Ancient Greece Reloaded

ANCIENT GREECE RELOADED

ΜΠΕΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ



Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΓΡΑΝΙΚΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ


Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΓΡΑΝΙΚΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ (22 Μαΐου 334 π.Χ.)


ΠΗΓΑΙΝΕ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ:

Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ

Η ΜΑΧΗ (ΑΝΑΛΥΣΗ)

Η ΜΑΧΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΟΔΩΡΟ ΤΟ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗ

Η ΜΑΧΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΡΙΑΝΟ

Η ΜΑΧΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΛΟΥΤΑΡΧΟ

Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΦΑΛΑΓΓΑ (ΑΝΑΛΥΣΗ)

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΙΣΣΟΥ (ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ)

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΓΑΥΓΑΜΗΛΩΝ (ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ)

Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΤΗΣ ΤΥΡΟΥ (ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ)

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΥΔΑΣΠΗ ΠΟΤΑΜΟΥ (ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ)


Ο Αλέξανδρος προχώρησε από την Πρίαπο προς την Ζέλεια με τη στρατιά έτοιμη για εμπλοκή. Προπορεύονταν για αναγνώριση οι σαρισσοφόροι ιππείς και περί τους 500 ψιλούς, ακολουθούσαν οι πεζοί σε διπλή σειρά και το ιππικό στα δύο άκρα της παράταξης. Στο τέλος βρίσκονταν τα σκευοφόρα. Κατά το απόγευμα συνάντησαν τους Πέρσες, που είχαν παραταχθεί πίσω από το σημαντικότερο κώλυμα της περιοχής, τον ποταμό Γρανικό (Μπιγκά, βορείως της συμβολής του με τον Κοτσαμπάς).

Οι όχθες του ήταν ψηλές και απότομες, πολλά σημεία του βαθιά, τα ανοιξιάτικα νερά του αρκετά ορμητικά (ήταν τέλος Απριλίου) και το πλάτος του 25 μέτρα. Επειδή η ώρα ήταν προχωρημένη, ο Παρμενίων πρότεινε να στρατοπεδεύσουν στην όχθη και να περάσουν το ποτάμι πριν το πρώτο φως της επομένης, οπότε οι Πέρσες δεν θα είχαν προλάβει να συνταχθούν και να χρησιμοποιήσουν τον Γρανικό ως κώλυμα.





Όμως ο Αλέξανδρος έκρινε πως ο ψυχολογικός παράγων ήταν καθοριστικός, τόσο για αυτήν τη μάχη όσο και για τις επόμενες. Κάθε δισταγμός και καθυστέρησή του θα ενίσχυε το ηθικό των Περσών και θα έβλαπτε τη στρατιά του. Θεωρούσε επιτακτική ανάγκη να περάσουν όπως ήταν χωρίς χρονοτριβή, για καθαρά ψυχολογικούς λόγους. Δεν ήθελε να δώσει στους Πέρσες την εντύπωση ότι αντιμετωπίζουν ένα συνηθισμένο αντίπαλο. Ήθελε να τους νικήσει από μειονεκτική θέση, ώστε να επιβεβαιώσει τον φόβο τους για την πολεμική υπεροχή των Ελλήνων και, πλήττοντας το ηθικό τους, να επηρεάσει την έκβαση των μελλοντικών συγκρούσεων.

Κατά το Διόδωρο η μάχη έγινε την επομένη, οπότε οι Μακεδόνες πέρασαν στην απέναντι όχθη και αιφνιδίασαν τους Πέρσες. Υποτίθεται ότι η επιλογή αυτή του Αλεξάνδρου είχε σκοπό να στερήσει από τους Πέρσες το κώλυμα του Γρανικού και παράλληλα να το θέσει στα νώτα των στρατιωτών του, ώστε να μην μπορούν να υποχωρήσουν. Ωστόσο δεν υπάρχει καμία αναφορά, που να τεκμηριώνει κάποια αγωνία του Αλεξάνδρου για τη μαχητική διάθεση της στρατιάς του. Αντίθετα ο Διόδωρος αναφέρει και αλλού στρατηγήματα και στρατηγικές επιλογές, που δεν έχουν μεγάλη σχέση με τη λογική.

Ο Αλέξανδρος ανέλαβε το δεξιό κέρας της παράταξης και ο Παρμενίων το αριστερό. Μπροστά από τον Αλέξανδρο παρατάχθηκε ο Φιλώτας του Παρμενίωνα με τους εταίρους, το Μακεδονικό ιππικό, τους τοξότες και τους Αγριάνες ακοντιστές, δίπλα στον Φιλώτα παρατάχθηκε ο Αμύντας του Αρραβαίου με τους σαρισσοφόρους ιππείς, τους Παίονες και την ίλη του Σωκράτη. Δίπλα τους τάχθηκαν οι υπασπιστές των εταίρων υπό τον Νικάνορα του Παρμενίωνα, και πίσω του κατά σειρά οι τάξεις του Περδίκκα του Ορόντη, του Κοίνου του Πολεμοκράτη, του Κρατερού του Αλεξάνδρου, του Αμύντα του Ανδρομένη και τέλος του Φίλιππου του Αμύντα.

Στο αριστερό κέρας πρώτοι ήταν οι Θεσσαλοί ιππείς υπό τον Κάλα του Άρπαλου, δίπλα τους το συμμαχικό ιππικό υπό τον Φίλιππο του Μενέλαου και μετά οι Θράκες του Αγάθωνα. Πίσω από το ιππικό του αριστερού κέρατος τάχθηκαν τρεις τάξεις πεζών, του Κρατερού, του Μελέαγρου και του Φιλίππου. Ο Αρριανός κάνει λόγο για ψιλούς, τους οποίους δεν τοποθέτησε στην αρχική παράταξη ούτε διασαφηνίζει την ειδικότητά τους. Επίσης μας δίνει τη διάταξη όλου του ιππικού όχι όμως και όλων των πεζών του Αλεξάνδρου. Οι δυνάμεις τις οποίες δεν απαριθμεί, δεν έπαιξαν (τουλάχιστον κατά τη γνώμη του) κάποιον αξιόλογο ρόλο στη μάχη.

Οι πεζές αυτές δυνάμεις είναι οι 7.000 σύμμαχοι, οι 5.000 μισθοφόροι, οι 7.000 Οδρύσες, Τριβαλλοί και Ιλλυριοί. Θεωρούμε πως οι τοξότες, που αναφέρει είναι οι 1.000 Αγριάνες, του Διόδωρου.

Οι Πέρσες κατά τον Αρριανό διέθεταν 20.000 ιππείς και λιγότερους από 20.000 πεζούς μισθοφόρους, ο Διόδωρος δίνει 10.000 Πέρσες ιππείς και πάνω από 100.000 πεζούς, ενώ ο Ιουστίνος ανεβάζει το σύνολο των Περσικών δυνάμεων σε 600.000. Ήταν λοιπόν τουλάχιστον ισάριθμοι με τις δυνάμεις του Αλεξάνδρου, πλεονεκτούσαν λόγω του εδάφους και δεν είχαν λόγο να κινηθούν πρώτοι. Είχαν παρατάξει πάνω στην όχθη το ιππικό και πιο πίσω τους πεζούς ως εξής: στο αριστερό κέρας βρίσκονταν ο Μέμνων, ο Αρσάμης με τους ιππείς του, μετά ο Αρσίτης με τους Παφλαγόνες ιππείς και μετά ο Σπιθριδάτης, ο σατράπης της Ιωνίας, επικεφαλής των Υρκανών ιππέων. Στο δεξί κέρας παρατάχθηκαν 1.000 Μήδοι, 2.000 ιππείς του Ρεομίθρη και 2.000 Βάκτριοι ιππείς και στο κέντρο οι ιππείς των άλλων εθνών.





Δεν αναφέρονται καθόλου ψιλοί στην πλευρά των Περσών, ωστόσο είναι γνωστό πως γενικά οι Πέρσες όχι μόνο είχαν ψιλούς (και κυρίως τοξότες), αλλά τους διέθεταν και σε μεγάλο αριθμό. Οι πεζοί πίσω από τους ιππείς παρέμεναν αδρανείς. Στο σημείο, που οι Πέρσες εντόπισαν τον Αλέξανδρο, είχαν πυκνώσει πολύ τις ίλες τους. Τα δύο στρατεύματα έμειναν παρατεταγμένα στις όχθες τους αρκετή ώρα αγωνιώντας για την έκβαση της μάχης. Με τη διαταγή της εφόδου, υπό τον ήχο των σαλπίγγων και με ιαχές προς τον Ενυάλιο Άρη πρώτοι μπήκαν στο ποτάμι η ίλη του Σωκράτη υπό τον Πτολεμαίο του Φιλίππου, η οποία συμπτωματικά εκείνη την ημέρα ήταν επί κεφαλής όλου του ιππικού, οι πρόδρομοι και οι Παίονες ιππείς υπό τον Αμύντα του Αρραβαίου και μία τάξη πεζών. Προχωρούσαν λοξά μέσα στο ποτάμι όπως τους τραβούσε το ρεύμα, για να μην διασπάσουν τις γραμμές τους και τους πλευροκοπήσουν παρατεταγμένοι οι Πέρσες.

Οι Πέρσες, που κυρίως έφεραν ακόντια, έβαλλαν κατά των Μακεδόνων από όλα τα σημεία της παράταξής τους. Φαίνεται ότι θεώρησαν αυτήν την πρώτη και μικρή δύναμη ως ανιχνευτική των προθέσεών τους και γι’ αυτό θέλησαν να τους αποθαρρύνουν με τον καταιγισμό των ακοντίων. Όμως στην πραγματικότητα ο Αλέξανδρος έστειλε αυτούς τους ιππείς στους Πέρσες ως δόλωμα, το οποίο τσίμπησαν, σπατάλησαν τα σαυνία (σαθρό βαρβαρικό ακόντιο) τους και οι κυρίως δυνάμεις κρούσης του μπόρεσαν να πλησιάσουν με λιγότερες απώλειες και χωρίς να διασπασθούν οι γραμμές τους. Πράγματι οι ιππείς του Αμύντα και του Σωκράτη πλησίασαν την απέναντι όχθη, αλλά υπό τα πλήγματα των Περσών άρχισαν να υποχωρούν.

Τότε έφτασε ο Αλέξανδρος σχεδόν ανενόχλητος και συγκρούστηκε πρώτος με το Περσικό ιππικό στο σημείο, όπου βρισκόταν η πυκνότερη παράταξή του και οι ανώτατοι διοικητές του. Η συμπλοκή γύρω του ήταν σφοδρότατη. Το ιππικό και των δύο στρατευμάτων είχε συνωστισθεί τόσο πολύ, ώστε δεν διεξαγόταν τακτική ιππομαχία, αλλά οι ιππείς συμπλέκονταν σώμα με σώμα. Σύντομα οι Μακεδόνες πήραν το πλεονέκτημα, διότι ήταν πιο γεροδεμένοι και οπλισμένοι με δόρατα, ενώ οι Πέρσες με ακόντια. Αλλά κι οι φάλαγγες των πεζών περνούσαν πλέον με λιγότερη δυσκολία. Το υπόλοιπο Ελληνικό ιππικό συνέχιζε να βγαίνει από το ποτάμι και να ενώνεται με τους πρώτους. Οι Πέρσες ιππείς και οι ίπποι τους βρίσκονταν πλέον σε δυσχερή θέση, καθώς τους χτυπούσαν οι πεζοί, οι ιππείς και οι ψιλοί, που ήταν ανακατεμένοι με το ιππικό.

