ANCIENT GREECE RELOADED
ΜΠΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ
Μαχη των Γαυγαμηλων
Μαχη των Γαυγαμηλων (1 Οκτ 331 π.Χ)
ΠΗΓΑΙΝΕ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ:
Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΦΑΛΑΓΓΑ (ΑΝΑΛΥΣΗ)
Η ΜΑΧΗ (ΑΝΑΛΥΣΗ)
Η ΜΑΧΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΟΔΩΡΟ ΤΟ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗ
Η ΜΑΧΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΛΟΥΤΑΡΧΟ
Η ΜΑΧΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΡΙΑΝΟ
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΙΣΣΟΥ (ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ)
Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΤΗΣ ΤΥΡΟΥ (ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ)
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΓΡΑΝΙΚΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ (ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ)
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΥΔΑΣΠΗ ΠΟΤΑΜΟΥ (ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ)
Ελληνική Ιστορική Επισκόπηση
Ο όρος Μακεδονία καλύπτει κατά την αρχαιότητα όλα σχεδόν τα εδάφη της σημερινής ελληνικής Μακεδονίας που περιλαμβάνονται μεταξύ Ολύμπου και Καμβουνίων (Ν) μέχρι την Μπαμπούνα και την Κερκίνη (Μπέλες) (Β) και Βοΐου και Βαρνούντα (Δ) μέχρι Στρυμόνα (Α). Η Χαλκιδική και οι περιοχές ανατολικά του Στρυμόνα μέχρι τα όρη Μάλες και Πιρίν (Β) και μέχρι του Νέστου (Α) προσαρτήθηκαν στη Μακεδονία επί Φιλίππου του Β΄ (359 – 336 π.Χ), οπότε η Μακεδονία αρχίζει να κυριαρχεί στην πολιτική ζωή των Ελλήνων.
Ο Φίλιππος ο Β΄, πάρα πολύ ικανός πολιτικός ηγέτης και αξεπέραστος για την εποχή του στρατιωτικός οργανωτής, παρέδωσε στο γιο του Μ. Αλέξανδρο το κατάλληλο πολεμικό όργανο, για να εκπληρώσει το μεγαλεπήβολο σχέδιο «της καταλύσεως της Περσικής Αυτοκρατορίας και στα ερείπιά της να θεμελιώσει νέους τύπους πολιτειακού και εθνικού βίου, μεταδίδοντας τον Ελληνικό πολιτισμό μέχρι και των Ινδιών». Μετά τη δολοφονία του Φιλίππου Β΄ ανέλαβε βασιλιάς της Μακεδονίας ο Αλέξανδρος Γ΄, ο Μέγας Αλέξανδρος της ιστορίας (356 – 323 π.Χ). Ο νεαρός βασιλιάς μόλις στα 22 του χρόνια ξεκίνησε τη μεγαλύτερη και ενδοξότερη εκστρατεία των πολέμων όλων των εποχών και έγινε ο ακατανίκητος στρατηλάτης της Oικουμένης.
Περσική Ιστορική Επισκόπηση
Όσα γνωρίζουμε σήμερα, για τη γέννηση και ανάπτυξη του απέραντου αυτού κράτους, προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από Έλληνες ιστορικούς. Το κράτος των Περσών δημιουργήθηκε από τον Κύρο τον Α΄ (521-520 π.Χ.) και έλαβε την τέλεια δημοσιονομική, διοικητική και στρατιωτική οργάνωση την εποχή του Δαρείου του Α΄ (521-485 π.Χ.), ενώ από την άνοδο στο θρόνο του Ξέρξη αρχίζει η περίοδος της παρακμής του, για να διαλυθεί κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Δαρείου του Γ΄ (335-330 π.Χ.). Ο Δαρείος ο Γ΄ υπήρξε καλός βασιλιάς, σε σύγκριση με μερικούς προγενέστερούς του και συγκέντρωσε αρκετές αρετές των Μεγάλων προγόνων του. Η απέραντη Θεοκρατική Αυτοκρατορία των Περσών η μεγαλύτερη και καλύτερα οργανωμένη δύναμη από όσες είχαν εμφανιστεί μέχρι τότε στον κόσμο, θα παρέμενε ενωμένη και ασφαλής κάτω από το σκήπτρο του καλού «Μεγάλου Βασιλέως» Δαρείου του Γ΄. Η μοίρα όμως του Δαρείου του επιφύλαξε να έχει αντίπαλο το Μακεδόνα Αλέξανδρο και να μείνει, έτσι, ο τελευταίος απόγονος του Κύρου, ο οποίος βασίλευσε στην Ασία και, ενώ ήταν αθώος, πλήρωσε με τη ζωή του για τα δεινά που είχαν συσσωρεύσει οι κακοί πρόσφατοι πρόγονοί του.
Οι εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου αποτελούν ασφαλώς μια από τις ενδοξότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Στις πολλές μάχες, τις οποίες ο μεγάλος στρατηλάτης έδωσε έχοντας την ηγεσία των ενωμένων δυνάμεων του Ελληνισμού, διακρίνεται ως «Ο Δάσκαλος της Στρατηγικής-Τακτικής». Σε όλες τις μάχες εφαρμόζονται για πρώτη φορά οι αρχές του πολέμου. αρχές οι οποίες θα παραμείνουν αναλλοίωτες. Στη στρατηγική και την τακτική τίποτα σχεδόν ουσιαστικό δεν έχει από τότε προστεθεί. Η μόνη όμως μάχη όπου φαίνεται η αξία «της ποιοτικής υπεροχής» και στην οποία είναι ολοφάνερη η απαράμιλλη εφαρμογή των περισσότερων αρχών του πολέμου είναι ασφαλώς η περίφημη μάχη των Γαυγαμήλων, με την οποία ο τεράστιος στρατός του «Μεγάλου Βασιλέως» διαλύθηκε στα μέρη που τον συνέθεταν και η δύναμη της πανίσχυρης Περσομηδικής Αυτοκρατορίας έπαθε συντριβή.
Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης
Όλοι οι νεότεροι ερευνητές, αφού κατέρριψαν τον ισχυρισμό μερικών παλαιότερων ότι η μάχη έγινε κοντά στα Άρβηλα, συμφωνούν ότι το πεδίο της μάχης πρέπει να τοποθετηθεί στο χώρο ανάμεσα στον Τίγρη ποταμό και σε έναν άλλο ποταμό, τον Βουμώδη, ο οποίος εκβάλλει στο Λύκο, παραπόταμο του Τίγρη. Πρόκειται για ένα οροπέδιο με μέσο υψόμετρο 300 μέτρα, το οποίο από το Βορρά περιβάλλεται από τα όρη των Κούρδων και προς Νότο καταλήγει στον Τίγρη ποταμό, με απότομες όχθες.
Το πεδίο της μάχης, πρέπει να βρισκόταν κοντά στο σημερινό χωριό Κεράμλεη, το οποίο είναι 30 περίπου χιλιόμετρα ανατολικά από τη Μοσούλη, στην Εθνική οδό Μοσούλη – Άρβηλα – Κιρκούκ. Το χωριό αυτό οι περισσότεροι ερευνητές σωστά το ταυτίζουν με τα αρχαία Γαυγάμηλα.
Ο Δαρείος, ο οποίος είχε επιλέξει να συγκρουσθεί με τον Αλέξανδρο στην πεδιάδα των Γαυγαμήλων, προχώρησε στην εξομάλυνση του χώρου μπροστά από το μέτωπο των στρατευμάτων του και σε προκαθορισμένη έκταση και απόσταση για την ευκολότερη κίνηση και χρησιμοποίηση του πολυάριθμου πεζικού, ιππικού, των δρεπανηφόρων αρμάτων και ελεφάντων του.
