TheDome

ANCIENT GREECE RELOADED

ΜΠΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ




Παρμενιδης ο Ελεατης (515 π.Χ)



Διαβάστε ακόμη: Προσωκρατική φιλοσοφία


Πήγαινε απευθείας στο σημείο: ΚΥΡΙΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΠΑΡΜΕΝΙΔΗ – ΠΛΑΤΩΝΑ

Ο Παρμενίδης ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Ελέα της Μεγάλης Ελλάδας στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., σε ένα περιβάλλον επηρεασμένο από τις απόψεις του Πυθαγόρα και του Ξενοφάνη. Θεωρείται η πλέον πρωτότυπη μορφή της προσωκρατικής σκέψης. Σε αντίθεση με τους Ίωνες φυσιολόγους δεν αναζητά την ενότητα του κόσμου σε μια φυσική ουσία, αλλά στην ίδια την «οντότητα» των πραγμάτων που μας περιβάλλουν, στο είναι όλων των όντων και όλων των πραγμάτων.





Ο Παρμενίδης ο Ελεάτης γεννήθηκε το 515 π.Χ. σε μια ελληνική πόλη της Νότιας Ιταλίας, την Ελέα. Αποσαφήνισε μια διάκριση που έμμελε να επηρεάσει για πάντα τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα. Πρόκειται για την διάκριση μεταξύ αλήθειας και πλάνης.

Ενώ οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι προσπαθούσαν να βρουν απάντηση στο ερώτημα, ποιο είναι το θεμέλιο της πραγματικότητας ( ή αλλιώς ποιο είναι το εκείνο το στοιχείο που συνδέει ολόκληρο το σύμπαν;) οι απαντήσεις που είχαν δοθεί ως τότε σχετίζονταν με τα τέσσερα στοιχεία της φύσης (δηλαδή φωτιά, νερό, γη αέρας).

Αυτή, λοιπόν, η «πρώτη αιτία του σύμπαντος» αργότερα ονομάστηκε μεταφυσική. Ο Παρμενίδης ήταν αυτός που έδωσε την πιο πρωτότυπη απάντηση –μέχρι και σήμερα!- στο ερώτημα του θεμελίου της πραγματικότητας, λέγοντας πως τίποτα από τα φωτιά, νερό, γη ή αέρας μπορούσε να είναι. Κατέδειξε πως το πιο βασικό και κοινό χαρακτηριστικό που συνδέει όλα όσα υπάρχουν, αποτελεί το ότι ακριβώς αυτά υπάρχουν, δηλαδή το οτι αυτά «είναι». Επομένως, αυτό τον κάνει και τον πρώτο άνθρωπο που φέρνει τομή στην δυτική σκέψη, καθώς θέτει το ζήτημα του «είναι» που είναι μέχρι και σήμερα ένα από τα βασικότερα θέματα που απασχολούν την φιλοσοφία. Φυσικά είναι και το ερώτημα που αργότερα απασχολεί όλους τους κορυφαίους φιλοσόφους της αρχαιότητας.

Ο Παρμενίδης ήταν αριστοκρατικής καταγωγής και οφείλει την αρχική του εκπαίδευση στην φιλοσοφία του Πυθαγόρα. Ήταν ιδρυτής μιας δυναστείας ιερέων και θεραπευτών που συνδέονταν με την λατρεία του Θεού Απόλλωνα. Το ενδιαφέρον του για την πολιτική περιορίστηκε στην καταγραφή ενός συντάγματος για την πόλη του, την Ελέα, καθώς κάποιος φιλόσοφος που τον επηρέασε αρκετά τον είχε πείσει να μην ασχοληθεί με την πολιτική, αλλά να στραφεί στην «ησυχίαν», δηλαδή στη φιλοσοφία. Λέγεται, πως η φιλοσοφία του ήταν αποτέλεσμα μιας θείας αποκάλυψης γι αυτό έγραψε και το μοναδικό του έργο σε μια γλώσσα περίεργη και δυσνόητη που είχε τη μορφή ποιήματος, το «Περί Φύσεως». Πρόκειται για την περιγραφή ενός υπερφυσικού ταξιδιού πάνω σε ένα άρμα που τον οδηγεί σε μια θεά που τον δέχεται και του αποκαλύπτει την αλήθεια. Αυτή η ιστορία έδωσε μορφή στις εικασίες που θεωρούσαν το έργο του ένα είδος θρησκευτικής έξαρσης.