Κάποια στιγμή έσπασε το δόρυ του Αλεξάνδρου (μάλλον συνέχισε να μάχεται χρησιμοποιώντας τον σαυρωτήρα αντί αιχμής) και ο Δημάρατος ο Κορίνθιος του έδωσε το δικό του. Βλέποντας τον γαμπρό του Δαρείου, τον Μιθριδάτη, να ορμά επικεφαλής ενός τμήματος ιππικού με σκοπό να διεμβολίσει τις Μακεδονικές γραμμές, ο Αλέξανδρος έτρεξε μπροστά από τους άλλους και τον χτύπησε στο πρόσωπο. Ο Ροισάκης πρόλαβε και χτύπησε τον Αλέξανδρο με την κοπίδα (μάχαιρα – δευτερεύον αγχέμαχο επιθετικό όπλο) στο κεφάλι. Το πλήγμα ήταν τόσο ισχυρό, ώστε έσπασε το κράνος του. Ο Αλέξανδρος γύρισε και με το δόρυ του διατρύπησε το θώρακα και το στέρνο του Ροισάκη. Εν τω μεταξύ, εναντίον του Αλεξάνδρου έσπευδε κι ο Σπιθριδάτης με υψωμένη την κοπίδα, αλλά τον πρόλαβε ο Κλείτος ο μέλας, ο γιος του Δρωπίδη, που τον χτύπησε στον ώμο και του απέκοψε τον βραχίονα. Το περιστατικό αυτό έχει κι άλλες παραλλαγές εκτός από αυτήν του Αρριανού.

Κατά τον Πλούταρχο, ο Αλέξανδρος χτύπησε τον Ροισάκη με το δόρυ του, που έσπασε, και έβγαλε το ξίφος του. Ο Σπιθριδάτης κατάφερε στον Αλέξανδρο ένα ισχυρό πλήγμα με την κοπίδα, έκοψε το λοφίο του κράνους, το ένα φτερό, και έσπασε το κράνος, γδέρνοντας το τριχωτό της κεφαλής. Ο Σπιθριδάτης ετοιμαζόταν να του καταφέρει και δεύτερο πλήγμα με την κοπίδα του, όταν ο Κλείτος ο μέλας πρόλαβε και τον κάρφωσε με το δόρυ του. Ο Ροισάκης σκοτώθηκε από το ξίφος του Αλεξάνδρου. Κατά τον Διόδωρο η πίεση, που ασκούσε ο Σπιθριδάτης με τους ιππείς του ήταν αφόρητη, έτσι ο Αλέξανδρος στράφηκε ο ίδιος εναντίον του. Ο Πέρσης έριξε το σαυνίον του εναντίον του Αλεξάνδρου, αστόχησε και όρμησε με το δόρυ (ο Πέρσης εμφανίζεται να φέρει σαυνίον και δόρυ, αντί για δύο σαυνία ή ακόντια), το οποίο διαπέρασε την ασπίδα, τη δεξιά επωμίδα και καρφώθηκε στο θώρακα του Αλεξάνδρου.

Εκείνος τον χτύπησε με το δικό του δόρυ, το οποίο έσπασε στο θώρακα του Πέρση, και τελικά του επέφερε το μοιραίο πλήγμα καρφώνοντας το σπασμένο ξυστόν στο πρόσωπό του. Ο Ροισάκης, ο αδελφός του Σπιθριδάτη χτύπησε τον Αλέξανδρο στο κεφάλι με την κοπίδα, αλλά τον σκότωσε ο Κλείτος ο μέλας, αποκόπτοντας το χέρι του. Ο όρος μέλας χρησιμοποιείται αντί του πατρωνύμου, για να τον διαχωρίσει από τον άλλον Κλείτο, που ηγείται τάξης πεζών και μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο ίππαρχος Κλείτος του Δρωπίδη ήταν μελαψός.





Εκείνο ακριβώς το τμήμα του Περσικού ιππικού, που είχε τη μεγαλύτερη πυκνότητα για να αποκρούσει τον Αλέξανδρο, καταπονήθηκε περισσότερο και διασπάσθηκε, όταν είχαν πέσει πια νεκροί ο σατράπης της Λυδίας και Ιωνίας, Σπιθριδάτης, ο ύπαρχος της Καππαδοκίας, Μιθροβουζάνης, ο γαμπρός του Δαρείου, Μιθριδάτης, ο γιος του Δαρείου του Αρταξέρξη, Αρβουπάλης, ο αδελφός της γυναίκας του Δαρείου, Φαρνάκης και ο αρχηγός των μισθοφόρων, Ωμάρης. Μόλις έγινε αυτό, κατέρρευσαν και οι άλλες δύο πτέρυγες και τράπηκαν σε φυγή. Τότε ο Αλέξανδρος έστρεψε κατά των Ελλήνων μισθοφόρων των Περσών τη φάλαγγα, ενώ τους περικύκλωνε με το ιππικό. Κυριολεκτικά τους αποδεκάτισε και από τις αρχικές 20.000 μόνο 2.000 (το 1/10) επέζησαν, για να αιχμαλωτισθούν. Οι υπόλοιποι 18.000 εξοντώθηκαν, «εκτός από ελάχιστους, που ίσως κρύφτηκαν ανάμεσα στους νεκρούς».

Η εξόντωση των Περσών αξιωματούχων από τον Αλέξανδρο και τους περί αυτόν ήταν ο καταλυτικός παράγων, που οδήγησε σε κατάρρευση την Περσική παράταξη. Όμως από μόνη της δεν θα ήταν αρκετή, όπως παρ’ ολίγον να φανεί στη μάχη των Γαυγαμήλων. Εκτός από τη Μακεδονική αριστοκρατία, δηλαδή τους εταίρους ιππείς, καθοριστικό ρόλο έπαιξαν και όλοι οι υπόλοιποι ιππείς, ενώ σχεδόν αποσιωπάται ο ρόλος των πεζών, τους οποίους βλέπουμε μόνο στη θλιβερή σφαγή των Ελλήνων μισθοφόρων. Σύμφωνα με τον Αρριανό, οι Πέρσες έχασαν 1.000 ιππείς, τους Έλληνες μισθοφόρους και σχεδόν όλους τους επιφανείς άνδρες τους, οι οποίοι αναφέρονται ονομαστικά. Ο Αρσίτης, που είχε απορρίψει την τακτική του Μέμνονα, θεώρησε τον εαυτό του υπαίτιο της καταστροφής και αυτοκτόνησε στη Φρυγία, όπου κατέφυγε μετά τη μάχη. Οι Έλληνες είχαν μόνο 115 νεκρούς (90 Μακεδόνες και 25 συμμάχους). Συνολικά οι υπάρχουσες πηγές δίνουν τις ακόλουθες απώλειες:





Το αποτέλεσμα της μάχης του Γρανικού ήταν αναμενόμενο και σύμφωνο με τα όσα γνωρίζουμε από τις μικρής έκτασης περιφερειακές συγκρούσεις Ελλήνων και Περσών, μόνο που στη συγκεκριμένη περίπτωση η νίκη οφειλόταν στο ιππικό και όχι στους οπλίτες. Όσον αφορά δε στο δόλωμα, που έριξε ο Αλέξανδρος, οι σχετικές απώλειες Ελλήνων και Περσών δικαιώνουν την επιλογή του. Μετά τη μάχη έδειξε τις ικανότητες του στη διαχείριση ανθρωπίνων πόρων. Στους πρώτους αυτούς νεκρούς της εκστρατείας απέδωσε μεγάλες τιμές, ίσως διότι ήταν προφανές σε όλους ότι τους θυσίασε συνειδητά.

Τους έθαψε με τον οπλισμό τους και άλλα κτερίσματα όπως άρμοζε στους γενναίους πολεμιστές, ενώ ο Λύσιππος, ο διαπιστευμένος γλύπτης του βασιλέα, κατασκεύασε προτομές τους, που στήθηκαν στην ιερή πόλη της Μακεδονίας, το Δίον. Επιπλέον, απάλλαξε τους συγγενείς των Μακεδόνων πεσόντων από κάθε εισφορά και λειτουργία. Επισκέφθηκε έναν – έναν όλους τους τραυματίες και τους άφησε να του διηγηθούν τα κατορθώματά τους. Ικανοποίησε ακόμη τον κοινό σεβασμό Ελλήνων και βαρβάρων προς τους νεκρούς, θάβοντας τους πεσόντες Έλληνες μισθοφόρους και τους επιφανείς Πέρσες. Οι απλοί Πέρσες έμειναν άταφοι σύμφωνα με τις συνήθειες της εποχής.

Τους περίπου 2.000 συλληφθέντες Έλληνες μισθοφόρους, τους έστειλε σιδηροδέσμιους στη Μακεδονία για καταναγκαστικά έργα, με το αιτιολογικό ότι «ενώ ήταν Έλληνες πολέμησαν υπέρ των βαρβάρων και ενάντια στις αποφάσεις του Κοινού Συνεδρίου των Ελλήνων». Όμως στην πραγματικότητα πρέπει να είχε εξοργισθεί, που ένα τόσο ισχυρό οπλικό σύστημα είχε στραφεί εναντίον του. Η εξόντωση των Ελλήνων μισθοφόρων των Περσών ήταν αναμφισβήτητα λάθος και στην προσπάθειά του να τους εξοντώσει φέρεται να υπέστη τις περισσότερες απώλειες της μάχης.

Επιπλέον σε όλους τους υπόλοιπους Έλληνες μισθοφόρους των Περσών, που δεν ήταν λίγοι, έδινε το μήνυμα, ότι δεν θα τους άφηνε άλλη διέξοδο από το να αγωνιστούν λυσσαλέα για τη ζωή τους. Στη συνέχεια ο Αλέξανδρος σκέφθηκε πιο ψύχραιμα, ή δέχθηκε τις συμβουλές των επιτελών του κι ευτυχώς δεν ξανάκανε αυτό το λάθος. Οι μισθοφόροι δεν πολεμούσαν από ιδεαλισμό και εφόσον οι εργοδότες τους τρέπονταν σε φυγή, οι ίδιοι δεν είχαν κανένα λόγο να αρνηθούν συνθηκολόγηση και να προσφέρουν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους σε νέο εργοδότη, αν τους το ζητούσε. Πράγματι, την επόμενη φορά ο Αλέξανδρος τους το ζήτησε.





Μετά την νίκη στο Γρανικό ο Παρμενίων προέλασε και παρέλαβε την πρωτεύουσα της Ελλησποντικής Φρυγίας, το Δασκύλειο, το οποίο είχε εγκαταλείψει η φρουρά του. Ο Αλέξανδρος ανέθεσε τη διοίκηση της σατραπείας στον στρατηγό Κάλα και διατήρησε τους ίδιους φόρους, που πλήρωναν οι κάτοικοι ως τότε στο Δαρείο. Έχει ήδη αποφασίσει να αφήσει αμετάβλητο τον περσικό τρόπο διοίκησης και να εξαιρέσει μόνο τις Ελληνίδες πόλεις. Έστειλε ακόμη στην Αθήνα ως ανάθημα στην Παλλάδα Αθηνά 300 Περσικές ασπίδες με το επίγραμμα «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΛΗΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΑΠΟ ΤΩΝ ΒΑΡΒΑΡΩΝ ΤΩΝ ΤΗΝ ΑΣΙΑΝ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝΤΩΝ», δηλαδή «Ο Αλέξανδρος, ο γιος του Φιλίππου, και οι Έλληνες εκτός από τους Λακεδαιμόνιους από τους βαρβάρους, που ζουν στην Ασία».