Δυνάμεις και Διάταξη των Περσών
1. Πεζικό: Η μικρότερη μονάδα στο πεζικό του Περσικού Στρατού ήταν ο «Λόχος» τον οποίο αποτελούσαν 25 άνδρες. Τέσσερις λόχοι αποτελούσαν την «Εκατοστύν», δέκα εκατοστύες τη «Χιλιοστύν» και δέκα χιλιοστύες τη «Μυριοστύν» από 10.000 άνδρες. Η μυριοστύς ήταν η μονάδα μάχης του Περσικού Στρατού. Σε αντίθεση με το ιππικό, το πεζικό των Περσών ήταν κατώτερο από μέτριο, γιατί το αποτελούσαν δουλοπάροικοι οι οποίοι δεν είχαν καμία διάθεση να πολεμήσουν για λογαριασμό του δυνάστη τους, ή από ορεσίβιες φυλές, ικανές για πόλεμο αλλά τελείως απείθαρχες. Ο πεζός στρατιώτης είχε απαραίτητα ένα ισχυρό μεγάλο τόξο -και όχι πάντα- ένα μικρό πέλεκυ ή σπανιότερα ένα μικρό ξίφος ή μαχαίρι. Δεν είχε αμυντικό οπλισμό για αγώνα σώματος με σώμα, αλλά ούτε και επιθετικό. Ούτε δόρυ ή ξίφος όπως το ελληνικό, ούτε θώρακα, ασπίδα, κράνος, περικνημίδες. Ο οπλισμός αυτός και ιδιαίτερα το μεγάλο τόξο, το βεληνεκές του οποίου έφθανε τα 350 μέτρα και ήταν πολύ μεγαλύτερο από το βεληνεκές των καλύτερων ελληνικών τόξων, των τόξων των Κρητών, έκανε τον Πέρση πεζό ακαταμάχητο σε αγώνα από απόσταση, εξαιτίας και της αφθονίας των βελών που είχε ο κάθε οπλίτης, αλλά τελείως ανίσχυρο στον αγώνα από κοντά, στον οποίο οι Έλληνες είχαν ιδιαίτερη επίδοση. Τέλος, στο Περσικό πεζικό υπήρχαν μονάδες πεζών μισθοφόρων, κυρίως, από Έλληνες. Αυτοί ήταν οργανωμένοι και μάχονταν σύμφωνα με τον Ελληνικό τρόπο. Παρά το γεγονός ότι ο Δαρείος είχε καταντήσει να στηρίζεται στα τμήματα αυτά των μισθοφόρων, η μαχητική αξία τους ήταν μειωμένη, γιατί μάχονταν για το μισθό και τη λεηλασία και όχι «περί πάτρης».
2. Ιππικό: Το ιππικό των Περσών ήταν αξιόλογο, κυρίως, γιατί το αποτελούσαν στο μεγαλύτερο μέρος του επαγγελματίες, οι οποίοι από τον καιρό της ειρήνης χρησιμοποιούνταν για αστυνόμευση μικρών επιδρομών από αντίπαλους γείτονες. Το ιππικό σώμα δεν ήταν τίποτα άλλο από το έφιππο πεζικό, με έφιππους δηλαδή τοξότες και ήταν προσκολλημένο σε Μεγάλη Μονάδα. Το Ανεξάρτητο Ιππικό αποτελούσαν ιππείς οι οποίοι είχαν μικρό δόρυ ή και σπάθη ή και θώρακα. Οι άνδρες γυμνάζονταν καλά και επικεφαλής τους ήταν πάντα στρατηγοί δοκιμασμένοι και της εμπιστοσύνης του «Μεγάλου Βασιλέως». Στο ιππικό αυτό το οποίο αποτελούσε το καύχημα του Περσικού στρατού, κατατάσσονταν κυρίως Βάκτριοι, Δάες και Σκύθες μισθοφόροι.
3. Η Βασιλική Φρουρά - εκτός από τους 10.000 Αθανάτους- περιλάμβανε τις καλύτερες ίλες ιππικού. Σε αυτές κατατάσσονταν οι ισχυρότεροι άρχοντες και ευγενείς Πέρσες και Μήδοι. Οι άνδρες ήταν λαμπρά ντυμένοι και οπλισμένοι, άλλοι με τόξο και άλλοι με δόρυ και τους διέκρινε η ιδιαίτερη αφοσίωσή τους στο «Μεγάλο Βασιλέα».
4. Η μικρότερη μονάδα του Περσικού ιππικού ήταν η «Ίλη», με δύναμη 100-120 ιππείς. Πέντε ίλες αποτελούσαν το «Σύνταγμα» από 500-600 ιππείς. Δύο συντάγματα συγκροτούσαν τη «Χιλιοστύν» από 1.000-1.200 ιππείς και δύο χιλιοστύες την «Ταξιαρχίαν» από 2.000-2.400 ιππείς.
5. Δρεπανηφόρα Άρματα-Ελέφαντες: Τα δρεπανηφόρα άρματα ήταν άμαξες επιβλητικής εμφανίσεως με μεγάλα κυρτά ξίφη σαν δρέπανα προσαρμοσμένα στους τροχούς προς τα πλάγια και κάτω από την άμαξα προς τη γη. Κύρια αποστολή τους ήταν να διασπούν το εχθρικό μέτωπο και να δημιουργούν στις τάξεις του αντιπάλου αναταραχή την οποία θα εκμεταλλευόταν η επιτιθέμενη δύναμη που θα ακολουθούσε. Οι πολεμικοί ελέφαντες ήταν κινητά φρούρια, τα οποία μετέφεραν στη ράχη τους και πάνω σε ξύλινη εξέδρα τοξότες και ακοντιστές. Κύρια αποστολή τους ήταν η διάσπαση του εχθρικού μετώπου και ιδιαίτερα η πρόκληση τρόμου στους ίππους του αντιπάλου.
6. Άλλες Υπηρεσίες: Οι βοηθητικές Υπηρεσίες ήταν πολλές και πολυπρόσωπες. Η Υγειονομική Υπηρεσία ήταν καλά οργανωμένη και το ιατρικό προσωπικό της αποτελούσαν σχεδόν πάντα Έλληνες. Για τη συντήρηση, λειτουργούσε μια πολυδαίδαλη Επιμελητεία της οποίας οι σχηματισμοί συγκροτούσαν ατέλειωτες μονάδες μεταφορών με αμέτρητες άμαξες και καμήλες. Με τα μέσα αυτά μεταφέρονταν όχι μόνο τα τρόφιμα και τα όπλα, αλλά και ολόκληρο το κλιμάκιο της αυλής του «Μεγάλου Βασιλέως», για να μπορεί να διοικεί το απέραντο κράτος του σαν να βρίσκεται στα ανάκτορά του. Το κλιμάκιο αυτό περιλάμβανε τμήματα όλων των κρατικών, διοικητικών και οικονομικών υπηρεσιών, καθώς και μέρος του βασιλικού θησαυρού για τις ανάγκες του πολέμου. Τέλος, ακολουθούσαν πολλά κινητά καταστήματα με εμπορεύματα και δημόσιες γυναίκες. Σύμφωνα με κάποιον υπολογισμό, για τη συντήρηση ενός Πέρση στρατιώτη χρειαζόταν άλλοι δύο-τρεις άνθρωποι να εργάζονται στα μετόπισθεν.
Είναι μεγάλο ατύχημα για την ιστορία, ότι δεν υπάρχουν στοιχεία από πηγές των Περσών. Τα μόνα που υπάρχουν μαρτυρούν ότι ο Δαρείος, αφού αναχώρησε από τη Βαβυλώνα, ήρθε και εγκαταστάθηκε στα Άρβηλα, όπου μετά από δραστηριότητά του που προηγήθηκε κατόρθωσε να συγκεντρώσει ότι διέθετε η απέραντη αυτοκρατορία του. Το στρατό του, μετά τη μάχη της Ισσού (12 Νοεμβρίου 333 π.Χ.) που αναδιοργάνωσε, τον εκπαίδευσε μετά από πολλούς μόχθους και δαπάνες και τον συγκέντρωσε στη Βαβυλώνα, από όπου τον μετακίνησε προς την ανατολική όχθη του Τίγρη, και για να εμποδίσει τη διάβασή του από τους Έλληνες, και για να καταστρέψει τη στρατιά του Μακεδόνα Βασιλιά με τη βοήθεια του υδάτινου εμποδίου. Όταν όμως πληροφορήθηκε ότι ο Αλέξανδρος πέρασε τον ποταμό βορειότερα, έκανε λεπτομερή αναγνώριση και μελέτη της πεδιάδας βόρεια των Αρβήλων και αποφάσισε να δοθεί η κρίσιμη μάχη πίσω από τα Γαυγάμηλα. Εκεί στρατοπέδευσε και περίμενε την επίθεση των Ελλήνων, γνωρίζοντας την αδυναμία του που προερχόταν από τα δυσκίνητα τμήματά του, τα οποία διέταξε, στις 30 Σεπτεμβρίου του 331 π.Χ. όταν οι αναγνωρίσεις του έφερναν επικείμενη τη σύγκρουση, να διανυκτερεύσουν όχι στο στρατόπεδο, όπως συνήθως, αλλά στις θέσεις μάχης, επειδή φοβόταν νυκτερινή επίθεση.
