ANCIENT GREECE RELOADED
ΜΠΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ
Πηνελοπη
ΠΗΓΑΙΝΕ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ:
ΟΔΥΣΣΕΑΣ
ΟΙ ΜΝΗΣΤΗΡΕΣ ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ
ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΚΑΙ Η ΠΗΝΕΛΟΠΗ;
Η Πηνελόπη, γνωστή ηρωίδα από την Οδύσσεια του Ομήρου, ήταν κόρη του βασιλιά των Αμυκλών Ικάριου και της Περίβοιας. Το όνομά της είναι ακόμη και σήμερα σύμβολο της πιστής και αφοσιωμένης συζύγου
Ο γάμος της Πηνελόπης
Οι παραδόσεις δίνουν στην Πηνελόπη για άνδρα τον Οδυσσέα, διαφέρουν όμως στον τρόπο με τον οποίο την απέκτησε, άλλοι λένε ότι υπήρξε έπαθλο αγώνα και άλλοι ότι αποκτήθηκε ύστερα από συνεννόηση του πατέρα της με τον μνηστήρα της Ελένης Οδυσσέα.
Στην πρώτη περίπτωση ο Ικάριος, μιμούμενος τον Δαναό (Στράβ. 3.12.2), προκήρυξε αγώνα δρόμου ανάμεσα στους μνηστήρες που διεκδικούσαν την κόρη του· νικητής αναδείχθηκε ο Οδυσσέας.
Για τη δεύτερη περίπτωση διηγούνται τα εξής: Όταν η Ελένη έφτασε σε ηλικία γάμου, διάφοροι βασιλείς κατέφτασαν στη Σπάρτη διεκδικώντας το χέρι της. Όλοι τους, άνδρες γενναίοι και ισχυροί, έφεραν πολλά δώρα για να κερδίσουν τη νύφη (μέταλλα, σκεύη από πολύτιμα μέταλλα, γυναίκες, κοπάδια κ.τ.λ.), αντάξια της ομορφιάς της νεαρής μελλόνυμφης. Επιθυμία του Τυνδάρεου ήταν η κόρη του να παντρευτεί τον Μενέλαο, και γιατί ήταν πλουσιότερος απ’ όλους τους μνηστήρες και γιατί ήταν αδελφός του Αγαμέμνονα, του άνδρα της άλλης του ωραίας κόρης, της Κλυταιμνήστρας. Ωστόσο, υπήρχε κίνδυνος να συγκρουστούν οι μνηστήρες μεταξύ τους ή να ενωθούν όλοι εναντίον του Τυνδάρεου και αυτού που θα είχε διαλέξει για γαμπρό του.
Από τη δύσκολη κατάσταση τον έβγαλε ο Οδυσσέας που του πρότεινε να δεσμεύσει με όρκο τους μνηστήρες να σεβαστούν την όποια απόφαση και επιπλέον να συνδράμουν τον μελλοντικό σύζυγο σε περίπτωση που άλλος θα επιδίωκε να βλάψει τον γάμο του. Φυσικά η βοήθεια που πρόσφερε ο Οδυσσέας δεν ήταν χωρίς ανταλλάγματα: ο βασιλιάς της Ιθάκης ζήτησε από τον Τυνδάρεο να τον βοηθήσει να παντρευτεί την Πηνελόπη, την ανεψιά του από τον αδελφό του Ικάριου.
Πράγματι, ο Τυνδάρεος ζήτησε από τον Ικάριο την Πηνελόπη για τον Οδυσσέα. Μετά τον γάμο ο Ικάριος ζήτησε από τον Οδυσσέα να μείνει με τη γυναίκα του κοντά του, εκείνος αρνήθηκε, ο Ικάριος επέμεινε και ο Οδυσσέας ζήτησε από την Πηνελόπη να διαλέξει.
Εκείνη δεν απάντησε αλλά, κόκκινη από ντροπή, κάλυψε το πρόσωπό της με το πέπλο της. Ο Ικάριος εξέλαβε τη στάση της ως άρνηση να μείνει κοντά του και στο σημείο όπου διαδραματίστηκε το επεισόδιο αφιέρωσε άγαλμα στην Αιδώ — ἄγαλμα δὲ ἀνέθηκεν Αἰδοῦς (3.20.11).
Οι Μνηστήρες της Πηνελόπης
Οι μνηστήρες της Πηνελόπης αποτελούν ένα από τα κύρια θέματα της Οδύσσειας του Ομήρου.
Ρόλος στην Οδύσσεια
Στην Οδύσσεια, ο Όμηρος περιγράφει το ταξίδι του Οδυσσέα από τον Τρωικό πόλεμο. Πριν από τον Τρωικό πόλεμο, ο Οδυσσέας ήταν βασιλιάς της Ιθάκης, ένα ελληνικό νησί γνωστό για την απομόνωσή του και το τραχύ του έδαφος. Όταν ο Οδυσσέας αναχωρεί από την Ιθάκη για να πολεμήσει τους Έλληνες στον πόλεμο, αφήνει πίσω του ένα νεογέννητο παιδί, τον Τηλέμαχο, και τη σύζυγό του, Πηνελόπη.
Αν και οι περισσότεροι επιζώντες Έλληνες στρατιώτες επιστρέφουν λίγο μετά το τέλος των αγώνων, ο Οδυσσέας δεν επιστρέφει στην Ιθάκη μέχρι και 10 χρόνια μετά το τέλος του Τρωικού Πολέμου.
