TheDome

ANCIENT GREECE RELOADED

ΜΠΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ




ΝΕΜΕΣΙΣ




Ελάχιστα γνωρίζουμε για τη Νέμεσι, αυτή την θεότητα, που προσδιορίζεται άλλοτε ως Ιχναίη, άλλοτε ως Αδράστεια ή Ραμνουσία. Η ετυμολογία, η ρίζα του ονόματος «νέμω», δήλωνε αρχικά τη δίκαιη διανομή, τη μοιρασιά που γίνεται βάσει νόμιμης εξουσίας.

«ΝΕΜΕΣΙΣ ΔΕ ΑΠΟ ΤΗΣ ΝΕΜΗΣΕΩΣ ΠΡΟΣΗΓΟΡΕΥΕΤΑΙ, ΔΙΑΙΡΕΙ ΓΑΡ ΤΟ ΕΠΙΒΑΛΛΟΝ ΕΚΑΣΤΩι» γράφει ο Κορνούτος, δηλαδή η Νέμεσις λέγεται έτσι «από την διανομή, γιατί ξεχωρίζει το τι θα δοθεί στον καθένα».

Παράγωγα της θεολογίας της είναι τα ρήματα «νεμεσάω», «νεμεσώ», που σημαίνει αισθάνομαι δίκαιη αγανάκτηση, και η λέξη «νεμεσήμων», σημαίνουσα τον πλήρη δικαίας οργής, καθώς και η αμφίσημη «νεμεσητός», που άλλοτε σημαίνει τον προξενώντα αγανάκτηση, και άλλοτε τον αξιοσέβαστο («Ιλιάδα» Λ 649).

Με τον καιρό απέκτησε τη σημασία της ανάληψης δικαστικής δράσης εκ μέρους της εξουσίας, ώστε να απονεμηθεί δικαιοσύνη. Ως λέξη η «Νέμεσις» έχει αντικειμενική αξία και όχι υποκειμενική. Αναφέρεται στο φορέα της εξουσίας που την ασκεί. Μεταφορικά λέγοντας «Νέμεσι» εννοούμε τη θεία δίκη.

Ήταν η Νύχτα σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησίοδου και τον Παυσανία, που δίχως σύντροφο αρσενικό γέννησε την Νέμεσι, για να κρατά σε ισορροπία τις ανθρώπινες υποθέσεις. Στα Διονυσιακά του Νόννου έχουμε μια διαφορετική άποψη, που θέλει την Νέμεσι κόρη του Ωκεανού, ενώ ο Υγίνος την περιγράφει ως δημιούργημα του Ερέβους και της Νύχτας.

Άρα, σύμφωνα με τις διάφορες μυθολογικές αφηγήσεις, η Νέμεσις «γεννήθηκε»:

1. από την Νύκτα, δίχως «αρσενικό» στοιχείο (κατά την «Θεογονία» του Ησιόδου, 223)

2. από τον Ωκεανό (κατά τα «Διονυσιακά» του Νόννου, και την τοπική παράδοση του Ραμνούντος, όπως σημειώνει ο Παυσανίας)

3. από το Έρεβος και την Νύκτα (κατά τον Υγίνο)

4. από τον Θεό Δία («Κύπρια έπη», απόσπ. 8)

5. από την Θεά Δίκη (κατά τον Μεσομήδη)





ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΘΕΑΣ

Η Νέμεσις είναι Θεά εξισορροπητική που, στον «εκδηλωμένο» κόσμο της ροής και της συνεχούς αλλαγής εξασφαλίζει, ως βοηθός του Θεού Διός και «πάρεδρός» του, το αδιασάλλευτο του Ορθού ή Ιερού και του Δικαίου.

Η φύση της αυτή, την σχετίζει σε σχήμα θείας τριάδος με τις Θεές Θέμιδα και Δίκη, ανταλλάσσουν δε μεταξύ τους πάμπολλά χαρακτηριστικά (σε κανονική «τριάδα» τις βρίσκουμε σε ανάγλυφα από την Θάσο, την Ιεραπόλη, κ.α.).