Δυνάμεις και Διάταξη των Ελλήνων
1. Πεζικό: Στο Μακεδονικό στρατό η μικρότερη μονάδα πεζικού ήταν ο «Λόχος» τον οποίο αποτελούσε ένας στοίχος 16 ανδρών που ονομάζονταν «Πεζεταίροι». Ο πρώτος λεγόταν «Λοχαγός», ο δεύτερος «Διμοιρίτης», ο τρίτος «Δεκαστάτηρος» και ο τελευταίος «Ουραγός». Τέσσερις λόχοι αποτελούσαν την «Τετραρχία» με δύναμη 64 ανδρών. Τέσσερις τετραρχίες με 256 άνδρες, αποτελούσαν το «Σύνταγμα», το οποίο διοικούσε ο «Συνταγματάρχης» με έναν υπασπιστή, ένα σαλπιγκτή, ένα σημαιοφόρο και ένα στρατοκήρυκα. Ο τελευταίος κρατούσε τη «Φοινικίδα» δηλαδή μια μικρή κόκκινη σημαία, με το κατέβασμα της οποίας δινόταν το σύνθημα για έφοδο. Τέσσερα συντάγματα συγκροτούσαν μια «Χιλιαρχία» από 1.024 άνδρες. Τέσσερις χιλιαρχίες με 4.096 άνδρες αποτελούσαν την «Τάξιν» την οποία διοικούσε ο «Ταξίαρχος» ή ο «Στρατηγός» με έναν υπασπιστή, ένα σαλπιγκτή και ένα σημαιοφόρο. Ο τελευταίος κρατούσε τη «Σημαία-Σήμα» του Οίκου του Διοικητή της τάξεως. Έξι τάξεις πεζεταίρων από τις ισάριθμες ορεινές επαρχίες της άνω Μακεδονίας αποτελούσαν τη «Μακεδονική Φάλαγγα», την οποία διοικούσε «Στρατηγός» με αξιωματικούς, οι οποίοι έπρεπε να προέρχονται από τις ίδιες επαρχίες και να είναι πρίγκιπες ή άρχοντες από ηγεμονικούς Οίκους.
Κάθε ορεινή επαρχία, με την επιστράτευση την οποία είχε κηρύξει ο Αλέξανδρος πριν από την αναχώρησή του για την εκστρατεία, είχε αποδώσει, όπως πάντα, δύο τάξεις πεζεταίρων, μια πρώτης γραμμής που εντάχθηκε στη στρατιά εκστρατείας με τις άλλες ελληνικές φάλαγγες και μια δεύτερης γραμμής για την ασφάλεια εσωτερικού. Ενώ η φάλαγγα ήταν ο βασικός πυρήνας του Μακεδονικού πεζικού, η σπονδυλική στήλη της μάχιμης δυνάμεως, γύρω από την οποία κινούνταν και δρούσαν τα υπόλοιπα σώματα και ο γενικά συμπαγής και άθραυστος σχηματισμός κρούσεως και αποκρούσεως, η τάξη ήταν η μικρότερη τακτική μονάδα, η οποία μπορούσε να αναλάβει αποστολή μάχης, ενώ την πλαισίωναν άλλες ελαφρές μονάδες πεζικού ή ιππικού για κάλυψη των πλευρών και των νώτων της. Πρέπει να σημειωθεί ότι η αριθμητική δύναμη των διαφόρων μονάδων είναι θεωρητική και αναφέρεται στα καθορισμένα από τον κανονισμό πρότυπα. Στην πραγματικότητα η δύναμη τις περισσότερες φορές ήταν μικρότερη. Μόνο η δύναμη του λόχου δεν περιοριζόταν ποτέ κάτω από 12 άνδρες. Ο οπλισμός των πεζεταίρων φαλαγγιτών ήταν ελαφρότερος από τον οπλισμό των οπλιτών της Νότιας Ελλάδας. Κάλυμμα για το κεφάλι είχαν την «Καυσία», ένα στρογγυλό κάλυμμα από πίλημα.
Αντί για θώρακα είχαν δερμάτινο χιτώνα με χάλκινα εμβλήματα. Οι περικνημίδες ήταν ελαφρές. Η ασπίδα ήταν στρογγυλή, με διάμετρο 60 εκ. από χάλκινη πλάκα και το ξίφος μικρό. Τέλος, οι φαλαγγίτες ήταν οπλισμένοι με μακρύ δόρυ, τη «Σάρισα» που είχε μήκος 4.20 έως 4.80 μ. και υπήρξε η σημαντικότερη και επαναστατικότερη καινοτομία. Οι σάρισες των πρώτων πέντε ανδρών του λόχου ήταν προταμένες σε οριζόντια διάταξη προς το μέρος του εχθρού. Έτσι, η σάρισα και του πέμπτου φαλαγγίτη, εξείχε μπροστά από το ζυγό της φάλαγγας για μετωπική απόκρουση του εχθρού και μετωπική επίθεση εναντίον του. Οι άλλοι άνδρες του λόχου μετά τον πέμπτο, τις κρατούσαν όρθιες και με μικρή κλίση προς τα μπροστά. Σε αντίθεση με τους Νότιους Έλληνες, τους συμμάχους και τους μισθοφόρους, οι Μακεδόνες φαλαγγίτες κρατούσαν τη βαριά σάρισα -η οποία ήταν δύσκολο, αν όχι αδύνατο να κρατηθεί με το ένα χέρι- και με τα δύο χέρια τους, γιατί η ασπίδα των Μακεδόνων, καθώς ήταν ελαφρότερη από αυτήν των Νοτίων, κρατιόταν από τον αριστερό βραχίονα, με τη θηλειά που υπήρχε στο κέντρο της ασπίδας και άφηνε έτσι ελεύθερο το υπόλοιπο αριστερό χέρι.
Και μόνο το θέαμα μιας τέτοιας παρατάξεως ήταν τρομακτικό για τον αντίπαλο. Ελαφρότερο πεζικό από τη φάλαγγα ήταν το σώμα των «Υπασπιστών», από επίλεκτους μόνιμους ή εθελοντές οπλίτες και υπαξιωματικούς και με ελαφρότερο οπλισμό, συνήθως κοντά στο βασιλιά, όχι μόνο για την ασφάλειά του, αλλά βασικά για να αναλαμβάνει αποστολές ελιγμών. Ως ελαφρό πεζικό υπήρχαν και οι Νότιοι Έλληνες, οι σύμμαχοι, οι μισθοφόροι, καθώς και οι Θράκες ακοντιστές. Τέλος, ένα άλλο είδος ελαφρού πεζικού ήταν το σώμα των «Ψιλών» στρατιωτών που προερχόταν από τις φτωχότερες τάξεις, οι Μακεδόνες τοξότες οι οποίοι κατά κανόνα ενισχύονταν με Αγριάνες ακοντιστές και μισθοφόρους Κρήτες τοξότες. Το σώμα των ψιλών χρησιμοποιούνταν σε αναγνωρίσεις, σε καταδιώξεις και για την κάλυψη της παρατάξεως.
2. Ιππικό: Το Ιππικό και ιδιαίτερα το βαρύ, ήταν το πιο επίλεκτο σώμα του Μακεδονικού Στρατού και το καύχημα των Μακεδόνων. Οι οκτώ πεδινές επαρχίες με την κήρυξη της επιστρατεύσεως είχαν αποδώσει δύο ίλες εταίρων ιππέων, μία από βαρύ και μία από ελαφρό ιππικό με δύναμη 150-300 ιππείς η καθεμιά ανάλογα με τον πληθυσμό. Επικεφαλής στις ίλες ήταν ευγενείς και γαιοκτήμονες με παροιμιώδη αγάπη για τα άλογα και την ιππασία. Ο εταίρος ιππέας στο βαρύ ιππικό είχε λαμπρή πανοπλία, περικεφαλαία με φτερά, θώρακα με επωμίδες, περιτραχήλιο και περικνημίδες. Όπλα επιθέσεως ήταν ένα ισχυρό δόρυ – ποτέ ακόντιο – από ξύλο κρανιάς και ένα κοντό ξίφος. Το άλογο του είχε προστερνίδια και προμετωπίδα. Η έφιππη οπλομαχητική αυτών των ιππέων ήταν κάτι το ασύλληπτο. Λέγεται ότι τα χτυπήματα των εταίρων στο πρόσωπο του αντιπάλου ήταν αλάνθαστα. Η κάθε ίλη από το βαρύ ιππικό είχε το όνομα της περιοχής από όπου προερχόταν. Αρχηγός του εκλεκτού αυτού ιππικού ήταν ο καλύτερος από τους στρατηγούς. Αλλά στη μάχη, επικεφαλής ήταν πάντα ο ίδιος ο Αλέξανδρος. Η ίλη μάλιστα η οποία ήταν μαζί του, επικεφαλής των άλλων και με την οποία εξορμούσε στην επέλαση, λεγόταν «Βασιλική Ίλη» ή «Άγημα Ιππέων» ή «Έφιππος Φρουρά».