Ο Αρριανός κάνει λόγο για πανοπλίες, οπότε πρέπει να υποθέσουμε ότι δεν επρόκειτο για ασπίδες, αλλά για τρόπαια. Με την αποστολή των 300 ασπίδων, ή τροπαίων ο Αλέξανδρος κολάκευε τους Αθηναίους τιμώντας το σημαντικότερο ιερό τους, το οποίο ήταν και ένα από τα λαμπρότερα στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα όμως επεδείκνυε τα λάφυρά του από τον ισχυρότατο Ασιάτη εχθρό στον σημαντικότερο εν δυνάμει εσωτερικό αντίπαλό του, την Αθήνα.





Η νίκη στον Γρανικό ίσως ήταν η σημαντικότερη όλης της εκστρατείας. Ο Αλέξανδρος επεξέτεινε το προγεφύρωμά του, απέκτησε επαρκή ζωτικό χώρο, εξασφάλισε εφόδια και ισχυροποίησε τη θέση του στην Ελλάδα γενικά και στη Μακεδονία ειδικότερα. Για τους Πέρσες οι συνέπειες της ήττας στον Γρανικό ήταν τρομερές. Όχι λόγω της ήττας, αφού οι τοπικές ήττες και απώλειες εδαφών ήταν συχνά φαινόμενα στην ιστορία της Περσικής αυτοκρατορίας, αλλά λόγω του θανάτου ενός πολύ μεγάλου αριθμού κορυφαίων τοπικών αξιωματούχων.

Χωρίς τους κατά τεκμήριο ικανότερους ηγεμόνες (διοικητές) ο Δαρείος ήταν πολύ δύσκολο να οργανώσει και να συντονίσει εξ αποστάσεως την άμυνα της Μικράς Ασίας. Όσοι από τους υφισταμένους των πεσόντων διοικητών επέζησαν, συγκλονισμένοι από την ήττα και την απώλεια των ανωτέρων τους, δεν θα είχαν το σθένος να αντιμετωπίσουν τον Αλέξανδρο, ενισχυμένο μάλιστα από τη νίκη του. Μετά από την απώλεια μίας ολόκληρης σατραπείας, της Ελλησποντικής Φρυγίας, δεν θα είχαν το κύρος ούτε να συσπειρώσουν γύρω τους τα εναπομείναντα σατραπικά στρατεύματα ούτε να αποτρέψουν τους κατάπληκτους μη Πέρσες υπηκόους τους να δεχθούν την απελευθέρωσή τους και να συμπαραταχθούν με τον Αλέξανδρο.

Αυτή η πρώτη νίκη ήταν ύψιστης σημασίας για τον Αλέξανδρο, διότι αν ηττάτο, θα έπρεπε να εγκαταλείψει την Ασία από έλλειψη εφοδίων και μόνο. Επιπλέον οι Ελληνίδες πόλεις όχι μόνο δεν θα πήγαιναν με το μέρος του, αλλά μάλλον θα βοηθούσαν τους Πέρσες, ώστε να μην τιμωρηθούν από τον Μεγάλο Βασιλέα. Τώρα όμως δύο όμορες σατραπείες έχασαν τους σατράπες τους και έμειναν ακέφαλες. Η πρωτεύουσα της Ελλησποντικής Φρυγίας, στην οποία υπαγόταν διοικητικά η Αιολίς, εγκαταλείφθηκε από τη φρουρά της και ήταν ζήτημα ημερών να παραδοθούν από το φρούραρχό τους και οι Σάρδεις, η πρωτεύουσα της Λυδίας, όπου υπαγόταν η Ιωνία. Οι Ελληνικές πόλεις της Αιολίδας και Ιωνίας ακόμη και αν αμφέβαλλαν για την τελική νίκη του Αλεξάνδρου (όπως η Λάμψακος και οι Κολωνές) ήταν πλέον δικαιολογημένες έναντι του Μεγάλου Βασιλέως και μπορούσαν να δεχθούν άφοβα την απελευθέρωσή τους.

Άλλο όφελος του Αλεξάνδρου από την απώλεια ενός μεγάλου αριθμού αξιωματούχων ήταν ότι ασφαλώς κλόνισε τους μη Πέρσες αξιωματούχους της αυτοκρατορίας. Αυτοί θα προτιμούσαν να διατηρήσουν τη ζωή και τα προνόμιά τους δηλώνοντας πίστη σε έναν νέο κυρίαρχο, παρά να πέσουν μαχόμενοι υπέρ του παλαιού.

Ο Αλέξανδρος αποφάνθηκε ότι οι κάτοικοι της Ζέλειας και της γύρω περιοχής δεν του είχαν εναντιωθεί με τη θέλησή τους, αλλά αναγκάσθηκαν από τους Πέρσες, και γι’ αυτό δεν τους τιμώρησε. Η κίνηση αυτή είχε ιδιαίτερη σημασία και εντασσόταν σ’ αυτό, που ο Διόδωρος περιγράφει ως φιλάνθρωπη τακτική. Σε όλη την Ανάβασή του θα τιμωρούσε με την προβλεπόμενη σκληρότητα όσους τον αμφισβητούν και του αντιστέκονται. Για τους υπόλοιπους θα εύρισκε κάποια περισσότερο ή λιγότερο συμβολική τιμωρία χωρίς να καταστρέφει πόλεις, να εξανδραποδίζει κατοίκους και να δημιουργεί τρόμο και δυσαρέσκεια. Η εικόνα, που είχε επιλέξει γι’ αυτή τη φάση του αγώνα ήταν του ελευθερωτή από τον σκληρό ζυγό των Περσών.


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας







Η ΜΑΧΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΔΙΟΔΩΡΟ ΤΟ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗ





[17,17] Ἐπ' ἄρχοντος δ' ᾿Αθήνησι Κτησικλέους ῾Ρωμαῖοι μὲν ὑπάτους κατέστησαν Γάιον Σουλπίκιον καὶ Λεύκιον Παπίριον. ᾿Αλέξανδρος δὲ μετὰ τῆς δυνάμεως πορευθεὶς ἐπὶ τὸν ῾Ελλήσποντον διεβίβασε τὴν δύναμιν ἐκ τῆς Εὐρώπης εἰς τὴν ᾿Ασίαν. (2) Αὐτὸς δὲ μακραῖς ναυσὶν ἑξήκοντα καταπλεύσας πρὸς τὴν Τρῳάδα χώραν πρῶτος τῶν Μακεδόνων ἀπὸ τῆς νεὼς ἠκόντισε μὲν τὸ δόρυ, πήξας δ' εἰς τὴν γῆν καὶ αὐτὸς ἀπὸ τῆς νεὼς ἀφαλλόμενος παρὰ τῶν θεῶν ἀπεφαίνετο τὴν ᾿Ασίαν δέχεσθαι δορίκτητον. (3) Καὶ τοὺς μὲν τάφους τῶν ἡρώων ᾿Αχιλλέως τε καὶ Αἴαντος καὶ τῶν ἄλλων ἐναγίσμασι καὶ τοῖς ἄλλοις τοῖς πρὸς εὐδοξίαν ἀνήκουσιν ἐτίμησεν, αὐτὸς δὲ τὸν ἐξετασμὸν τῆς ἀκολουθούσης δυνάμεως ἀκριβῶς ἐποιήσατο. εὑρέθησαν δὲ πεζοὶ Μακεδόνες μὲν μύριοι καὶ δισχίλιοι, σύμμαχοι δὲ ἑπτακισχίλιοι, μισθοφόροι δὲ πεντακισχίλιοι, καὶ τούτων ἁπάντων Παρμενίων εἶχε τὴν ἡγεμονίαν. (4) ᾿Οδρύσαι δὲ καὶ Τριβαλλοὶ καὶ ᾿Ιλλυριοὶ συνηκολούθουν ἑπτακισχίλιοι, τοξοτῶν δὲ καὶ τῶν ᾿Αγριάνων καλουμένων χίλιοι, ὥστε τοὺς ἅπαντας εἶναι πεζοὺς τρισμυρίους καὶ δισχιλίους. Ἱππεῖς δ' ὑπῆρχον Μακεδόνες μὲν χίλιοι καὶ ὀκτακόσιοι, Φιλώτου τοῦ Παρμενίωνος ἡγουμένου, Θετταλοὶ δὲ χίλιοι καὶ ὀκτακόσιοι, ὧν ἡγεῖτο Κάλλας ὁ ῾Αρπάλου, τῶν δ' ἄλλων ῾Ελλήνων οἱ πάντες ἑξακόσιοι, ὧν ἡγεῖτο ᾿Ερίγυιος, Θρᾷκες δὲ πρόδρομοι καὶ Παίονες ἐννακόσιοι, Κάσανδρον ἔχοντες ἡγεμόνα, ὥστε σύμπαντας ὑπάρχειν ἱππεῖς τετρακισχιλίους καὶ πεντακοσίους. οἱ μὲν οὖν μετ' ᾿Αλεξάνδρου διαβάντες εἰς τὴν ᾿Ασίαν τοσοῦτοι τὸ πλῆθος ἦσαν. (5) Οἱ δ' ἐπὶ τῆς Εὐρώπης ἀπολελειμμένοι στρατιῶται, ὧν ᾿Αντίπατρος εἶχε τὴν ἡγεμονίαν, πεζοὶ μὲν ὑπῆρχον μύριοι καὶ δισχίλιοι, ἱππεῖς δὲ χίλιοι καὶ πεντακόσιοι. (6) Τοῦ δὲ βασιλέως ἀναζεύξαντος ἐκ τῆς Τρῳάδος καὶ καταντήσαντος πρὸς τὸ τέμενος τῆς ᾿Αθηνᾶς ὁ μὲν θύτης ᾿Αλέξανδρος κατανοήσας πρὸ τοῦ νεὼ κειμένην εἰκόνα χαμαὶ τοῦ Φρυγίας ποτὲ σατραπεύσαντος ᾿Αριοβαρζάνου καί τινων οἰωνῶν αἰσίων ἄλλων ἐπιγενομένων προσῆλθε τῷ βασιλεῖ καὶ νικήσειν αὐτὸν ἱππομαχίᾳ μεγάλῃ διεβεβαιοῦτο καὶ μάλιστ', ἂν τύχῃ περὶ τὴν Φρυγίαν ἀγωνισάμενος. (7) Προσετίθει δὲ καὶ διότι ταῖς ἰδίαις χερσὶν ἀποκτενεῖ μαχόμενος ἐν παρατάξει στρατηγὸν ἐπιφανῆ τῶν πολεμίων· ταῦτα γὰρ αὐτῷ προσημαίνειν τοὺς θεοὺς καὶ μάλιστα τὴν ᾿Αθηνᾶν, ἣν καὶ συνεργήσειν ἐν τοῖς εὐημερήμασιν.