Κατά τη διάρκεια της μακράς απουσίας του Οδυσσέα, κάποιοι άγαμοι άνδρες άρχισαν να υποψιάζονται ότι ο Οδυσσέας πέθανε στην Τροία ή στο ταξίδι κατά την επιστροφή. Κάτω από το πρόσχημα του γάμου της Πηνελόπης, αυτοί οι άγαμοι άνδρες, "οι μνηστήρες", κατοίκησαν στο σπίτι του Οδυσσέα, τρώνε την περιουσία του και αγωνίζονται για το χέρι της Πηνελόπης.
Αντί να απορρίπτει τους μνηστήρες, η Πηνελόπη επινοεί ένα σχέδιο για να καθυστερήσει το γάμο με έναν από αυτούς. Ισχυρίζεται ότι θα επιλέξει έναν σύζυγο αφού τελειώσει το σάβανο του πεθερού της, Λαέρτη. Για τρία χρόνια, η Πηνελόπη υφαίνει κατά τη διάρκεια της ημέρας και ξηλώνει το βράδυ, περιμένοντας την επιστροφή του συζύγου της. Οι μνηστήρες μαθαίνουν την τακτική της Πηνελόπης όταν μια από τις υπηρέτριές της, η Μελανθώ, ερωμένη του Ευρύμαχου, το αποκαλύπτει στον τελευταίο. Αφού ανακάλυψαν, οι μόνιμοι κάτοικοι απαιτούν να επιλέξει έναν σύζυγο μεταξύ τους.
Οι μνηστήρες συμπεριφέρονται άσχημα στο σπίτι του Οδυσσέα, σπαταλώντας την περιουσία του. Ο γιος του Οδυσσέα, ο Τηλέμαχος, τώρα νέος άνδρας, απογοητεύεται από τους μνηστήρες. Ο Τηλέμαχος θρηνεί στην Αθηνά (μεταμφιεσμένη ως Μέντης) για τη συμπεριφορά των μνηστήρων. Σε αντάλλαγμα, η Αθηνά παροτρύνει τον Τηλέμαχο να αντέξει τους μνηστήρες και να ξεκινήσει την αναζήτηση του πατέρα του.
Μόλις ο Οδυσσέας επιστρέψει στην πατρίδα του (ο οποίος αρχικά μεταμφιέζεται από την Αθηνά ως ζητιάνος, ώστε να μπορεί να σχεδιάσει μυστικά την εκδίκησή του), ο γιος του, Τηλέμαχος, του λέει ότι υπάρχουν 108 μνηστήρες: 52 από Δουλίχιο, 24 από Σάμη, 20 από Ζάκυνθο και 12 από Ιθάκη. Μαζί, ο Οδυσσέας, ο Τηλέμαχος, ο Εύμαιος και ο Φιλοίτιος σκοτώνουν τους μνηστήρες και τις άπιστες υπηρέτριες.
Σημαντικοί μνηστήρες
Αντίνοος
Ο Αντίνοος, γιος του Ευπείθη, είναι ο πρώτος από τους μνηστήρες που μιλάει στην Οδύσσεια και ο πρώτος νεκρός κατά τη Μνηστηροφονία. Ο Αντίνοος είναι ο πιο ασεβής από τους μνηστήρες και είναι αυτός που σχεδιάζει ένα σχέδιο για να δολοφονήσει τον Τηλέμαχο κατά την επιστροφή του στην Ιθάκη. Αν και το σχέδιό του για τη δολοφονία του Τηλέμαχου απορρίπτεται από τον Αμφίνομο, ο Αντίνοος εξακολουθεί να συμπεριφέρεται αλαζονικά. Όταν ο Οδυσσέας επιστρέφει τελικά στο σπίτι, μεταμφιεσμένος ως ζητιάνος, ο Αντίνοος δεν του προσφέρει φιλοξενία και του ρίχνει ένα σκαμνί.
Ευρύμαχος
Ο Ευρύμαχος, γιος του Πολύβου, είναι ο δεύτερος από τους οπαδούς που εμφανίζονται στο επικό. Ο Ευρυμάχος ενεργεί ως ηγέτης μεταξύ των μνηστήρων. Θεωρείται ότι είναι πιθανό να κέρδιζε το χέρι της Πηνελόπης επειδή ο πατέρας και οι αδελφοί της υποστηρίζουν την ένωση και επειδή ξεπερνά τους άλλους μνηστήρες σε δώρο. Αν και είναι χαρισματικός, ο Ευρύμαχος είναι διπρόσωπος. Ο Ευρυμάχος ανακαλύπτει το σχέδιο της Πηνελόπης επειδή έχει σχέση με μία από τις υπηρέτριες της Πηνελόπης, τη Μελανθώ.
Περαιτέρω, όταν ο Οδυσσέας αποκαλύπτεται στους μνηστήρες, ο Ευρύμαχος προσπαθεί να αποφύγει την τιμωρία για τις ατιμίες των μνηστήρων, κατηγορώντας τον Αντίνοο.