Σε αυτή την τιμητική θέση εναλάσσονταν κάθε μέρα όλες οι ίλες, για να υπάρχει άμιλλα και λεγόταν και «Ίλη της Ημέρας». Το βαρύ ιππικό ήταν πάντοτε, στα χέρια του Αλεξάνδρου, η μονάδα κρούσεως και με αυτή κρινόταν η μάχη, με την περίφημη «επέλαση». Ως βαρύ ιππικό χρησιμοποιούσαν και το ιππικό των Νοτίων Ελλήνων και ιδίως των Θεσσαλών. Ο εταίρος ιππέας του ελαφρού ιππικού είχε ελαφρότερη πανοπλία, και έφερε σάρισα όπως οι πεζοί, αλλά μικρότερη. Γι΄ αυτό το λόγο οι ιππείς λέγονταν και «Σαρισοφόροι ή Πρόδρομοι». Στο ιππικό εντάσσεται και το σώμα των «Βασιλικών Παίδων». Ήταν παιδιά ευγενών και πριγκίπων, τα οποία μόλις γινόντουσαν έφηβοι, στέλνονταν στα ανάκτορα της Πέλλας και εκπαιδεύονταν μαζί με τα παιδιά του Βασιλιά από ειδικούς παιδαγωγούς για να γίνουν αξιωματικοί και στρατηγοί. Αποτελούσαν τη «Σχολή των Ευελπίδων». Στις ειδικές περιστάσεις, όπως στην εκστρατεία αυτή οι «βασιλικοί παίδες» ακολουθούσαν τον Αλέξανδρο σε όλες τις κακουχίες.
3. Μηχανικό-Επικοινωνίες: Αν και στη μάχη των Γαυγαμήλων δε χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα το Μηχανικό, πρέπει να σημειωθεί ότι γενικά στην εκστρατεία τόσο το Μηχανικό, όσο και οι επικοινωνίες, διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο. Το μηχανικό αποτελούσαν ειδικευμένοι αξιωματικοί, τεχνίτες και σκαπανείς οπλίτες με πολιορκητικές μηχανές, πύργους, κριούς, καταπέλτες, φορητές κλίμακες και άλλα διάφορα μέσα.Οι επικοινωνίες ήταν οργανωμένα τμήματα από σαλπιγκτές, αγγελιαφόρους πεζούς και έφιππους και χειριστές οπτικών μέσων (φωτιές), οι οποίοι άναβαν φωτιές πάνω σε ειδικά κατασκευασμένους λοφίσκους, διαδοχικά και σε οπτική μεταξύ τους θέα, για μεταβίβαση ειδήσεων σε μεγάλες αποστάσεις.
4. Άλλες Υπηρεσίες: Είναι εκπληκτικό, αλλά είναι γεγονός ότι ο Μακεδονικός Στρατός διέθετε άριστα οργανωμένη υγειονομική υπηρεσία που ονομαζόταν «Βασιλική Θεραπεία» με ικανούς γιατρούς και προσωπικό και με επάρκεια ποικιλίας φαρμάκων. Ο στρατός του Αλεξάνδρου είχε σε υψηλό επίπεδο οργανώσει τους Σχηματισμούς Ανεφοδιασμού και Επιμελητείας, Ταμιακής Υπηρεσίας, Υπηρεσίας Επιτάξεων και Στρατοπεδείας.
Για να ολοκληρωθεί η εικόνα της μοναδικής εκείνης σε πληρότητα και συνοχή στρατιάς, πρέπει να αναφερθεί ότι την ακολουθούσαν ομάδες Φιλοσόφων, Ρητόρων, Γεωγράφων, Γεωλόγων, Βιολόγων, Φυσικών, Αρχιτεκτόνων, Πολεοδόμων, Μάντεων, Ποιητών, Ηθοποιών, Μουσικών, Συγγραφέων και γενικά πνευματικών ανθρώπων για να διδάσκουν στους «βασιλικούς παίδες», να γράψουν το χρονικό της εκστρατείας και να διαδώσουν το φως του ελληνικού πολιτισμού. Αυτό ακριβώς προσδίδει και τον εκπολιτιστικό χαρακτήρα της εκστρατείας του Αλεξάνδρου.
Η ελληνική εκστρατευτική δύναμη, η οποία αναχώρησε για την εκστρατεία της Ασίας υπό το Μακεδόνα βασιλιά την άνοιξη του 334 π.Χ., είχε μετά από μάχες και εκπορθήσεις πόλεων υποτάξει το εσωτερικό της Μικράς Ασίας, τη Φοινίκη, τη Συρία και γύρω στο τέλος του 332 π.Χ. ο Μέγας Μακεδών ήταν κύριος της Αιγύπτου και της Κυρηναϊκής. Αφού δέχθηκε στην Αίγυπτο τις ενισχύσεις από την Ελλάδα (300 Έλληνες μισθοφόρους, 500 Θράκες ιππείς και μερικές χιλιάδες πεζούς), προχώρησε στην απαραίτητη ανασυγκρότηση. Την άνοιξη του 331 π.Χ. η Ελληνική Στρατιά ξεκίνησε από την Αίγυπτο και από το αντίστροφο δρομολόγιο έφθασε στην Τύρο, από όπου ο Μ. Αλέξανδρος, αφού οργάνωσε στη Συρία τη βάση εξορμήσεώς του, αναχώρησε για το εσωτερικό της Ασίας. Ακολουθώντας δορμολόγιο βορειοανατολικής κατευθύνσεως διαμέσου Κοίλης Συρίας και Ασσυρίας (Χαλέπιο-Ράκκα, όπου πέρασε τον Ευφράτη-Μοσούλη, βόρεια από αυτή και νότια από τα Γορδιαία όρη πέρασε τον Τίγρη) έφθασε στις 24 Σεπτεμβρίου του 331 π.Χ. μπροστά στα Γαυγάμηλα. Εκεί και σε απόσταση 10-12 χιλιομέτρων από το χώρο που οι αναγνωρίσεις εντόπισαν το περσικό στρατόπεδο, η Ελληνική Στρατιά στρατοπέδευσε και αφού περιχαρακώθηκε αναπαύθηκε για πέντε μέρες, ενώ ο Μέγας Αλέξανδρος και οι αρμόδιοι αξιωματικοί του ασχολήθηκαν με την αναγνώριση και μελέτη του εδάφους για την κατάρτιση των σχεδίων.
Επειδή στη μάχη των Γαυγαμήλων εκδηλώνεται με τρόπο, ίσως, μοναδικό η ανυπέρβλητη στρατιωτική μεγαλοφυΐα του Αλεξάνδρου, η διάταξη των αντιπάλων (καθώς και η όλη διεξαγωγή της μάχης από τα σχέδια που καταρτίσθηκαν μέχρι και τον ελιγμό που εφαρμόσθηκε) υπήρξε και είναι το αντικείμενο για συνεχή μελέτη όλων των ερευνητών. Από τα συγγράμματα όμως των αρχαίων απουσιάζουν τα στοιχεία τα οποία θα επέτρεπαν αδιάκοπη μελέτη. Δε διαφωτίζουν για την αριθμητική δύναμη των διαφόρων τμημάτων, ούτε για τη λεπτομερή δράση τους. Έτσι, το θέμα εξακολουθεί να είναι ανοικτό. Όμως, από το συσχετισμό και τη μελέτη των διαφόρων πληροφοριών μπορεί κανείς να οδηγηθεί περίπου στην πραγματικότητα.
Σύμφωνα με τον Αρριανό, το στρατό του Αλεξάνδρου αποτελούσαν 40.000 πεζοί και 7.000 ιππείς, ενώ η αριθμητική δύναμη του στρατού του Δαρείου έφθανε σε 1.000.000 πεζούς, 40.000 ιππείς, 100 δρεπανηφόρα άρματα και 15 ελέφαντες. Όμως, η αριθμητική δύναμη των Περσών σύμφωνα με το Διόδωρο ήταν 800.000 πεζοί, 200.000 ιππείς και 200 δρεπανηφόρα άρματα. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο 1.000.000 πεζοί και ιππείς και 200 δρεπανηφόρα άρματα. Σύμφωνα με τον Ιουστίνο 500.000 πεζοί και ιππείς και 200 δρεπανηφόρα άρματα. Όποιος όμως και να ήταν ο πραγματικός αριθμός, δύο στοιχεία είναι αναμφισβήτητα, ότι:
1. Η υπεροχή του Δαρείου ήταν συντριπτική και
2. Η μαχητικότητα, η αντοχή, η ανδρεία και η πειθαρχία κατά τη διάρκεια της μάχης των Ελλήνων, ήταν πολύ ανώτερου επιπέδου.