Στο ομώνυμο λήμμα του Λεξικού Lidell-Scott, η θεά περιγράφεται ως «τον υπερόπτην ταπεινούσα, τον εν μεγάλαις ευτυχίαις τρυφώντα καταρρίπτουσα και την ισορροπίαν της τύχης των ανθρώπων επιδιώκουσα και μεγάλων εγκλημάτων τιμωρός».

Υπό αυτές τις ιδιότητές της, η Θεά Νέμεσις αποτελεί την κυρίαρχη θεότητα πίσω από τα αφηγούμενα του θεατρικού είδους της Τραγωδίας, που κατ’ εξοχήν ασχολείται με το μεγάλο ζήτημα της

«Ύβρεως». Η «Ύβρις», που αποτελεί ένα από τα βασικότερα σημεία της ιδιαίτερης κομοαντίληψης των Ελλήνων, ορίζεται ως η αυθάδεια και αλαζονεία που εκδηλώνουν οι θνητοί με υπέρβαση των ορίων που έχει θέσει ο ηθικός και θεϊκός Νόμος και χαρακτηριστική είναι η παλαιότατη προειδοποίηση του φιλοσόφου Ηρακλείτου πως αυτή πρέπει να σβήνεται περισσότερο και από την πυρκαγιά («ΎΒΡΙΝ ΧΡΗ ΣΒΕΝΝΥΝΑΙ ΜΑΛΛΟΝ Ή ΠΥΡΚΑΪΗΝ»).

Η Θεά Νέμεσις εργάζεται μαζί με την Θεά Δίκη, καθώς από κοινού οι δύο Θεές «μικραίνοντας εύκολα τους μεγάλους, φροντίζουν να μην σκέφτεται ο άνθρωπος πάνω από τα όσα του επιτρέπει η φύση του» («ΟΥΚ ΕΩΣΑΙ ΜΕΙΖΟΝ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΦΡΟΝΕΙΝ, ΑΛΛΑ ΡΑΔΙΩΣ ΜΙΚΡΟΥΣ ΕΚ ΜΕΓΑΛΩΝ ΠΟΙΟΥΣΑΙ», όπως γράφει ο Αίλιος Αριστείδης, περ. 117 – 189, στον «Πρεσβευτικόν προς Αχιλλέα», 436. 28).

Στα «Ονειροκριτικά» του (2.37), ο Αρτεμίδωρος γράφει τον 2ο αιώνα πως η Θεά Νέμεσις είναι πάντοτε αγαθή προς τους ανθρώπους που ζουν σύμφωνα με τους νόμους ή με μέτρο, καθώς και στους φιλοσόφους, αντιθέτως στους παρανομούντες, στους επιθέμενους στους άλλους και στους υπέρφρονες στέκεται ενάντια και εγείρει εμπόδια σε όσα επιχειρούν:

«ΝΕΜΕΣΙΣ ΑΕΙ ΤΟΙΣ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟΝ ΖΩΣΙΝ ΑΓΑΘΗ ΚΑΙ ΜΕΤΡΙΟΙΣ ΑΝΘΡΩΠΟΙΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙΣ. ΤΟΙΣ ΔΕ ΠΑΡΑΝΟΜΟΥΣΙ ΚΑΙ ΤΟΙΣ ΕΠΙΤΙΘΕΜΕΝΟΙΣ ΤΙΣΙ ΚΑΙ ΤΟΙΣ ΜΕΓΑΛΩΝ ΟΡΕΓΟΜΕΝΟΙΣ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΕΝΑΝΤΙΑ ΚΑΘΙΣΤΑΤΑΙ ΚΑΙ ΕΜΠΟΔΙΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΜΕΝΩΝ».





ΣΤΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

Ορισμένοι συγγραφείς, μεταξύ των οποίων και ο Απολλόδωρος, γράφουν πως η Νέμεσις όταν ενώθηκε με τον θεό Δία, γέννησε την Ωραία Ελένη. Παρόλο που η Νέμεσις υπέστη μεγάλη καταδίωξη για να αποφύγει τον πόθο του Δία, ενώθηκε μαζί του με τη μορφή χήνας, όταν ο Δίας είχε τη μορφή κύκνου. Κατά την καταδίωξή της πέρασε η Νέμεσις χώρες και ηπείρους, θάλασσες όπου μεταμορφώνονταν σε ψάρι, και γενικά άλλαζε εκείνη συνέχεια μορφή.

Η Νέμεσις γέννησε ένα αβγό το οποίο βρήκε στο δάσος ένας βοσκός και το έδωσε στη Λήδα. Η Λήδα το έκλεισε σε ένα ερμάρι και όταν γεννήθηκε η Ελένη, την ανέθρεψε σαν κόρη της. Υπάρχουν άλλες δύο εκδοχές για το αβγό αυτό:

ότι ο θεός Ερμής το έριξε στον κόρφο της Λήδας

ότι έπεσε από τον ουρανό.

Υπάρχει και μια άλλη άποψη της μυθολογικής διαδρομής της Νεμέσεως. Λεγόταν πως από την ένωση του Ταρτάρου και της Νεμέσεως γεννήθηκαν οι Τελχίνες. Τα ονόματά τους ήταν Χρυσός, Άργυρος και Χαλκός, από τα μέταλλα που είχαν ανακαλύψει ή κατά τον Βακχυλίδη Ακταίος, Μεγαλήσιος, Ορμενός και Λύκος. Οι Τελχίνες ήταν μάγοι και προκαλούσαν βροχή, χαλάζι, χιόνι και κεραυνούς.

Ήταν πνεύματα της φωτιάς-ηφαιστειακά, από ρίζες έφτιαχναν φίλτρα θαυματουργά και κατείχαν τρομερές δεξιότητες. Περιγράφονται ενίοτε δίχως χέρια ή πόδια. Ήταν όντα αμφίβια και είχαν κάτι από άνθρωπο και κάτι από ψάρι, σαν τον Όανες της σουμερο-βαβυλωνιακής μυθολογίας. Τους περιέγραφαν με μεμβράνη στα δάχτυλα και φημισμένες οικογένειες ισχυρίζονταν ότι κατάγονταν από τη γενιά τους.


Νέμεσις εν Δράση:

Η Νέμεσις ήταν η προσωποποίηση της θείας εκδίκησης, όπως οι Ερινύες, αλλά δεν τιμωρούσε μόνο το έγκλημα, αλλά και κάθε «υπερβολή» και αλαζονεία. Τιμωρούσε τους υπερόπτες και προσπαθούσε να φέρει την ισορροπία ανάμεσα στην τύχη των ανθρώπων.

Έτσι ο Κροίσος, γεμάτος πλούτη και αλαζονεία, οδηγήθηκε από την Νέμεση στην εκστρατεία εναντίον του Κύρου και καταστράφηκε.

Άλλη μία γνωστή ιστορία όπου εμπλέκεται η Νέμεσις και επιφέρει κρίση είναι αυτή του Νάρκισσου.





ΙΕΡΑ - ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Στην Αττική λατρεύθηκε με ιδιαίτερο ιερό της («Νεμεσείον») στην περιοχή του Ραμνούντος, εξ ου και το όνομα «Ραμνουσία». Προς τιμήν της, καθώς επίσης και προς τιμήν των νεκρών προγόνων, αφού «Η ΝΕΜΕΣΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΠΟΘΑΝΟΝΤΩΝ ΤΕΤΑΚΤΑΙ», εορτάζονταν τα ολονύκτια «Νεμέσεια» ή «Νεμέσια» στις 5 του αττικού μηνός Βοηδομιώνος (του 3ου δηλαδή σεληνιακού μηνός, τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο). Το εκεί λατρευτικό άγαλμα της Θεάς το σμίλευσε είτε ο Αγοράκριτος, είτε ο Διόδοτος, είτε ο Φειδίας (οι αρχαίες πηγές αντιφάσκουν) από ένα τεράστιο κομμάτι μαρμάρου, που είχαν φέρει οι Πέρσες από την Πάρο, με σκοπό να υψώσουν τρόπαιο όταν θα καταλάμβαναν την Αθήνα.