Ο Παρμενίδης απέναντι στο δίλημμα του τι χρειάζεται να εμπιστευτούμε περισσότερο ώστε να βρούμε την αλήθεια, την λογική ή τις αισθήσεις μας, απάντησε ξεκάθαρα την λογική. Κατά τον ίδιο, οι αισθήσεις μας δεν μας αποκαλύπτουν την αλήθεια, αλλά μπορούν εύκολα να μας οδηγήσουν σε ψευδαισθήσεις-πλάνες, καθώς πίστευε ότι είναι διαφορετικά ζητήματα το πώς φαίνονται τα πράγματα και πώς πραγματικά είναι (π.χ. ο ήλιος από μακριά φαίνεται μικρός, ενώ ένα μικρό πράγμα από κοντά φαίνεται μεγάλο). Έτσι, πρέπει να στηριζόμαστε στην σκέψη και στην λογική και όχι στις αισθήσεις μας. Η καθαρή λογική ήταν αυτή που οδήγησε τον Παρμενίδη στο συμπέρασμα πως το πιο βασικό χαρακτηριστικό όλων των πραγμάτων στο σύμπαν, είναι πως αυτά υπάρχουν.

Περνώντας τώρα στο ζήτημα που πρώτος από όλους έθεσε ο Παρμενίδης, δηλαδή το «είναι», δηλαδή το σταθερό και αναλλοίωτο στοιχείο του κόσμου-η βάση της πραγματικότητας, έχουμε την ίδρυση της μεταφυσικής και της οντολογίας με ερωτήματα περί ύπαρξης και σύμπαντος. Εδώ έχουμε και την διαφοροποίηση του «είναι» από το «υπάρχειν», καθώς ένα πράγμα μπορεί να «είναι», αλλά να μην «υπάρχει» (π.χ. έστω ότι έχουμε ένα χιλιόγωνο (ένα γεωμετρικό σχήμα με χίλιες γωνίες) που είναι κάτι που μπορούμε να το φανταστούμε άρα «είναι», αλλά δεν υπάρχει αισθητή παράσταση στον φυσικό κόσμο για να το δούμε άρα δεν «υπάρχει»). Ο Παρμενίδης, λοιπόν, αποσαφήνισε την διαφορά μεταξύ του «είναι» και του «μη είναι», δηλαδή του ό,τι υπάρχει και του ό,τι δεν υπάρχει. Βασικό κριτήριό του ήταν το κριτήριο του λόγου, δηλαδή με τον νου μπορώ να δω αν κάτι υπάρχει ή δεν υπάρχει. Στο «είναι», λοιπόν, καμία αλλοίωση δεν πρέπει να συμβαίνει και πρέπει να μένει αμετάβλητο γιατί μόνο έτσι «είναι», δηλαδή υπάρχει.

Ο φιλόσοφος μας εφόσον συμπέρανε πως δεν μπορεί να υπάρχει καμία αλλαγή στο «είναι», στην πραγματικότητα (δηλαδή στο «είναι») δεν μπορεί να υπάρχει και καμία κίνηση, αφού η αλλαγή προϋποθέτει την κίνηση και άρα λογικά δεν υπάρχει ούτε ο χρόνος ο οποίος μετρά ουσιαστικά την κίνηση και την αλλαγή. Επομένως, αναφέρει πως δεν υπάρχει παρελθόν και μέλλον, αλλά ένα αιώνιο παρόν που τα περιλαμβάνει όλα. Αντιλαμβανόταν τον χώρο και τον χρόνο, ολόκληρο το σύμπαν δηλαδή ως κάτι το οποίο έχει όρια και δεν είναι άπειρο. Και αυτό είναι ένα ακόμα πρωτότυπο ζήτημα που έθεσε και που μας απασχολεί ακόμα και σήμερα, το αν το σύμπαν είναι άπειρο ή πεπερασμένο.





