπαίο έλαχε η Βορραία ή η Νηίτη ή οι Ηλέκτρες πύλες. Κατ’ άλλους η Νηίτη δόθηκε στον Ετέοκλο ή στον Παρθενοπαίο. Στον Ιππομέδοντα έλαχε η Ογκαία ή η Ωγυγία.

Σύμμαχοι των Θηβαίων ήταν οι Φλεγύες, πολεμικός λαός που ζούσε στην περιοχή του Ορχομενού. Ο ίδιος ο Ετεοκλής με άλλους έξι πολεμιστές αποτέλεσε την ομάδα επτά υπερασπιστών της Θήβας. Στην πύλη όπου βρισκόταν ο Τυδέας, ο Ετεοκλής τοποθέτησε τον Μελάνιππο, τον γιο του Αστακού του οποίου η γενιά αναγόταν στους Σπαρτούς. Ο Μελανιππός δεν ήταν μόνο ανδρείος, αλλά και σεμνός άνθρωπος. Αντίπαλος του Καπανέα ορίστηκε ο γενναίος Πολυφόντης, τον οποίο είχε υπό την προστασία του η Άρτεμη.

Ο Μεγαρέας, γιος του Κρέοντα, ο οποίος είχε καταγωγή κι αυτός από τους Σπαρτούς, τοποθετήθηκε απέναντι στον Ετέοκλο. Σύμφωνα με άλλους ο Λεάδης, αδελφός του Μελάνιππου αντιμετώπισε τον Ετέοκλο. Στην πύλη όπου στάθηκε ο Ιππομέδοντας, στάλθηκε ο Υπέρβιος, γιός του Οίαντα. Στην ασπίδα του απεικονιζόταν ο Δίας με τους κεραυνούς. Αυτό αποτελούσε εγγύηση για την νίκη, αφού ο Δίας ποτέ δεν έχανε . Κατά μια άλλη άποψη, αντίπαλος του Ιππομέδοντα ήταν ο Ίσμαρος, αδελφός κι αυτός του Μελάνιππου, τρίτος γιός του Αστακού.

Για τον Παρθενοπαίο αντίπαλος ορίστηκε κατά μερικούς ο Άκτωρ, αδελφός του Υπέρβιου, κατά άλλους ο Ασφόδικος (ή Αμφιδικος), τέταρτος γιός του Αστακού και κατ’ άλλους ο Περικλύμενος, τέκνο του Νηλέα ή του Ποσειδώνα και της Χλωρίδας, κόρης του μάντη Τειρεσία. Στην πύλη που έλαχε στον Αμφιάραο ο Ετεοκλής τοποθέτησε τον Λασθένη με τον νεανικό σώμα και την γεροντική ωριμότητα. Τέλος, ο Ετεοκλής στάθηκε στην πύλη, όπου βρισκόταν ο Πολυνείκης. Αξιοσημείωτα είναι τα εξής στο σημείο αυτό του μύθου:

Α) Ανάμεσα στους πολιορκημένους και στους υπερασπιστές της Θήβας υπάρχει μια αντιστοιχία. Οι περισσότεροι από τους πολιορκητές είναι συγγενείς του Αδράστου, ενώ οι περισσότεροι από τους υπερασπιστές της Θήβας είναι γιοί του Αστακού. Αυτό υποδηλώνει την καταγωγή τους από αυτόνομα ηρωικά τραγούδια.

Β) Σε προηγούμενο σημείο του κειμένου εντοπίζουμε αναλογία ανάμεσα στον μύθο των επτά και στον μύθο της Τιτανομαχίας. Κοινό στοιχείο ανάμεσα στους Αργείους πολεμιστές και στους Τιτάνες ήταν η περιφρόνηση προς το Δία. Αυτό φαίνεται και στις εικόνες των ασπίδων δύο από τους πολεμιστές: η ασπίδα του Θηβαίου Υπέρβιου απεικονίζει τον Δία με τους κεραυνούς του, ενώ στην ασπίδα του Αργείου Ιππομέδοντα υπάρχει ο Τυφώνας, ο πλέον επικίνδυνος εχθρός των Ολυμπίων θεών.

Πριν από το ξέσπασμα του πολέμου, η μητέρα των δύο αδελφών, η Ιοκάστη (ή η Ευρυγάνεια) αποφάσισε να καλέσει τα δύο αδέλφια αποβλέποντας στην συμφιλίωση τους. Η συνάντηση των δύο αδελφών δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Κατ’ άλλους στην συνάντηση αυτή παρεβρίσκονταν η Ισμήνη, η Αντιγόνη και ο τυφλός Οιδίποδας. Υποστηρίζεται όμως από ορισμένους μελετητές ότι η συνάντηση αυτή είναι επινόηση των τραγικών ποιητών, για να προβάλουν την τραγικότητα του αδελφικού μίσους και του εθνικού διχασμού. Μόλις έσβησε και η τελευταία ελπίδα για συνδιαλλαγή έφτασε στους Θηβαίους η είδηση πως η Ισμήνη είχε φονευτεί από τον Τυδέα κοντά στον Ισμηνό ποταμό. Η κοπέλα είχε βρεθεί εκεί με τον μνηστήρα της, τον Περικλύμενο που είχε οριστεί ως αντίπαλος του Παρθενοπαίου. Η θεά Αθηνά, η προστάτιδα του Τυδέα, τον οδήγησε εξαιτίας του μίσους της για τον Περικλύμενο, που ήταν γιος του Ποσειδώνα, του μεγάλου αντιπάλου της. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, το ζευγάρι συνευρέθηκε στον ναό της Αθηνάς, η οποία αισθάνθηκε προσβεβλημένη. Στον τόπο του φόνου υπήρχε μια κρήνη στην οποία οι Θηβαίοι έδωσαν το όνομα της κοπέλας. Στην συνέχεια, οι Θηβαίοι συμβουλεύτηκαν το μαντείο των Δελφών ή του Τειρεσία.

Αυτός τους συνέστησε να θυσιάσει ο Κρέοντας τον έναν από τους γιούς του, τον Μενοικέα, με τα ίδια του τα χέρια, για να σωθεί η Θήβα. Όπως εξήγησε ο μάντης, ο Άρης ποτέ δεν είχε συγχωρήσει τον φόνο του δράκοντα από τον Κάδμο, γι’ αυτό ζήτησε εξιλέωση με τον εξής τρόπο: έπρεπε να του προσφέρουν έναν γνήσιο απόγονο των Σπαρτών από την πλευρά και των δύο γονέων του. Τέτοια ήταν μόνο τα τέκνα του Κρέοντα, Αίμων και Μενοικέας. Ο Μενοικέας έπρεπε να θυσιαστεί στον τόπο όπου φώλιαζε ο δράκος και προστάτευε τα νερά της Δίρκης. Το αίμα του παιδιού έπρεπε να αναμειχθεί με τα νερά και να ποτίσει αυτή τη γη, η οποία είχε γεννήσει ανθρώπους από τα δόντια του δράκοντα. Τότε έπρεπε να λάβει κι αυτή καρπό και αίμα από αυτά που είχε δώσει. Έτσι, θα συμμαχούσαν οι θεοί με τους Θηβαίους και θα συντρίβονταν οι Αργείοι. Ο Κρέων αποφάσισε να διώξει τον γιό του από την Θήβα και τον συμβούλευσε να καταφύγει στους Δελφούς, την Αιτωλία ή την Ήπειρο, πριν γνωστοποιηθεί η μαντεία. Ωστόσο ο Μενοικέας, αν και δεν προέβαλε αντιρρήσεις στον πατέρα του, αισθάνθηκε ντροπή και αποφάσισε να δώσει την λύση ο ίδιος. Ανέβηκε στις επάλξεις και γκρεμίστηκε στο σημείο, όπου βρισκόταν η σπηλιά του δράκοντα. Άλλοι υποστηρίζουν:

α) ότι αυτοκτόνησε με ξίφος και το αίμα του ενώθηκε με τα νερά της Δίρκης, όπως ζητούσε η μαντεία.