Σχέδια Περσών
Το αρχικό σχέδιο ενεργείας του Δαρείου, όταν συγκέντρωσε το στρατό του στην πεδιάδα της Βαβυλώνας, ήταν να κινηθεί προς τα βόρεια επί της ανατολικής όχθης του ποταμού Τίγρη, να καταλάβει την περιοχή της αρχαίας πόλης Νινευί (Μοσούλη), όπου συγκλίνουν από παντού όλες οι οδικές αρτηρίες και με τον έλεγχο και την κατοχή των μοναδικών υπαρχόντων στην περιοχή πόρων και σημείων διαβάσεως, να αμυνθεί εκεί στο μεγάλο ποταμό, ώστε να απαγορεύσει στον εχθρό τη διάβασή του και καταστροφή του Μακεδονικού Στρατού πάνω στο υδάτινο κώλυμα.
Από μερικούς αρχαίους ιστορικούς βγαίνει το συμπέρασμα ότι, όταν βρισκόταν ο Δαρείος στα Γαυγάμηλα, επεξεργάσθηκε διάφορα σχέδια. Συγκεκριμένα αναφέρουν ότι όταν πληροφορήθηκε ότι, ο στρατός του Αλεξάνδρου βρισκόταν ήδη στην ανατολική όχθη του Τίγρη, ξαφνιάστηκε και «εταράχθη λίαν». Μετά από λίγο χρόνο, όταν πληροφορήθηκε το θάνατο της αιχμάλωτης βασίλισσας συζύγου του Στατείρας, αλλά και τη γενναιοφροσύνη άψογη συμπεριφορά του Αλεξάνδρου προς τη νεκρή και όλη την αιχμάλωτη βασιλική οικογένειά του, «ικέτευσε» τους θεούς να νικήσει για να ανταποδώσει στον εχθρό του τις χάρες που του οφείλει ή σε περίπτωση που η μοίρα είχε καθορίσει την ήττα του, ευχήθηκε: «ας μη καθίσει άλλος εις το θρόνο του Κύρου εκτός από τον Αλέξανδρο». Κάτω από αυτές τις ψυχολογικές συνθήκες ο «Μεγάλος Βασιλιάς» έστειλε για τρίτη φορά προτάσεις συνθηκολογήσεως, προσφέροντας στον Αλέξανδρο το μισό της Αυτοκρατορίας του και το χέρι της κόρης του. Προσθέτουν όμως οι ίδιοι ιστορικοί, ότι την ίδια στιγμή, την οποία έπαιρνε την επιστολή του Δαρείου ο Αλέξανδρος, πληροφορήθηκε ότι ο αντίπαλός του προσπαθούσε να υλοποιήσει τα σχέδια της δολοφονίας του προσφέροντας άφθονο χρυσό.
Έτσι, τις τελευταίες μέρες του Σεπτεμβρίου ο στρατός του Δαρείου ήταν έτοιμος για πόλεμο στο χώρο που επιλέχθηκε κοντά στα Γαυγάμηλα για να αντιμετωπίσει το Μακεδονικό στρατό. Το σχέδιο ενεργείας που καταστρώθηκε, βασιζόταν στην καταθλιπτική αριθμητική υπεροχή, στην προετοιμασία του χώρου που επιλέχθηκε με αποψίλωση και στη συγκέντρωση ιππικού, δρεπανηφόρων οχημάτων και ελεφάντων, μπορεί να συνοψισθεί όπως παρακάτω.
1. Κίνηση κάθετης προελάσεως προς τον εχθρό, αμέσως με τη διαταγή και κύκλωση του ελληνικού στρατού και από τις δύο πλευρές με υπερφαλάγγιση με πεζικό και άριστο ιππικό, της κύριας προσπάθειας εφαρμοζόμενης κατά του δεξιού του αντιπάλου, όπου συνήθως βρισκόταν ο Αλέξανδρος.
2. Ταυτόχρονη κατάτμηση της εχθρικής παρατάξεως και ιδίως της ακατανίκητης Μακεδονικής φάλαγγας με επέλαση κατά μέτωπο των δρεπανηφόρων αρμάτων, με τον όγκο τους να τοποθετείται κατά του δεξιού του αντιπάλου, όπου κατά κανόνα βρισκόταν ο Αλέξανδρος.
3. Ύπαρξη ισχυρότατης εφεδρείας, για την ασφάλεια των μετόπισθεν, κάλυψη των νώτων και για την αντιμετώπιση κάθε απρόβλεπτης καταστάσεως.
Σχέδια Ελλήνων
Το αρχικό σχέδιο ενεργείας του Αλεξάνδρου πρέπει να ήταν η αιφνιδιαστική επίθεση κατά των Περσών, μετά από καλυμμένη νυκτερινή πορεία. Αυτό είναι μία λογική εξήγηση της πορείας του στρατού του τη νύκτα της 29/30 Σεπτεμβρίου για την οποία καμία άλλη δικαιολογία δε δίνεται στα ιστορικά αρχαία κείμενα. Βρίσκοντας όμως ο Αλέξανδρος το πρωί της επόμενης μέρας τον Περσικό Στρατό στις θέσεις μάχης και όχι στις σκηνές του στρατοπέδου, αντιλήφθηκε ότι το στοιχείο του αιφνιδιασμού στο οποίο κυρίως υπολόγιζε, είχε χαθεί και ακριβώς για το λόγο αυτό στην πρωινή σύσκεψη της επόμενης μέρας αποδέχθηκε τη σωστή εισήγηση του Παρμενίωνα για την ανάγκη λεπτομερούς αναγνωρίσεως του χώρου και στη συνέχεια εκπόνηση του σχεδίου επιθέσεως. Η αναγνώριση έγινε στις 30 Σεπτεμβρίου, με ισχυρά αποσπάσματα εταίρων και ψιλών στα οποία επικεφαλής τέθηκε ο ίδιος ο Αλέξανδρος μαζί με τους απαραίτητους αρχηγούς και στελέχη του, ενώ το υπόλοιπο στράτευμα, περιχαρακωμένο, αναπαύθηκε.
Η επίσκεψη του Παρμενίωνα αργά τη νύκτα της 30ής Σεπτεμβρίου στη σκηνή του Αλεξάνδρου φαίνεται ότι σκοπό είχε να προτείνει νυκτερινή επίθεση, ώστε με τη σύγχυση που θα προκαλούσε να εξουδετερώσει κατά ένα μέρος την καταθλιπτική αριθμητική υπεροχή του Δαρείου. Μνημειώδης παρέμεινε από τότε η γεμάτη αυτοπεποίθηση απάντηση του Αλεξάνδρου, « Αισχρόν είναι κλέψαι την νίκην », την οποία οι ιστορικοί επεξηγούν ως επιθυμία του άξιου Στρατηγού να νικήσει φανερά και αναμφισβήτητα τον αντίπαλό του σε μάχη εκ παρατάξεως, ώστε να μην έχει μετά το δικαίωμα ο Δαρείος να αμφισβητήσει την ικανότητα του στρατού του Αλεξάνδρου και τον ίδιον. Όμως η άρνηση του Αλεξάνδρου να υιοθετήσει τη νυκτερινή επίθεση, δεν πρέπει να αποδοθεί μόνο στη δικαιολογημένη του αυτή επιθυμία. Θα πρέπει να αποδοθεί, κυρίως, στην επίγνωση των δυσκολιών και των κινδύνων των νυκτερινών επιθέσεων εναντίον εχθρού που κατέχει έδαφος άγνωστο και όχι επαρκώς αναγνωρισμένο.
Το σχέδιο ενεργείας του Αλεξάνδρου, τελικά, μπορεί να συνοψισθεί όπως παρακάτω:
1. Κίνηση λοξής προελάσεως για κατάλληλη λήψη επαφής με τον εχθρό και εξουδετέρωση της δράσεως των δρεπανηφόρων αρμάτων και ελεφάντων του, κάτω από την προστασία της κύριας επιθετικής διατάξεως με ελαφρά τμήματα και ψιλούς.
2. Κύρια επιθετική κρούση κατά της Περσικής παρατάξεως με βαρέα, κατόπιν προσωπικής επιλογής, τμήματα, συγκροτούμενα σε δύο, σε ευθεία γραμμή αρχικά, παραταγμένες πτέρυγες, δηλαδή:
Της Δεξιάς, υπό τον Αλέξανδρο, με αποστολή:
Α. Δημιουργία προϋποθέσεων εφαρμογής της αρχής «Το φίλιον ισχυρόν κατά του εχθρικού ασθενούς εν τόπω και χρόνω» με τη λοξή, κατά τη διαγώνια κατεύθυνση του τετραπλεύρου που σχηματίζεται από την παράταξη των δύο στρατών και ασφαλής μετακίνηση της ισχυρής δυνάμεως κρούσεως και μέχρι αποστάσεως εφόδου από το αριστερό άκρο των Περσών
Β. Επιθετική έφοδο με το «φίλιο ισχυρό» κατά του αριστερού ζωτικού κέντρου, όπου ήταν ο Δαρείος, για τη διάλυσή του.
