TheDome

ANCIENT GREECE RELOADED

ΜΠΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ




Αδωνις



Αναντίρρητα, όποιος διαβάσει την Ελληνική Μυθολογία, θα δει ότι ο Άδωνης (Άδωνις, ιδος), ή –αν θέλετε- ο μύθος του Άδωνη, είναι ένας θρύλος συρια­κός, τον οποίο υπαινίσσεται ήδη ο Ησίοδος. Κατά τον Πιέρ Γκριμάλ, η επικρατέστερη μορφή του μύθου είναι η ακόλουθη:

Ο βασιλιάς της Συρίας Θείαντας είχε μια κόρη, τη Μύρρα ή Σμύρνα, την οποία η οργή της Αφροδίτης παρακίνησε να ερωτευτεί τον πατέρα της. Με τη βοήθεια της τροφού της Ιππολύτης κατάφερε να εξαπατήσει τον Θείαντα και να ενωθεί μαζί του για δώδεκα νύχτες.

Τη δωδέκατη όμως νύχτα ο Θείαντας κατάλαβε την πονηριά της κόρης του και την καταδίωξε οπλισμένος με το μαχαίρι του, για να τη σκοτώσει. Η Μύρρα μπροστά σ' αυτόν τον κίνδυνο ζήτησε την προστασία των θεών και οι θεοί τη μεταμόρφωσαν σε δέντρο, το δέντρο Μύρρα (*).

Δέκα μήνες αργότερα ο φλοιός του δέντρου ανασηκώ­θηκε, έσκασε και από εκεί βγήκε ένα παιδί, που πήρε το όνομα Άδωνης. Η Αφροδίτη, συγκινημένη από την ομορφιά του βρέφους, το πήρε και το εμπιστεύτηκε μυστικά στην Περσεφόνη, για να το αναθρέψει.

Εκείνη όμως ερωτεύτηκε με τη σειρά της το όμορφο παιδί και δε θέλησε να το δώσει πίσω στην Αφροδίτη. Η διαμάχη ανάμεσα στις δύο θεές διευθετήθηκε από το Δία, και αποφασίστηκε ο Άδωνης να ζει ένα τρίτο του χρόνου με την Αφροδίτη, ένα τρίτο του χρόνου με την Περσεφόνη και ένα τρίτο όπου θα ήθελε.

Ο Άδωνης όμως περνούσε πάντοτε δύο τρίτα του χρόνου με την Αφροδίτη και ένα μονάχα τρίτο με την Περσεφόνη. Αργότερα η Άρτεμη οργισμένη (δε γνωρίζουμε ακριβώς για ποιους λόγους) ξεσήκωσε εναντίον του ένα αγριογούρουνο, το οποίο σ' ένα κυνήγι τον τραυμάτισε θανάσιμα.

Η πρώτη αυτή μορφή του μύθου αργότερα εξωραΐστηκε και συμπληρώθηκε. Στο πρόσωπο του παιδιού αυτού, που γεννήθηκε από ένα δέντρο και περνά το ένα τρίτο του χρόνου κάτω από τη γη και το υπόλοιπο του χρόνου ανεβαίνει, για να ενωθεί με τη θεά της άνοιξης και του έρωτα, αναγνωρίζουμε το σύμβολο του μυστηρίου της βλάστησης.

Για την προέλευση της κατάρας της Αφροδίτης δόθηκαν μερικοί ακριβέστεροι προσδιορισμοί- η Κεγχρεΐς, μητέρα της Σμύρνας και γυναίκα του Κινύρα (αντί του Θείαντα), είχε προσβάλει τη θεά, με το να ισχυριστεί ότι η κόρη της ήταν πιο όμορφη από τη θεά. Για να τιμωρηθεί το σφάλμα αυτό, η θεά ενέπνευσε στη Σμύρνα έναν ανόσιο έρωτα.