β) ότι ο Κρέων αναγκάστηκε να υπακούσει και η θυσία έγινε με τις απαραίτητες τελετουργίες. Ο τάφος του Μενοικέα βρισκόταν κοντά στις Νηίσες πύλες και πάνω του είναι φυτρώσει ροδιά. Το δέντρο αυτό συνδέεται με τις υπάρξεις του κάτω κόσμου, τους χθόνιους θεούς και τους νεκρούς. Αυτά φανερώνουν ότι πρόκειται για ντόπια παλαιά λατρευτική παράδοση που εντάχθηκε αργότερα στην ιστορία των επτά. Επίσης η θυσία ή η αυτοθυσία του Μενοικέα εξηγείται μόνο αν οι εισβολείς είναι πραγματικοί εχθροί της Θήβας ανεξάρτητα από τις διαφορές του Ετεοκλή και του Πολυνείκη, η οποία συνδέθηκε αργότερα με την εκστρατεία των επτά. Επίσης, οι Δελφοί, η Αιτωλία και η Ήπειρως δεν έχουν επιλεγεί τυχαία, αλλά συνδέονται με την Θήβα από την εποχή του Κάδμου. Υποστηρίζουν κάποιοι πως τα δύο αδέλφια μονομάχησαν κοντά στον τάφο του Μενοικέα. Κατά τον Παυσανία, σημάδι του χώρου της μονομαχίας ήταν η κολόνα πάνω στην οποία υπήρχε λίθινη ασπίδα. Η παράδοση αυτή για τον τόπο της μονομαχίας μάλλον ήταν τοπική, καθώς οι τραγικοί ποιητές είτε δεν την ακολουθούν είτε δέχονται τις Ηλέκτρες πύλες ως τόπο της μονομαχίας.

Η σφαγή της Ισμήνης, κατά την γνώμη των μελετητών, ανήκει σε μια τοπική παράδοση σχετικά με τις νύμφες και τα ύδατα της Θήβας. Σ’ αυτή την περίπτωση, η Ισμήνη δεν είναι κόρη του Οιδίποδα, και χαρίζει το όνομα της στην ομώνυμη κρήνη. Επίσης, η ιστορία της σφαγής της Ισμήνης υποκρύπτει σχέσεις του Τυδέα με την Βοιωτία, οι οποίες δεν συνδέονται με την εκστρατεία των επτά. Οι φονικές συγκρούσεις στην Θήβα πριν από την εκστρατεία και τα πιθανά δικαιώματα του Τυδέα πάνω στην Ισμήνη ερμηνεύονται μόνο από την ενδοβοιωτική δραστηριότητα του Τυδέα πριν από την εκστρατεία των Επτά. Ο θάνατος της Ισμήνης δεν υιοθετήθηκε από τους τραγικούς ποιητές οι οποίοι θέλησαν την Ισμήνη ζωντανή μετά τον πόλεμο. Αυτό είναι μια ένδειξη ότι η Ισμήνη, η θυγατέρα του Οιδίποδα, και η Ισμήνη στο τραγούδι του Τυδέα είναι διαφορετικά πλάσματα.

Η θυσία του Μενοικέα έδωσε θάρρος στους πολιορκημένους οι οποίοι βγήκαν από την Καδμεία, για να πλήξουν τους Αργείους. Κατ’ άλλους, οι Αργείοι δεν επετίθεντο, διότι ο Αμφιάραος τους είχε προειδοποιήσει πως τα σημάδια δεν ήταν ευοίωνα. Στη συνέχεια παραμερίστηκε η αντίδραση του Αμφιάραου και ξεκίνησε ο πόλεμος. Στη διάρκεια της μάχης ο Καπανέας διέπραξε ύβρη λέγοντας πως η Θήβα θα κυριευτεί είτε το επιθυμεί ο Δίας είτε όχι, γι’ αυτό ο Δίας τον κεραυνοβόλησε.

Κατ’ άλλους, όταν ο Καπανέας γλίστρησε από τα τείχη, ο Ασκληπιός έσπευσε να τον θεραπεύσει. Ωστόσο, επειδή ο Δίας δεν ήθελε να αποκτούν οι άνθρωποι αθανασία με την αρωγή του Ασκληπιού σκότωσε τον Καπανέα. Η αποτυχία του Καπανέα που έπεσε από τις σκάλες ίσως υποδηλώνει την αποτυχημένη προσπάθεια να χρησιμοποιηθεί πολεμική τεχνολογία (πολιορκητικές μηχανές, πράγμα που έφερε αποτελέσματα αργότερα στον Τρωικό πόλεμο (Δούρειος Ίππος)).

Επιπλέον, η εμφάνιση του Ασκληπιού συνδέεται με την εμφάνιση ενός κλάδου της ιατρικής που αφορά τον πόλεμο.

Αυτό το σημείο του μύθου θυμίζει την Γιγαντομαχία ή την Τιτανομαχία: ο αριθμός των αρχηγών, η αλαζονεία τους και τα προολυμπιακά τους εμβλήματα θυμίζουν τους Τιτάνες. Ο Παρθενοπαίος επιτέθηκε στην Καδμεία όμοιος με τον Τυφώνα και ο Καπανέας σκαρφάλωσε τα τείχη της Θήβας, όπως ένας Γίγαντας στον Όλυμπο, γι’ αυτό δεν τον εξοντώνουν οι Θηβαίοι, αλλά ο Δίας με τον κεραυνό του τον κατέκαψε, όπως κατάκαψε τους αντιπάλους του.

Τα αφηγηματικά στοιχεία που εμπλούτισαν τον μύθο των Επτά επί Θήβας είχαν στενή σχέση με τις Θεογονίες. Αυτά τα στοιχεία προωθημένα από τα θρησκευτικά κέντρα περιείχαν, όπως και τα θεογονικά τους πρότυπα, και το δίδαγμα ότι οι Θεοί τιμωρούν την αλαζονεία.





Η αδελφοκτονία

Στη συνέχεια τα δύο αδέλφια συμφώνησαν να μονομαχήσουν. Ύστερα από μια άγρια σύγκρουση, ο ένας βρήκε τον θάνατο από το χέρι του άλλου. Κατά μια εκδοχή, η μητέρα τους, μόλις είδε την έκβαση της μονομαχίας αυτοκτόνησε με ένα από τα σπαθιά των γιών της. Ενδέχεται η θυσία του Ετεοκλή για την πατρίδα του να διασώζει στοιχεία για τα πραγματικά παιδιά ενός ιστορικού Οιδίποδα που σκοτώθηκαν υπερασπιζόμενα την πόλη τους δηλ. μας συνδέει με ένα αυθεντικό στοιχείο του μύθου της εκστρατείας.

Ύστερα από τον θάνατο των δύο αδελφών, ξεκίνησε εκ νέου μάχη φονική στην οποία διακρίθηκαν οι γιοί του Αστακού φονεύοντας κάποιους από τους αρχηγούς των Αργείων: ο Ίσμαρος σκότωσε τον Ιππομέδοντα, ο Λεάνδης τον Ετέοκλο και ο Αμφίδικος (ή Ασφόδικος) τον Παρθενοπαίο.