Αμφίνομος
Ο Αμφίνομος, γιος του βασιλιά Νίσου, είναι ο πιο συμπονετικός από τους μνηστήρες. Ο Αμφινόμος προσπαθεί δύο φορές να αποθαρρύνει τους μνηστήρες απ' το να δολοφονήσουν τον Τηλέμαχο. Ο Οδυσσέας προσπαθεί να προειδοποιήσει τον Αμφίνομο να εγκαταλείψει το σπίτι πριν από την τελική μάχη. Παρ' όλα αυτά, ο Αμφίνομος μένει και πεθαίνει μαζί με τους άλλους μνηστήρες.
Ονόματα μνηστήρων που αναφέρονται στην Οδύσσεια
Ενώ οι περισσότεροι από τους μνηστήρες δεν αναφέρονται μεμονωμένα από τον Όμηρο, μερικοί αναφέρονται ονομαστικά και παίζουν περισσότερο ή λιγότερο σημαντικούς ρόλους στο έπος. Μεταξύ αυτών είναι:
Αγέλαος, γιος του Δαμάστορα. Σκοτώθηκε από τον Οδυσσέα.
Αμφιμέδων, γιος του Μελανέα. Σκοτώθηκε από τον Τηλέμαχο.
Αμφίνομος. Δείχνει ευγένεια προς τον μεταμφιεσμένο Οδυσσέα, ο οποίος τον προειδοποιεί να φύγει, ωστόσο, παραμένει και σκοτώνεται μαζί με τους άλλους μνηστήρες, αν και από τον Τηλέμαχο και όχι από τον Οδυσσέα.
Αντίνοος, γιος του Ευπείθη. Ένας από τους ηγέτες των μνηστήρων και ο πρώτος που θα σκοτωθεί από τον Οδυσσέα, βοηθά στην υποκίνηση της πλοκής για να σκοτώσει τον Τηλέμαχο και βοηθά στην προώθηση της πάλης μεταξύ του Οδυσσέα (ως ζητιάνος) και του Ίρου.
Κτήσιππος, γιος των Πολυθέρση. Ένας «αδυσώπητος μνηστήρας» μεγάλου πλούτου που δίνει στον Οδυσσέα, μεταμφιεσμένο ως ζητιάνο, ένα «δώρο» ρίχνοντας σε αυτόν ένα πόδι από τασιέρες. Ο Τηλέμαχος τον απειλεί σε απάντηση. Μετά τον θάνατο του, ο Όμηρος λέει ότι ο θάνατός του είναι ένα δώρο σε αντάλλαγμα για εκείνο που έδωσε στον Οδυσσέα.
Δημοπτόλεμος, σκοτώθηκε από τον Οδυσσέα.
Έλατος, σκοτώθηκε από τον Εύμαιο.
Ευρυάδης, σκοτώθηκε από τον Τηλέμαχο.
Ευρυδάμας. Πρόσφερε ένα ζευγάρι σκουλαρίκια ως δώρο στην Πηνελόπη. Τελικά σκοτώθηκε από τον Οδυσσέα.
Ευρύμαχος, γιος του Πολύβου. Ένας από τους ηγέτες των μνηστήρων, που σημείωσε ότι ήταν διπρόσωπος και απατηλός. Κατηγορεί τα πάντα στον Αντίνοο, μετά τη δολοφονία του τελευταίου από τον Οδυσσέα, λέγοντας ότι οι μνηστήρες λυπούνται για αυτό που έχουν κάνει και θα τα επιστρέψουν στον Οδυσσέα. Οι ισχυρισμοί του δεν πείθουν τον Οδυσσέα, και ο Ευρύμαχος με ένα βέλος ενώ επιτίθεται τον Οδυσσέα.
Ευρύνομος, γιος του Αιγύπτου. Ο αδελφός του, Αντίφος, συνόδευσε τον Οδυσσέα στον Τρωικό πόλεμο και καταβροχθίστηκε από τον Πολύφημο κατά την επιστροφή του.
Λεώκρητος, γιος του Ευήνορα. Σκοτώθηκε από τον Τηλέμαχο.
Λειώδης, γιος του Οίνοπα. Είναι μάντης, μισεί τις κακές πράξεις των μνηστήρων και αγανακτεί μαζί τους. Ενώ ο Οδυσσέας σκοτώνει τους μνηστήρες, ικετεύει για το έλεος, λέγοντας ότι προσπάθησε να σταματήσει τους άλλους μνηστήρες και ότι πληρώνει γιατί δεν τον άκουγαν. Ο Οδυσσέας τον ακούει, αλλά λέει ότι, ως ιερέας, είχε προσευχηθεί για τον Οδυσσέα να μη γυρίσει σπίτι, κι έτσι τον σκοτώνει ούτως ή άλλως.
Πείσανδρος, γιος του Πολύκτορας. Δίνει ένα μενταγιόν ως δώρο στην Πηνελόπη. Σκοτώθηκε από τον Φιλοίτο.
Η επιστροφή του Οδυσσέα
Τα 20 χρόνια της απουσίας του Οδυσσέα, η Πηνελόπη, μόνη βασίλισσα καθώς ήταν, προσέλκυσε πολλούς ευγενείς μνηστήρες που επιθυμούσαν να την παντρευτούν και να ανακηρυχθούν άρχοντες της Ιθάκης. Στην αρχή, η Πηνελόπη τους αγνοούσε, όταν όμως οι μνηστήρες άρχισαν να την πιέζουν, αναγκάστηκε να δηλώσει ότι θα διαλέξει έναν από αυτούς, όταν θα τελειώσει το σάβανο που έπλεκε για τον πεθερό της Λαέρτη.