[17,18] Ὁ δ' ᾿Αλέξανδρος ἀποδεξάμενος τὴν τοῦ μάντεως πρόρρησιν τῇ μὲν ᾿Αθηνᾷ λαμπρὰν ἐπετέλεσε θυσίαν καὶ τὸ μὲν ἴδιον ὅπλον ἀνέθηκε τῇ θεῷ, τῶν δ' ἐν τῷ νεῷ κειμένων ὅπλων τὸ κράτιστον ἀναλαβὼν καὶ τούτῳ καθοπλισθεὶς ἐχρήσατο κατὰ τὴν πρώτην μάχην, ἣν διὰ τῆς ἰδίας ἀνδραγαθίας κρίνας περιβόητον ἔσχε τὴν νίκην. {IV} Ἀλλὰ ταῦτα μὲν ὕστερον ἡμέραις ὀλίγαις ἐπράχθη. (2) Οἱ δὲ τῶν Περσῶν σατράπαι καὶ στρατηγοὶ τοῦ μὲν κωλῦσαι τῶν Μακεδόνων τὴν διάβασιν ὑστέρησαν, ἀθροισθέντες δ' ἐβουλεύοντο πῶς χρὴ διαπολεμεῖν τοῖς περὶ ᾿Αλέξανδρον. Μέμνων μὲν οὖν ὁ ῾Ρόδιος, διαβεβοημένος ἐπὶ συνέσει στρατηγικῇ, συνεβούλευε κατὰ στόμα μὲν μὴ διακινδυνεύειν, τὴν δὲ χώραν φθείρειν καὶ τῇ σπάνει τῶν ἀναγκαίων εἴργειν τοὺς Μακεδόνας τῆς εἰς τοὔμπροσθεν πορείας, διαβιβάζειν δὲ καὶ δυνάμεις εἰς τὴν Μακεδονίαν ναυτικάς τε καὶ πεζικὰς καὶ τὸν ὅλον πόλεμον εἰς τὴν Εὐρώπην μεταγαγεῖν. (3) Ὁ δ' ἀνὴρ οὗτος ἄριστα μὲν συνεβούλευεν, ὡς ἐκ τῶν ἀποτελεσμάτων ἐγενήθη φανερόν, οὐ μὴν ἔπεισε τοὺς ἄλλους ἡγεμόνας, ὡς ἀνάξια συμβουλεύων τῆς Περσῶν μεγαλοψυχίας. (4) Διόπερ ἐπικρατούσης τῆς τοῦ διαγωνίζεσθαι γνώμης οὗτοι μὲν τὰς πανταχόθεν δυνάμεις μεταπεμψάμενοι καὶ πολλαπλάσιοι γενόμενοι τῶν Μακεδόνων προῆγον ἐπὶ Φρυγίας τῆς ἐφ' ῾Ελλησπόντου. κατεστρατοπέδευσαν δὲ παρὰ τὸν Γρανικὸν ποταμόν, προβαλλόμενοι τὸ ῥεῖθρον τοῦ προειρημένου ποταμοῦ.




[17,19] Ὁ δὲ ᾿Αλέξανδρος πυθόμενος τὴν συνδρομὴν τῶν βαρβαρικῶν δυνάμεων προῆγε καὶ σύντομον τὴν πορείαν ποιησάμενος ἀντεστρατοπέδευσε τοῖς πολεμίοις, ὥστε ἀνὰ μέσον ῥεῖν τῶν παρεμβολῶν τὸν Γρανικόν. (2) Οἱ μὲν οὖν βάρβαροι τὴν ὑπώρειαν κατειλημμένοι τὴν ἡσυχίαν ἦγον, κεκρικότες τοῖς πολεμίοις ἐπιθέσθαι κατὰ τὴν διάβασιν τοῦ ποταμοῦ· καὶ διεσπασμένης τῆς τῶν Μακεδόνων φάλαγγος ῥᾳδίως προτερήσειν ὑπελάμβανον ἐν τῇ μάχῃ· (3) Ὁ δὲ ᾿Αλέξανδρος τεθαρρηκὼς ἅμ' ἡμέρᾳ περαιώσας τὴν δύναμιν ἔφθασε τοὺς πολεμίους ἐκτάξας τὴν δύναμιν ἡρμοσμένως πρὸς τὸν ἀγῶνα. Οἱ δὲ βάρβαροι πρὸς ὅλην τὴν τάξιν τῶν Μακεδόνων ἔστησαν τὸ πλῆθος τῶν ἱππέων καὶ διὰ τούτων προκινεῖν τὴν μάχην διεγνώκεισαν. (4) Τὸ μὲν οὖν εὐώνυμον μέρος εἶχε Μέμνων ὁ ῾Ρόδιος καὶ ᾿Αρσαμένης ὁ σατράπης ἔχοντες τοὺς ἰδίους ἱππεῖς, μετὰ δὲ τούτους ᾿Αρσίτης ἐτέτακτο τοὺς ἐκ Παφλαγονίας ἔχων ἱππεῖς, ἔπειτα Σπιθροβάτης ὁ ᾿Ιωνίας σατράπης ῾Υρκανῶν ἱππέων ἡγούμενος· τὸ δὲ δεξιὸν κέρας ἐπεῖχον χίλιοι μὲν Μῆδοι, δισχίλιοι δὲ οἱ μετὰ ῾Ρεομίθρους ἱππεῖς καὶ Βακτριανοὶ τούτοις ἴσοι· τὸν δὲ μέσον τόπον ἐπεῖχον οἱ τῶν ἄλλων ἐθνῶν ἱππεῖς, πολλοὶ μὲν τὸν ἀριθμὸν ὄντες, ἐπίλεκτοι δὲ ταῖς ἀρεταῖς. οἱ δὲ πάντες ἱππεῖς ὑπῆρχον πλείους τῶν μυρίων. (5) Οἱ δὲ πεζοὶ τῶν Περσῶν ἦσαν μὲν οὐκ ἐλάττους τῶν δέκα μυριάδων, ὄπισθεν δ' ἐπιτεταγμένοι τὴν ἡσυχίαν ἦγον, ὡς τῶν ἱππέων ἱκανῶν ὄντων καταπονῆσαι τοὺς Μακεδόνας. (6) Τῶν δ' ἱππέων παρ' ἀμφοτέροις προθύμως εἰς τὸν κίνδυνον συμπεσόντων τὸ μὲν εὐώνυμον μέρος ἐπέχοντες οἱ τῶν Θετταλῶν ἱππεῖς Παρμενίωνος ἡγουμένου τεθαρρηκότως ἐδέχοντο τὴν ἐπιφορὰν τῶν καθ' αὑτοὺς τεταγμένων, ᾿Αλέξανδρος δὲ τοὺς ἀρίστους τῶν ἱππέων κατὰ τὸ δεξιὸν κέρας ἔχων μεθ' αὑτοῦ πρῶτος ἐφίππευσε τοῖς Πέρσαις καὶ συμπλακεὶς τοῖς πολεμίοις πολὺν ἐποιεῖτο φόνον.

[17,20] Τῶν δὲ βαρβάρων εὐρώστως ἀγωνιζομένων καὶ τοὺς ἑαυτῶν θυμοὺς ταῖς τῶν Μακεδόνων ἀρεταῖς ἀντιταττόντων ἡ τύχη συνήγαγεν εἰς ἕνα τόπον τοὺς ἀρίστους εἰς τὴν ὑπὲρ τῆς νίκης κρίσιν. (2) Ὁ γὰρ τῆς ᾿Ιωνίας σατράπης Σπιθροβάτης, γένει μὲν ὢν Πέρσης, Δαρείου δὲ τοῦ βασιλέως γαμβρός, ἀνδρείᾳ δὲ διαφέρων, μετὰ μεγάλης δυνάμεως ἱππέων ἐπέρραξε τοῖς Μακεδόσιν, ἔχων δὲ συναγωνιστὰς τεταγμένους τεσσαράκοντα συγγενεῖς ἀρεταῖς διαφόρους ἐνέκειτο τοῖς ἀνθεστηκόσι καὶ θρασέως ἀγωνιζόμενος οὓς μὲν ἀνῄρει τῶν ἀνθισταμένων, οὓς δὲ κατετραυμάτιζε. (3) Δυσυποστάτου δὲ τῆς περὶ αὐτὸν οὔσης βίας ὁ ᾿Αλέξανδρος ἐπιστρέψας τὸν ἵππον ἐπὶ τὸν σατράπην ἐφίππευσε τῷ βαρβάρῳ. Ὁ δὲ Πέρσης νομίσας παρὰ τῶν θεῶν αὐτῷ δεδόσθαι τὸν τῆς μονομαχίας καιρόν, εἰ συμβήσεται διὰ τῆς ἰδίας ἀνδραγαθίας ἐλευθερωθῆναι τῶν μεγίστων φόβων τὴν ᾿Ασίαν καὶ τὴν περιβόητον ᾿Αλεξάνδρου τόλμαν ταῖς ἰδίαις χερσὶ καταλυθῆναι καὶ τὴν τῶν Περσῶν δόξαν μὴ καταισχυνθῆναι φθάνει βαλὼν τὸ σαυνίον ἐπὶ τὸν ᾿Αλέξανδρον καὶ οὕτω μετὰ σφοδρᾶς εἰσπεσὼν ῥύμης καὶ βιαίως τὸ δόρυ ὠσάμενος διαρρήξας τε τήν τε ἀσπίδα ᾿Αλεξάνδρου καὶ τὴν δεξιὰν ἐπωμίδα διήλασε διὰ τοῦ θώρακος. (4) Ὁ δὲ βασιλεὺς τὸ μὲν βέλος τῷ βραχίονι παρελκόμενον ἀπέρριψε, τῷ δ' ἵππῳ προσβαλὼν τὰ κέντρα καὶ τῇ ῥύμῃ τῆς φορᾶς συνεργῷ χρησάμενος εἰς μέσον τοῦ σατράπου τὸ στῆθος ἐνήρεισε τὸ ξυστόν. (5) Οὗ συντελεσθέντος αἱ μὲν πλησίον τάξεις παρ' ἀμφοτέροις διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς ἀνδρείας ἀνεβόησαν, τῆς δ' ἐπιδορατίδος περὶ τὸν θώρακα συντριβείσης καὶ τοῦ θραύσματος ἀποπηδήσαντος ὁ μὲν Πέρσης σπασάμενος τὸ ξίφος ἐπὶ τὸν ᾿Αλέξανδρον ἐπεφέρετο, ὁ δὲ βασιλεὺς διαλαβὼν τὸ ξυστὸν ἔφθασεν ἐνερεῖσαι τῷ προσώπῳ καὶ διήλασε τὴν πληγήν. (6) Καθ' ὃν δὴ χρόνον ὁ ἀδελφὸς τοῦ πεσόντος ῾Ρωσάκης προσιππεύσας κατήνεγκε τῷ ξίφει κατὰ τῆς κεφαλῆς ᾿Αλεξάνδρου οὕτως ἐπικίνδυνον πληγὴν ὥστε τὸ μὲν κράνος διαπτύξαι, τοῦ δὲ χρωτὸς βραχέως ἐπιψαῦσαι. (7) Κατὰ δὲ τὴν αὐτὴν διαίρεσιν ἐπιφέροντος ἄλλην πληγὴν τοῦ ῾Ρωσάκου Κλεῖτος ὁ μέλας ἐπικαλούμενος προσελάσας τὸν ἵππον ἀπέκοψε τὴν χεῖρα τοῦ βαρβάρου.