Γ. Εξάλειψη, στη συνέχεια, κάθε άλλης επιθετικής αιχμής του εχθρού και της εφεδρείας του.
Της Αριστερής, υπό τον Παρμενίωνα, με αποστολή την:
Α. Απορρόφηση του επιθετικού δυναμικού του δεξιού της Περσικής Στρατιάς.
Β. Κάλυψη του αριστερού της δεξιάς επιθετικής πτέρυγας των Μακεδόνων από παντού.
Κάλυψη των πλευρών και των νώτων των δύο κύριων επιθετικών πτερύγων με ελαφρά και ευέλικτα τμήματα που τοποθετούνται στα δύο άκρα και προς τα πίσω και που να μπορούν να μάχονται είτε παρακολουθώντας την κίνηση της κύριας επιθετικής διατάξεως, είτε με επικαμπή και με βασική επιδίωξη την απορρόφηση της επιθετικής αιχμής κυρίως της αριστερής εχθρικής πτέρυγας, μακριά αν γίνεται από το «ισχυρό» της δεξιάς Μακεδονικής επιθετικής πτέρυγας.
Ασφάλεια του στρατοπέδου με Θράκες και Έλληνες συμμάχους.
Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας
Διεξαγωγη της Μαχης
Α' Φάση
Οι δύο στρατοί, σε κάπως προχωρημένη ώρα της 1ης Οκτωβρίου του 331 π.Χ. με τις παρατάξεις τους παράλληλες, αλλά άνισες σε έκταση, απείχαν 4 με 5 χιλιόμετρα. Ενώ η περσική παράταξη, ασάλευτη σαν τοίχος, περίμενε παθητικά την επίθεση των Ελλήνων, ο Αλέξανδρος όρθωσε το δόρυ του προς τον ουρανό και αφού προσευχήθηκε, έδωσε το σύνθημα της εξορμήσεως. Οι φοινικίδες όλων των μονάδων χαμήλωσαν και άρχισε η εκκίνηση.
Ο Αλέξανδρος δεν οδήγησε το μέτωπο της δεξιάς πτέρυγας του της κύριας προσπάθειας κατευθείαν μπροστά κάθετα προς τον εχθρό, αλλά λοξά προς τα δεξιά, με προφανή σκοπό να φέρει το ισχυρό δεξιό του έξω από το πεδίο της μάχης και πέρα από το κέντρο της αριστερής παρατάξεως των Περσών, για να προσβάλει με την «πυγμή» του τον αντίπαλο. Οι μονάδες είχαν διαρκώς τους ζυγούς τους παράλληλους προς το εχθρικό μέτωπο, για να είναι σε θέση με μισή στροφή προς τα αριστερά να αντιμετωπίσουν κάθε εχθρική μετωπική αντίδραση. Η παράταξη βάδιζε λοξά δεξιά με απόλυτη σιωπή για να ακούγονται ευκρινώς τα παραγγέλματα και με σιδερένια πειθαρχία για να μη μεταβληθούν οι αποστάσεις μεταξύ των τμημάτων.
Ο Παρμενίων, αντίθετα, οδήγησε το μέτωπο της κύριας αριστερής πτέρυγάς του ευθεία μπροστά, κάθετα προς τον εχθρό, για να καλύπτει το αριστερό της πτέρυγας του Αλεξάνδρου.
Ολόκληρη αυτή η μάζα των 45.000 ανδρών μετακινούνταν όπως ένας άνθρωπος, χωρίς να μεταβληθούν οι αποστάσεις μεταξύ των τμημάτων με εξαιρετική πειθαρχία. Σε σύγχρονους στρατούς, μια παρόμοια κίνηση, έστω και σαν άσκηση πυκνής τάξεως και παρελάσεως, θα ήταν σχεδόν αδύνατη.
Ο Δαρείος, ο οποίος στο μεταξύ είχε αρχίσει κι αυτός να κινείται προς τα εμπρός με ολόκληρη τη δύσκαμπτη και μονολιθική παράταξή του, αντιλήφθηκε τη λοξή κίνηση του Αλεξάνδρου και διέταξε το ιππικό προστασίας της αριστερής παρατάξεώς του, των Σκυθών και Βακτρίων, να προσβάλει από τα πλευρά το δεξιό των Μακεδόνων. Συγχρόνως, διέταξε το ιππικό προστασίας της δεξιάς παρατάξεώς του, των Αρμενίων και Καππαδόκων, να προσβάλει την πτέρυγα του Παρμενίωνα.
Ο Αλέξανδρος, για να μη διαταράξει τη μάζα κρούσεως του μέχρι να φθάσει σε απόσταση εφόδου για εξαπόλυση της επελάσεώς του, διέταξε την εμπλοκή της δεξιάς πλαγιοφυλακής του. Ο Μενίδας με τους μισθοφόρους ιππείς του κινείται με ανοικτό καλπασμό, προσβάλλει τους βάρβαρους ιππείς και τους παρασύρει προς τα δεξιά μακριά από τον Αλέξανδρο. Αλλά οι Πέρσες ήταν περισσότεροι και ο αγώνας άνισος. Ο Αλέξανδρος τότε, για να ενισχύσει το Μενίδα, στέλνει από την ίδια δεξιά πλαγιοφυλακή του τον Αρίστωνα με τους Παίονες ιππείς και τους Έλληνες πελταστές του Κλέανδρου, οι οποίοι και πετυχαίνουν την απόκρουση. Κατόπιν, το εχθρικό ιππικό υποχωρεί.
Ο Δαρείος τότε κινεί ολόκληρο το ιππικό της αριστερής πλευράς του, δηλαδή τους υπόλοιπους Βακτρίους, τους Δάες και τους Αραχωτούς με αποτέλεσμα να αφήσει ακάλυπτη την αριστερή του πτέρυγα και να δημιουργήσει ο ίδιος το «χάσμα» το οποίο αναφέρει ο Αρριανός. Ταυτόχρονα, ολόκληρο το ιππικό και της δεξιάς πτέρυγας των Περσών είχε τώρα στραφεί επιτιθέμενο εναντίον του Παρμενίωνα.
Η πρώτη φάση της μάχης είχε τελειώσει και ο ελιγμός του Αλεξάνδρου προχωρούσε έτσι με επιτυχία, αφού το ιππικό της δεξιάς των Περσών είχε εμπλακεί με τον Παρμενίωνα και το ιππικό της αριστεράς των Περσών, ήταν εμπλεγμένο σε αγώνα με τη δεξιά πλαγιοφυλακή του Αλεξάνδρου, είχε αφήσει ακάλυπτο το κέντρο του αριστερού πλευρού των Περσών όπου η «πυγμή» του Μακεδόνα πλησίαζε στο στόχο της.
Β' Φάση
Το ιππικό του Δαρείου, στο δεξιό του Αλεξάνδρου, αφού συγκράτησε και ανασύνταξε τους Σκύθες και τους Βακτρίους που υποχωρούσαν, προσέβαλε ολόκληρη τη δεξιά πλαγιοφυλακή του Αλεξάνδρου (Μενίδα-Αρίστωνα-Κλέανδρο). Ο αγώνας έγινε και πάλι άνισος. Οι απώλειες ήταν πολλές. Παρ΄ όλα αυτά ο αντικειμενικός σκοπός του Αλεξάνδρου πετύχαινε. Οι Πέρσες εξακολουθούσαν να μάχονται μακριά από την κύρια παράταξη των Μακεδόνων, η οποία ανενόχλητη προχωρούσε δεξιά προς τα εμπρός και με κλιμακωτή διάταξη. Πίσω και αριστερά από κάθε μονάδα δηλαδή, υπήρχε άλλη μονάδα και όλες μαζί φρόντιζαν να μην αφήνουν κενά μεταξύ τους, ενώ ο Παρμενίων με δυσκολία κάλυπτε το αριστερό όλης της παρατάξεως.