Η Πηνελόπη, που δεν επιθυμούσε να ξαναπαντρευτεί, έπλεκε το σάβανο την ημέρα και το ξήλωνε την νύχτα. Αυτό συνεχίστηκε για πολλά χρόνια, κατά τα οποία οι μνηστήρες έτρωγαν και λεηλατούσαν την περιουσία του Οδυσσέα, μέχρι που κάποια υπηρέτρια την πρόδωσε. Τότε πάλι αναγκάστηκε να ανακηρύξει αγώνα τοξοβολίας, για να παντρευτεί τον νικητή. Εκείνη όμως ήταν και η στιγμή που επέστρεψε ο Οδυσσέας, φόνευσε τους μνηστήρες και ξανακέρδισε τη συζυγική του ακεραιότητα.
Τι απέγινε ο Οδυσσέας και η Πηνελόπη;
Η Οδύσσεια τελειώνει με ένα “Happy-End” για τον Οδυσσέα και την Πηνελόπη και αφήνεται να εννοηθεί ότι ζήσανε ευτυχισμένοι μαζί μέχρι τα βαθιά γεράματα.
Αργότερα όμως, πιο σύγχρονοι συγγραφείς, για κάποιο λόγο αποφάσισαν να πάρουν την Οδύσσεια (του Όμηρου) και να την πετάξουν «έξω από το παράθυρο».
Ίσως δεν τους άρεσε το γεγονός ότι η Πηνελόπη έμεινε πιστή στον Οδυσσέα, ίσως λόγο των δικών τους ανασφαλειών, ή επειδή θέλανε να γράψουνε μία πρώιμη «τσόντα», ή επειδή δεν ήταν αρκετά «πικάντικο» ή αρκετά «μελό» - σαν Μεξικάνικη σαπουνόπερα, αλλοιώσανε την ουσία της Οδύσσειας και παρουσιάσανε τελείως διαφορετικά τα πράγματα.
Αναλόγως του τι θα μελετήσει κανείς έχουμε:
Την Πηνελόπη να επισυνάπτει ερωτικές σχέσεις με τον Αντίνοο (στην περίπτωση που ο συγγραφέας ήθελε «βαρβατίλα»)
Την Πηνελόπη να επισυνάπτει ερωτικές σχέσεις με τον Αμφίνομο (στην περίπτωση που ο συγγραφέας επιθυμούσε κάποιον πιο «εγκεφαλικό» εραστή)
Αναλόγως τα γούστα του εκάστοτε συγγραφέα έχουμε και διαφορετικό τέλος για την Πηνελόπη και τον Οδυσσέα.
Στην μία περίπτωση έχουμε τον Οδυσσέα να μαθαίνει για την μοιχεία της Πηνελόπης και να την σκοτώνει.
Σε μία άλλη περίπτωση έχουμε τον Οδυσσέα να μαθαίνει για την μοιχεία της Πηνελόπης και να την επιστρέφει στον πατέρα της. Σε αυτή την περίπτωση, η Πηνελόπη καθώς ταξίδευε αργότερα έκανε έρωτα με τον θεό Ερμή και από αυτή τη σχέση γεννήθηκε ο Παν.
Τέλος, έχουμε και την περίπτωση που ο Οδυσσέας σκοτώνεται από τον ίδιο του το γιο που είχε από τη σχέση του με την Κίρκη.
Παρακάτω θα ασχοληθούμε με αυτή την περίπτωση…
Το όνομα «Οδυσσέας» που προέρχεται από το ρήμα «ὀδύσσομαι» (οργίζομαι, μισώ κάποιον) και σημαίνει εξοργισμένος, αλλά και ο μισούμενος από τους θεούς, αυτός που έδωσε αφορμές. δυσαρέσκειας, το έδωσε ο παππούς του (από την πλευρά της μητέρας του), ο Αυτόλυκος...Σύμφωνα με τον Όμηρο το όνομα σημαίνει «γιος της πέτρας», αλλά πιο πιθανό είναι να συγγενεύει ετυμολογικά με την λέξη «οδηγός». Μπορεί επίσης να προέρχεται από το ρήμα «ὀδυνάω» που σημαίνει «προκαλώ πόνο» με την έννοια «αυτός που προκαλεί και αισθάνεται πόνο».
Ο Οδυσσέας εξάλλου αισθάνεται έναν διαρκή πόνο πνευματικό ή/και σωματικό - προκαλεί δηλαδή πόνο σε κάποιον άλλο και παράλληλα κάποιος άλλος σ΄αυτόν. Στον Οδυσσέα αποδίδεται μερικές φορές και το πατρωνυμικό ουσιαστικό Λαερτιάδης, δηλαδή «γιος του Λαέρτη».
Οι περισσότεροι θεωρούν ότι αφού σκότωσε τους μνηστήρες και ανακατέλαβε το βασίλειο του, "ζήσανε (με την Πηνελόπη και τον Τηλέμαχο), αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα". Είναι όμως έτσι;
Προσπάθησε να ξαναφτιάξει τη ζωή του όμως η σχέση του με την Πηνελόπη δεν εξελίχθηκε καλά. Άρχισαν οι τσακωμοί καθώς η Πηνελόπη, ακούγοντας τον Οδυσσέα να της ιστορεί τα κατορθώματα και τις περιπέτειες της, ζήλεψε την Καλυψώ, στο νησί της οποίας ο Οδυσσέας είχε περάσει επτά χρόνια. Η ίδια τον περίμενε υπομονετικά και δεν υπέκυπτε στους μνηστήρες, ενώ αυτός έπεφτε από την αγκαλιά της Κίρκης και της Καλυψούς.