Ένας ακόμα αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος που με την σκέψη και την γνώση του περιφέρεται πάνω από το πέπλο της παγκόσμιας φιλοσοφίας. Σύμφωνα, λοιπόν, με τον φιλόσοφο μας τα πάντα που μπορούμε να φανταστούμε, «είναι». Η μελέτη του έργου του για την λογική του «είναι», μια από τις πιο δύσκολες φιλοσοφίες που γνώρισε ποτέ ο άνθρωπος, ίσως είναι και το κλειδί για να ξεδιαλυθεί το μυστήριο γύρω από την πραγματικότητά που ζούμε.

[1]

Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας



Κυριες διαφορες Παρμενιδη – Πλατωνα

Το γεγονός ότι ο Πλάτων θεωρεί τον Παρμενίδη «πνευματικό πατέρα του» και προσδιορίζεται ως ο ύστερος μαθητής του και διάδοχός του εξ αυτού, μας υποχρεώνει να προβούμε σε μια συγκριτική έρευνα των διαφορών της Παρμενιδικής από την Πλατωνική θεωρία. Καθώς, επίσης, τα βιώματα, η βούληση και οι επιθυμίες μετέχουν στη διαμόρφωση της γενικότερης αντίληψης, είμαστε υποχρεωμένοι να τα λάβουμε υπόψη μας και αυτά.

Τέλος, πρέπει να τονιστεί ότι οι υπάρχουσες διαφορές, όπου και να κλίνουν, ουδόλως επηρεάζουν την αξία ενός φιλόσοφου. Ως εκ τούτου, η συγκριτική έρευνα μεταξύ των δυο στοχαστών που επιχειρείται, αποσκοπεί μόνο να εισφέρει στην κατανόησή τους.

Ο Παρμενίδης και ο Πλάτων, οι οποίοι απέχουν μεταξύ τους κάπου 100 χρόνια, κρατούσαν και οι δυο από ηγεμονική γενιά. Ο Πλάτων προήρχετο από τη γενιά του τελευταίου βασιλιά των Αθηνών, του Κόδρου, ο οποίος θυσιάστηκε για την πόλη του. Ήταν απόγονος του Σόλωνα και του Πεισίστρατου, στην καταγωγή Φιλαΐδης, μια οικογένεια που είχε δείξει έμπρακτα ότι δεν ενδιαφερόταν για τα χρήματα αλλά για την προκοπή της πόλης. Όσον αφορά την καταγωγή του Παρμενίδη δε γνωρίζουμε το γενεαλογικό του δέντρο, κρατούσε πάντως και αυτός από αρχοντική γενιά.

Η πρώτη πρακτική διαφορά τους εντοπίζεται στο ότι ο προγενέστερος Παρμενίδης ήταν ηγεμών, ο Πλάτων ήθελε να ηγεμονεύσει· ο πρώτος είχε την πολιτεία του, ο δεύτερος ονειρευότανε να την αποκτήσει. Και προσπάθησε με όλες τις δυνάμεις του γι’ αυτό, από την Αθήνα ως τη Σικελία, δίχως να το κατορθώσει...

Ο Πλάτων θεωρούσε ουσιαστικά τον Παρμενίδη δάσκαλο, ενώ ο Σωκράτης ήταν η παντιέρα, το έμβλημά του, κάνοντάς τον σύμβολο, λέγοντας στους Αθηναίους «να τι κάνατε με τη δημοκρατία σας, σκοτώσατε τον καλύτερο». Σε αυτό συναινεί το γεγονός ότι όταν ο Σωκράτης καταδικάστηκε, ο Πλάτων νεαρός ων, πήγε να μιλήσει στη δίκη του, αλλά ως γνωστόν οι δικαστές του είπαν «είσαι μικρός εσύ, κάτσε κάτω», οπότε φυσιολογικά δεν πρόλαβε να ζήσει το Σωκράτη. Ήταν όμως στην ψυχή του, ο δάσκαλος των παιδικών του χρόνων, ενώ ο Παρμενίδης αποτέλεσε το σπούδαγμά του.