Λατρεύθηκε επίσης στην Σμύρνη, υπό δύο διαφορετικές εκδοχές της που ωστόσο και οι δύο προέρχονταν από την Νύκτα (Παυσανίας, 7.5.1), καθώς και στην Πάτρα (με Ναό που φιλοξενούσε κολοσσιαία μαρμάρινα αγάλματα, Παυσανίας 7.20.9), την Κύζικο και την Κω (σε συλλατρεία με την Θεά Αδράστεια ως ξεχωριστή θεότητα, όπως μαρτυρεί επιγραφή του 2ου π.α.χ.χ. αιώνος, Iscr. de Cos ED144), καθώς και στην Πασμασό της Καππαδοκίας (σύμφωνα με την μαρτυρία χριστιανών: «εν τόπω καλουμένω Πασμασώ, ένθα της Νεμέσεως εστήρικτο βδέλυγμα»).

Ιερά σύμβολα της Θεάς είναι ο πήχυς, το χαλινάρι, το ξίφος, η μάστιγα και ο (κοινός με την Εκάτη) τροχός, «ΣΗΜΑΙΝΩΝ ΤΑ ΛΕΓΟΜΕΝΑ ΑΣΤΑΤΑ ΚΑΙ ΑΒΕΒΑΙΑ ΤΥΓΧΑΝΕΙΝ, ΕΠΕΙ ΚΑΙ Ο ΤΡΟΧΟΣ ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ ΑΝΑΚΥΚΛΟΥΜΕΝΟΣ ΑΣΤΗΡΙΚΤΟΣ ΥΠΑΡΧΕΙ», όπως γράφει τον 2ο αιώνα ο Βέτιος Βάλης (Vettius Valens, 120 - 175).

Ιερός αριθμός της Θεάς είναι το 5, όπως τουλάχιστον διασώσει ο Ιάμβλιχος αναφορικά με τους Πυθαγορείους («ΟΤΙ ΝΕΜΕΣΙΝ ΚΑΛΟΥΣΙ ΤΗΝ ΠΕΝΤΑΔΑ»). Το 5 είναι σημαντικό διότι περιλαμβάνει τις αρχετυπιές μορφές όλων των αριθμών, δηλαδή τον πρώτο άρτιο (2) και τον πρώτο περιττό (3), αλλά και συμβολίζει όλες τις δυνατότητες του εκδηλωμένου κόσμου, αφού 5 είναι τα κανονικά πολύεδρα σώματα (πυραμίς, κύβος, οκτάεδρο, δωδεκάεδρο και εικοσάεδρο).

Αρχικά, η Νέμεσις απεικονιζόταν όμοια με την Θεά Αφροδίτη (της οποίας στην Κύπρο απετέλεσε και επίθετο, απεικονίσθηκε δε ως Αφροδίτη – Νέμεσις σε νόμισμα της Πάφου της εποχής του βασιλιά Ευαγόρα) και με την πάροδο του χρόνου μοιράστηκε στοιχεία της Θεάς Τύχης. Στις αρχές του 2ου αιώνος, ο Δίων Χρυσόστομος την παρουσιάζει ως πλευρά της Θεάς Τύχης, καθώς η ακριβοδίκαιη εκδήλωσή της τελευταίας ονομάζεται Νέμεσις, η δε άγνωστη ακόμα εκδήλωσή της ονομάζεται Ελπίς: «ΟΝΟΜΑΣΤΑΙ ΔΕ Η ΤΥΧΗ ΚΑΙ ΠΟΛΛΟΙΣ ΤΙΣΙΝ ΕΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙΣ ΟΝΟΜΑΣΙ, ΤΟ ΜΕΝ ΙΣΟΝ ΑΥΤΗΣ ΝΕΜΕΣΙΣ, ΤΟ ΔΕ ΑΔΗΛΟΝ ΕΛΠΙΣ».