Τι απέγινε λοιπόν ο Οδυσσέας;
Οι εκατό μνηστήρες της βασίλισσας Πηνελόπης είχαν σκοτωθεί και τα πτώματά τους, το ένα μετά το άλλο, τα έβγαλαν από τη σάλα της γιορτής τυλιγμένα με χαλιά. Μολονότι κόντευαν μεσάνυχτα, το σπίτι ήταν ακόμη στο πόδι μετά τα φοβερά συμβάντα, τα παράθυρα άπλωναν φως μέσα στη νύχτα κι οι υπηρέτες έτρεχαν πέρα - δώθε.
Στο λαμπροφώτιστο υπνοδωμάτιο ο Οδυσσέας άρχισε να μιλάει στη γυναίκα του την Πηνελόπη για τις εικοσάχρονες του περιπέτειες,για την Τροία, για τη διαμάχη των βασιλιάδων στο στρατόπεδο, για το ταξίδι της επιστροφής και τα παράξενα της μακρινής θάλασσας.
Συγκεκριμένα στο τέλος της Ι Ραψωδίας αναφέρεται :
Είπα, κ' εκείνος εύχονταν στον μέγαν Ποσειδώνα, στον αστροφόρον ουρανόν απλώνοντας τα χέρια «ω Ποσειδώνα, εισάκου με, γεωφόρε μαυροχήτη αν είμ' υιός σου αληθινά, πατέρα, μην αφήσης ο Οδυσσηάς ο πορθητής 'ς σπίτι του να φθάση Λαερτιάδης, κάτοικος της πετρωτής Ιθάκης αλλ' αν το θέλ' η μοίρα του να ιδή τους ποθητούς του, το σπίτι το καλόκτιστο, και την γλυκειά πατρίδα, ας κακοφθάση αργά πολύ και από συντρόφους έρμος, με ξένην πλώρη, και κακά 'ς το σπίτι μέσα ναύρη
Όμως όταν έφτασε στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, παρατήρησε πως η Πηνελόπη δίπλα του είχε αποκοιμηθεί. Και σκέφτηκε: "τράβηξε πολλά σήμερα η καημένη θα συνεχίσω αύριο."
Κι ακούμπησε το κεφάλι του πλάι στο δικό της, πάνω στο πορφυρένιο προσκεφάλι.
Στο μακρινό ταξίδι της επιστροφής απ' όλα πιο πολλή χαρά έδινε στον Οδυσσέα το πως θα διηγιόταν στη γυναίκα του όλες αυτές τις περιπέτειες και πως εκείνη θα κρεμόταν αχόρταγα απ' τα χείλη του και θα τον διέκοπτε με ερωτήσεις. Όμως γρήγορα κατάλαβε πως δεν ήταν τόσο προσεκτικός ακροατής σαν τους Φαίακες, που δύο μέρες ολάκερες άκουγαν με προσήλωση τη μελωδική του αφήγηση. Όταν άρχισε τη διήγηση στην Πηνελόπη, εκείνη δούλευε αμίλητη το χρυσό σχέδιο ενός κεντήματος και κοίταζε αφηρημένη απ' το παράθυρο. Όταν κάποτε της έκανε μια ερώτηση, κατάλαβε πως μπέρδευε τους Λαιστρυγόνες με τους Λωτοφάγους, κι αυτό τον πόναγε, γιατί θυμόταν με ακρίβεια τις εμπειρίες του, που όσο γίνονταν πιο μακρινές, όλο και πιο πολύ τις αγαπούσε.
Μόνον όταν μιλούσε για τη νύμφη Καλυψώ φαινόταν ν' ακούει προσεκτικότερα. Και το ενδιαφέρον της αυτό τον ερέθιζε κι εξιστορούσε τούτο το κομμάτι της περιπλάνησής του πιο διεξοδικά: το μοναχικό νησί, το θαυμαστό ιερό άλσος, που στα δέντρα του φώλιαζαν τα θαλασσοπούλια, και την ευωδιαστή σπηλιά της θεάς.
-Πόσο καιρό έμεινες σ' αυτή την Καλυψώ; ρώτησε μια φορά.
-Επτά χρόνια, απάντησε αυτός.
Έσκυψε στο εργόχειρό της και τα μάτια της σκοτείνιασαν.
-Περισσότερο θα ήθελα να μάθω για σένα, τι έκανες αυτά τα δέκα χρόνια στην Καλυψώ.
-Επτά χρόνια, απάντησε.
-Χθες έλεγες δέκα έχεις, φαίνεται, πει τόσα ψέματα στα ταξίδια σου, καημένε μου φίλε, που δεν ξέρεις πια να πεις την αλήθεια. Όμως είτε δέκα χρόνια ήταν είτε επτά, ήταν σίγουρα πολύς καιρός και φαίνεται πως καλοπέρασες εκεί. Απάντησε λοιπόν στην ερώτησή μου: τι έκανες τόσο καιρό;
Τώρα έπρεπε να της απαντήσει:
"-Γυναίκα, όλα αυτά τα χρόνια νοσταλγούσα εσένα, αυτά τα χρόνια καθόμουν στην αμμουδιά του μακρινού νησιού, κοίταζα πέρα από τη θάλασσα και παρακαλούσα τους θεούς, να μπορέσω να δω μια φορά μονάχα ακόμα τον καπνό του σπιτιού σου. "
Έτσι έπρεπε να απαντήσει.... Βλέποντας όμως πως τα μάτια της τον κοίταζαν παγερά και σκληρά, τα κράτησε μέσα του αυτά. Και ποτέ της δεν έμαθε για τη μεγάλη του νοσταλγία για την πατρίδα.