Κάποιοι όμως υποστηρίζουν ότι ο Παρθενοπαίος είχε σκοτωθεί νωρίτερα, όταν ο Περικλύμενος του εκσφενδόνισε έναν βράχο από τις επάλξεις. Ο Μελάνιπος, ο σπουδαιότερος από τους γιούς του Αστακού, σκότωσε τον Μηκιστέα, τον αδελφό του Αδράστου και έπειτα συγκρούστηκε με τον Τυδέα, τον οποίο πρόφτασε στις Προιτίδες Πύλες. Στην σύγκρουση και οι δύο μονομάχοι τραυματίστηκαν θανάσιμα. Κατ’ άλλους, ο Αμφιάραος βρέθηκε κοντά στον Τυδέα και αυτός σκότωσε τον Μελάνιππο. Ο Τυδέας πριν πεθάνει, ζήτησε από τον Αμφιάραο να κόψει το κεφάλι του Μελάνιππου και να του το δώσει. Μόλις το πήρε συνέτριψε το κρανίο και ρούφηξε το μυαλό.

Τότε η Αθηνά, η προστάτιδα του Τυδέα, η οποία του είχε υποσχεθεί την αθανασία, αισθάνθηκε φρίκη για την πράξη του Τυδέα και τον άφησε να πεθάνει. Ο κανιβαλισμός του Τυδέα φανερώνει την αγριότητα των παλιών μαχών στην Βοιωτία. Ο αποτροπιασμός της Αθηνάς για την πράξη του Τυδέα συμβολίζει την απέχθεια των Ελλήνων για τα άγρια ήθη άλλων λαών. Κατά μια άλλη εκδοχή, ο Αμφιάραος μισούσε τον Τυδέα, επειδή τον θεωρούσε βασικό υποκινητή της εκστρατείας, γι’ αυτό τον παρακίνησε στην ανθρωποφαγία, ώστε να μην κερδίσει τελικά την αθανασία, που του είχε υποσχεθεί η Αθηνά. Κάποιοι έλεγαν πως ο Μαίων βρέθηκε στον τόπο που πέθανε ο Τυδέας. Ο Μαίων ήταν ο αρχηγός των πενήντα ανδρών που είχαν στήσει ενέδρα στον Τυδέα. Όλοι εξοντώθηκαν από τον Τυδέα, εκτός από τον Μαίονα, ο οποίος από ευγνωμοσύνη έθαψε τον Τυδέα εκεί όπου έπεσε όχι μακριά από τον τάφο του Μελάνιππου. Στο μεταξύ οι Αργείοι είχαν αρχίσει την άτακτη υποχώρηση. Καθώς ο Αμφιάραος έφευγε, κοντά στις Ποτνιές (σημερινό Τάχι) αντιλήφθηκε ότι τον κατεδίωκε ο Περικλύμενος, ο γιος του Ποσειδώνα.

Τότε ο Δίας, επειδή δεν ήθελε να πέσει στα χέρια του εχθρού ο Αμφιάραος, άνοιξε τεράστιο χάσμα με έναν κεραυνό. Εκεί πέρασε και χάθηκε το άρμα του Αμφιάραου. Οι άνθρωποι υποστήριζαν πως αυτός ο τόπος ήταν ιερός, γι’ αυτό ίδρυσαν μαντείο και τίμησαν τον Αμφιάραο σαν θεό. Το υπερφυσικό τέλος του Αμφιάραου έχει αντληθεί από το αρχαιότερο ηρωικό τραγούδι γι’ αυτόν και ταιριάζει με την αρχαιότερη ιδιότητα του ως χθόνιου θεού που επιστρέφει στην γη του.

Επίσης συνδέεται με τις μνήμες της Τιτανομαχίας στην διάρκεια της οποίας ο Δίας έριξε τους αντιπάλους του στα Τάρταρα. Το τραγούσι του Αμφιάραου επεδίωκε να δείξει όχι την εξαίρεση του ήρωα από τον θάνατο, αλλά πως αυτός συνάντησε το μοιραίο, αφού παρά την θέληση του ενεπλάκη σε μια εκστρατεία καταδικασμένη εκ των προτέρων.

Ο μόνος επιζήσας ήταν ο Άδραστος, ο οποίος σώθηκε χάρη στο εξαίσιο άλογο του, τον Αρ(ε)ίονα. Η σωτηρία του Αδράστου θεωρείται πολύ παλιό στοιχείο. Η ψυχή του Αδράστου στην ράχη του Αρ(ε)ίονα (που ίσως θυμίζει και την αρά δηλαδή την κατάρα, όπως η Εριφύλη συμβολίζει την έριδα) συνέδεε την εκστρατεία με το θέμα της ταφής των πολεμιστών και των μύθο των επιγόνων. Φαίνεται πως διευρύνθηκε ο αρχικός μύθος της εκστρατείας, για να φανεί πως η Θήβα κυριεύτηκε μόνο ύστερα από σκληρές προσπάθειες.

Σε μια παλαιότερη παραλλαγή του μύθου και ο Άδραστος είχε σκοτωθεί κοντά στο σημερινό χωριό Άρμα, όπου τσακίστηκε το άρμα του.

Από την άλλη πλευρά και οι υπερασπιστές της Καδμείας είχαν τρομακτικές απώλειες και έκτοτε καδμεία νίκη ονομαζόταν αυτή η οποία συνοδευόταν από βαριές απώλειες. Σ’ αυτό το σημείο του μύθου, τα γεγονότα ίσως συνδέονται με μνήμες από παλιότερες τοπικές συγκρούσεις εντός της Βοιωτίας άσχετες με την εκστρατεία των Επτά. Η προβολή των γιών του Αστακού και των ανδραγαθημάτων τους προϋπέθεταν κάποιο αρχαίο ηρωικό άσμα για τους Αστακίδες. Η πλέον εξέχουσα μορφή από τους Αστακίδες, ο Μελάνιππος είναι ό,τι ο Έκτωρ για την Τροία. Τον τάφο του Μελάνιππου έδειχναν ανατολικά της Θήβας στον δρόμο για την Χαλκίδα.

Έχει διαπιστωθεί ότι ο Μελάνιππος λατρευόταν όχι μόνο στην Θήβα, αλλά και στην Σικυώνα, όπου αντικατέστησε την λατρεία του Αδράστου. Επειδή ο τύραννος της Σικυώνος, ο Κλεισθένης, βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με το ¨Αργος, απαγόρευσε να τιμούν οι Σικυώνοι τον Άδραστο και ζήτησε από τους Θηβαίους τα λείψανα του Μελάνιππου. Έχτισε τέμενος προς τιμήν του και απέδωσε σ’ αυτόν τις τιμές που προηγουμένως προσφέρονταν στον Άδραστο. Όσον αφορά τον άλλο γιο του Αστακού, ο Παυσανίας δηλώνει ότι είδε κοντά στην Οιδιπόδεια κρήνη τον τάφο του.





Η Αντιγόνη

Μετά τον θάνατο των δύο αδελφών, ο Κρέων διέταξε να ταφεί ο Ετεοκλής με όλες τις τιμές, ενώ απαγόρεψε τον ενταφιασμό του Πολυνείκη. Επίσης δεν επέτρεψε στους ηττημένους Αργείους να θάψουν τους δικούς τους νεκρούς. Η Αντιγόνη το ίδιο βράδυ κρυφά έθαψε τον Πολυνείκη. Σύμφωνα με μια άλλη παραλλαγή, η Αντιγόνη έσυρε τον Πολυνείκη στην νεκρική πυρά του Ετεοκλή και τον άφησε να καεί εκεί. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι στο έργο αυτό βοηθήθηκε από την Ισμήνη ή την Αργεία, την σύζυγο του Πολυνείκη. Αυτή είτε είχε ακολουθήσει τον άντρα της από την αρχή της εκστρατείας είτε είχε έρθει από το Άργος για την κηδεία του. Όταν οι φρουροί αντελήφθησαν τις ενέργειες των γυναικών, συνελήφθη η Αντιγόνη, όμως η Αργεία ξέφυγε. Στην συνέχεια, ο Κρέων διέταξε να θαφτεί ζωντανή η Αντιγόνη και ξέθαψε τον Πολυνείκη.

