ANCIENT GREECE RELOADED
ΜΠΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ
Σειρηνες
Θαλασσιες θεοτητες που με το μαγευτικο τους τραγουδι οδηγουσαν τους ναυτες στο θανατο τους
Οι Σειρήνες ήταν γυναικείες θεότητες που σχετίζονταν με το νερό, τον έρωτα και το θάνατο. Ακριβέστερα όμως φέρονται ως θαλάσσιοι δαίμονες της Ελληνικής Μυθολογίας. Απεικονίζονταν με ανθρώπινο γυναικείο κεφάλι και σώμα αρπακτικού πουλιού.
Οι Σειρήνες ήταν γυναικείες θεότητες (ακριβέστερα, θαλάσσιοι δαίμονες) της Ελληνικής Μυθολογίας. Στην επικρατέστερη εκδοχή θεωρούνται θυγατέρες του ποτάμιου θεού Αχελώου και της Μούσας Μελπομένης (Απολλόδωρος) ή της Τερψιχόρης (Απολλώνιος ο Ρόδιος) ή της Στερόπης. Συνήθως είναι αριθμητικά δύο Αγλαόπη (όμορφη φώνη) και Θελξιέπεια (Γλυκός Λόγος)ή τρείς Παρθενόπη, Λευκωσία (Λευκή ουσία) και Λιγεία (Καθαρή φωνή) ή Αγλαόφωνος, Μόλπη (μελωδική φωνή) και Θελξινόη (όμορφος νούς) κατά τον Ησίοδο. Άλλα ονόματα που τους έδιναν είναι Θελξηόπη (γοητευτική φωνή) και Πεισηνόη (πειθώ του νου).
Κατά το μύθο οι Σειρήνες ήταν θαλάσσιες νύμφες (Ναϊάδες) συνοδοί της Περσεφόνης. Όταν τη Περσεφόνη την απήγαγε ο Άδης η μητερα της Δήμητρα τους έδωσε σώμα πτηνών για να τη βοηθήσουν στην αναζήτηση. Όταν πλέον δε κατάφεραν να τη βρουν εγκαταστάθηκαν σε ένα νησί από όπου με το πανέμορφο τραγούδι τους προσείλκυαν τους ναύτες των πλοίων που πλησίαζαν στην περιοχή τους και προκαλούσαν στην συνέχεια την καταστροφή τους.
Αναφέρονται για πρώτη φορά στην Οδύσσεια ως κατοικούσες σε μία νήσο του Τυρρηνικού πελάγους, στην Δυτική Μεσόγειο. Ο Οδυσσέας είχε ενημερωθεί από την Κίρκη για το γοητευτικό τραγούδι του κι έτσι διέταξε σε όλο το πλήρωμα του να βάλουν κερί στα αυτιά τους ώστε να μην ακούν το τραγούδι των Σειρήνων. ενώ ό ίδιος ζήτησε να τον δεσουν στο κατάρτι ώστε όταν ακούσει το τραγούδι τους να μη παρασυρθεί στη γοητεία τους.
Οι Αργοναύτες πέρασαν από την περιοχή τους επίσης αλλά ο Χείρων είχε προειδοποιήσει τον Ιάσωνα να πάρει μαζί του τον Ορφέα ο οποίος με το τραγούδι του ξεπέρασε σε ομορφιά τις σειρήνες και κατόρθωσαν τελικά να διαφύγουν χωρίς απώλειες.
Η νήσος των Σειρήνων ή Σειρηνουσσών δεν είναι επακριβώς ταυτοποιημένη ούτε και μυθολογικά. Οι διάφοροι μελετητές έχουν προτείνει πάμπολλες τοποθεσίες. Ωστόσο κατά την επικρατούσα άποψη βρισκόταν στην παραλία της Καμπανίας πλησίον της Νεάπολης.
[1]
Βιβλιογραφια
Ησίοδος, Θεογονία
Πλάτων, Πολιτεία I 617 c)
Οδύσσεια μ 39-54 και 158-200
Παραπομπες
Οι Σειρήνες στον δρόμο του Οδυσσέα
«[…]
Μου 'λεγε [η Κίρκη] πρώτα των γλυκόλαλων Σειρήνων το τραγούδι
και το ανθισμένο να ξεφύγουμε λιβάδι· τη φωνή τους
ν' ακούσω μόνο εγώ, μα δέστε με γερά που να πονέσω
ορθά με το σκοινί, απ' τη θέση μου να μη μετασαλεύω,
πα στο κατάρτι, να 'ναι πάνω του δεμένα τα σκοινιά μου.