Το λατρευτικό της άγαλμα στον Ραμνούντα, έφερε στέμμα και κρατούσε στο αριστερό χέρι κλάδο μηλιάς και σπονδικό αγγείο στο δεξί. Αλλού, και αργότερα, απεικονίζεται με χαλινάρι ή κλαδί μελιάς στο αριστερό χέρι και με τροχό, ή ξίφος, ή μάστιγα στο δεξί. Σε άλλες απεικονίσεις εμφανίζεται επάνω σε άρμα που το έλκουν γρύπες ή να έχει γρύπα καθισμένο δίπλα στα πόδια της (όπως σε άγαλμά της της Ύστερης Αρχαιότητας από το Viminacium).

Επικλήσεις και επίθετά της είναι τα: «Αδράστεια» (εκείνη από την οποία δεν δραπετεύει κανείς), «Αιδία», «Δικαία» (σε ανάγλυφο της Θεσσαλονίκης και σε βωμό από τα Θιάτειρα της Φρυγίας, όπου απεικονίζεται να κρατεί ζυγαριά), «Δικασπόλος» (εκ του «Δίκα» και «πέλω», εκείνη που απονέμει δικαιοσύνη), «Ιχναίη» (η κατ' ίχνος και κατά πόδας παρακολουθούσα), «Πανδερκής» (βλέπουσα τα πάντα), «Πολύσεμνος», κ.ά. «Γλώσσης αντίπαλον» την αποκαλεί τον 1ο αιώνα ο Αντίφιλος του Βυζαντίου («Anthologia Graeca», VII 630): «ΠΑΝΤΑ ΛΟΓΟΝ ΠΕΦΥΛΑΞΟ ΤΗΝ ΑΥΡΙΟΝ, ΟΥΔΕ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΛΗΘΕΙ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΗΣ ΑΝΤΙΠΑΛΟΝ ΝΕΜΕΣΙΝ», δηλαδή «απόφευγε ακόμα και την λέξη αύριο, γιατί ούτε τα μικρά πράγματα δεν ξεφεύγουν από την αντίπαλο της γλώσσας μας Θεά Νέμεσι».


Ο λεγόμενος «Ορφικός» ύμνος προς την Θεά, έχει ως ακολούθως:

«Ω Νέμεσι, κληίζω σε, Θεά, βασίλεια μεγίστη, πανδερκής, εσορώσα βίον θνητών πολυφύλων, αϊδία, πολύσεμνε, μόνη χαίρουσα δικαίοις, αλλάσσουσα λόγον πολυποίκιλον, άστατον, αιεί, ήν πάντες δεδίασι βροτοί ζυγόν αυχένι θέντες, σοι γαρ αεί γνώμη πάντων μέλει, ουδέ σε λήθει ψυχή υπερφρονέουσα λόγων αδιακρίτωι ορμήι. Παντ’ εσοράς και παντ’ επακούεις, και πάντα βραβεύεις, εν σοι δ’ εισί δίκαι θνητών, πανυπέρτατε δαίμον. Ελθέ μάκαιρ’, αγνή, μύσταις επιτάρροθος αιεί, δος δ’ αγαθήν διάνοιαν έχειν, παύουσα πανεχθείς γνώμας ουχ οσίας, πανυπέρφρονας, αλλοπροσάλλας».


Ο δε μεταγενέστερος (2ος αιών) διασωθείς «Ύμνος εις Νέμεσιν» του κρητικής καταγωγής ποιητή Μεσομήδους, λέει τα ακόλουθα:

«Νέμεσι πτερόεσσα βίου ροπά, κυανώπι θεά, θύγατερ Δίκας, α κούφα φρυάγματα θνατών επέχεις αδάμαντι χαλινώι, έχθουσα δ' ύβριν ολοάν βροτών μέλανα φθόνον εκτός ελαύνεις. Υπό σον τροχόν άστατον αστιβή, χαροπά μερόπων στρέφεται τύχα, λήθουσα δε παρ πόδα βαίνεις, γαυρούμενον αυχένα κλίνεις. Υπό πήχυν αεί βίοτον μετρείς, νεύεις δ' υπό κόλπον όφρυν αεί ζυγόν μετά χείρα κρατούσα. Ίλαθι μάκαιρα δικασπόλε, Νέμεσι πτερόεσσα βίου ροπά. Νέμεσιν θεόν άδομεν αφθίταν, Νίκην τανυσίπτερον ομβρίμαν νημερτέα και πάρεδρον Δίκας, α ταν μεγαλανορίαν βροτών νεμεσώσα φέρεις κατά Tαρτάρου», που στην νέα Ελληνική αποδίδεται «Νέμεσι πτερωτή, του βίου ισορροπία, γαλανομάτα Θεά, της Δίκης θυγατέρα, που τις κούφιες των θνητών αυθάδειες συγκρατείς με διαμαντένιο χαλινάρι, εχθρευόμενη δε την των θνητών ολέθρια ύβρι τον μαύρο φθόνο αποδιώχνεις. Κάτω από τον ασταμάτητο τροχό σου που σε δρόμους απάτητους τρέχει, χαρωπή περιστρέφεται και των θνητων η τύχη, αόρατη δε δίπλα στα πόδια τους βηματίζεις και κάθε επαιρόμενο αυχένα λυγίζεις. Στον πήχυ σου πάντα τους βίους μετράς και στις καρδιές στρέφεις το αυστηρό σου βλέμμα, πάντα στο χέρι κρατώντας ζυγαριά. Δείξε ευμένεια, μακάρια της Δικαιοσύνης πάροχε, Νέμεσι πτερωτή, του βίου ισορροπία. Την αθάνατη Θεά Νέμεσι υμνούμε, την φτερουγίζουσα και ισχυρή και αψευδή Νίκη, που κοντά στον θρόνο της Δίκης κάθεται, εσέ που τιμωρούσα των θνητών την έπαρση, προς τον Τάρταρο την πηγαίνεις».





Η ΝΕΜΕΣΙΣ ΤΩΝ ΡΩΜΑΙΩΝ

Η Θεά υιοθετήθηκε από τους Ρωμαίους αυτούσια και με το Ελληνικό όνομά της, σε σημείο που αργότερα, τον 1ο αιώνα, ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος να τονίζει δύο φορές μέσα στο ίδιο κείμενο («Naturalis Historia», 11.251.3-4 και 28.22.5-6) το ότι η Νέμεσις είναι μια Θεά για την οποία δεν έχει βρεθεί ένα λατινικό όνομα παρά το ότι έχει εισέλθει και σε αυτό το ίδιο το Καπιτώλιο («quae Dea Latinum nomen ne in Capitolio quidem invenit» και «Graecam Nemesin invocantes, cuius ob id Romae simulacrum in Capitolio est, quamvis Latinum nomen non sit?»).

Κατά την αυτοκρατορική εποχή, η Θεά Νέμεσις σχετίστηκε έντονα με την Θεά Δικαιοσύνη (Iustitia) και την Θεά Ισονομία (Aequitas), μετά τον 3ο μ.α.χ.χ. αιώνα μάλιστα υπέστη και θεοκρασία με την Θεά Τύχη (Fortuna) ως «Nemesis Fortuna», ενώ στην ρωμαϊκή Ανατολή ταυτίστηκε και με την λεγόμενη «Σύρια Θεά» («Dea Syria») ή Αταργάτιδα. Από την 1ο αιώνα υπέστη επίσης θεοκρασία με την Θεά Αρτέμιδα (Diana) και την Θεά Ειρήνη (Pax).

Aφιερωματικά ανάγλυφα της Νεμέσεως – Ντιάνα έχουν διασωθεί από τις βαλκανικές ρωμαϊκές πόλεις Andautonia, Ovilava και Teurnia, καθώς και από την Κολωνία και την Βόννη, και αγάλματά της από το Carnuntum, την Aquileia, κ.α. Ο Ιούλιος Καίσαρ έστησε στην Αλεξάνδρεια άγαλμα της Θεάς Nemesis - Pax, η οποία αργότερα εμφανίστηκε (πτερωτή και κρατούσα κηρύκειο) και σε νομίσματα του Νέρωνος, του Κλαυδίου, του Βεσπασιανού, του Τραϊανού και του Αδριανού.