Ωστόσο, ο Τειρεσίας ενημέρωσε τον Κρέοντα πως τα σημάδια από τις θυσίες δεν ήταν ευοίωνα και πως άκουγε αλλόκοτες κραυγές από τα πτηνά. Τότε, ο Κρέων αναγκάστηκε να επιτρέψει την ταφή του Πολυνείκη. Στο μεταξύ, η Αντιγόνη είχε κρεμαστεί και τον θάνατο της ακολούθησαν δύο αυτοκτονίες: ο Αίμονας, ο μνηστήρας της, μόλις την αντίκρισε νεκρή, αυτοκτόνησε με το ξίφος του και στη συνέχεια η μητέρα του, η Ευρυδίκη, κρεμάστηκε.

Σύμφωνα με ένα άλλο μύθο, ο Κρέων έδωσε εντολή στον Αίμονα να θανατώσει την Αντιγόνη. Αυτός όμως την αγάπησε, έφυγες μαζί της και απέκτησαν ένα γιό, τον Αίμωνα ή Μαίονα. Αυτός, όταν μεγάλωσε, πήγε στην Θήβα, έλαβε μέρος σε αγώνες και διακρίθηκε. Στη διάρκεια, της βραβεύσεως ο Κρέων τον αναγνώρισε από κάποιο σημάδι που είχαν μόνο όσοι κατάγονταν από την γενιά των Σπαρτών. Ως καρπός ενός γάμου που δεν είχε εγκριθεί από τον άρχοντα της Θήβας έπρεπε να πεθάνει. Τότε ο Ηρακλής επενέβη και έσωσε τον νέο. Άλλοι έλεγαν πως η επέμβαση του Ηρακλή δεν έφερε αποτελέσματα και ο Κρέων σκότωσε τον Μαίονα. Τότε οι γονείς του, Αίμων και Αντιγόνη, αυτοκτονούσαν από την θλίψη τους.

Άλλα μύθοι διηγούνται πως η Αντιγόνη και η Ισμήνη τιμωρήθηκαν για την αφοσίωση τους στον Πολυνείκη όχι από τον Κρέοντα, αλλά από τον Λαοδάμαντα, γιο του Ετεοκλή, ο οποίος διαδέχθηκε τον πατέρα του στον θρόνο. Ο Λαοδάμας κυνήγησε τις δύο αδελφές ως τις Πλαταιές και αυτές κατέφυγαν στον ναό της Ήρας, όπου ο Λαοδάμας τις έκαψε ζωντανές.

Σύμφωνα με τον Παυσανία υπήρχαν οι τάφοι των δύο γιών του Οιδίποδα οι οποίοι εντοπίζονται στην σημερινή περιοχή Καστέλλια. Ο Παυσανίας επίσης μας παραδίδει ότι προς τιμήν τους τελούνταν ταφικές ιεροπραξίες και ότι κατά τον εναγισμό προς τιμήν τους η φλόγα και ο καπνός χωρίζονταν στα δύο. Ο Παυσανίας μάλιστα θεωρεί αξιόπιστη αυτή την πληροφορία, γιατί είχε δει κάτι παρόμοιο στην Μυσία του Καύκου. Οι ιεροπραξίες για ήρωες και γενικά χθόνιες οντότητες διεξάγονταν είτε σε τακτικά χρονικά διαστήματα είτε σε έκτακτες περιστάσεις, για να εξευμενίζονται οι οντότητες αυτές και να γίνονται αρωγοί στην ευόδωση της συγκομιδής ή στην αντιμετώπιση εχθρών ή θεομηνιών.

Επίσης, ο εγκλεισμός της Αντιγόνης σε κατάγειο οίκημα συνδέεται με αντιλήψεις για την γη και την βλάστηση στον ετήσιο κύκλο της. Ακόμη και το όνομα της μας παραπέμπει στις λέξεις γόνο και γονή και φανερώνει πως ο μύθος έχει θεολογικό υπόβαθρο.





Οι Επίγονοι – Η δεύτερη εκστρατεία

Ο Ετεοκλής είχε αποκτήσει έναν γιό τον Λαοδάμαντα. Όταν ο Ετεοκλής σκοτώθηκε, ο Κρέων έγινε επίτροπος του ανήλικου Λαοδάμαντος. Ο Πολυνείκης είχε αποκτήσει τον Θέρσανδρο, τον Τιμέα (ή Τιμία ή Ανδρότιμο) και τον Αλάστορα (ή Άλαστο ή Άδραστο). Όταν ο Λαοδάμας ανέβηκε στον θρόνο της Θήβας, οι Αργείοι εξεστράτευσαν εναντίον της Θήβας για δεύτερη φορά. Στην εκστρατεία συμμετείχαν οι γιοί των επτά στρατηγών στην πρώτη εκστρατεία: ο Σθένελος, ο γιος του Καπανέα, ο Πολύδωρος, ο γιος του Ιππομέδοντα, ο Πρόμαρος (ή Στρατόλαος ή Τλησιμένης), ο γιος του Παρθενοπαίου, ο Μέδων, ο γιος του Ετέοκλου, ο Ευρύαλος, ο γιος του Μηκιστέα, ο γιος του Τυδέα, ο Αιγιαλέας, ο γιος του Αδράστου και οι γιοι του Αμφιάραου, ο Αλκμαίων και ο Αμφίλοχος. Όλοι αυτοί ονομάζονταν επίγονοι. Αυτοί κυρίευσαν εύκολα όλα τα μέρη γύρω από την Θήβα και έφτασαν στον Γλίσαντα κοντά στο σημερινό χωριό Ύπατο. Εκεί διεξήχθη σφοδρή μάχη στην οποία ο Λαοδάμας σκότωσε τον Αιγιαλέα, τον γιό του Αδράστου, αλλά και ο ίδιος φονεύτηκε από τον Αλκμαίονα τον γιο του Αμφιάραου. Οι Αργείοι τελικά νίκησαν και παρέδωσαν την πόλη στον Θέρσανδρο.

Σύμφωνα με άλλες παραλλαγές ο Λαοδάμας δεν σκοτώθηκε, αλλά αποσύρθηκε με όσους Θηβαίους τον ακολούθησαν στην χώρα των Ιλλυριών, όπου παλιότερα είχε εγκατασταθεί ο Κάδμος και η Αρμονία. Λέγεται ότι σ’ αυτή την μετακίνηση πέθανε ο Τειρεσίας στην περιοχή της Αλιάρτου, αφού ήπιε νερό από την πηγή Τιλφούσα. Όσοι Θηβαίοι δεν ήσαν πρόθυμοι για ένα τόσο μακρινό ταξίδι εγκαταστάθηκαν στην Δωρίδα ή στην Θεσσαλική πόλη Ομόλη ή στην βόρεια Εύβοια, αφού ίδρυσαν την Ιστιαία. Λέγεται ότι ορισμένοι από αυτούς επέστρεψαν στην Θήβα, αφού ο Θέρσανδρος επέτρεψε την επιστροφή τους. Κάποιοι Θηβαίοι, σύμφωνα με τάμα των επιγόνων στον Απόλλωνα, αφιερώθηκαν στους Δελφούς, μεταξύ των οποίων ήταν και η Μαντώ, η κόρη του Τειρεσία. Η Μαντώ μετακόμισε με εντολή του Απόλλωνα στην Μικρά Ασία. Εκεί παντρεύτηκε τον Ράκιο, ο οποίος δέχτηκε να εγκατασταθούν στην πόλη του οι εξόριστοι Θηβαίοι. Ενδιαφέρον έχουν οι σχέσεις των Θηβαίων με τους Ιλλυρίους της Ηπείρου, ο οποίες φανερώνουν πως οι Φοίνικες της Θήβας (Ινδοευρωπαίοι και όχι Σημίτες) μαζί με τους επίσης Ινδοευρωπαίους Φοίνικες της Ηπείρου αποτελούσαν μια εθνική ενότητα.