Η Σμύρνα, τη στιγμή που ανακάλυψε τον άνομο χαρακτήρα του πάθους της, θέλησε στην αρχή να κρεμαστεί, αλλά η τροφός της μεσολάβησε και τη συμβούλευσε να ικανοποιήσει το πάθος της. Όταν το ένοχο πάθος κορέστηκε, η νέα κρύφτηκε από ντροπή μέσα στο δάσος, όπου η Αφροδίτη λυπήθηκε το θύμα της και το μεταμόρφωσε σε δέντρο.

Τη φλούδα του δέντρου την έσκισε με το σπαθί του και έβγαλε έτσι στο φως τον Άδωνη ο πατέρας της. Ή ακόμα ένα αγριογούρουνο (που προοιωνίζει έτσι το θάνατο του Άδωνη) άνοιξε το δέντρο με τους χαυλιόδοντές του και ελευθέρωσε το βρέφος.

Η φαντασία των ποιητών της ελληνιστικής περιόδου ευχαριστιόταν να παρουσιάζει τον Άδωνη αναθρεμμένο από τις Νύμφες, να κυνηγά ή να οδηγεί κοπάδια στην ύπαιθρο και το δάσος.

Όσο για την καταστροφή, που έφερε το θάνατο του, διαβεβαίωναν ότι είχε προκληθεί όχι από την Άρτεμη, αλλά από τη ζήλεια του Άρη, του εραστή της Αφροδίτης, ή ακόμα και από την οργή του Απόλλωνα προς την Αφροδίτη, η οποία είχε τυφλώσει τον Ερύμανθο, το γιο του θεού, γιατί αυτός την είχε αντικρύσει ολόγυμνη την ώρα που λουζόταν.





Αλλοτε στο βουνό Ιδάλιο και άλλοτε στον Λίβανο...

Ο μύθος του Άδωνη τοποθετείται άλλοτε στο βουνό Ιδάλιο και άλλοτε στον Λίβανο. Τη φοινικική πόλη Βύβλο τη διέσχιζε ένα ποτάμι που λεγόταν Άδωνης και που κάθε χρόνο την ημέρα που γιόρταζαν το θάνατο του Άδωνη έπαιρνε ένα κόκκινο χρώμα.

Πολλοί μύθοι λουλουδιών συνδέθηκαν με την ιστορία του Άδωνη· όχι μόνο η μυθική καταγωγή του μύρου (τα δάκρυα της Μύρρας), αλλά και η προέλευση του ρόδου· το τριαντάφυλλο στην αρχή ήταν άσπρο, καθώς όμως η Αφροδίτη έτρεχε, για να βοηθήσει τον τραυματισμένο φίλο της, τρυπήθηκε στο πόδι από ένα αγκάθι και το χρώμα από το αίμα της έβαψε τα λουλούδια, που από τότε της έχουν αφιερωθεί. Και οι ανεμώνες πιστεύεται ότι γεννήθηκαν από το αίμα του πληγωμένου Άδωνη. Ο ποιητής των ειδυλλίων Βίων διηγείται ότι η θεά έριξε τόσα δάκρυα όσες σταγόνες αίμα σκόρπισε ο Άδωνης και ότι από κάθε δάκρυ γεννιόταν ένα τριαντάφυλλο, ενώ από κάθε σταγόνα αίμα μια ανεμώνη.

Η Αφροδίτη, για να τιμήσει το φίλο της, ίδρυσε μια πένθιμη γιορτή, που οι γυναίκες της Συρίας τη γιόρταζαν κάθε χρόνο την άνοιξη. Φύτευαν μέσα σε βάζα, σε δοχεία κτλ. σπόρους, που τους πότιζαν με ζεστό νερό, για να τους κάμουν να φυτρώσουν πολύ γρήγορα. Αυτά τα φυτέματα ονομάζονται «Κήποι του Άδωνη». Tα φυτά αυτά, που τα έκαναν να φυτρώνουν μ' αυτόν το βίαιο τρόπο, πέθαιναν, αμέσως μόλις έβγαιναν από τη γη, συμβολίζοντας έτσι τη μοίρα του Άδωνη. Οι γυναίκες θρηνούσαν τελετουργικά για την τύχη του νέου άντρα που αγάπησε η Αφροδίτη.