Από βωμούς, επιγραφές, αγάλματα και αφιερώματα, γνωρίζουμε ότι η Νέμεσις προσφωνήθηκε ως «Caelestis» (Ουρανία), «Augusta», «Regina», «Victrix» (Νικήτρια), «Sebaste», «Ultrix» (Εκδικήτρια) και «Sancta», θεωρείτο δε ότι αυτή δίδαξε στους ανθρώπους την τέχνη της γεωρήσεως (εξ ου και «Nemesis Campestris»). Ως «Victrix» απεικονίζεται να πατάει επάνω σε ηττημένο εχθρό, με πρώτη τέτοια διασωθείσα εμφάνισή της σε νομίσματα του Τραϊανού που κόπηκαν στην Αλεξάνδρεια και μετά ακολούθησαν πολλές άλλες σε αγάλματα και ανάγλυφα σε όλη την ρωμαϊκή επικράτεια (στην Ελλάδα έχουν διασωθεί απεικονίσεις από τον Πειραιά, την Γόρτυνα, την Θεσσαλονίκη, κ.ά).

Η ρωμαϊκή Νέμεσις λατρεύθηκε κυρίως από νομικούς αλλά και νικητές στρατηγούς και ήταν επίσης προστάτις των μονομάχων (Gladiatores) και των αγωνιστών με άγρια θηρία (Venatores). Ο λατρευτικός της θίασος, από την Ιταλία έως και την άκρα Ιβηρική (βλ. επιγραφή «Αmici Nemesiaci» στην Έβορα, CIL II, 5191) έφερε την ονομασία «Νεμεσιακοί» («Nemesiaci») και καλλιεργούσε επίσης την μαντική. Στους ιερείς αυτούς επετέθη με ιδιαίτερη οξύτητα, προσπαθώντας να τους γελοιοποιήσει, ο βορειοαφρικανός χριστιανός επίσκοπος του 3ου αιώνα Κομμοδιανός, στο κεφάλαιο «Nemesiacis Vanis» του κειμένου του «Instructiones», ετέθησαν δε εκτός νόμου από τους χριστιανούς αυτοκράτορες Ονώριο και Θεοδόσιο, τον Νοέμβριο του 412 («Codex Theodosianus», 14.7.2).







Πηγες


Στράβων 9.1.17

Απολλόδωρος 3.127f

Υγίνου, Αστρονομία, 2.8

Ησίοδου, Θεογονία, 223

Παυσανίας, 7.5.3

Νόννου, Διονυσιακά, 48.375

Βακχυλίδης, Αποσπ.

Ομηρικός Ύμνος III στον Δήλιο Απόλλωνα 89f

Ορφικός Ύμνος 61 στην Νέμεσιν

Greek Lyric IV, Βακχυλίδης Αποσπ. 52 (από τον Τζέτζη περί Θεογονίας)

Dr. Vollmer's Wörterbuch der Mythologie aller Völker, Stuttgart: Hoffmann'sche Verlagsbuchhandlung, 1874.

Λεξικόν Σουΐδα, λήμμα: Ραμνουσία Νέμεσις

Carassiti Anna Maria, «Dizionario di mitologia greca e romana», Roma, 1996

Farnell Lewis Richard, «The Cults of the Greek States», τόμος 2, Oxford, 1896

Hornum Michael B., «Nemesis, the Roman State and the Games», Leiden, 1993

Stafford E. J., «Nemesis. Hybris and Violence», Paris, 2005

Walz Christian, «De Nemesi Graecorum», Tubingen, 1852

"Βλάσης Γ. Ρασσιάς"





Η εφαρμογη μας για το κινητο σου

Κατέβασε και εσύ την εφαρμογή μας για το κινητό σου "Ancient Greece Reloaded"