Ο μύθος της εκστρατείας των Αργείων κατά της Θήβας απηχεί ορισμένα ιστορικά γεγονότα. Η αρχαιολογική έρευνα, αλλά και η ευρύτερη μυθολογική παράδοση βεβαιώνουν ότι η Θήβα καταστράφηκε προς το τέλος της μυκηναϊκής εποχής. Ο Ησίοδος στο έργο του «Έργα και Ημέραι», αν και δεν μιλά για τον Ετεοκλή, τον Πολυνείκη και τους Αργείους, γνωρίζει πως οι πόλεμοι γύρω από την Θήβα και την Τροία εξαφάνισαν από τη γη το ηρωικό θεϊκό γένος, πράγμα που σημαίνει ότι τα γεγονότα τα σχετικά με την Θήβα ήταν εξίσου συγκλονιστικά με τον Τρωικό πόλεμο.


Θέρσανδρος

Ήταν γιος του Πολυνείκη και έγινε βασιλιάς της Θήβας. Συμμετείχε στο Τρωικό πόλεμο και σκοτώθηκε από τον Τήλεφο στην Μυσία, όπου του έστησαν ηρώο και του προσέφεραν θυσίες. Κατά τον Παυσανία, το μνημείο βρισκόταν στην πόλη Ελαία και ήταν μια πέτρα σε υπαίθριο χώρο της αγοράς. Οι ντόπιοι τον τιμούσαν με εναγισμούς ως ήρωα. Μετά τον θάνατο του Θερσάνδρου οι Θηβαίοι εξέλαξαν ως αρχηγό τον Πηνέλεω. Ο Όμηρος δεν αναφέρει τον Θέρσανδρο όμως ο Βιργίλιος τον συγκαταλέγει ανάμεσα σε όσους κρύφτηκαν στον Δούρειο Ίππο. Στου Ακράγαντα το γένος των Εμμενιδών, από το οποίο προερχόταν ο τύραννος Θήρων, ισχυριζόταν ότι καταγόταν από αυτόν.


Τισαμενός

Ήταν γιος του Θερσάνδρου και της κόρης του Αμφιάραου Δημώνασσας. Ο Τισαμενός φαίνεται πως είχε ακολουθήσει τον πατέρα του στον Τρωικό πόλεμο, αν και ήταν ανήλικος. Δεν είναι γνωστό μετά από πόσες περιπέτειες επέστρεψαν στην Βοιωτία και σε ποια κατάσταση βρήκαν την χώρα. Η βασιλεία του Τισαμενού ήταν μακροχρόνια και ειρηνική, δίχως οικογενειακές συμφορές.


Αυτεσίων

Ήταν ο τελευταίος βασιλιάς της Θήβας από την γενιά των Λαβδακιδών. Ήταν γιος του Τισαμενού. Σύμφωνα με τον Παυσανία οι Ερινύες του Λαΐου και του Οιδίποδα έριξαν την οργή τους στον Αυτεσίωνα, ώστε να μετοικήσει μετά από χρησμό του Θεού στους Δωριείς. Κατά μια άποψη, ο Αυτεσίωνας ήταν βασιλιάς της Θήβας, όταν οι Βοιωτοί έφυγαν από την Άρνη της Θεσσαλίας και κυρίευσαν τον Ορχομενό. Ίσως ο χρησμός που συνιστούσε στον Αυτεσίωνα να εγκαταλείψει τον θρόνο και την πατρίδα του να ήταν τελεσίγραφο του βασιλιά των Βοιωτών Δαμασίχθονα, γιού του Οφέλτα, ο οποίος είχε κατακτήσει την χώρα των Ορχομένιων. Ο Αυτεσίων προέβλεψε την κατάληψη της Θήβας από τους Βοιωτούς και την εγκατέλειψε προφασιζόμενος πως τηρούσε την θεϊκή εντολή.


Θήρας

Ήταν γιός του Αυτεσίωνα ο οποίος με Λακεδαιμονίους και Μινύες εγκαταστάθηκε στο κυκλαδίτικο νησί Καλλίστη, η οποία μετονομάστηκε Θήρα από αυτόν. Μαζί του υπήρχαν απόγονοι των Σπαρτών που είχαν καταφύγει στον Πάρνωνα πριν από πολλά χρόνια. Αξιοσημείωτο είναι ότι στην Θήρα είχαν εγκατασταθεί σύντροφοι του Κάδμου. Ηγεμόνας των συντρόφων του Κάδμου ήταν ο Μεμβλίαρος. Όταν οι απόγονοι του Μεμβλίαρου έμαθαν ότι η βασιλεία του νησιού ανήκει στους απογόνους του Κάδου, την παραχώρησαν με την θέληση τους στον Θήρα.


Οι τελευταίοι βασιλείς της Θήβας

Μετά την αναχώρηση του Θήρα βασιλιάς της Θήβας εξελέγη ο Δαμασίχθων, ο εγγονός του Πηνελέω, ο οποίος έλαβε μέρος στον Τρωικό πόλεμο.

Πηνέλεως Οφέλτης *Δαμασίχθων* Πτολεμαίος Ξάνθος

Τον Ξάνθο σκότωσε ο Ανδρόπομπος σε μονομαχία. Κατ’ άλλους, τον σκότωσε ο Μεσσήνιος φυγάς Μελάνθιος, γιος του Ανδρόπομπου. Στο κρίσιμο σημείο της μονομαχίας ρώτησε τον Ξάνθο ποιος ερχόταν να τον βοηθήσει. Ο Ξάνθος στράφηκε να δει και τότε ο Μελάνθιος τον σκότωσε. Πίσω από τον Ξάνθο είχε φανεί για λίγο ο Διόνυσο με μαύρη γίδινη δορά.

Ύστερα οι Θηβαίοι προτίμησαν να αναθέσουν την διοίκηση της πόλεως σε περισσότερους άρχοντες ώστε να μην εξαρτάται η πόλη από την βούληση ενός άνδρα.





Οι Λαβδακίδες στην λογοτεχνία και το θέατρο

1) Θηβαΐς: Επικό ποίημα αποτελούμενο από 7.000 στίχους σχετικό με την σύγκρουση του Ετεοκλή και του Πολυνείκη και την εκστρατεία των Επτά εναντίον της Θήβας. Είναι άγνωστος ο συγγραφέας και ο χρόνος της συγραφής του, όμως αποδίδεται στον Όμηρο. Ο Παυσανίας το κατατάσσει μετά τα ομηρικά έπη. Από αυτό σώζονται μερικά αποσπάσματα. Ο Πίνδαρος και οι τρεις μεγάλοι τραγικοί ποιητές άντλησαν εμπνεύσεις από την Θηβαΐδα.