Η σημιτική προέλευση αυτού του μύθου είναι ολοφάνερη, ενώ το ίδιο το όνομα του θεού ανάγεται στην εβραϊκή λέξη Αδωνάι, που σημαίνει «κύριος». Η λατρεία του Άδωνη διαδόθηκε στο μεσογειακό κόσμο την ελληνιστική περίοδο, ενώ ο μύθος του απεικονίζεται ήδη επάνω σε ετρουσκικά κάτοπτρα.

Να συμπληρώσουμε μόνον ότι παραλλαγές των μύθων γύρω από τον Άδωνι υπάρχουν αρκετές.

[1]





Αδώνια (τα)

Ετήσια γιορτή σε ανάμνηση του θάνατου και της ανάστασης του Άδωνη που γινόταν σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Ελλάδας. Τα Αδώνια δεν είχαν παντού την ίδια διάρκεια. Αλλού ήταν γιορτές διήμερες, αλλού τριήμερες και αλλού διαρκούσαν εφτά ημέρες. Ούτε και η εποχή κατά την οποία γίνονταν ήταν η ίδια σε όλες τις περιοχές. Με εξαίρεση το χειμώνα μαρτυρίες εορτασμού υπάρχουν για τις άλλες εποχές του έτους.

Οι πρώτες ημέρες της γιορτής ήταν πένθιμες. Στα διήμερα Αδώνια η πένθιμη μέρα λεγόταν "αφανισμός" εξαιτίας των παθών του θεού. Οι γυναίκες τελούσαν τα καθιερωμένα για την κηδεία του θεού και θρηνούσαν το χαμό του. Μετά με λυμένα μαλλιά γυρνούσαν στους δρόμους περιφέροντας τα ομοιώματα του θεού και μέσα σε οδύνη έψελναν πένθιμους ύμνους τα "αδωνίδια" με τη συνοδεία αυλού που ονομαζόταν "γίγγρα". Τη χαραυγή της επόμενης μέρας πετούσαν τα ομοιώματα του θεού σε πηγές ή σε ποτάμια. Μετά την πάροδο των πένθιμων ημερών οι πιστοί γιόρταζαν με οργιαστική χαρά την ανάστασή του. Στα διήμερα Αδώνια η μέρα αυτή ονομαζόταν "εύρεσις" και τη γιόρταζαν με χορούς, πλούσια γεύματα, μέσα σε κατάσταση γενικής ευθυμίας.

Όταν οι Αθηναίοι ετοιμάζονταν για την εκστρατεία στη Σικελία ήταν η εποχή που γιόρταζαν τα Αδώνια και η πόλη αντηχούσε από τους θρήνους των γυναικών. Τέτοιο ήταν το πένθος και ο θρήνος ώστε οι Αθηναίοι φοβήθηκαν για την έκβαση της εκστρατείας.

Στα αθηναϊκά Αδώνια, όπως και στα αντίστοιχα της Κύπρου, της Αλεξάνδρειας και της Βύβλου, οι γυναίκες φορώντας ρούχα πένθους, θρηνούσαν μπροστά σε δύο νεκροκρέβατα που ήταν τοποθετημένα στις εισόδους των σπιτιών. Πάνω στα νεκροκρέβατα έβαζαν ξύλινα ομοιώματα του Άδωνη και της Αφροδίτης. Γύρω από τα ειδώλια τοποθετούσαν τους "κήπους του Άδωνη" δηλαδή γλάστρες με φυτά που γρήγορα αναπτύσσονται, τα οποία είχαν φυτέψει λίγες μέρες πριν. Τους κήπους αυτούς αργότερα τους τοποθετούσαν πάνω στις στέγες των σπιτιών για να μεγαλώσουν γρήγορα με τη βοήθεια του ήλιου. Η ανάπτυξη των φυτών αποτελούσε σημάδι της ανάστασης του θεού.

Κοντά στον επιτάφιο (νεκροκρέβατο) τοποθετούσαν κούκλες που παρίσταναν έρωτες και πουλιά και δίπλα στο ομοίωμα του Άδωνη άφηναν πλακούντες και γλυκίσματα.