Για τα παιδικά χρόνια του Παρμενίδη έχουμε ήδη αναφέρει ότι μαθήτευσε με ικανούς δασκάλους, ίσως με τους καλύτερους, και ότι οι γνώσεις που είχε παραπέμπουν στο ότι ήταν περισπούδαστος μαθητής, σε αντίθεση με τον Πλάτωνα, που δεν ήταν. Είναι γνωστό ότι τον απέβαλλαν από τις σχολές που φοιτούσε χωρίς να τις ολοκληρώσει, διότι «κοινοποιούσε νωρίς τα συμπεράσματά του», φτιάχνοντας δικές του θεωρίες. Του είχαν αποδοθεί, ως γνωστόν, τα προσωνύμια του «ευφάνταστου» και του «λογοκλόπου». Χάρη στο γεγονός ότι στη φιλοσοφία δεν υπάρχει παρθενογένεση, ο προσδιορισμός αυτός δεν αποτελεί μομφή· το ότι βιαζόταν όμως, είναι σίγουρα αρνητικό.

Η Πλατωνική διδασκαλία, είπαμε ότι βρίθει Παρμενιδικών στοιχείων, τα οποία όμως έχουν μια διαφορετική νοηματική χροιά από αυτήν του Παρμενίδη. Ας εξετάσουμε, όμως, μερικά, λαμβάνοντας υπόψη μας ότι ο Παρμενίδης ήταν Ξενοφανικός, Αναξιμάνδρειος και Ηρακλείτειος, ενώ ο Πλάτων 50% Παρμενιδικός, 30% Πυθαγορικός και 20% Ηρακλείτειος, περίπου.


1. Η αλληγορία του άρματος

Στο άρμα του Παρμενίδη τα άλογα είναι αγνώστου αριθμού, ίδια μεταξύ τους, με μεγάλη φρόνηση και γνώση του πού θα πάνε. Ηνίοχοι είναι οι αποκαλυμμένες Ηλιάδες και παρατηρητής ο άνθρωπος. Πρωταγωνιστικό ρόλο εδώ παίζει η ενσυναίσθηση.

Στο άρμα του Πλάτωνα τα άλογα είναι δυο, εντελώς ανόμοια μεταξύ τους, το ένα άσπρο, έχοντας τάση ως ουράνιο ένστικτο - ανώτερη επιθυμία να ανέλθει· το άλλο μαύρο, έχοντας τάση ως γήινο ορμέμφυτο - κατώτερη επιθυμία να κατέλθει. Τα ηνιοχεύει ο άνθρωπος και δεν υπάρχει επιβάτης. Πρωταγωνιστικό ρόλο εδώ, παίζει η λογική.

Πέραν αυτών, η ικανότητα του ηνίοχου, η οποία στον Παρμενίδη εμφανίζεται ως γήτευση, στον Πλάτωνα ορίζεται ως τέχνη. Ο Παρμενίδης στη γνώση οδηγείται, δείχνοντας ότι υπάρχει μέσα μας το φως, ενώ ο Πλάτων κατευθύνει, δείχνοντας ότι η γνώση αποκτάται και ότι μέσα μας υπάρχει ο κόσμος των σκιών.


2. Το φως - H αλληγορία του σπηλαίου

Το φως ως αλήθεια και γνώση, κατά τον Παρμενίδη, παρέχεται στην ανθρωπότητα επιμερισμένο, σαν το ουράνιο τόξο, σε χρώματα και αποχρώσεις. Στη θέση του επί της γνώσης ο φιλόσοφος εμφανίζεται, κοινώς, απλός και φυσικός.

Το πραγματικό φως, κατά τον Πλάτωνα, δεν μπορεί να το αντικρίσει ο άνθρωπος. Παρουσιάζεται εκτυφλωτικό. Αυτό που βλέπει είναι ένα φως δευτερογενές, από μια φωτιά. Εμφανίζεται δηλαδή στη θέση του επί της γνώσης πιο απόμακρος.