2) Θηβαΐς: Έργο του επικού ποιητή Αντιμάχου του Κολοφωνίου, γραμμένο στο τέλος του 5ου αιώνα π.Χ. Παρά την έλλειψη εσωτερικής συνοχής, το έργο αυτό διέθετε ζωηρό ύφος και ποιητική πνοή γι’ αυτό άρεσε στον Πλάτωνα και σε άλλους συγχρόνους του. Ο Κικέρων χαρακτηρίζει αυτή την Θηβαΐδα ως μεγάλο σύγγραμα.

3) Θηβαΐς: Δωδεκάβιβλο έπος του ρωμαίου Σταδίου.

4) Αλκμαιωνίδα: Χαμένο έπος. Θέμα του ήταν η εκστρατεία των απογόνων του Πολυνείκη και των Αργείων αρχηγών εναντίον της Θήβας. Κάποιοι το απέδιδαν στον Όμηρο, πράγμα για το οποίο αμφέβαλε ο Ηρόδοτος, ενώ άλλοι θεωρούσαν συγγραφέα του τον Αντίμαχο.

Οιδιποδεία: Χαμένο επός αποτελούμενο από 6.000 στίχους. Εξιστορούσε τις συμφορές του Οιδίποδα. Συγγραφεάς του θεωρείται ο Κιναίθων από την Λακωνία. Αυτός έζησε τον 8 ο αιώνα π.Χ. και ο Παυσανίας τον κατατάσσει στους γενεαλογικούς ποιητές.

Οιδιποδεία: Τετραλογία του ποιητή Μελήτου η οποία διδάχθηκε κατά το 415 π.Χ. Ο Μέλητος, ο κατήγορος του Σωκράτη αποκαλούνταν «τραγωδίας φαύλος ποιητής» και η τετραλογία του δεν ήταν αξιόλογη.


Επτά επί Θήβας του Αισχύλου:

Η τραγωδία είναι το τρίτο έργο της τριλογίας του Αισχύλου Θηβαϊκά. Οι άλλες δύο τραγωδίες με τίτλο «Λάιος» και «Οιδίποδας» είναι χαμένες.


Η υπόθεση

Ο στρατός του Πολυνείκη ετοιμάζεται για την επίθεση εναντίον της Θήβας. Κατάσκοπος Θηβαίος έχει σταλεί για να ανακαλύψει τα σχέδια των εχθρών. Ο Ετεοκλής ζητά την βοήθεια των θεών, όμως φοβάται μήπως η κατάρα της γενιάς του επηρεάσει τις εξελίξεις. Στο μεταξύ, ο Χορός θρηνεί από φόβο, ενώ ο Ετεοκλής συμβουλεύει και ενθαρρύνει. Όταν επιστρέψει ο κατάσκοπος, περιγράφει τους Αργείους στρατηγούς που κληρώθηκαν για να πλήξουν τις επτά πύλες της Θήβας. Σε κάθε περιγραφή, ο Ετεοκλής απαντά, κρίνει την ασέβεια των λόγων των Αργείων και ορίζει ποιόν θα αντιτάξει στον καθένα και γιατί.

Ο Ετεοκλής ορίζει τον εαυτό του ως αντίπαλο του Πολυνείκη και στη σύγκρουση που ακολουθεί σκοτώνονται όλοι οι Αργείοι στρατηγοί και τα δύο αδέλφια. Οι υπόλοιποι Αργείοι φεύγουν και η Θήβα σώζεται, ωστόσο διαφαίνεται ότι η συμφορά θα πλήξει και την Αντιγόνη.


Τα πρόσωπα

1) Ετεοκλής

2) Αγγελιαφορος – κατάσκοπος: Απεσταλμένος του Ετεοκλή στο στρατόπεδο των Αργείων

3) Χορός: Γυναίκες της Θήβας

4) Αντιγόνη

5) Ισμήνη

6) Κήρυκας


Σχολιασμός του έργου

Η τραγωδία γράφτηκε (ή παρουσιάστηκε το 467π.Χ.) ενώ υπήρχε ακόμη ο απόηχος της μάχης του Μαραθώνα και της ναυμαχίας της Σαλαμίνας. Ο μεγάλος τρόμος του Χορού, η ασέβεια και η ύβρις των Αργείων και η νηφάλια ευσέβεια του Ετεοκλή θυμίζουν στους θεατές τα γεγονότα των Περσικών πολέμων και την θεία τιμωρία των Περσών.

Η θρησκευτικότητα είναι ουσιώδες γνώρισμα στα έργα του Αισχύλου και στην τραγωδία αυτή λαμβάνει δύο μορφές.

Α) τους αχαλίνωτους ιεροτελεστικούς ολοφυρμούς των γυναικών.

Β) της νηφάλιας πίστεως του Ετεοκλή που εμπιστεύεται τους Θεούς, περιορίζεται σε μια σεμνή επίκληση και είναι συνδυασμένη με φιλοσοφικό στοχασμό.

Το έργο περιλαμβάνει επτά ζεύγη λόγων ανάμεσα στον Αγγελιοφόρο και τον Ετεοκλή. Οι δύο άντρες συζητούν για τους Αργείους που έχουν τοποθετηθεί σε κάθε πύλη. Ξαφνικά με την αναφορά στο όνομα του Πολυνείκη ο Ετεοκλής παρουσιάζεται έτοιμος για δράση. Η φιλοσοφική του διάθεση, η ανδρεία και η θεοσέβεια του τον οδηγούν στον ρόλο του τραγικού προσώπου την πιο ανύποπτη, αλλά και την πιο αναμενόμενη στιγμή. Τούτος ο συνδυασμός αναμενόμενου και ανύποπτου αποδίδεται εξαιρετικά στην τραγωδία αυτή. Η στιγμή που ο Ετεοκλής θα αντιμετωπίσει ένα αντίπαλο μοιάζει να απομακρύνεται όμως πλησιάζεται και εμφανίζεται ξαφνικά. Ο Ετεοκλής οδηγείται στην μάχη και καίγεται σαν εθελοντής με την πεποίθηση ότι το θεόσταλτο δεν το αποφεύγει κανείς

Ωστόσο, ο Αισχύλος δεν είναι πολεμοχαρής. Μέσα από τις καταστροφές του πολέμου αναδεικνύεται νικήτρια η ζωή και αυτή την πλευρά του πολέμου παρουσιάζει ο Αισχύλος, καθώς την θεωρεί υπερασπιστή της ζωής, της θείας τάξεως και της ανάγκης που εκδηλώνεται μέσα από το πλέγμα των ενεργειών των θεών.





Φόινισσαι του Ευριπίδη

Υπόθεση: Η Ιοκάστη παρουσιάζει εκδηλώσεις ύβρεως και τιμωρίες οι οποίες έπληξαν την γενιά του Λαΐου. Τώρα αναμένει την μονομαχία του Ετεοκλή και του Πολυνείκη για την ανάληψη της εξουσίας στην Θήβα και ελπίζει ότι οι προσπάθειες της να συμφιλιωθούν οι δύο γιοί της θα φέρουν αποτελέσματα.

Όταν ο Πολυνείκης συναντά τον Ετεοκλή η μάνα τους ικετεύει να μην μονομαχήσουν, αλλά μάταια και έτσι τα δύο αδέλφια αποφασίζουν να μονομαχήσουν. Έρχεται ένας αγγελιοφόρος, ο οποίος προτρέπει την Ιοκάστη να τρέξει στον τόπο της συγκρούσεως. Η Ιοκάστη και η Αντιγόνη σπεύδουν, αλλά φτάνουν την στιγμή που οι δύο άντρες πέφτουν αλληλοχτυπημένοι. Η Ιοκάστη, πριν ξεψυχήσουν, ορμά ανάμεσα τους και σκοτώνεται πάνω τους. Τότε ο πόλεμος τελειώνει, ο στρατός του Πολυνείκη αναχωρεί και η Αντιγόνη μεταφέρει τους τρεις νεκρούς στο ανάκτορο. Τέλος ο Κρέοντας ανακηρύσσεται βασιλιάς και δίνει εντολές που θα προξενήσουν νέα δεινά.