Ο θάνατος και η ανάσταση του Άδωνη είχε σχέση με τον ετήσιο κύκλο της βλάστησης και της καρποφορίας.

[2]

Παραπομπες

(*) μύρρα
η (Α μύρρα)· ευώδης, βαλσαμώδης, χυμός, κομμεορητίνη τής αραβικής μύρτου· || (αρχ.) 1. μυρρίς *· 2. αιολ. τ. τού σμύρνα*.

[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. προέρχεται από σημιτικό murru πιθ. από ρίζα mrr «είμαι πικρός» (πρβλ. εβρ. mor / mōr). Τη λ. δανείστηκε και η Λατινική με τις μορφές myrr(h)a, murra, murrina, murretus. H λ., τέλος, έχει συνδεθεί παρετυμολογικά με το μύρον*].

Βιβλιογραφια

Ιστορικό και Δημοσιογραφικό Αρχείο του γράφοντος, Απολλόδ., Βιβλ. 3, 14, 4. Υγίν., Fab. 58 και 161. Σέρβ.,

Σχόλ. στον Βιργ., Εκλ. 10, 18. Οβίδ., Μετ., 10, 345 κ.ε. Σέρβ.,

Σχόλ. στον Βιργ., Αιν. 5, 72. Υγίν., Fab. 58, 248, 251,271.θεόκρ. 1, 109. 3, 46 και το Σχόλ. Προπ. 3, 5, 38.

Λουκ., Περί της Συρίης θεού 8.

Στράβ. 16, 2, 18-19, σ. 755.

Παυσ. 6, 24, 7. Βίων, Αδώνιδος επιτά­φιος, passim, Θεόκρ. 15, 102. 15, 136 κ.ε. Υγίν., Fab. 251.

Ορφικοί Ύμνοι 56, 9. Αυσών., Epit. in Glauc. Cupido crucifix. 57 κ.ε.

Κλήμ. Αλεξ., Προτρ. 2, 33, 8 κ.ε. Πρβ. J. G. Frazer, Adonis, γαλλ. μτφ. στο Ann. Mus. Guimet, 30, Παρίσι, 1921.

Ε. Reiner, Die rituelle Totenklage, Τυβϊγγη, 1938. S. Ronzevalle στο Mel. Univ. Saint-Joseph. Βηρυτός, 1929, 141-204.

Πάπυρος, Μέγα Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσας.

[1]

Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Νικίας, 13, 11, 1
Ἀδώνια γὰρ εἶχον αἱ γυναῖκες
τότε, καὶ προὔκειτο πολλαχόθι τῆς πόλεως εἴδωλα, καὶ
ταφαὶ περὶ αὐτὰ καὶ κοπετοὶ γυναικῶν ἦσαν, ὥστε τοὺς
ἐν λόγῳ ποιουμένους τινὶ τὰ τοιαῦτα δυσχεραίνειν καὶ
δεδιέναι περὶ τῆς παρασκευῆς ἐκείνης καὶ δυνάμεως, μὴ
λαμπρότητα καὶ ἀκμὴν ἐπιφανεστάτην σχοῦσα ταχέως
μαρανθῇ.


