ANCIENT GREECE RELOADED
ΜΠΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ
Αντιοπη
Αντιόπη η Βοιωτή
Η Αντιόπη αυτή ήταν θυγατέρα του ποτάμιου θεού Ασωπού κατά την Οδύσσεια ή σύμφωνα με άλλους μύθους, του βασιλιά της Θήβας Νυκτέα και της Πολυξούς (Απολλόδ. Γ 10,1, Ευστάθ. 1682, 43)
Μυθολογία
Όταν ο θεός Δίας είδε κάποτε την Αντιόπη να κοιμάται, την ερωτεύθηκε και μεταμορφώθηκε σε Σάτυρο για να την κατακτήσει (Οβιδίου Μεταμορφώσεις, VI 110 κ.ε.). Φοβούμενη την οργή του πατέρα της εγκατέλειψε τη Βοιωτία και πήγε στη Σικυώνα όπου παντρεύτηκε τον βασιλιά Εποπέα.
Ο αδελφός του πατέρα της Λύκος κατέλαβε το βασίλειο της Σικυώνας, σκότωσε τον Εποπέα και ανάγκασε την Αντιόπη να τον ακολουθήσει πίσω στη Θήβα. Στον δρόμο την έπιασαν οι πόνοι του τοκετού και οι συνοδοί της αναγκάσθηκαν να την αφήσουν να γεννήσει σε μια σπηλιά τους δίδυμους Αμφίονα και Ζήθο.
Ο Λύκος εγκατέλειψε μόνα τα νεογέννητα σε φαράγγι του Κιθαιρώνα και συνέχισε με τη μητέρα τους για τη Θήβα. Τα τέκνα ανατράφηκαν από κάποιον βοσκό και μεγάλωσαν χωρίς να μάθουν τις συνθήκες υπό τις οποίες γεννήθηκαν. Κάποτε η Αντιόπη αφού κατάφερε να δραπετεύσει βρήκε τα παιδιά της, αλλά εκείνα δεν ήθελαν να την αναγνωρίσουν ως μητέρα τους και την κράτησαν μάλιστα αιχμάλωτη σε καλύβα.
Μόνο με τη βοήθεια του Δία μπόρεσαν να την αναγνωρίσουν, οπότε μετά τιμώρησαν σκληρά τους διώκτες της, τον Λύκο και τη σύζυγό του Δίρκη, που υπέβαλλε την Αντιόπη για πολλά χρόνια σε σκληρά βασανιστήρια και εγκαταστάθηκαν με τη μητέρα τους στη Θήβα, όπου έγιναν θρυλικοί ήρωες της Βοιωτίας.
Σύμφωνα με άλλη παράδοση, η Αντιόπη δεν βρήκε ποτέ καταφύγιο στην Κορινθία, αλλά γέννησε κάτω από δραματικές και περιπετειώδεις συνθήκες, καταδιωκόμενη από τον πατέρα της, τον Ασωπό ή τον Νυκτέα.
Ο μύθος της Αντιόπης στη τέχνη
Ο μύθος έχει εμπνεύσει τον Ευριπίδη στη χαμένη του τραγωδία Αντιόπη, από την οποία διασώθηκαν πάρα πολύ λίγα αποσπάσματα. Πολύ γνωστό είναι το γλυπτικό σύμπλεγμα «Φαρνέζιος ταύρος» ή «Ταύρος των Φαρνέζε», έργο του Απολλώνιου από τις Τράλλεις και του Ταυρίσκου, αντίγραφο του οποίου βρέθηκε στα Λουτρά του Καρακάλλα και σήμερα φυλάσσεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νεάπολης.
Στη ζωγραφική έχουν εμπνευστεί οι ζωγράφοι Τιτσιάνο στον πίνακά του «Αντιόπη και Ζευς» και ο Κορέτζιο στο «Αντιόπη που κοιμάται». Ο θεατρικός συγγραφέας Δημήτριος Βερναδράκης έγραψε το 1895 το θεατρικό δράμα Αντιόπη.
Αντιόπη (Αμαζόνα)
Στην ελληνική μυθολογία το όνομα Αντιόπη αναφέρεται συνήθως σε σχέση με αυτή την Αμαζόνα, κόρη του θεού του πολέμου Άρη και της Οτρήρης.
Διάφορες αναφορές
Η Αντιόπη ήταν αδελφή (ή κατά μία εκδοχή κόρη) της βασίλισσας των Αμαζόνων Ιππολύτης. Υπήρξε σύζυγος του Θησέα (η μοναδική αναφερόμενη έγγαμη Αμαζόνα σε ολόκληρη τη μυθολογία) και μητέρα του Ιππολύτου (κατά τον Πίνδαρο, του Δημοφώντα). Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος (Β 387 κ.ε.) αναφέρει την ίδια την Αντιόπη ως βασίλισσα των Αμαζόνων, η οποία συμβασίλευσε με την Οτρήρη και μαζί διέταξαν να οικοδομηθεί ναός του Άρεως σε ένα νησάκι του Εύξεινου Πόντου.