-Έπινα κρασί εκεί, απάντησε ήρεμα, το κρασί είναι καλό σ' αυτά τα νησιά, μολονότι λίγο ξινό...
Στη διάρκεια της Οδύσσειας, ο Οδυσσέας, είχε κατέβει στον Άδη για να συμβουλευτεί τον μάντη Τειρεσία. Αυτός, μεταξύ άλλων, του προφήτεψε ότι θα σκοτωθεί από τη θάλασσα και από το γιο του. Ο χρησμός του Τειρεσία κρατά συνεχώς δέσμιο τον ήρωα:
"Πηνελόπη, πρέπει να ξαναφύγω. Ξύπνα. Ξύπνα. Γυρίζω απ’ τους νεκρούς. Πλέοντας όλο προς τη δύση, βρέθηκα στη χώρα των νεκρών, ρώτησα το νεκρό Τειρεσία για το γυρισμό μου, κι εκείνος μου ’πε πως μια δοκιμασία ακόμα με περιμένει, μια δοκιμασία φοβερή. Πρέπει να ξαναφύγω μ’ ένα κουπί στον ώμο, να πάω από πόλη σε πόλη, από χώρα σε χώρα, να περπατάω συνέχεια ωσότου συναντήσω ανθρώπους που δε γνωρίζουν τη θάλασσα. Μια μέρα, στο δρόμο μου, θ’ ανταμώσω έναν άλλον οδοιπόρο που θα με ρωτήσει: «Γιατί έχεις ένα δίκρανο στον ώμο;» Την ημέρα αυτή, και στο ίδιο μέρος, θα φυτέψω το κουπί μου στη γη. Και θα γυρίσω στην πατρίδα, στην Ιθάκη. Αργότερα είπε, όταν θα ’μαι πια γέρος, θα ’ρθει προς εμέ ο θάνατος, θα ’ρθει από τη θάλασσα. Από τη θάλασσα; Ή μακριά από τη θάλασσα; "
Η Πηνελόπη μάταια προσπαθεί να τον καθησυχάσει. Ο Οδυσσέας εξακολουθεί να ανησυχεί, να αναρωτιέται: Από πού θα ’ρθει θάνατος; Από τη θάλασσα ή μακριά απ’ τη θάλασσα; Και ποιος θα με χτυπήσει;
Παρακάτω στην Ψ Ραψωδία, κατά τη συνομιλία με την Πηνελόπη, λέει:
Εκείνης ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας·
«Ω τρομερή, πόσο σφοδρά με βιάζεις να τον είπω· κ' ιδού τον φανερόνω εγώ, χωρίς το ουδέν να κρύψω,αλλά ποσώς δεν θα χαρής, καθώς κ' εγώ δεν χαίρω· ότ' εις πολλαίς χώραις θνητών παράγγειλε μου εκείνος να πάρω δρόμο, φέρνοντας ίσιο κουπί μαζή μου, όσο να φθάσω 'ς τους θνητούς 'που θάλασσα δεν ξεύρουν, και οπού δεν τρώγουν φαγητό με άλατ' αρτυμένο.
Ούτε τα κοκκινόπλωρα καράβι' αυτοί γνωρίζουν, ούτε τα ίσια κουπιά, 'που 'ναι πτερά των πλοίων, κ' ένα σημάδι φανερό μου είπε, οπού δεν κρύβω· 'ς τον δρόμον άμ' απαντηθή μ' εμέν' άλλος οδίτης και ειπή, 'ς τον λαμπρόν ώμον μου πως έχω λιχνιστήρι, 'ς την γη να στήσω το κουπί, μου είπε, και, αφού κάμω του Ποσειδώνα βασιληά καλόδεκταις θυσίαις, κριάρι, ταύρον σφάζοντας, και χοίρον αναβάτην, να γύρω 'ς την πατρίδα μου και να δώσ' εκατόμβαις των αθανάτων, 'πώχουσι των ουρανών τους θόλους, με την σειρά του καθενός· και θάνατος θα μ' εύρη έξω απ' τα πέλαγα ελαφρός, και θα με σβύση αγάλι μες τα λαμπρά γεράματα· και ωστόσ' ολόγυρά μου θα 'ναι μακάριος ο λαός· τούτ' όλ', είπε, θα γείνουν.