Τα πρόσωπα

1) Ιοκάστη

2) Παιδαγωγός: Γέρος που έχει σταλεί να μεσολαβήσει ανάμεσα στα δύο αδέλφια

3) Αντιγόνη

4) Πολυνείκης

5) Ετεοκλής

6) Κρέοντας

7) Μενοικέας: Γιός του Κρέοντα, ο οποίος θα αυτοθυσιαστεί για την σωτηρία της Θήβας κρυφά από τον πατέρα του.

8) Τειρεσίας

9) Οιδίποδας

10) Άγγελος Α΄: Αναγγέλλει στην Ιοκάστη τη σύγκρουση και αποκρύπτει την μονομαχία.

11) Άγγελος Β΄: Αναγγέλλει τη μονομαχία και τον θάνατο των αδελφών, καθώς και τον θάνατο της Ιοκάστης.

12) Χορός: Γυναίκες από την Φοινίκη, προορισμένες για το Μαντείο των Δελφών. Τις πρόλαβαν τα γεγονότα και έμειναν στην Θήβα. Η παρουσία της βοηθά την αναφορά στον Κάδμο και στο γενεαλογικό δέντρο των βασιλέων της Θήβας, τους οποίους ταλανίζει η ίδια κοινή μοίρα.


Σχολιασμός της τραγωδίας

Το έργο είναι γραμμένο μετά την πανωλεθρία των Αθηναίων στην Σικελία το 413 π.Χ. σε μια εποχή όπου έχουν φθαρεί οι αξίες που χάρισαν στην Αθήνα την αίγλη και την άνθιση της. Τις έχουν αντικαταστήσει η πλεονεξία, η φιλαρχία, η μικρόνοια και η αρχομανία.

Με τις Φόνισσες ο Ευριπίδης εστιάζει περισσότερο απ’ ότι σε άλλα έργα του στο σχήμα: Ύβρις –Άτη-Νέμεσις. Δημιουργεί χαρακτήρες των οποίων η ψυχολογία καθίσταται κινητήρια δύναμη των γεγονότων και προκαλεί εξελίξεις όσο σχεδόν και η Ύβρις και η Άτη που είναι τα δραστικά στοιχεία του μύθου.

Ο Ευριπίδης θεωρείται ο κατ’ εξοχήν από σκηνής φιλόσοφος και ο ποιητής των ανθρωπίνων παθών. Με την τραγωδία αυτή ο Ευριπίδης μίλησε στους συμπολίτες του λίγο πριν από την πτώση. Ταυτόχρονα όμως προσέφερε στην παγκόσμια κληρονομία ένα αριστούργημα που φανερώνει την αγάπη του για τον άνθρωπο και υμνεί τις αξίες που προσδίδουν νόημα στον ανθρώπινο βίο.


Αντιγόνη

Υπόθεση:

Μετά τον θάνατο των αδελφών, ο Κρέων έχει διατάξει να ταφεί με τιμές ο Ετεοκλής και να αφεθεί άταφος ο Πολυνείκης. Ο παραβάτης θα τιμωρούνταν με θάνατο. Ωστόσο, η Αντιγόνη αψήφησε την εντολή του Κρέοντα και θάβει τον Πολυνείκη, με αποτέλεσμα να συλληφθεί. Ακολουθεί μια έντονη σύγκρουση ανάμεσα στην Αντιγόνη και τον Κρέοντα, ο οποίος την καταδικάζει να ενταφιαστεί ζωντανή.

Παρά την επέμβαση του Αίμονα, ο Κρέοντας είναι αμετάπειστος, γι’ αυτό χρειάζεται η επέμβαση του Τειρεσία. Η μεταστροφή όμως του Κρέοντα έρχεται αργά, διότι η Αντιγόνη έχει ήδη αυτοκτονήσει. Στην συνέχεια αυτοκτονεί ο Αίμων και μετά από αυτόν αυτοκτονεί η Ευρυδίκη, η μητέρα του. Έτσι, ο Κρέων πλήττεται από αλλεπάλληλες συμφορές, συντρίβεται και καθίσταται το πρόσωπο του οποίου η συμπεριφορά θέτει τα ζητήματα στο έργο.


Πρόσωπα

Αντιγόνη

Ισμήνη

Χορός: Σεβάσμιοι Θηβαίοι γέροντες

Κρέοντας

Τειρεσίας

Φύλακας: Ένας από τους φρουρούς που όρισε ο Κρέων για να φρουρεί τον νεκρό Πολυνείκη.

Άγγελος: Ανακοινώνει τον θάνατο της Αντιγόνης και του Αίμονα.

Ευρυδίκη: Σύζυγος του Κρέοντα

Εξάγγελος: Έρχεται από το ανάκτορο και αναγγέλλει την αυτοκτονία της Ευρυδίκης.


Σχολιασμός της τραγωδίας

Η «Αντιγόνη» συνετέθη ή παρουσιάστηκε ανάμεσα στο 442 με 439 π.Χ. στην περίοδο ακμής της Αθήνας, μετά τους Περσικούς πολέμους. Αυτή η λαμπρότητα της περιόδου διακρίνεται στο περίφημο χορικό όπου υμνείται ο άνθρωπος.

Η Αντιγόνη είναι μια από τις αρτιότερες τραγωδίες και ένα από τα πιο πολυσυζητημένα έργα του παγκόσμιου θεάτρου. Η Αντιγόνη ενσαρκώνει την ηθική αντίσταση που εναντιώνεται στην αυθαιρεσία ενός τυράννου. Στην τραγωδία αυτή επίσης εντοπίζονται και πολιτικές προεκτάσεις οι οποίες την μετατρέπουν σε ύμνο της δημοκρατίας και της προσωπικής ελευθερίας. Ακόμη, πίσω από την πολιτική λάμψη του έργου βρίσκεται το δίδυμο Ύβρις – Άτη και προτείνονται ως μόνοι τρόποι σωτηρίας τα εξής τα οποία ταυτίζονται με την ευσέβεια στον Σοφοκλή ταυτίζονται με την Ευσέβεια:

- αποφυγή της λήψεως αποφάσεων υπό το κράτος της οργής.

- απόρριψη του άτεγκου φρονήματος

- σύνεση και μέτρα

Άλλα χαρακτηριστικά της τραγωδίας είναι τα ακόλουθα: το μεγαλείο της ομώνυμης ηρωίδας, η τραγική σύγκρουση ανάμεσα σε δύο φορείς διαφορετικών αξιών, στον Κρέοντα και στην Αντιγόνη, η προσήλωση στις αρχές τους, τα δημοκρατικά και άλλα υψηλά ιδεώδη που αναδύονται μέσα από την διαλογική αναμέτρηση της Αντιγόνης και του Κρέοντα, η υπέροχη παρουσίαση των χαρακτήρων, η αμείωτη δραματική ένταση, η αριστοτεχνική πλοκή, το εξαίσιο λυρικό στοιχείο που συνδυάζεται θαυμάσια με το φιλοσοφικό και η πολύ φροντισμένη γλώσσα καθιστούν αυτή την τραγωδία κληρονομιά για όλη την ανθρωπότητα.