Σύμφωνα με τη μυθολογία
Από τους μύθους που αφορούν το πώς η Αντιόπη έσμιξε με τον Θησέα, επικρατέστεροι εμφανίζονται οι εξής δύο:
Α) Ο Ηρακλής έδωσε στον Θησέα την Αντιόπη ως λάφυρο της εκστρατείας του κατά των Αμαζόνων (βλ. τον άθλο Ζώνη της Ιππολύτης). Αυτό το αναφέρει ο Φιλόχορος.
Β) Την απήγαγε ο ίδιος ο Θησέας με τη βοήθεια και άλλων ηρώων (του Πειρίθου, του Φόρβαντα, κ.ά.), και την έφερε στην Αθήνα.
Κατά μία αττική παράδοση, η Αντιόπη σκοτώθηκε στην Αθήνα πολεμώντας στο πλευρό του Θησέα εναντίον των άλλων Αμαζόνων, οι οποίες είχαν εισβάλει στην Αττική για να εκδικηθούν ακριβώς την αρπαγή της από τον Θησέα. Σύμφωνα με αντίθετη παράδοση, η Αντιόπη, ζηλεύοντας τον Θησέα για τον έρωτά του προς τη Φαίδρα, υποκίνησε πόλεμο των Αμαζόνων εναντίον των Αθηναίων, κατά τον οποίο σκοτώθηκε από τον Ηρακλή.
Η αρπαγή της πάντως έγινε το θέμα πολλών αγγειογράφων της αρχαιότητας, ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ., ενώ απεικονίζεται και σε αέτωμα του ναού του Δαφνηφόρου Απόλλωνα, στην Ερέτρια. Το όνομά της αναγράφεται στον ερυθρόμορφο «Αμφορέα του Κροίσου» (Μουσείο του Λούβρου) και σε ερυθρόμορφη υδρία που βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο του Μονάχου.
Πηγες
«τὴν δὲ μέτ' Ἀντιόπην ἴδον, Ἀσωποῖο θύγατρα, ἣ δὴ καὶ Διὸς εὔχετ' ἐν ἀγκοίνῃσιν ἰαῦσαι, καί ῥ' ἔτεκεν δύο παῖδ', Ἀμφίονά τε Ζῆθόν τε, οἳ πρῶτοι Θήβης ἕδος ἔκτισαν ἑπταπύλοιο πύργωσάν τ', ἐπεὶ οὐ μὲν ἀπύργωτόν γ' ἐδύναντο ναιέμεν εὐρύχορον Θήβην, κρατερώ περ ἐόντε.» - Ραψωδία λ, 260
Εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή. Αθήνα: Τεγόπουλος - Μανιατέας. 1996. σελ. 189, τομ. 4.
«...Νυκτέως δὲ καὶ Πολυξοῦς Ἀντιόπη, Ἀντιόπης δὲ καὶ Διὸς Ζῆθος καὶ Ἀμφίων. ταῖς δὲ λοιπαῖς Ἀτλαντίσι Ζεὺς συνουσιάζει.» - Απολλόδωρος (ψεύδo-), Βιβλιοθήκη Γ΄ 10.1
Emmy Patsi-Garin: Επίτομο λεξικό Ελληνικής Μυθολογίας, εκδ. οίκος «Χάρη Πάτση», Αθήνα 1969
Hyginus, Fabula 8.
Pausanias ix. 17, x. 32.
Pausanias, 2.10.4.
Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica (Book IV, Ch. 16)
Hyginus, Fabulae, 30
Pausanias, Description of Greece (Book 1, Section 2, 1)
Roman, L., & Roman, M. (2010). Encyclopedia of Greek and Roman mythology., p. 71
Plutarch, Life of Theseus (Ch. 26–27)
Pausanias, Description of Greece (Book 1. 2. 1)
Hyginus, Fabulae 241
Ovid, Heroides (Book 4, 117–120)
Simonides in Pseudo-Apollodorus' Bibliotheca (Epitome 1. 16)
Euripides, Hippolytus
Pseudo-Apollodorus, Bibliotheca, (Epitome of Book IV, 1. 16); this source also cites a rare version which makes Melanippe, not Antiope, the one captured by Theseus.
"Wikipedia"
"Wikipedia"
Η εφαρμογη μας για το κινητο σου
Κατέβασε και εσύ την εφαρμογή μας για το κινητό σου "Ancient Greece Reloaded"