Ο άνθρωπος πάλι, κατά τον Πλάτωνα, παρουσιάζεται σαν να βρίσκεται σ’ ένα σπήλαιο αλυσοδεμένος με την πλάτη προς την είσοδο, να κοιτά τον κόσμο που προβάλλεται σαν παραλλάξεις και σκιές μέσω του φέγγους της φωτιάς που βρίσκεται στην πλάτη του, καθώς ο ήλιος δε φτάνει μέσα.

Στον Παρμενίδη, αντίθετα, δεν υπάρχει σπήλαιο ούτε αλυσίδες (τις οποίες βλέπουμε και μετά τον Πλάτωνα, στον Αριστοτέλη). Στην αλήθεια των χρωμάτων του Παρμενίδη αντιπαρατίθεται ο κόσμος των σκιών του Πλάτωνα, στο επιμερισμένο φως αντιπαραβάλλεται η μαυρόασπρη εκδοχή του. Η Αλήθεια, κατά τον Ελεάτη, βρίσκεται στην εδώ πραγματικότητα και μπορεί να ιδωθεί· η Αλήθεια, κατά τον Αθηναίο, είναι εκτός πραγματικότητας και όταν ιδωθεί, τυφλώνει. Ο Πλάτων αναφέρεται στην ανέλιξη της ψυχής που βρίσκεται αλυσοδεμένη. Ο Παρμενίδης αισθάνεται ελεύθερος και δεν υπάρχουν αλυσίδες.


3. Περί νόησης και γνώσης

Η νόηση, κατά τον Παρμενίδη, είναι αντικείμενο της πίστης και υποκείμενη της ενσυναίσθησης. Ο λογισμός παίζει ρόλο κατανόησης. Τα λάθη της αντίληψης του ανθρώπου αναφέρονται στο δυισμό. Στην πίστη είναι ουμανιστής και στις θέσεις του απόλυτος ενιστής.

Η νόηση, κατά τον Πλάτωνα, είναι υποκείμενη της προσπάθειας και αντικείμενο της επιστήμης. Το λογισμό τον θέτει δευτερεύοντα. Δεν υπεισέρχεται στη λαθεμένη βάση της κρίσης των ανθρώπων. Στην πίστη του είναι αξιοκράτης της κατεύθυνσης και στις θέσεις του ελιτίστας δυιστής.


4. Περί του «είναι» και «δεν είναι»

Το «είναι» και το «δεν είναι» ο Παρμενίδης τα ορίζει ως τις δυο όψεις του ενός νομίσματος, συμπεριλαμβανόμενα και τα δυο στην οντολογία του «είναι».

Ο Πλάτων τα θέτει υπό αμφισβήτηση και, καθ’ όσον αποδέχεται ότι ο κόσμος είναι μεταφυσικός, το αποτέλεσμα είναι το «δεν είναι» να παρασύρει το «είναι», και μέσω αυτού το «ον», στον κόσμο του «επέκεινα», στην απόμακρη μεταφυσική.

Ως εκ τούτων, ο αληθής κόσμος κατά τον Πλάτωνα, μέσω του «είναι και του δεν είναι» βρίσκεται εκεί που υπάρχει το ον, στον κόσμο των τέλειων ιδεών, ενώ, κατά τον Παρμενίδη, ο αληθής κόσμος βρίσκεται εκεί που κείται το εόν, απόμακρα και «μέσα μας». Οι απόψεις τους, δηλαδή, είναι απόμακρες.


Ο Παρμενίδης του Πλάτωνα

Ο Πλάτων στο έργο του Παρμενίδης, επιχειρώντας μια κριτική ανάλυση επί του Ελεάτη στοχαστή, αποκαλύπτεται πελαγωμένος, μετατρέποντας το κείμενο αυτό σε ένα από τα πιο δυσνόητα της φιλοσοφίας. Καλύτερα να μην το έγραφε. Τι πράγματι εννοεί, ποια είναι η θέση του, κανείς δεν μπορεί να καταλάβει. Επομένως, κρίνοντας τον Πλάτωνα από το έργο του αυτό, δεν μπορεί κάποιος να μην αναλογιστεί ότι τουλάχιστον χαρακτηρισμοί «βιαστικός στις θεωρήσεις» και «ευφάνταστος», ίσως να μη στερούντο βάσης. Το «λογοκλόπος» όμως εδώ, αποκτάει άλλες διαστάσεις.