Όταν ο Δαρείος αντιλήφθηκε ότι η Ελληνική παράταξη, όπως βάδιζε θα βρισκόταν σύντομα έξω από το μέτωπο των δρεπανηφόρων αρμάτων του, τα διέταξε να επιτεθούν για να διασπάσουν τις γραμμές της. Αλλά και το όπλο αυτό, το οποίο για πρώτη φορά αντιμετώπιζαν οι Μακεδόνες, εξουδετερώθηκε εύκολα και χωρίς να προκαλέσει στους Έλληνες μεγάλες απώλειες. Τα δρεπανηφόρα άρματα τα οποία επιτέθηκαν στο προωθημένο δεξιό του Αλεξάνδρου αχρηστεύθηκαν, γιατί οι ακοντιστές του Βαλάκρου, οι Αγριάνες και οι Κρήτες τοξότες, επειδή ήταν ευέλικτοι, σκότωσαν με τα ακόντια και τα βέλη τους τους αναβάτες και τους ίππους. Επίσης και τα άλλα άρματα που επιτέθηκαν στις τάξεις των πεζεταίρων, δεν είχαν καλύτερη τύχη. Οι πεζεταίροι από μακριά άρχισαν να προκαλούν δαιμονισμένο θόρυβο, κτυπώντας τις σάρισες πάνω στις ασπίδες τους, με αποτέλεσμα οι ίπποι να αφηνιάσουν και να διαλυθούν οι περισσότεροι. Μερικοί μόνο έφθασαν στις Ελληνικές γραμμές, αλλά και αυτοί πέρασαν από τα κενά τα οποία οι πεζεταίροι είχαν δημιουργήσει στις τάξεις τους, μετά από οδηγίες του Αλεξάνδρου. Τα λίγα άρματα, τα οποία τελικά έφθασαν πίσω από τη γραμμή παρατάξεως, τα συνέλαβαν οι ιπποκόμοι, οι δορυφόροι και «οι βασιλικοί παίδες» και τα ακινητοποίησαν.
Στο μεταξύ ο Παρμενίων, παρά την ανδρεία των Θεσσαλών ιππέων του, διεξήγαγε κρίσιμο αγώνα. Είτε από σφάλμα είτε από ανεπάρκεια, η εντολή του Αλεξάνδρου να ακολουθεί και να καλύπτει το αριστερό της κύριας δεξιάς πτέρυγας δεν τηρήθηκε και οι δυνάμεις του προχώρησαν σε αγώνα σώματος με σώμα, επειδή δε μπόρεσαν να συντονισθούν με την προς τα εμπρός δεξιά κίνηση του Αλεξάνδρου. Έτσι, το ιππικό του Παρμενίωνα μαζί με την τάξη των πεζεταίρων του Κρατερού, έμειναν πίσω και άφησαν κενό μεταξύ αυτού και της τάξεως του Σιμμίου. Ο τελευταίος πάλι, βλέποντας το σκληρό αγώνα του αριστερού, έμεινε κι αυτός πίσω -κακώς βέβαια- από δική του πρωτοβουλία, για να βοηθήσει την πιεζόμενη πτέρυγα του Παρμενίωνα, με αποτέλεσμα, απέναντι από το κέντρο της Περσικής παρατάξεως να δημιουργηθούν δύο κενά, το ένα μεταξύ του Κρατερού και του Σιμμίου και το άλλο μεταξύ του Σιμμίου και του Πολυσπέρχοντα.
Το Περσικό και το Ινδικό ιππικό, επωφελήθηκε από τα δύο αυτά κενά, εισέδυσε στις Ελληνικές γραμμές και κατευθύνθηκε γρήγορα στο στρατόπεδο των Ελλήνων, όπου κατέπνιξε τη γενναία άμυνα της φρουράς των Θρακών, με τη βοήθεια και των αιχμαλώτων Περσών, οι οποίοι, αφού αφέθηκαν ελεύθεροι εξαιτίας της συμπλοκής, επιτέθηκαν εναντίον της φρουράς από τα νώτα. Σύμφωνα με το Διόδωρο, η αιχμάλωτη μητέρα του Δαρείου Σισύγαμβις, η οποία βέβαια θα ήθελε να νικήσει ο γιός της, δε δέχθηκε την απελευθέρωσή της. «Ούτε τω παραδόξω της τύχης πιστεύσασα ούτε την προς Αλέξανδρον ευχαριστίαν λυμαινομένη».
Η ενέργεια αυτή των Περσών έγινε αντιληπτή από τους διοικητές των τμημάτων της αριστερής πλαγιοφυλακής των Ελλήνων, το Σιτάλκη, τον Κοίρανο, τον Αγάθωνα και τον Ανδρόμαχο, οι οποίοι διέκοψαν την κίνηση που εκτελούσαν μετά από εντολή του Αλεξάνδρου και έσπευσαν προς το μέρος των εχθρών που ήδη λεηλατούσαν το στρατόπεδο. Η τιμωρία ήταν σκληρή. Πολλοί από τους επιδρομείς σκοτώθηκαν εκεί, ενώ οι υπόλοιποι επέστρεψαν τρέχοντας στο πεδίο της μάχης.
Έτσι, ο Αλέξανδρος, παρά την κρίσιμη και δραματική κατάσταση στην οποία βρέθηκε το αριστερό του, επέμεινε στη σύμφωνα με τον ελιγμό του προχώρηση, για να βρεθεί στη θέση που ήθελε, δηλαδή σε απόσταση εφόδου και σχεδόν έξω από το αριστερό της Περσικής διατάξεως, με κάλυψη της «πυγμής» από τα δεξιά. Δίνει διαταγή στο υπόλοιπο της δεξιάς πλαγιοφυλακής του στους σαρισοφόρους ιππείς του Αρέτη, στους Μακεδόνες τοξότες του Βρίσσωνα και στους Αγριάνες ακοντιστές του Αττάλου, να ενισχύσουν τη δεξιά πλαγιοφυλακή του Μενίδα, του Αρίστωνα και του Κλεάνδρου που μαχόταν σθεναρά και πιεζόταν ισχυρά και έτσι με τον τρόπο αυτό επιτεύχθηκε η απαραίτητη ανακούφιση.
Συγχρόνως, συγκροτεί ο ίδιος την ομάδα κρούσεως, «την πυγμήν του», για την έφοδο. Σχηματίζει σε σχήμα ρόμβου τις ίλες των εταίρων, ανακαλεί και εντάσσει στο ρόμβο της «πυγμής» τους ακοντιστές του Βαλάκρου, τους Αγριάνες και τους Κρήτες τοξότες, οι οποίοι προχωρούσαν μπροστά του. Διατάζει τις χιλιαρχίες των υπασπιστών, οι οποίοι βρίσκονταν αριστερά του, να καλύπτουν το πλευρό, τρέχοντας όσο περισσότερο μπορούσαν και τις άλλες τάξεις των πεζεταίρων που ήταν αριστερότερα να ακολουθούν γρήγορα η μια δίπλα στην άλλη. Όλες οι κινήσεις εκτελούνται με ακρίβεια και απόλυτη σιωπή. Στην κορυφή του ρόμβου, επικεφαλής των εταίρων, παίρνει θέση ο Αλέξανδρος. Η πυγμή είχε φθάσει σε απόσταση 300 μόνο μέτρων και μετά από λίγο θα εισερχόταν στο βεληνεκές των εχθρικών βελών. Η μεγάλη στιγμή της μάχης έφθασε. Μια φοβερή επέλαση, με ανοικτό καλπασμό, προς το αριστερό άκρο της εχθρικής παρατάξεως, στο «χάσμα», άρχισε. Η μέχρι τότε σιωπηλή «σφύρα» ξέσπασε σε φοβερές κραυγές αλαλαγμού, πρότεινε τις λόγχες και τις σάρισες της προς τα μπροστά και επιτέθηκε ακάθεκτη εναντίον του εχθρού. Τα χιλιάδες βέλη των Περσών που εξακοντίζονταν δε μπορούσαν να αναχαιτίσουν την ορμή των Μακεδόνων. Μετά από αγώνα λίγων ωρών, ολόκληρη η αριστερή πτέρυγα του εχθρού ανατράπηκε και οι άνδρες της πανικόβλητοι εγκατέλειψαν τη μάχη.
Μόλις ο Δαρείος είδε τις δυνάμεις που ήταν κοντά του να καταρρέουν, κυριεύθηκε, όπως και στη μάχη της Ισσού, από πανικό και ενώ η μάχη δεν είχε ακόμη κριθεί οριστικά, αφού η κατάσταση στο υπόλοιπο μέτωπο ήταν μάλλον ευνοϊκή για τους Πέρσες, εγκατέλειψε τον αγώνα και έντρομος έσπευσε να τραπεί σε φυγή. Όπως ήταν φυσικό, μαζί του αποχώρησε από το πεδίο της μάχης και ολόκληρη η δύναμη του κέντρου, η οποία παρέσυρε και την εφεδρική στρατιά της Βαβυλώνας. Η δεύτερη φάση της μάχης είχε τελειώσει και με αυτήν η μάχη των Γαυγαμήλων είχε κριθεί.