[2]


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας



Παραπομπες

(1) Σύμφωνα με άλλη παραλλαγή η επιθυμία της Ιοκάστης να αποκτήσει παιδιά την έκανε να μεθύσει τον Λάιο και να τον παρασύρει στην αγκαλιά της. Αισχύλος και Ευριπίδης παραδίδουν ότι ο χρησμός μάλλον δόθηκε πριν από τη σύλληψη του παιδιού. Στον Σοφοκλή δεν είναι σαφές αν δόθηκε όταν η Ιοκάστη κυοφορούσε ήδη τον Οιδίποδα.

(2) Θα πέθαινε από πείνα, το κρύο ή από τα άγρια θηρία.

(3) Στην ουσία ο Λάιος πέρασε από τις τρύπες που είχαν δημιουργήσει οι περόνες χρυσούς χαλκάδες και του έδεσε μαζί τα δυο πόδια.

(4) Για τη σοφόκλεια εκδοχή βλ. λήμμα Οδίπους, Ο φόνος του πατέρα.

(5) Εγχυτρισμός:
Κατά την Πρωτοκυκλαδική περίοδο (3η χιλιετία π.Χ.) οργανώνονται σε μικρή απόσταση από τους οικισμούς νεκροταφεία, τα οποία περιλαμβάνουν συστάδες τάφων, ο συνολικός αριθμός των οποίων δεν υπερβαίνει τους 15 με 20. Σε ελάχιστες περιπτώσεις ξεπερνούν τους 50 ή τους 100, ενώ στη Χαλανδριανή Σύρου φτάνουν τους 600. Παρά το γεγονός ότι τα περισσότερα γνωστά νεκροταφεία βρέθηκαν συλημένα από αρχαιοκάπηλους, αποτελούν τις σημαντικότερες πηγές γνώσης του Κυκλαδικού πολιτισμού.

Τα νεκροταφεία περιλαμβάνουν κιβωτιόσχημους τάφους με τραπεζιόσχημη κάτοψη και θαλαμοειδείς με κυκλική ή ορθογώνια κάτοψη και οροφή ελαφρά επικλινή ή θολωτή. Οι κιβωτιόσχημοι τάφοι έχουν μήκος 0,8-1,2, πλάτος 0,3-0,5 και βάθος 0,3-0,6 μέτρα. Επενδύονται πλευρικά με μεγάλες λίθινες πλάκες ή μικρές πέτρες και σκεπάζονται με μια ή περισσότερες πλάκες. Είναι κατά κανόνα μονόχωροι και φιλοξενούν ένα νεκρό, ενώ σπανιότερα είναι διώροφοι ή τριώροφοι, προκειμένου να δεχθούν περισσότερους νεκρούς της ίδιας οικογένειας. Στις περιπτώσεις αυτές τα κατώτερα μέρη αποτελούν οστεοφυλάκια, στα οποία φυλάσσονται κυρίως τα κρανία και τα μακρά οστά των προγόνων. Ενδιαφέρουσα παραλλαγή των κιβωτιόσχημων τάφων αποτελούν εκείνοι με την κτιστή στέγη, κατά το εκφορικό σύστημα, οι οποίοι μάλιστα διαθέτουν και δρόμο μήκους 0,5-1,0 μέτρου που οδηγεί στην είσοδό τους. Η θέση των τάφων επισημαίνεται σε μερικά νεκροταφεία με λιθόκτιστες εξέδρες (π.χ. Λάκκουδες Νάξου), ενώ άλλοι οριοθετούνται με πέτρες και λευκά βότσαλα (’γιοι Ανάργυροι Νάξου). Στο νεκροταφείο των Αγίων Αναργύρων υπήρχε μεγάλη, λιθόκτιστη εξέδρα, στην οποία, σύμφωνα με τα καπελόσχημα αγγεία που βρέθηκαν, διεξάγονταν ταφικές τελετουργίες. Στα τέλη της Πρωτοκυκλαδικής περιόδου σημειώνεται ενταφιασμός βρεφών και παιδιών εντός των οικισμών, μέσα σε πήλινα αγγεία (εγχυτρισμός).

Οι νεκροί τοποθετούνται απ' ευθείας στο δάπεδο ή σε στρώση από χαλίκια, σε ισχυρά συνεσταλμένη στάση. Για την επίτευξη της στάσης αυτής, που "παγίδευε" το νεκρό μέσα στο μικρό τάφο, χρησιμοποιούνταν πιθανότατα σχοινιά ή ταινίες. Οι νεκροί θα πρέπει να ενταφιάζονταν με τα ενδύματά τους ή να τυλίγονταν σε ύφασμα. Κάτω από το κεφάλι τους τοποθετείται συχνά μια πλάκα, ως προσκέφαλο, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις η σωρός σκεπάζεται με πέτρες. Στους νεκρούς προσφέρονται κτερίσματα, ανάλογα με το φύλο, την ηλικία και την κοινωνική τους θέση. Πρόκειται για προσωπικά αντικείμενα, όπως κεραμικά ή μαρμάρινα αγγεία (πυξίδες, φιάλες, πινάκια), μαρμάρινα ειδώλια -σύντροφοι στη μεταθανάτια ζωή- χρωματοθήκες, χρωστικές ύλες, λεπίδες οψιανού (ξυράφια), τριχολαβίδες, λίθινα, οστέινα ή μετάλλινα κοσμήματα (περιδέραια, βραχιόλια, διαδήματα, περόνες) και μπρούντζινα εργαλεία και όπλα.


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας



Βιβλιογραφια

Ησίοδος, Θεογονία 326 ff

Αισχύλος, Επτά επί Θήβας 539 ff, 773 ff

Απολλόδωρος (ψευδο-), Βιβλιοθήκη 3. 52 - 55

Ηρόδοτος, Ιστοριών 4. 79. 1

Λυκόφρων ο Χαλκιδεύς, "Αλεξάνδρα" 1465

Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις 9. 26. 2, 5. 11. 2

Διόδωρος Σικελιώτης, Ἱστορικὴ Βιβλιοθήκη 4. 64. 4

Κλαύδιος Αιλιανός, Περὶ ζῴων ἰδιότητος 12. 7, 12. 38

Υγίνου, Fabulae 151

Οβίδιος, Μεταμορφώσεις 7. 759 ff

Σενέκα, Οιδίπους 87 ff, 245 ff

Στάτιος, Θηβαΐδα 2. 500 ff, 1. 66

Σοφοκλής, Οιδίπους Τύραννος

Σοφοκλής, Οιδίπους επί Κολονώ

Ελληνική Μυθολογία της Εκδοτικής Αθηνών

Τα Βοιωτικά του Παυσανία της Εκδοτικής Αθηνών

Λεξικό του Αρχαίου Κόσμου του Ι. Λάμψα

Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας Βοιωτίας της Τ. Τσάκου – Κονβερτίνο

Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας του Ι.Ρ. Ραγκαβή

Ιστορία της Θήβας και της Βοιωτίας του Γ. Τσεβά

Επιδαύρια 1997: Πρόγραμμα της θεατρικής παραστάσεως «Φοίνισσαι» του Ευρυπίδη.

Αισχύλου Επτά επί Θήβας Εκδόσεις Επικαιρότητα

Σοφοκλέους Αντιγόνη Κριτική και ερμηνευτικά έκδοση Γ. ΜαρκαντωνάτουΕκδόσεις Gutenberg.


Πηγες

[1] "Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας"

[2] "Φροντιστήριον Θηβαϊκής Αρχαιογνωσίας"





Η εφαρμογη μας για το κινητο σου

Κατέβασε και εσύ την εφαρμογή μας για το κινητό σου "Ancient Greece Reloaded"