Υποψιάζεται τον Τηλέμαχο, τον οποίο και αποφασίζει να εξορίσει στην Κεφαλληνία. Αργότερα, όμως, το μετανιώνει, πείθεται και ηρεμεί. O Τηλέμαχος ανησυχεί, καθώς είναι βέβαιος ότι αυτός, σύμφωνα με τον χρησμό, θα σκοτώσει τον πατέρα του. Αργότερα αποχαιρετά τους γονείς του και φεύγει. Ο Οδυσσέας εκφράζει στην Πηνελόπη την λύπη αλλά και την ανακούφισή του για την φυγή του Τηλεμάχου, το κέφι του να κατέβει στη θάλασσα με τα σκυλιά, και την επιθυμία του να βρεθούν επιτέλους μόνοι το βράδυ. Ο Τειρεσίας, τον είχε επίσης συμβουλεύσει ότι για να εξευμενίσει τον Ποσειδώνα έπρεπε, όταν θα γύριζε στην Ιθάκη, να φύγει από τον τόπο του να πάρει ένα κουπί στον ώμο και να ταξιδέψει στη στεριά μέχρι να βρει κάποιον που να μην γνωρίζει τη θάλασσα και τι είναι το κουπί. Εκεί να θυσιάσει στους θεούς.
Σ' αυτή τη νέα περιπλάνησή του θα συναντήσει κάποιον που θα νομίσει πως το κουπί στον ώμο του είναι λιχνιστήρι (ξύλινο, αγροτικό εργαλείο με το οποίο ξεχωρίζεται ο καρπός των σιτηρών από το άχυρο). Εκεί να σταματήσει, θυσιάζοντας στον Ποσειδώνα ένα κριάρι, έναν κάπρο κι έναν ταύρο.
Μόνο έτσι θα εξασφαλίσει τον οριστικό του πια νόστο στην Ιθάκη· όπου τον περιμένουν ήσυχα χρόνια και βαθιά γεράματα· και γύρω του όλοι οι λαοί του θα ζουν ευτυχισμένοι εκεί θα τον βρει ανώδυνος θάνατος, κάπου μακριά ωστόσο από το νερό της θάλασσας (ἐξ ἁλὸς). Πράγματι κατά τη μυθολογία έτσι κι έγινε. Ο Οδυσσέας μετά τον φόνο των μνηστήρων έφυγε πάλι γρήγορα μ' ένα κουπί στον ώμο, για τη Θεσπρωτία της Ηπείρου. Προχωρώντας στο εσωτερικό της χώρας, συνάντησε κάποιους ανθρώπους που τον ρώτησαν γιατί κουβαλούσε μαζί του το λιχνιστήρι. Τότε κατάλαβε πως αυτός ήταν ο τόπος που έπρεπε να μπήξει το κουπί και να θυσιάσει στον Ποσειδώνα.
Στη Θεσπρωτία ο Οδυσσέας παντρεύτηκε τη βασίλισσα Καλλιδίκη. Απέκτησε μαζί της ένα παιδί τον Πολυποίτη. Μετά τον θάνατο της Καλλιδίκης ύστερα από έναν πόλεμο των Θεσπρωτών με τους Βρύγους, ο Οδυσσέας παρέδωσε τη βασιλεία των Θεσπρωτών στον Πολυποίτη και επέστρεψε στην Ιθάκη, πιστεύοντας πως θα περάσει ήρεμα γεράματα.
Στην Χρηστομάθεια του Πρόκλου διαβάζουμε τα εξής:
"Μετά την ταφή των μνηστήρων, ο Οδυσσέας, αφού θυσίασε στις Νύμφες, ταξίδεψε στην Ήλιδα, για να επιθεωρήσει τα βουκόλιά του. Εκεί φιλοξενήθηκε από τον Πολύξενο, από τον οποίο και έλαβε ως δώρο έναν κρατήρα. Έπειτα επέστρεψε στην Ιθάκη και τέλεσε τὰς ὑπὸ Τειρεσίου ῥηθεῖσας θυσίας. Στην συνέχεια πήγε στην Θεσπρωτία, παντρεύτηκε την βασίλισσα Καλλιδίκη, ηγήθηκε δε των Θεσπρωτών στον πόλεμο που ξέσπασε ανάμεσα σ’ αυτούς και τους Βρύγους. Μετά τον θάνατο της Καλλιδίκης, την εξουσία ανέλαβε ο Πολυποίτης, γιος του Οδυσσέα από την Καλλιδίκη, ο δε Οδυσσέας επέστρεψε στην Ιθάκη."
Στο μεταξύ ο Τηλέγονος, γιος που απέκτησε ο Οδυσσέας με την Κίρκη, αναζητώντας τον πατέρα του αποβιβάστηκε στην Ιθάκη και οι σύντροφοί του κατέστρεψαν το νησί.
Όταν ο Οδυσσέας έμαθε πως κάποιο καράβι είχε αράξει στην Ιθάκη, και πως οι ναύτες είχαν βγει έξω για λεηλασίες, έτρεξε με τον στρατό του, να τους διώξει. Χτυπήθηκε όμως από τον αρχηγό των επιδρομέων μ’ ένα κοντάρι, που αντί για σιδερένια λόγχη είχε το αγκάθι ενός σαλαχιού. Ετοιμοθάνατος μεταφέρθηκε στο παλάτι, όπου παραπονέθηκε για το μαντείο που τον είχε γελάσει, λέγοντάς του να φυλάγεται από τον γιο του, ενώ τελικά χτυπήθηκε από κάποιον ξένο.
Σύντομα όμως φανερώθηκε πως ο φονιάς ήταν ο γιος του Τηλέγονος, που του είχε γεννήσει η Κίρκη, ο οποίος δεν τον γνώριζε. Η αιχμή του δόρατος, με το οποίο ο Τηλέγονος τραυμάτισε θανάσιμα τον Οδυσσέα, ήταν κατασκευασμένη από το κέντρον τρυγόνος (το σημερινό όνομα είναι «σελάχι» ή «σαλάχι»). Πρόκειται για ψάρι με πιεσμένο στη ράχη και την κοιλιά σώμα, πλακοειδή λέπια, μεγάλη ουρά σαν μαστίγιο που έχει μερικές φορές δηλητηριώδες αγκάθι, το οποίο κολυμπά γρήγορα και συνήθως κινείται σε αμμώδεις και λασπώδεις βυθούς.