[17,21] Περὶ δ' ἀμφοτέρων τῶν πεσόντων οἱ συγγενεῖς ἀθρόοι συστραφέντες τὸ μὲν πρῶτον ἠκόντιζον ἐπὶ τὸν ᾿Αλέξανδρον, ἔπειτα δὲ καὶ συστάδην μαχόμενοι πάντα κίνδυνον ὑπέμενον ὑπὲρ τοῦ φονεῦσαι τὸν βασιλέα. (2) Ὁ δὲ καίπερ πολλοῖς καὶ μεγάλοις κινδύνοις συνεχόμενος ὅμως οὐκ ἐνικᾶτο τοῖς πλήθεσι τῶν πολεμίων, ἀλλὰ δύο μὲν ἔχων εἰς τὸν θώρακα πληγάς, μίαν δὲ εἰς τὸ κράνος, τρεῖς δ' εἰς τὸ καθαιρεθὲν ὅπλον ἐκ τοῦ νεὼ τῆς ᾿Αθηνᾶς ὅμως οὐκ ἐνεδίδου, ἀλλὰ τῷ παραστήματι τῆς ψυχῆς ἐπαιρόμενος παντὸς δεινοῦ κατεξανίστατο. (3) Μετὰ δὲ ταῦτα καὶ τῶν ἄλλων ἐπιφανῶν ἡγεμόνων παρ' αὐτὸν ἐν τοῖς Πέρσαις ἔπεσον πλείους, ὧν ἦσαν ἐπιφανέστατοι ᾿Ατιζύης καὶ Φαρνάκης ὁ τῆς Δαρείου γυναικὸς ἀδελφός, ἔτι δὲ Μιθροβουζάνης ὁ Καππαδοκῶν ἡγούμενος. (4) Διὸ καὶ πολλῶν ἡγεμόνων ἀναιρεθέντων καὶ τῶν Περσικῶν τάξεων ἁπασῶν ὑπὸ τῶν Μακεδόνων ἡττωμένων πρῶτον μὲν οἱ κατὰ τὸν ᾿Αλέξανδρον τεταγμένοι φυγεῖν ἠναγκάσθησαν, μετὰ δὲ ταῦτα καὶ τῶν ἄλλων τραπέντων ὁ μὲν βασιλεὺς ὁμολογούμενον τῆς ἀνδραγαθίας τὸ πρωτεῖον ἀπηνέγκατο καὶ τῆς ὅλης νίκης ἔδοξε μάλιστ' αἴτιος γεγονέναι, μετὰ δὲ τοῦτον οἱ τῶν Θετταλῶν ἱππεῖς ἄριστα ταῖς εἴλαις χρώμενοι καὶ διαφόρως ἀγωνισάμενοι μεγάλην ἐπ' ἀνδρείᾳ δόξαν ἔσχον. (5) Μετὰ δὲ τὴν τῶν ἱππέων τροπὴν οἱ πεζοὶ συμβαλόντες ἀλλήλοις ὀλίγον χρόνον ἠγωνίσαντο· οἱ γὰρ βάρβαροι διὰ τὴν τῶν ἱππέων τροπὴν καταπλαγέντες καὶ ταῖς ψυχαῖς ἐνδόντες πρὸς φυγὴν ὥρμησαν. (6) Ἀνῃρέθησαν δὲ τῶν Περσῶν οἱ πάντες πεζοὶ μὲν πλείους τῶν μυρίων, ἱππεῖς δὲ οὐκ ἐλάττους δισχιλίων, ἐζωγρήθησαν δ' ὑπὲρ τοὺς δισμυρίους. Μετὰ δὲ τὴν μάχην ὁ βασιλεὺς τοὺς τετελευτηκότας ἔθαψε μεγαλοπρεπῶς, σπεύδων διὰ ταύτης τῆς τιμῆς τοὺς στρατιώτας προθυμοτέρους κατασκευάσαι πρὸς τοὺς ἐν ταῖς μάχαις κινδύνους. (7) αὐτὸς δ' ἀναλαβὼν τὴν δύναμιν προῆγε διὰ τῆς Λυδίας, καὶ τὴν μὲν τῶν Σαρδιανῶν πόλιν καὶ τὰς ἀκροπόλεις, ἔτι δὲ τοὺς ἐν αὐταῖς θησαυρούς, παρέλαβε Μιθρίνους τοῦ σατράπου παραδόντος ἑκουσίως.


Το κείμενο από το: HODOI, Du texte à l'hypertexte


17. Όταν επώνυμος άρχων στην Αθήνα ήταν ο Κτησικλής, οι Ρωμαίοι ανέδειξαν υπάτους τον Γάιο Σουλπίκιο και τον Λεύκιο Παπίριο, ενώ ο Αλέξανδρος βάδισε με τον στρατό του στον Ελλήσποντο και διαπεραίωσε τις δυνάμεις του από την Ευρώπη στην Ασία. Ο ίδιος κατέπλευσε με εξήντα πολεμικά πλοία στην περιοχή της Τρωάδας και πρώτος απ' όλους τους Μακεδόνες έριξε από το πλοίο το δόρυ του και το κάρφωσε στη γη. Πηδώντας στη στεριά από το σκάφος δήλωσε ότι δεχόταν από τους θεούς την Ασία κατακτημένη από το δόρυ του. Τίμησε τους τάφους των ηρώων, του Αχιλλέα, του Αίαντα και των υπολοίπων, με επιτάφιες προσφορές και ό,τι άλλο τιμητικό συνηθίζεται και, στη συνέχεια, προχώρησε στην επιθεώρηση και την αρίθμηση της στρατιωτικής δύναμης που τον ακολουθούσε. Πεζοί αριθμήθηκαν δώδεκα χιλιάδες Μακεδόνες, επτά χιλιάδες σύμμαχοι και πέντε χιλιάδες μισθοφόροι· όλων αυτών αρχηγός ήταν ο Παρμενίων. Τους ακολουθούσαν επτά χιλιάδες Οδρύσαι, Τριβαλλοί και Ιλλυριοί, καθώς και χίλιοι τοξότες από τους λεγόμενους Αγριάνες. Έτσι, συνολικά οι πεζοί ήταν τριάντα δύο χιλιάδες. Υπήρχαν, επίσης, χίλιοι οκτακόσιοι Μακεδόνες ιππείς, με αρχηγό τον Φιλώτα τον γιο του Παρμενίωνα, χίλιοι οκτακόσιοι Θεσσαλοί, με αρχηγό τον Κάλλα τον γιο του Αρπάλου, και εξακόσιοι ακόμη απ' όλους τους άλλους Έλληνες, αρχηγός των οποίων ήταν ο Ερίγυιος, καθώς και εννιακόσιοι Θράκες και Παίονες ανιχνευτές, με αρχηγό τον Κάσσανδρο, ώστε συνολικά οι ιππείς να είναι τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιοι. Αυτές ήταν, λοιπόν, οι δυνάμεις του Αλεξάνδρου που πέρασαν στην Ασία. Οι δυνάμεις που έμειναν στην Ευρώπη, αρχηγός των οποίων ήταν ο Αντίπατρος, απαρτίζονταν από δώδεκα χιλιάδες πεζούς και χίλιους πεντακόσιους ιππείς. Αναχωρώντας ο βασιλιάς από την Τρωάδα, επισκέφτηκε το τέμενος της Αθηνάς. Εκεί ο ιερέας, που ονομαζόταν Αλέξανδρος, είχε δει πεσμένο μπρος στον ναό το άγαλμα του τέως σατράπη της Φρυγίας Αριοβαρζάνη46 καθώς και μερικούς άλλους αίσιους οιωνούς που ακολούθησαν, παρουσιάστηκε στον βασιλιά και τον διαβεβαίωσε ότι θα νικούσε σε μεγάλη μάχη ιππικού και κυρίως αν τύχαινε να δώσει μάχη στη Φρυγία. Πρόσθεσε, επίσης, ότι με τα ίδια του τα χέρια θα σκότωνε σε μάχη εκ παρατάξεως έναν επιφανή στρατηγό των αντιπάλων του. Αυτά, είπε, του προλέγουν οι θεοί και κυρίως η Αθηνά που θα τον βοηθούσε στις επιτυχίες του.

18. Ο Αλέξανδρος δέχτηκε με χαρά την πρόβλεψη του μάντη και τέλεσε λαμπρή θυσία στην Αθηνά, κατά την οποία της αφιέρωσε την ασπίδα του, ενώ διάλεξε από τις ασπίδες που βρίσκονταν στον ναό την καλύτερη και οπλισμένος μ' αυτήν έδωσε την πρώτη μάχη, της οποίας η έκβαση κρίθηκε όντως από την προσωπική του ανδρεία, και κατήγαγε νίκη περίφημη. Αλλά αυτά έγιναν λίγες μέρες αργότερα. Οι σατράπες, τώρα, και οι στρατηγοί των Περσών, που δεν πρόλαβαν να εμποδίσουν τη διάβαση των Μακεδόνων στην Ασία, συγκεντρώθηκαν και συσκέπτονταν περί του πώς να πολεμήσουν τον Αλέξανδρο. Ο Μέμνων, λοιπόν, ο Ρόδιος, που ήταν πασίγνωστος για τις στρατηγικές του ικανότητες, πρότεινε να μη διακινδυνεύσουν μια κατά πρόσωπο αναμέτρηση, αλλά να καταστρέψουν τη χώρα και με την έλλειψη των αναγκαίων να παρακωλύουν την προέλαση των Μακεδόνων, ενώ παράλληλα να διαβιβάσουν ναυτικές και πεζικές δυνάμεις στη Μακεδονία και να μεταφέρουν, έτσι, τον πόλεμο στην Ευρώπη. Οι προτάσεις του άνδρα ήταν άριστες, όπως έγινε φανερό από τα αποτελέσματα, αλλά δεν έπεισαν τους άλλους ηγεμόνες, διότι θεώρησαν ότι οι συμβουλές του δεν ήταν αντάξιες του υψηλού φρονήματος των Περσών· ως εκ τούτου, επικράτησε η γνώμη υπέρ του κατά μέτωπον αγώνα. Κάλεσαν από παντού τις δυνάμεις τους, έγιναν πολλαπλάσιοι των Μακεδόνων και βάδισαν προς την περιοχή της Φρυγίας στον Ελλήσποντο. Έστησαν το στρατόπεδο τους στον Γρανικό ποταμό και χρησιμοποίησαν το ρεύμα του ως γραμμή άμυνας.

19. Όταν ο Αλέξανδρος πληροφορήθηκε τη συγκέντρωση των βαρβαρικών δυνάμεων, βάδισε με σύντονη πορεία και στρατοπέδευσε απέναντι από τους εχθρούς, με τον Γρανικό να κυλάει ανάμεσα στα δυο στρατόπεδα. Οι βάρβαροι, έχοντας καταλάβει τις υπώρειες [του όρους Ίδη], δεν έκαναν καμιά κίνηση, αποφασισμένοι να επιτεθούν στον εχθρό ενώ θα διάβαινε τον ποταμό και, όπως θα ήταν διασπασμένη η φάλαγγα των Μακεδόνων, θεωρούσαν πως εύκολα θα υπερτερούσαν στη μάχη. Ο Αλέξανδρος τόλμησε να περάσει τον στρατό του με το ξημέρωμα και προλαβαίνοντας τους εχθρούς παρέταξε τις δυνάμεις του για μάχη. Οι βάρβαροι τοποθέτησαν απέναντι στην παράταξη των Μακεδόνων το ιππικό τους κι αποφάσισαν να δώσουν μ' αυτό τη μάχη. Το αριστερό κέρας είχε ο Μέμνων ο Ρόδιος και ο σατράπης Αρσαμένης με τους δικούς του ιππείς, μετά απ' αυτούς παρατάχθηκε ο Αρσίτης με τους ιππείς απ' την Παφλαγονία κι έπειτα ο Σπιθροβάτης ο σατράπης της Ιωνίας επικεφαλής των Υρκανών ιππέων. Το δεξί κέρας κατείχαν χίλιοι Μήδοι, οι δυο χιλιάδες ιππείς του Ρεομίθρη κι άλλοι τόσοι Βακτριανοί. Το μέσον κατείχαν οι ιππείς των υπολοίπων εθνών, που ήταν πολυάριθμοι και επίλεκτοι για την ανδρεία τους. Συνολικά οι ιππείς ξεπερνούσαν τις δέκα χιλιάδες. Οι πεζοί των Περσών, που δεν ήταν λιγότεροι των εκατό χιλιάδων, ήταν παραταγμένοι από πίσω και έμεναν αδρανείς, καθώς θα αρκούσαν οι ιππείς για να συντρίψουν τους Μακεδόνες. Το ιππικό και των δυο παρατάξεων ρίχτηκε πρόθυμα στη μάχη. Οι Θεσσαλοί ιππείς, που κατείχαν το αριστερό κέρας με αρχηγό τον Παρμενίωνα, αντιμετώπιζαν σθεναρά την επίθεση των απέναντι τους, ενώ ο Αλέξανδρος με τους αρίστους των ιππέων στο δεξί κέρας πρώτος εφόρμησε στους Πέρσες και συμπλεκόμενος με τους αντιπάλους εξολόθρευε πολλούς.