Γ' Φάση
Όταν ο Αλέξανδρος βεβαιώθηκε ότι η συντριβή του αριστερού και του κέντρου των Περσών ήταν ολοκληρωτική, εμπιστεύθηκε την καταδίωξη σε ελαφρά τμήματα και στράφηκε προς το μέρος, όπου μαχόταν ο Παρμενίων. Εκεί είδε ή έστω έμαθε -αν αληθεύει η εκδοχή για αποστολή αγγελιαφόρου- ότι τα εκεί τμήματα διέτρεχαν σοβαρό κίνδυνο. Συγκρότησε ένα μικτό απόσπασμα, από τις μονάδες που βρέθηκαν κοντά, του ιππικού και των εταίρων, των ιππέων του ηρωικού Μενίδα και ορισμένων τάξεων πεζεταίρων (Κοίνου κ.ά.) και επιτέθηκε σαν θύελλα για να βοηθήσει τον Παρμενίωνα.
Καθώς μετέβαινε συνάντησε τους Πέρσες και τους Ινδούς ιππείς οι οποίοι έφευγαν καταδιωκόμενοι από το Ελληνικό στρατόπεδο, και τους επιτέθηκε ανακόπτοντας την επιστροφή τους. Έγινε φοβερή ιππομαχία στην οποία και οι δύο πλευρές είχαν σοβαρές απώλειες. Εξήντα εταίροι νεκροί και τραυματίες, ο Ηφαιστίων ο Κοίνος και ο Μενίδας. Τελικά, η σύγκρουση ήταν υπέρ του Αλεξάνδρου. Ελάχιστοι από τους ιππείς του εχθρού κατόρθωσαν να περάσουν από τις μακεδονικές γραμμές και να χαθούν, καλπάζοντας στον ορίζοντα. Ύστερα από το απρόοπτο αυτό περιστατικό, ο Αλέξανδρος πλησίασε προς το μέρος που αγωνιζόταν ο Παρμενίων, για να ρίξει το βάρος του στην υποστήριξή του. Είχαν όμως προλάβει οι Θεσσαλοί, οι οποίοι, μετά την επιστροφή της πλαγιοφυλακής από το στρατόπεδο, ενέργησαν αντεπίθεση και είχαν ανατρέψει τον εχθρό. Η υποχώρηση δεν άργησε να μετατραπεί σε άτακτη φυγή, όταν έγινε αντιληπτή από όλους η εξαφάνιση του Δαρείου.
Ενώ ο Παρμενίων κυρίευε στη συνέχεια το εχθρικό στρατόπεδο κοντά στον ποταμό Βουμώδη και είχε αρχίσει να ασχολείται με την περισυλλογή των ελεφάντων και των λαφύρων, την περίθαλψη των τραυματιών και με άλλες σοβαρές υπηρεσίες οι οποίες ακολουθούν τη μάχη, ο Αλέξανδρος ξεκίνησε πάλι να καταδιώκει το Δαρείο για να τον συλλάβει ζωντανό ή νεκρό. Με ανοικτό καλπασμό διέσχισε το συρφετό των βαρβάρων που υποχωρούσαν και έφθασε στον ποταμό Λύκο, 20 χιλιόμετρα μακριά από το πεδίο της μάχης, όπου βρήκε τη γέφυρα καταστρεμμένη και το Δαρείο από την άλλη της πλευρά. Είχαν περάσει τουλάχιστον 10 ώρες από την έναρξη της μάχης και είχε νυκτώσει. Ο Αλέξανδρος, μετά από μικρή αψιμαχία με εχθρικό απόσπασμα στην οποία κινδύνευσε, επειδή περικυκλώθηκε, αναγκάσθηκε, μετά τη διάλυση της εχθρικής αυτής οπισθοφυλακής, να διακόψει την καταδίωξη για να αναπαυθούν οι άνδρες του. Γύρω στα μεσάνυκτα, χωρίς να έχει δειπνήσει, άρχισε και πάλι την καταδίωξη προς τα Άρβηλα, τα οποία απείχαν περίπου 100 χιλιόμετρα από το πεδίο της μάχης. Αλλά ούτε και προς αυτή, την κατεύθυνση συνάντησε το Δαρείο, ο οποίος στην προσπάθειά του να σωθεί στα Εκβάτανα με μερικά λείψανα του στρατού του και των «Συγγενών του Βασιλέως», εγκατέλειψε πολύτιμες αποσκευές, το άρμα του, την ασπίδα του, το τόξο του, το βασιλικό θησαυρό από 4.000 τάλαντα και άλλα λάφυρα πολύτιμα στα χέρια του Μακεδόνα στρατηλάτη.
Έτσι, τελείωσε η περίφημη μάχη των Γαυγαμήλων για να επαληθευθεί και η προφητεία του μάντη Αρίστανδου, ότι ο Αλέξανδρος, μέσα στο σεληνιακό μήνα θα πετύχει περιφανή νίκη.
Αποτελέσματα
Στη μεγάλη και κοσμοϊστορική αυτή μάχη δεν είναι δυνατόν να περιορισθεί κανείς στην απαρίθμηση των απωλειών και από τις δύο πλευρές. Ο κάθε μελετητής είναι υποχρεωμένος να εξάρει τη μεγάλη νίκη, γιατί το ίδιο το αποτέλεσμα της μάχης ήταν ένα μεγάλο κατόρθωμα. Ο στρατιωτικός όμως μελετητής επιβάλλεται να εμβαθύνει στη σύλληψη και επίμονη επιδίωξη εφαρμογής του ελιγμού και στους βασικούς παράγοντες, οι οποίοι οδήγησαν στη νίκη, για να εξάγει το βασικό και χρήσιμο συμπέρασμά του.
Για τις απώλειες των Ελλήνων ο Αρριανός γράφει ότι οι νεκροί ήταν 100, ο Διόδωρος τους ανεβάζει σε 500 και ο Κούρτιος τους μετριάζει σε 300.
Για τις απώλειες των Περσών, ο Αρριανός γράφει ότι οι νεκροί «ελέγοντο» περίπου 300.000 και οι αιχμάλωτοι πολύ περισσότεροι. Τους νεκρούς ο Διόδωρος τους μετριάζει σε 90.000 και ο Κούρτιος τους μειώνει σε 40.000, ενώ για τους αιχμαλώτους οι δύο τελευταίοι ιστορικοί δεν αναφέρουν τίποτα.
Σε κάθε περίπτωση, οποιοσδήποτε κι αν ήταν ο ακριβής αριθμός των απωλειών, παραμένει γεγονός ότι οι απώλειες των Περσών ήταν βαρύτατες. Και είναι δικαιολογημένο το γεγονός των πολλών απωλειών των Περσών από το ότι αυτές προξενήθηκαν, όπως συνήθως, στη φάση της καταδιώξεως, οπότε οι φυγάδες Πέρσες ούτε μέτρα ασφαλείας είχαν, ούτε έφεραν ασπίδες.
Διαπιστώσεις – Συμπεράσματα
Στα κείμενα των αρχαίων ιστορικών διάφοροι είναι οι λόγοι που αναφέρονται από αυτούς και στους οποίους οφείλεται η περιφανής νίκη του Αλεξάνδρου. Βασικότεροι όμως παράγοντες, οι οποίοι, σύμφωνα με το στρατιωτικό μελετητή πρέπει να συντέλεσαν στη νίκη των Ελλήνων και στη συντριπτική ήττα των Περσών, αναμφισβήτητα θεωρούνται οι εξής:
1. Η ποιοτική υπεροχή του στρατού του Αλεξάνδρου σε όλα τα επίπεδα η οποία επέτρεψε την εφαρμογή πρωτότυπου ελιγμού.
2. Το εξαιρετικό γενικά σχέδιο ενεργείας και από αυτό κυρίως ο ελιγμός του Αλεξάνδρου, με το οποίο θαυματούργησε η «δραξ επί της πλημμύρας».
3. Η με το ίδιο σχέδιο ενεργείας επίσης πολύ πετυχημένη διάταξη των μονάδων του στρατού του Αλεξάνδρου με τρόπο ώστε να υπάρχουν πάντα και στη μάχη κατάλληλες και επαρκείς δυνάμεις, εκεί όπου χρειαζόντουσαν.
4. Η αριστοτεχνική διεύθυνση της μάχης, η ψυχραιμία και η εμμονή του Αλεξάνδρου στη δημιουργία προϋποθέσεων για την εφαρμογή της αρχής «η πυγμή κατά του κρισίμου χάσματος».
5. Η απώλεια της ψυχραιμίας του Δαρείου παρά το γεγονός ότι η κατάσταση στο δεξιό του εξελισσόταν, μάλλον, ευνοϊκά για τους Πέρσες και η φυγή του, η οποία όταν έγινε γνωστή έριξε αμέσως το ηθικό ολόκληρου του στρατού του.
6. Η μη εκμετάλλευση από τους Πέρσες της ευνοϊκής ευκαιρίας, όταν, δημιουργήθηκε το «χάσμα» ανάμεσα στις δύο κύριες επιθετικές παρατάξεις του Ελληνικού στρατού.