Ο Ι. Κακριδής (Ελληνική Μυθολογία. Εκδοτική Αθηνών, ) αναφερόμενος στην νεκρομαντεία του Τειρεσία, παρατηρεί ότι:
«…οι προφητείες είναι πάντα διφορούμενες…» και ότι «πραγματικά, ο θάνατος βρίσκει τον Οδυσσέα από τη θάλασσα, όχι μόνο επειδή ο φονιάς είχε φθάσει στην Ιθάκη με καράβι, αλλά και γιατί το φονικό όπλο ήταν θαλασσινό».
Όταν ο Τηλέγονος κατάλαβε πως είχε σκοτώσει τον πατέρα του, ήταν πια αργά. Πήρε το άψυχο κορμί του, το γιο του, τον Τηλέμαχο, και την Πηνελόπη και κατευθύνθηκε στην Αία.
Εκεί η Κίρκη τους έκανε όλους αθάνατους. Ο Μύθος λέει ότι η Κίρκη παντρεύτηκε τον Τηλέμαχο και η Πηνελόπη τον Τηλέγονο, και ζήσανε ως αθάνατοι...
Ίσως τελικά οι Ιθάκες δεν είναι φτιαγμένες για να τις φτάνουν οι άνθρωποι..είναι για να τις νοσταλγούν.
Πηγες
Homer, Odyssey
Homer, Iliad
Ovid, Heroides I
Lactantius Placidus, Commentarii in Statii Thebaida
The Odyssey, Book XVIII
The Odyssey, Book IV
The Odyssey, 20. 288 ff
The Odyssey, 22. 286 ff
The Odyssey, 22. 226
The Odyssey, 22. 267
The Odyssey, 18. 296
The Odyssey, 22. 283
The Odyssey, 22. 79
The Odyssey, 2. 15 - 22
The Odyssey, 2.242; 22.294
The Odyssey, 21. 144
The Odyssey, 22. 310
The Odyssey, 18. 299
Pseudo-Apollodorus, Bibliotheca, Epitome of Book 4, 7. 26 - 7. 30
Amory, Anne (1963), ‘The reunion of Odysseus and Penelope’, in Charles H. Taylor (ed.) Essays on the Odyssey: Selected Modern Criticism. Bloomington: Indiana University Press, pp. 100–36.
Clayton, Barbara (2004), A Penelopean Poetics: Reweaving the Feminine in Homer’s Odyssey. Lanham, Maryland and Oxford: Lexington Books.
Cohen, Beth (1995, ed.), The Distaff Side: Representing the Female in Homer’s Odyssey. New York and Oxford: Oxford University Press.
Doherty, Lillian E. (1995), Siren Songs: Gender, Audiences, and Narrators in the Odyssey. Ann Arbor: University of Michigan Press.
Felson, Nancy (1994). Regarding Penelope: From Character to Poetics. Princeton, NJ: Princeton University Press.
Finley, M.I. The World of Odysseus, London. Pelican Books (1962).
Hall, Edith (2008), The Return of Ulysses: A Cultural History of Homer’s Odyssey. London and New York: I. B. Tauris.
Heilbrun, Carolyn G. (1991), ‘What was Penelope unweaving?’, in Heilbrun, Hamlet’s Mother and Other Women: Feminist Essays on Literature. London: The Women's Press, pp. 103–11.
Heitman, Richard (2005), Taking her Seriously: Penelope and the Plot of Homer's Odyssey. Ann Arbor: Michigan University Press. ISBN 0-472-11489-1.
Katz, Marylin Arthur (1991), Penelope’s Renown: Meaning and Indeterminacy in the Odyssey. Princeton: Princeton University Press.
Marquardt, Patricia A. (1985), ‘Penelope “ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΣ”’, American Journal of Philology 106, 32-48.
Reece, Steve, "Penelope's ‘Early Recognition’ of Odysseus from a Neoanalytic and Oral Perspective," College Literature 38.2 (2011) 101-117.
Roisman, Hanna M. (1987), ‘Penelope’s indignation’, Transactions of the American Philological Association 117, 59-68.
Schein, Seth L. (1996, ed.), Reading the Odyssey: Selected Interpretive Essays. Princeton: Princeton University Press.
Wohl, Victoria Josselyn (1993), ‘Standing by the stathmos: the creation of sexual ideology in the Odyssey’, Arethusa 26, 19-50.
Zeitlin, Froma (1996). 'Figuring fidelity in Homer's Odyssey in Froma Zeitlin, Playing the Other: Gender and Society in Classical Greek Literature. Chicago: University of Chicago Press. pp. 19–52.
Zerba, Michelle (2009), ‘What Penelope knew: doubt and scepticism in the Odyssey’, Classical Quarterly 59, 295-316.
"Wikipedia"
"Μυθική Αναζήτηση"
Η εφαρμογη μας για το κινητο σου
Κατέβασε και εσύ την εφαρμογή μας για το κινητό σου "Ancient Greece Reloaded"