20. Κι ενώ οι βάρβαροι μάχονταν με γενναιότητα και αντέτασσαν το μένος τους στην ανδρεία των Μακεδόνων, η τύχη οδήγησε στο ίδιο σημείο τους άριστους για να διεκδικήσουν τη νίκη. Διότι ο σατράπης της Ιωνίας Σπιθροβάτης, Πέρσης την καταγωγή, γαμπρός του βασιλιά Δαρείου και γνωστός για την ανδρεία του, με μεγάλη δύναμη ιππέων όρμησε στους Μακεδόνες, έχοντας πλάι του συναγωνιστές σαράντα συγγενείς διακεκριμένους για την ανδρεία τους, και μαχόμενος με τόλμη πίεζε ασφυκτικά τους αντιπάλους του, άλλους σκοτώνοντας κι άλλους τραυματίζοντας βαριά. Επειδή η ορμή της επίθεσης του ήταν δυσβάσταχτη, ο Αλέξανδρος έστρεψε τ' άλογό του προς τον βάρβαρο σατράπη και όρμησε καταπάνω του. Ο Πέρσης πίστεψε ότι οι θεοί του πρόσφεραν την ευκαιρία να μονομαχήσει, να απαλλάξει με την προσωπική του ανδρεία την Ασία από τους χειρότερους φόβους της και την περιβόητη τόλμη του Αλεξάνδρου να τη διαλύσει με τα ίδια του τα χέρια, ώστε να μη ντροπιαστεί η δόξα των βαρβάρων. Πρώτος, λοιπόν, ρίχνει το ακόντιο στον Αλέξανδρο και ορμάει καταπάνω του με τέτοια σφοδρότητα που με το δόρυ του τρύπησε την ασπίδα και τη δεξιά επωμίδα του Αλεξάνδρου και το πέρασε μέσα απ' τον θώρακα. Ο βασιλιάς πέταξε το δόρυ που κρεμόταν απ' τον βραχίονα του, σπιρούνισε τ' άλογό του και με τη φόρα της ορμής κι όλη τη δύναμη του έμπηξε το δικό του στο στήθος του σατράπη. Μ' αυτό που έγινε, οι άντρες και των δυο παρατάξεων που ήταν κοντά αναβόησαν έκπληκτοι από την απίστευτη ανδρεία. Η αιχμή του δόρατος συντρίφτηκε πάνω στον θώρακα και το κοντάρι αναπήδησε. Ο Πέρσης τράβηξε το ξίφος και όρμησε προς τον Αλέξανδρο, ο βασιλιάς όμως πρόλαβε να πιάσει το κοντάρι, να του το καρφώσει στο πρόσωπο και να τον διαπεράσει. Στο μεταξύ, ο αδελφός του πεσόντος, ο Ρωσάκης, έφτασε με τ' άλογό του και κατέβασε το σπαθί του στο κεφάλι του Αλεξάνδρου, καταφέρνοντας του ένα τόσο δυνατό χτύπημα που του άνοιξε το κράνος κι έγδαρε ελαφρά το δέρμα του. Τη στιγμή που ο Ρωσάκης ετοιμαζόταν να ξαναχτυπήσει τον Αλέξανδρο, ο Κλείτος, ο επονομαζόμενος μέλας, είχε πλησιάσει με τ' άλογό του κι έκοψε το χέρι του βαρβάρου.

21. Οι συγγενείς σύσσωμοι συσπειρώθηκαν γύρω από τους δυο πεσόντες. Πρώτα εκτόξευσαν τα ακόντια τους στον Αλέξανδρο κι έπειτα άρχισαν τη μάχη εκ του συστάδην υπομένοντας τα πάντα αρκεί να σκότωναν τον βασιλιά. Εκείνος, μολονότι, εκτεθειμένος σε πολλούς και μεγάλους κινδύνους, δεν εννοούσε να νικηθεί από το πλήθος των εχθρών, αλλά αν και είχε δεχτεί δυο πλήγματα στον θώρακα, ένα στο κράνος και τρία στην ασπίδα που είχε πάρει από τον ναό της Αθηνάς δεν ενέδιδε, αλλά σε μια έξαρση ψυχικού σθένους αψηφούσε κάθε κίνδυνο. Μετά απ' αυτό έπεσαν και οι περισσότεροι από τους Πέρσες ηγέτες γύρω του, οι σπουδαιότεροι από τους οποίους ήταν ο Ατιζύης και ο Φαρνάκης ο αδελφός της γυναίκας του Δαρείου, καθώς και ο Μιθροβουζάνης ο ηγεμόνας των Καππαδοκών. Ως εκ τούτου, δεδομένου ότι σκοτώθηκαν οι περισσότεροι αξιωματούχοι και όλα τα περσικά τμήματα νικήθηκαν από τους Μακεδόνες, πρώτα αναγκάστηκαν να τραπούν σε φυγή οι απέναντι από τον Αλέξανδρο και στη συνέχεια και οι υπόλοιποι. Έτσι, ο βασιλιάς, κατά κοινή ομολογία, πήρε το αριστείο ανδρείας και θεωρήθηκε ο πρωτεργάτης της νίκης, ενώ δεύτερο μετά απ' αυτόν δοξάστηκε για την ανδρεία του το ιππικό των Θεσσαλών, που εφάρμοσε εξαιρετική τακτική και αγωνίστηκε απαράμιλλα. Μετά την κατατρόπωση των ιππέων συνεπλάκησαν και οι μονάδες του πεζικού, αλλά η μάχη διήρκεσε λίγο, διότι οι βάρβαροι τρομαγμένοι με τη φυγή του ιππικού λιποψύχησαν και τράπηκαν σε φυγή. Από τους Πέρσες σκοτώθηκαν συνολικά πάνω από δέκα χιλιάδες πεζοί και όχι λιγότεροι από δυο χιλιάδες ιππείς, ενώ πιάστηκαν αιχμάλωτοι πάνω από είκοσι χιλιάδες. Μετά τη μάχη, ο βασιλιάς έθαψε τους νεκρούς με μεγαλοπρέπεια, ώστε με την απόδοση της τιμής ετούτης να κάνει τους στρατιώτες ακόμα πιο πρόθυμους ν΄ αντιμετωπίσουν τους κινδύνους των μαχών. Ο ίδιος επικεφαλής του στρατού προχώρησε στη Λυδία, όπου πήρε την πόλη των Σαρδιανών με τα φρούρια και τους θησαυρούς που βρίσκονταν σ' αυτά, καθώς ο Μιθρίνης ο σατράπης του τα παρέδωσε χωρίς αντίσταση.


Η μετάφραση είναι αντιγραμμένη από τη σειρά "ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ" των εκδόσεων Οδυσσέας Χατζόπουλος.


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας




Η ΜΑΧΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΡΙΑΝΟ (ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ)





[1,13] Ἐν τούτῳ δὲ Ἀλέξανδρος προὐχώρει ἐπὶ τὸν Γράνικον ποταμὸν συντεταγμένῳ τῷ στρατῷ, διπλῆν μὲν τὴν φάλαγγα τῶν ὁπλιτῶν τάξας, τοὺς δὲ ἱππέας κατὰ τὰ κέρατα ἄγων, τὰ σκευοφόρα δὲ κατόπιν ἐπιτάξας ἕπεσθαι. τοὺς δὲ προκατασκεψομένους τὰ τῶν πολεμίων ἦγεν αὐτῷ Ἡγέλοχος, ἱππέας μὲν ἔχων τοὺς σαρισσοφόρους, τῶν δὲ ψιλῶν ἐς πεντακοσίους. καὶ Ἀλέξανδρός τε οὐ πολὺ ἀπεῖχε τοῦ ποταμοῦ τοῦ Γρανίκου καί οἱ ἀπὸ τῶν σκοπῶν σπουδῇ ἐλαύνοντες ἀπήγγελλον ἐπὶ τῷ Γρανίκῳ πέραν τοὺς Πέρσας ἐφεστάναι τεταγμένους ὡς ἐς μάχην. ἔνθα δὴ Ἀλέξανδρος μὲν τὴν στρατιὰν πᾶσαν συνέταττεν ὡς μαχουμένους. Παρμενίων δὲ προσελθὼν λέγει Ἀλεξάνδρῳ τάδε.

Ἐμοὶ δοκεῖ, βασιλεῦ, ἀγαθὸν εἶναι ἐν τῷ παρόντι καταστρατοπεδεῦσαι ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τῇ ὄχθῃ ὡς ἔχομεν. τοὺς γὰρ πολεμίους οὐ δοκῶ τολμήσειν πολὺ τῷ πεζῷ λειπομένους πλησίον ἡμῶν αὐλισθῆναι, καὶ ταύτῃ παρέξειν ἕωθεν εὐπετῶς τῷ στρατῷ διαβαλεῖν τὸν πόρον. ὑποφθάσομεν γὰρ αὐτοὶ περάσαντες πρὶν ἐκείνους ἐς τάξιν καθίστασθαι. νῦν δὲ οὐκ ἀκινδύνως μοι δοκοῦμεν ἐπιχειρήσειν τῷ ἔργῳ, ὅτι οὐχ οἷόν τε ἐν μετώπῳ διὰ τοῦ ποταμοῦ ἄγειν τὸν στρατόν. πολλὰ μὲν γὰρ αὐτοῦ ὁρᾶται βαθέα, αἱ δὲ ὄχθαι αὗται ὁρᾷς ὅτι ὑπερύψηλοι καὶ κρημνώδεις εἰσὶν αἳ αὐτῶν. ἀτάκτως τε οὖν καὶ κατὰ κέρας, ἧπερ ἀσθενέστατον, ἐκβαίνουσιν ἐπικείσονται ἐς φάλαγγα ξυντεταγμένοι τῶν πολεμίων οἱ ἱππεῖς. καὶ τὸ πρῶτον σφάλμα ἔς τε τὰ παρόντα χαλεπὸν καὶ ἐς τὴν ὑπὲρ παντὸς τοῦ πολέμου κρίσιν σφαλερόν. Ἀλέξανδρος δέ, ταῦτα μέν, ἔφη, ὦ Παρμενίων, γιγνώσκω. αἰσχύνομαι δέ, εἰ τὸν μὲν Ἑλλήσποντον διέβην εὐπετῶς, τοῦτο δέ, σμικρὸν ῥεῦμα, - οὕτω τῷ ὀνόματι τὸν Γράνικον ἐκφαυλίσας, - εἴρξει ἡμᾶς τὸ μὴ οὐ διαβῆναι ὡς ἔχομεν. καὶ τοῦτο οὔτε πρὸς Μακεδόνων τῆς δόξης οὔτε πρὸς τῆς ἐμῆς ἐς τοὺς κινδύνους ὀξύτητος ποιοῦμαι. ἀναθαρρήσειν τε δοκῶ τοὺς Πέρσας <ὡς> ἀξιομάχους Μακεδόσιν ὄντας, ὅτι οὐδὲν ἄξιον τοῦ σφῶν δέους ἐν τῷ παραυτίκα ἔπαθον.