Η απορία, ως εκ τούτου που επέρχεται, είναι εάν πράγματι κατάλαβε ο Πλάτων τον Παρμενίδη ή σκοπίμως τον εξέτρεψε. Μην κρίνοντας το πρώτο αλλά το δεύτερο, προκύπτει ότι, εάν τον κατάλαβε, δεν μπορεί να θεωρηθεί παρμενιδικός, εάν όμως δεν τον κατάλαβε, τότε σίγουρα δεν είναι.





Άλλες διαφορές

Ο Παρμενίδης θεωρεί τον άνθρωπο καλό εκ γενετής αλλά στις θέσεις του λαθεμένο, αφού η ζωή και μόνο είναι το καλό, το κακό είναι η έλλειψη του καλού. Ο Πλάτων, αντίθετα, δεν εμπιστεύεται τον άνθρωπο, τον θεωρεί εκτός ολίγων εξαιρέσεων στις οποίες βάζει και τον εαυτό του, κακό, πιστεύοντας ότι το καλό είναι επίκτητο, καθαρά θέμα επιλογής και εκπαίδευσης. Ως εκ τούτων, ο Πλάτων υποβαθμίζει τον άνθρωπο, ενώ ο Παρμενίδης όχι.

Επίσης, ο Παρμενίδης δημιουργεί τη σύλληψη του ανώτατου πνευματικού όντος, ενώ ο Πλάτων επιφέρει εκ του όντος την ανώτατη πνευματική ιδέα.

Τέλος, κάτι που δεν είναι καθοριστικό, ελαφραίνει όμως το τοπίο: Ο Παρμενίδης έγραψε 1 έργο εκ του οποίου σώθηκαν με σημαντικές προσπάθειες τα 3/4 περίπου, ενώ ο Πλάτων έγραψε 36 έργα εκ των οποίων σώθηκαν χωρίς ιδιαίτερες προσπάθειες περί τα 42(!).


Σύνοψη

Είναι η φιλοσοφία κυρία του οίκου της ή ο οίκος κυριαρχεί επί της φιλοσοφίας; Το αμείλικτο αυτό ερώτημα που απασχολεί ενδόμυχα τον κάθε αγνά σκεπτόμενο, είναι ανάλογο με το ερώτημα της κότας και του αυγού ή της γλώσσας και τη νόησης, δηλαδή τι υπήρξε πρώτο. Η απάντηση είναι ότι η άδολη φιλοσοφία δεν έχει ούτε υπηρέτες, ούτε και αφέντες. Και ο Παρμενίδης αναμφίβολα δεν είχε· ήταν ο αφέντης.

Ένα δεύτερο ερώτημα που προκύπτει, παράγωγο του πρώτου, είναι: Ασχέτως τι ήταν στην οικία του ο Παρμενίδης, ακολουθεί και η φιλοσοφία την ειμαρμένη; Η απάντηση είναι: Ναι. Ο απόλυτος ενισμός του Παρμενίδη, που γίνεται αξιοκρατικός δυισμός από τον Πλάτωνα και διαμορφώνεται σε επιλεκτικό πολυισμό από τον Αριστοτέλη –επιλέγοντας ο τελευταίος ακόμα και τον κρίκο με τον οποίο θα σφαλιστεί στις αλυσίδες του ο άνθρωπος–, ακολουθεί σε όλους τους λαούς την ίδια εξελικτική πορεία.

Η ζωή ξεκινάει με το ένα· σπάζοντάς το τα κάνει δυο, όλα μαζί κάνουν τρία (η πρώτη απόμακρη σκέψη) κι εντέλλει όλα γίνονται κομμάτια, επιλέγοντας τελικά ο στοχαστής, πάλι ως αρχή, το ένα.