Πλούταρχος, Περί των υπό του θείου βραδέως τιμωρουμένων
Ἔτι δ' ἐμοῦ λέγοντος ὑπολαβὼν ὁ Ὀλύμπιχος
’ἔοικας’ ἔφη ‘τῷ λόγῳ μεγάλην ὑπόθεσιν ὑποτίθεσθαι,
τὴν ἐπιμονὴν τῆς ψυχῆς.’ ‘καὶ ὑμῶν γ'’ εἶπον ἐγώ ‘διδόν-
των μᾶλλον δὲ δεδωκότων· ὡς γὰρ τοῦ θεοῦ τὸ κατ' ἀξίαν
νέμοντος ἡμῖν ὁ λόγος ἐξ ἀρχῆς δεῦρο προελήλυθε.’
κἀκεῖνος ‘εἶτα δ'’ ἔφη ‘νομίζεις ἕπεσθαι τῷ τοὺς θεοὺς
ἐπιβλέπειν καὶ νέμειν ἕκαστα τῶν καθ' ἡμᾶς τὸ τὰς ψυχὰς
ὑπάρχειν ἢ πάμπαν ἀφθάρτους ἢ χρόνον τινὰ μετὰ τὴν
τελευτὴν ἐπιμενούσας;’ ‘οὔκ, ὦ 'γαθέ’; εἶπον ‘ἀλλὰ
μικρὸς οὕτω καὶ κενόσπουδος ὁ θεός ἐστιν, ὥστε μηδὲν
ἡμῶν ἐχόντων θεῖον ἐν αὑτοῖς μηδὲ προσόμοιον ἁμωσγέ-
πως ἐκείνῳ καὶ διαρκὲς καὶ βέβαιον, ἀλλὰ φύλλοις, ὡς
Ὅμηρος ἔφη (Ζ 146), παραπλησίως ἀπομαραινομένων
παντάπασι καὶ φθινόντων ἐν ὀλίγῳ ποιεῖσθαι λόγον τοσοῦ-
τον, ὥσπερ αἱ τοὺς Ἀδώνιδος κήπους ἐπ' ὀστράκοις τισὶ
τιθηνούμεναι καὶ θεραπεύουσαι γυναῖκες ἐφημέρους σπεί-
ρων ψυχὰς ἐν σαρκὶ τρυφερᾷ καὶ βίου ῥίζαν ἰσχυρὰν οὐ
δεχομένῃ βλαστανούσας εἶτ' ἀποσβεννυμένας εὐθὺς ὑπὸ
τῆς τυχούσης προφάσεως; εἰ δὲ βούλει, τοὺς ἄλλους θεοὺς
ἐάσας σκόπει τουτονὶ τὸν ἐνταυθοῖ τὸν ἡμέτερον, εἴ σοι
δοκεῖ τὰς ψυχὰς τῶν τελευτώντων ἀπολλυμένας ἐπι-
στάμενος εὐθὺς ὥσπερ ὁμίχλας ἢ καπνοὺς ἀποπνεούσας
τῶν σωμάτων ἱλασμούς τε πολλοὺς προσφέρειν τῶν
κατοιχομένων καὶ γέρα μεγάλα καὶ τιμὰς ἀπαιτεῖν τοῖς
τεθνηκόσιν, ἐξαπατῶν καὶ φενακίζων τοὺς πιστεύοντας.


Διογενιανός, Παροιμίες
Ἀδώνιδος κῆποι: ἐπὶ τῶν ἀώρων καὶ μὴ ἐῤῥι-
ζωμένων. Ἐπειδὴ γὰρ Ἄδωνις ἐρώμενος ὢν, ὡς ὁ μῦ-
θος, τῆς Ἀφροδίτης, προήβης τελευτᾷ, οἱ ταύτῃ ὀρ-
γιάζοντες, κήπους εἰς ἀγγεῖά τινα φυτεύοντες ἢ φυτεύου-
σαι, ταχέως ἐκείνων διὰ τὸ μὴ ἐῤῥιζῶσθαι μαραινομένων,


Ησύχιος, Λεξικόν
Ἀδώνιδος κῆποι· ἐν τοῖς Ἀδωνίοις εἴδωλα ἐξάγουσιν καὶ
κήπους ἐπ' ὀστράκων καὶ παντοδαπὴν ὀπώραν, οἷον ἐκ
μαράθρων καὶ θριδάκων παρασκευάζουσιν αὐτῷ τοὺς κήπους·
καὶ γὰρ ἐν θριδακίναις αὐτὸν κατακλινθῆναι ὑπὸ Ἀφροδίτης
φασίν


Πλούταρχος, Αλκιβιάδης,
Αριστοφάνης, Λυσιστράτη, 390
Θεόκριτος


[2]

Πηγες

[1] "Σακκέτος Άγγελος"

[2] "Θεογονία"





Η εφαρμογη μας για το κινητο σου

Κατέβασε και εσύ την εφαρμογή μας για το κινητό σου "Ancient Greece Reloaded"