[1,14] Ταῦτα εἰπὼν Παρμενίωνα μὲν ἐπὶ τὸ εὐώνυμον κέρας πέμπει ἡγησόμενον, αὐτὸς δὲ ἐπὶ τὸ δεξιὸν παρῆγε. προετάχθησαν δὲ αὐτῷ τοῦ μὲν δεξιοῦ Φιλώτας ὁ Παρμενίωνος, ἔχων τοὺς ἑταίρους τοὺς ἱππέας καὶ τοὺς τοξότας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας τοὺς ἀκοντιστάς. Ἀμύντας δὲ ὁ Ἀρραβαίου τούς τε σαρισσοφόρους ἱππέας ἔχων Φιλώτᾳ ἐπετάχθη καὶ τοὺς Παίονας καὶ τὴν ἴλην τὴν Σωκράτους. ἐχόμενοι δὲ τούτων ἐτάχθησαν οἱ ὑπασπισταὶ τῶν ἑταίρων, ὧν ἡγεῖτο Νικάνωρ ὁ Παρμενίωνος. ἐπὶ δὲ τούτοις ἡ Περδίκκου τοῦ Ὀρόντου φάλαγξ. ἐπὶ δὲ ἡ Κοίνου τοῦ Πολεμοκράτους. {ἐπὶ δὲ ἡ Κρατεροῦ τοῦ Ἀλεξάνδρου.} ἐπὶ δὲ ἡ Ἀμύντου τοῦ Ἀνδρομένους. ἐπὶ δὲ ὧν Φίλιππος ὁ Ἀμύντου ἦρχε. τοῦ δὲ εὐωνύμου πρῶτοι μὲν οἱ Θετταλοὶ ἱππεῖς ἐτάχθησαν, ὧν ἡγεῖτο Κάλας ὁ Ἁρπάλου. ἐπὶ δὲ τούτοις οἱ ξύμμαχοι ἱππεῖς, ὧν ἦρχε Φίλιππος ὁ Μενελάου. ἐπὶ δὲ τούτοις οἱ Θρᾷκες, ὧν ἦρχεν Ἀγάθων. ἐχόμενοι δὲ τούτων πεζοὶ ἥ τε Κρατεροῦ φάλαγξ καὶ ἡ Μελεάγρου καὶ ἡ Φιλίππου ἔστε ἐπὶ τὸ μέσον τῆς ξυμπάσης τάξεως. Περσῶν δὲ ἱππεῖς μὲν ἦσαν ἐς δισμυρίους, ξένοι δὲ πεζοὶ μισθοφόροι ὀλίγον ἀποδέοντες δισμυρίων. ἐτάχθησαν δὲ τὴν μὲν ἵππον παρατείναντες τῷ ποταμῷ κατὰ τὴν ὄχθην ἐπὶ φάλαγγα μακράν, τοὺς δὲ πεζοὺς κατόπιν τῶν ἱππέων. καὶ γὰρ ὑπερδέξια ἦν τὰ ὑπὲρ τὴν ὄχθην χωρία. ἧ δὲ Ἀλέξανδρον αὐτὸν καθεώρων - δῆλος γὰρ ἦν τῶν τε ὅπλων τῇ λαμπρότητι καὶ τῶν ἀμφ' αὐτὸν τῇ σὺν ἐκπλήξει θεραπείᾳ_κατὰ τὸ εὐώνυμον {μὲν} σφῶν ἐπέχοντα, ταύτῃ πυκνὰς ἐπέταξαν τῇ ὄχθῃ τὰς ἴλας τῶν ἱππέων.



Η μάχη

Χρόνον μὲν δὴ ἀμφότερα τὰ στρατεύματα ἐπ' ἄκρου τοῦ ποταμοῦ ἐφεστῶτες ὑπὸ τοῦ τὸ μέλλον ὀκνεῖν ἡσυχίαν ἦγον καὶ σιγὴ ἦν πολλὴ ἀφ' ἑκατέρων. οἱ γὰρ Πέρσαι προσέμενον τοὺς Μακεδόνας, ὁπότε ἐσβήσονται ἐς τὸν πόρον, ὡς ἐπικεισόμενοι ἐκβαίνουσιν. Ἀλέξανδρος δὲ ἀναπηδήσας ἐπὶ τὸν ἵππον καὶ τοῖς ἀμφ' αὑτὸν ἐγκελευσάμενος ἕπεσθαί τε καὶ ἄνδρας ἀγαθοὺς γίγνεσθαι, τοὺς μὲν προδρόμους ἱππέας καὶ μὴν καὶ τοὺς Παίονας προεμβαλεῖν ἐς τὸν ποταμὸν ἔχοντα Ἀμύνταν τὸν Ἀρραβαίου <ἔταξε> καὶ τῶν πεζῶν μίαν τάξιν, καὶ πρὸ τούτων τὴν Σωκράτους ἴλην Πτολεμαῖον τὸν Φιλίππου ἄγοντα, ἣ δὴ καὶ ἐτύγχανε τὴν ἡγεμονίαν τοῦ ἱππικοῦ παντὸς ἔχουσα{ν} ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ. αὐτὸς δὲ ἄγων τὸ δεξιὸν κέρας ὑπὸ σαλπίγγων τε καὶ τῷ Ἐνυαλίῳ ἀλαλάζοντας ἐμβαίνει ἐς τὸν πόρον, λοξὴν ἀεὶ παρατείνων τὴν τάξιν, ἧ παρεῖλκε τὸ ῥεῦμα, ἵνα δὴ μὴ ἐκβαίνοντι αὐτῷ οἱ Πέρσαι κατὰ κέρας προσπίπτοιεν, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ὡς ἀνυστὸν τῇ φάλαγγι προσμίξῃ αὐτοῖς.

[1,15] Οἱ δὲ Πέρσαι, ἧ πρῶτοι οἱ ἀμφὶ Ἀμύνταν καὶ Σωκράτην προσέσχον τῇ ὄχθῃ, ταύτῃ καὶ αὐτοὶ ἄνωθεν ἔβαλλον, οἱ μὲν αὐτῶν ἀπὸ τῆς ὄχθης ἐξ ὑπερδεξίου ἐς τὸν ποταμὸν ἐσακοντίζοντες, οἱ δὲ κατὰ τὰ χθαμαλώτερα αὐτῆς ἔστε ἐπὶ τὸ ὕδωρ καταβαίνοντες. καὶ ἦν τῶν τε ἱππέων ὠθισμός, τῶν μὲν ἐκβαίνειν ἐκ τοῦ ποταμοῦ, τῶν δ' εἴργειν τὴν ἔκβασιν, καὶ παλτῶν ἀπὸ μὲν τῶν Περσῶν πολλὴ ἄφεσις, οἱ Μακεδόνες δὲ ξὺν τοῖς δόρασιν ἐμάχοντο. ἀλλὰ τῷ τε πλήθει πολὺ ἐλαττούμενοι <οἱ> Μακεδόνες ἐκακοπάθουν ἐν τῇ πρώτῃ προσβολῇ, καὶ αὐτοὶ ἐξ οὐ βεβαίου τε καὶ ἅμα κάτωθεν ἐκ τοῦ ποταμοῦ ἀμυνόμενοι, οἱ δὲ Πέρσαι ἐξ ὑπερδεξίου τῆς ὄχθης. ἄλλως τε καὶ τὸ κράτιστον τῆς Περσικῆς ἵππου ταύτῃ ἐπετέτακτο, οἵ τε Μέμνονος παῖδες καὶ αὐτὸς Μέμνων μετὰ τούτων ἐκινδύνευε. καὶ οἱ μὲν πρῶτοι τῶν Μακεδόνων ξυμμίξαντες τοῖς Πέρσαις κατεκόπησαν πρὸς αὐτῶν, ἄνδρες ἀγαθοὶ γενόμενοι, ὅσοι γε μὴ πρὸς Ἀλέξανδρον πελάζοντα ἀπέκλιναν αὐτῶν. Ἀλέξανδρος γὰρ ἤδη πλησίον ἦν, ἅμα οἷ ἄγων τὸ κέρας τὸ δεξιόν, καὶ ἐμβάλλει ἐς τοὺς Πέρσας πρῶτος, ἵνα τὸ πᾶν στῖφος τῆς ἵππου καὶ αὐτοὶ οἱ ἡγεμόνες τῶν Περσῶν τεταγμένοι ἦσαν. καὶ περὶ αὐτὸν ξυνειστήκει μάχη καρτερά. καὶ ἐν τούτῳ ἄλλαι ἐπ' ἄλλαις τῶν τάξεων τοῖς Μακεδόσι διέβαινον οὐ χαλεπῶς ἤδη. καὶ ἦν μὲν ἀπὸ τῶν ἵππων ἡ μάχη, πεζομαχίᾳ δὲ μᾶλλόν τι ἐῴκει. ξυνεχόμενοι γὰρ ἵπποι τε ἵπποις καὶ ἄνδρες ἀνδράσιν ἠγωνίζοντο, οἱ μὲν ἐξῶσαι εἰς ἅπαν ἀπὸ τῆς ὄχθης καὶ ἐς τὸ πεδίον βιάσασθαι τοὺς Πέρσας, οἱ Μακεδόνες, οἱ δὲ εἶρξαί τε αὐτῶν τὴν ἔκβασιν, οἱ Πέρσαι, καὶ ἐς τὸν ποταμὸν αὖθις ἀπώσασθαι. καὶ ἐκ τούτου ἐπλεονέκτουν ἤδη οἱ σὺν Ἀλεξάνδρῳ τῇ τε ἄλλῃ ῥώμῃ καὶ ἐμπειρίᾳ καὶ ὅτι ξυστοῖς κρανείνοις πρὸς παλτὰ ἐμάχοντο. Ἔνθα δὴ καὶ Ἀλεξάνδρῳ ξυντρίβεται τὸ δόρυ ἐν τῇ μάχῃ. ὁ δὲ Ἀρέτην ἤτει δόρυ ἕτερον, ἀναβολέα τῶν βασιλικῶν. τῷ δὲ καὶ αὐτῷ πονουμένῳ συντετριμμένον τὸ δόρυ ἦν, ὁ δὲ τῷ ἡμίσει κεκλασμένου τοῦ δόρατος οὐκ ἀφανῶς ἐμάχετο, καὶ τοῦτο δείξας Ἀλεξάνδρῳ ἄλλον αἰτεῖν ἐκέλευεν. Δημάρατος δέ, ἀνὴρ Κορίνθιος, τῶν ἀμφ' αὐτὸν ἑταίρων, δίδωσιν αὐτῷ τὸ αὑτοῦ δόρυ. καὶ ὃς ἀναλαβὼν καὶ ἰδὼν Μιθριδάτην τὸν Δαρείου γαμβρὸν πολὺ πρὸ τῶν ἄλλων προϊππεύοντα καὶ ἐπάγοντα ἅμα οἷ ὥσπερ ἔμβολον τῶν ἱππέων ἐξελαύνει καὶ αὐτὸς πρὸ τῶν ἄλλων, καὶ παίσας ἐς τὸ πρόσωπον τῷ δόρατι καταβάλλει τὸν Μιθριδάτην. ἐν δὲ τούτῳ Ῥοισάκης μὲν ἐπελαύνει τῷ Ἀλεξάνδρῳ καὶ παίει Ἀλεξάνδρου τὴν κεφαλὴν τῇ κοπίδι. καὶ τοῦ μὲν κράνους τι ἀπέθραυσε, τὴν πληγὴν δὲ ἔσχε τὸ κράνος. καὶ καταβάλλει καὶ τοῦτον Ἀλέξανδρος παίσας τῷ ξυστῷ διὰ τοῦ θώρακος ἐς τὸ στέρνον. Σπιθριδάτης δὲ ἀνετέτατο μὲν ἤδη ἐπ' Ἀλέξανδρον ὄπισθεν τὴν κοπίδα, ὑποφθάσας δὲ αὐτὸν Κλεῖτος ὁ Δρωπίδου παίει κατὰ τοῦ ὤμου καὶ ἀποκόπτει τὸν ὦμον τοῦ Σπιθριδάτου ξὺν τῇ κοπίδι. καὶ ἐν τούτῳ ἐπεκβαίνοντες ἀεὶ τῶν ἱππέων ὅσοις προὐχώρει κατὰ τὸν ποταμὸν προσεγίγνοντο τοῖς ἀμφ' Ἀλέξανδρον.