Κι αν σας φωνάζω να με λύσετε και σας παρακαλιέμαι,
αρπάχτε τα σκοινιά και σφίχτε τα πιο ακόμα στο κορμί μου.»
Την ώρα που όλα αυτά ξεδιάλυνα μιλώντας στους συντρόφους,
καθώς αγέρας πρίμος έσπρωχνε το καλοσκαρωμένο
καράβι, το νησί αντικρίσαμε σε λίγο των Σειρήνων.
Μεμιάς ο αγέρας καταλάγιασε και χύθηκε γαλήνη
τρογύρα απάνεμη, και κοίμισε κάποιος θεός το κύμα.
Τότε πετάχτηκαν οι σύντροφοι και τα πανιά μαϊνάραν,
κι ως στο βαθύ το πλοίο τ' απίθωσαν, στα τορνευτά
κάθισαν ελάτινα κουπιά και γέμιζαν αφρούς το κύμα γύρα.
Κι εγώ από μια τρανή κερόπιτα με κοφτερό μαχαίρι
μικρά κομμάτια κόβω κι άρχισα μες στα γερά μου χέρια
να τα μαλάζω, ως που ζεστάθηκαν, καθώς κι η δύναμή μου
και του Ήλιου η πύρα τ' ουρανόδρομου τα δάμαζε από πάνω.
Κι ως όλων των συντρόφων βούλωσα τ' αφτιά με τούτο, εκείνοι
σφιχτά με δέσαν χεροπόδαρα μες στο καράβι ολόρθο
πα στο κατάρτι, κι ήταν πάνω του δεμένα τα σκοινιά μου·
μετά καθίσαν και τη θάλασσα με τα κουπιά χτυπούσαν.
Μα ως το άρμενο το γοργοθάλασσο, στη φόρα που 'χε πάρει,
πια είχε ζυγώσει τόσο, που η φωνή ν' ακούγεται του ανθρώπου,
το 'δαν αυτές που ερχόταν κι άρχισαν να ψιλοτραγουδούνε:
«Έλα κοντά, Οδυσσέα περίλαμπρε, των Αχαιών η δόξα!
Το πλοίο σου στο νησί μας άραξε, ν' ακούσεις τη φωνή μας·
κανείς ως τώρα δεν προσπέρασε με μελανό καράβι,
τη μελοστάλαχτη απ' τα χείλη μας φωνή πριχού γρικήσει·
κι ως φράθη πια κι ο νους του επλούτυνε, κινάει και φεύγει πάλε.
Από βουλή θεών τα που 'συραν οι Τρώες κι οι Αργίτες πάθη
στης Τροίας τον κάμπο τα κατέχουμε μιαν άκρη ως άλλη, ακόμα
κι όσα στη γης ακέρια γίνουνται την πολυθρόφα απάνω.»
Έτσι μιλούσαν με αηδονόλαλη φωνή, και λαχταρούσε
μένα η καρδιά ν' ακούει, και γύρευα να λύσουν τα σκοινιά μου,
στους άλλους με τα φρύδια γνέφοντας· μα αυτοί λαμνοκοπούσαν
σκυμμένοι, και πετάχτη ο Ευρύλοχος μεμιάς κι ο Περιμήδης
και με σκοινιά με δέναν πιότερα και πιο γερά με σφίγγαν.
Κι ως τέλος το νησί προσπέρασαν γοργά, και των Σειρήνων
μηδέ η φωνή στ' αφτιά μας έφτανε μηδέ και το τραγούδι,
οι γκαρδιακοί σύντροφοι μου έβγαλαν το που τους είχα βάλει
κερί στ' αφτιά και πήραν κι έλυσαν και μένα απ' τα δεσμά μου.
(Όμ, Οδ. μ 158-200, μετ. Ν. Καζαντζάκης -Ι.Θ. Κακριδής)
[2]
Πηγες
[1] "Hellenica World"
[2] "Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας"
Η εφαρμογη μας για το κινητο σου
Κατέβασε και εσύ την εφαρμογή μας για το κινητό σου "Ancient Greece Reloaded"