Ο Σίσυφος, ο οποίος μετακυλά ξανά και ξανά την πέτρα του, είναι η μοίρα του παγκόσμιου ανθρώπου. Πίσω όμως απο αυτόν βρίσκονται οι Δαναΐδες, με το άπατο πιθάρι τους, νερό για να του φέρουν. Οι αρχαίοι τις δυο αυτές τραγικές, αλλά και πεμπτουσιακές για τον άνθρωπο υπερβατικές μορφές, τις παρουσίαζαν συχνά μαζί, έχοντας διαισθανθεί τους αντίστοιχους συμβολισμούς της επιθυμίας και της εξ αυτής βούλησης.

Γι’ αυτό το λόγο θέλει τα πάντα θηλυκά στο έργο του ο Ελεάτης, αποδίδοντας την αρχή στο θηλυκό στοιχείο· και πρέπει να αισθάνεται τυχερός που έφτασε την πέτρα του επάνω στο βουνό, από νερό ξεδιψασμένος. Πρότυπο ως εκ τούτου πρέπει να λογίζεται στη μνήμη και στη σκέψη μας, ο τιτάνας Παρμενίδης.

[2]


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας



Βιβλιογραφια

Windelband W. - Heimsoeth H., Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, Τομ. Α΄, Μ.Ι.Ε.Τ. (Αθήνα 2001 δ΄), ISBN 960-250-051-4.

Καλογεράκος Ι. - Θανασάς Π. "Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι", στο Ελληνική Φιλοσοφία και Επιστήμη από την Αρχαιότητα έως τον 20ο αιώνα, Ε.Α.Π., (Πάτρα, 2000), ISBN 960-538-290-3.

Μαυράκης Νίκος, Ανατολικές επιρροές στην ελληνική σκέψη και τον δυτικό πολιτισμό. Σοκόλης, (Αθήνα 2016), σσ. 324-338, ISBN 978-618-5139-32-2

Νικολίτσα Γεωργοπούλου, Η φιλοσοφική κατανόηση του θείου στην Ελλάδα. Από τον Όμηρο ως το Διαφωτισμό, Αθήνα 1985

Άννα Κελεσίδου-Γαλανού, «Λέγειν-ειδέναι στους Ξενοφάνη και Παρμενίδη». Φιλοσοφία 15-16 (1985-86), 172-184.

Gigon, Olof, «Στοχασμοί πάνω στον Ηράκλειτο και τον Παρμενίδη», Μετάφρ. Λίλα Σκάμη, Εποπτεία 54 (1981), 99-107

Frère, Jean, «Ο Παρμενίδης στοχαστής του κόσμου». Μετάφρ. Στέλλα Νικολούδη. Δευκαλίων 33/34 (1981), 87-96.

G. S. KIRK / J. E. RAVEN / MALCOLM SCHOFIELD, Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, Μετάφραση Δημοσθένη Κούρτοβικ,εκδ.ΜΙΕΤ, Αθήνα, Αθήνα 1988, 2006(4η εκδοση),σελ.246-270

Νεχαμάς, Αλέξανδρος, «Οι τρεις ‘οδοί διζήσιος’ του Παρμενίδη». Μετάφρ. Παύλος Καλλιγάς. Δευκαλίων 33/34 (1981), 113-129.

A.E Taylor, " Πλάτων : ο άνθρωπος και το έργο του". Μετάφρ. Ιορδάνης Αρζόγλου. Παρμενίδης, σελ 401-419.Εκδ. ΜΙΕΤ Αθήνα 2014.

Diès, A. "Platon, Parmenides", vi-xix, σελ. 1-53 (Παρίσι 1923).

Nikoletseas, Michael M. (2014). "Parmenides: The World as Modus Cogitandi". ISBN 978-1492283584"


Πηγες

[1] "Λόγιος Ερμής", Γεώργιος Παρασίδης

[2] "ΕΚΗΒΟΛΟΣ"





Η εφαρμογη μας για το κινητο σου

Κατέβασε και εσύ την εφαρμογή μας για το κινητό σου "Ancient Greece Reloaded"