[1,16] Καὶ οἱ Πέρσαι παιόμενοί τε πανταχόθεν ἤδη ἐς τὰ πρόσωπα αὐτοί τε καὶ ἵπποι τοῖς ξυστοῖς καὶ πρὸς τῶν ἱππέων ἐξωθούμενοι, πολλὰ δὲ καὶ πρὸς τῶν ψιλῶν ἀναμεμιγμένων τοῖς ἱππεῦσι βλαπτόμενοι ἐγκλίνουσι ταύτῃ πρῶτον, ἧ Ἀλέξανδρος προεκινδύνευεν. ὡς δὲ τὸ μέσον ἐνεδεδώκει αὐτοῖς, παρερρήγνυτο δὴ καὶ τὰ ἐφ' ἑκάτερα τῆς ἵππου, καὶ ἦν δὴ φυγὴ καρτερά. τῶν μὲν δὴ ἱππέων τῶν Περσῶν ἀπέθανον εἰς χιλίους. οὐ γὰρ πολλὴ ἡ δίωξις ἐγένετο, ὅτι ἐξετράπη Ἀλέξανδρος ἐπὶ τοὺς ξένους τοὺς μισθοφόρους. ὧν τὸ στῖφος, ἧ τὸ πρῶτον ἐτάχθη, ἐκπλήξει μᾶλλόν τι τοῦ παραλόγου ἢ λογισμῷ βεβαίῳ ἔμενεν. καὶ τούτοις τήν τε φάλαγγα ἐπαγαγὼν καὶ τοὺς ἱππέας πάντῃ προσπεσεῖν κελεύσας ἐν μέσῳ δι' ὀλίγου κατακόπτει αὐτούς, ὥστε διέφυγε μὲν οὐδείς, ὅτι μὴ διέλαθέ τις ἐν τοῖς νεκροῖς, ἐζωγρήθησαν δὲ ἀμφὶ τοὺς δισχιλίους. ἔπεσον δὲ καὶ ἡγεμόνες τῶν Περσῶν Νιφάτης τε καὶ Πετήνης καὶ Σπιθριδάτης ὁ Λυδίας σατράπης καὶ ὁ τῶν Καππαδοκῶν ὕπαρχος Μιθροβουζάνης καὶ Μιθριδάτης ὁ Δαρείου γαμβρὸς καὶ Ἀρβουπάλης ὁ Δαρείου τοῦ Ἀρτοξέρξου παῖς καὶ Φαρνάκης, ἀδελφὸς οὗτος τῆς Δαρείου γυναικός, καὶ ὁ τῶν ξένων ἡγεμὼν Ὠμάρης. Ἀρσίτης δὲ ἐκ μὲν τῆς μάχης φεύγει ἐς Φρυγίαν, ἐκεῖ δὲ ἀποθνήσκει αὐτὸς πρὸς αὑτοῦ, ὡς λόγος, ὅτι αἴτιος ἐδόκει Πέρσαις γενέσθαι τοῦ ἐν τῷ τότε πταίσματος. Μακεδόνων δὲ τῶν μὲν ἑταίρων ἀμφὶ τοὺς εἴκοσι καὶ πέντε ἐν τῇ πρώτῃ προσβολῇ ἀπέθανον. καὶ τούτων χαλκαῖ εἰκόνες ἐν Δίῳ ἑστᾶσιν, Ἀλεξάνδρου κελεύσαντος Λύσιππον ποιῆσαι, ὅσπερ καὶ Ἀλέξανδρον μόνος προκριθεὶς ἐποίει. τῶν δὲ ἄλλων ἱππέων ὑπὲρ τοὺς ἑξήκοντα, πεζοὶ δὲ ἐς τοὺς τριάκοντα. καὶ τούτους τῇ ὑστεραίᾳ ἔθαψεν Ἀλέξανδρος ξὺν τοῖς ὅπλοις τε καὶ ἄλλῳ κόσμῳ. γονεῦσι δὲ αὐτῶν καὶ παισὶ τῶν τε κατὰ τὴν χώραν ἀτέλειαν ἔδωκε καὶ ὅσαι ἄλλαι ἢ τῷ σώματι λειτουργίαι ἢ κατὰ τὰς κτήσεις ἑκάστων εἰσφοραί. καὶ τῶν τετρωμένων δὲ πολλὴν πρόνοιαν ἔσχεν, ἐπελθών τε αὐτὸς ἑκάστους καὶ τὰ τραύματα ἰδὼν καὶ ὅπως τις ἐτρώθη ἐρόμενος καὶ ὅ τι πράττων εἰπεῖν τε καὶ ἀλαζονεύσασθαί οἱ παρασχών. ὁ δὲ καὶ τῶν Περσῶν τοὺς ἡγεμόνας ἔθαψεν. ἔθαψε δὲ καὶ τοὺς μισθοφόρους Ἕλληνας, οἳ ξὺν τοῖς πολεμίοις στρατεύοντες ἀπέθανον. ὅσους δὲ αὐτῶν αἰχμαλώτους ἔλαβε, τούτους δὲ δήσας ἐν πέδαις εἰς Μακεδονίαν ἀπέπεμψεν ἐργάζεσθαι, ὅτι παρὰ τὰ κοινῇ δόξαντα τοῖς Ἕλλησιν Ἕλληνες ὄντες ἐναντία τῇ Ἑλλάδι ὑπὲρ τῶν βαρβάρων ἐμάχοντο. ἀποπέμπει δὲ καὶ εἰς Ἀθήνας τριακοσίας πανοπλίας Περσικὰς ἀνάθημα εἶναι τῇ Ἀθηνᾷ ἐν πόλει. καὶ ἐπίγραμμα ἐπιγραφῆναι ἐκέλευσε τόδε. Ἀλέξανδρος Φιλίππου καὶ οἱ Ἕλληνες πλὴν Λακεδαιμονίων ἀπὸ τῶν βαρβάρων τῶν τὴν Ἀσίαν κατοικούντων.


Το κείμενο από το: HODOI, Du texte à l'hypertexte


13. Εν τω μεταξύ, ο Αλέξανδρος προχωρούσε προς το Γρανικό ποταμό, έχοντας παρατάξει το στρατό του. Τοποθέτησε τη φάλαγγα των οπλιτών σε δύο σειρές, παρέταξε το ιππικό και διέταξε να ακολουθούν οι σκευοφόροι. Τους ανιχνευτές τους οδηγούσε ο Ηγέλοχος έχοντας μαζί του τους σαρισοφόρους ιππείς κα γύρω στους πεντακόσιους ψιλούς. Ο Αλέξανδρος βρισκόταν κοντά στο Γρανικό, όταν έφτασαν ανιχνευτές και ανακοίνωσαν ότι οι Πέρσες έχουν παραταχτεί πέρα από το ποτάμι σαν να είναι έτοιμοι για μάχη. Έτσι, ο Αλέξανδρος ετοίμασε για μάχη και τη δική του στρατιά. Τότε πήγε και τον βρήκε ο Παρμενίωνας και του είπε τα εξής.



«Βασιλιά, κρίνω ότι αυτή τη στιγμή, πρέπει να στρατοπεδεύσουμε έτσι όπως είμαστε στην όχθη του ποταμού. Μου φαίνεται πως οι εχθροί που έχουν πολύ λιγότερο πεζικό από μας, δε θα τολμήσουν να μας πλησιάσουν. Έτσι, αν μπορέσουμε, θα περάσουμε εύκολα το ποτάμι με το χάραμα. Αν περάσουμε πριν εκείνοι πάρουν τις θέσεις τους, θα τους αιφνιδιάσουμε Δε μου φαίνεται όμως εύκολο να το κατορθώσουμε τώρα, με το στρατό παραταγμένο σε μέτωπο. Βλέπεις ότι πολλά μέρη του ποταμού δείχνουν βαθιά και οι όχθες είναι ψηλές και απόκρημνες. Αν περάσουμε άτακτα και παραταγμένοι με αυτόν τον τρόπο που είναι το ασθενέστερο σημείο μας, από μπροστά, καθώς θα βγαίνουμε, θα πέσει επάνω μας παραταγμένο το ιππικό του εχθρού. Και η πρώτη ατυχία θα είναι φοβερή γι’ αυτή τη μάχη και καθοριστική για την εξέλιξη του πολέμου». Ο Αλέξανδρος όμως απάντησε· «Παρμενίωνα, τα ξέρω αυτά. Ντρέπομαι όμως εγώ, που πέρασα εύκολα τον Ελλήσποντο, να εμποδιστώ απ’ αυτό το ρυάκι (υποβαθμίζοντας μ’ αυτό το όνομα τον Γρανικό) να περάσω το στρατό μου έτσι όπως είναι. Κι αυτό δεν το κάνω ούτε για τη φήμη των Μακεδόνων ούτε επειδή εγώ ο ίδιος επιζητώ τον κίνδυνο. Νομίζω όμως ότι οι Πέρσες θα πάρουν θάρρος και θα θεωρήσουν ότι μπορούν να μας αντιμετωπίσουν σαν ίσοι, αν δεν πάθουν αμέσως κάτι που να δικαιώνει τους φόβους τους».

14. Αυτά είπε και έστειλε τον Παρμενίωνα να αναλάβει την ηγεσία της αριστερής παράταξης, ενώ ο ίδιος πήγε στη δεξιά. Μπροστά του, δεξιά, πήρε θέση ο γιος του Παρμενίωνα, ο Φιλώτας, με τους εταίρους, το ιππικό, τους τοξότες και τους Αγριάνες ακοντιστές. Ο Αμύντας, ο γιος του Αρραβαίου, με τους σαρισοφόρους ιππείς, τους Παίονες και την ίλη του Σωκράτη τοποθετήθηκε κοντά στο Φιλώτα. Κοντά τους πήραν θέση οι υπασπιστές των εταίρων με επικεφαλής τον άλλο γιο του Παρμενίωνα, το Νικάνορα· πίσω τους η φάλαγγα του Περδίκκα, του γιου του Ορόντη, μετά η φάλαγγα του Κοίνου, του γιου του Πολεμοκράτη, μετά του Κρατερού, του γιου του Αλέξανδρου, μετά του Αμύντα, του γιου του Ανδρομένη και, τέλος, οι άνδρες του Φίλιππου, του γιου του Αμύντα. Στ’ αριστερά τώρα, πρώτοι τοποθετήθηκαν οι Θεσσαλοί ιππείς με επικεφαλής τον Κάλα, το γιο του Άρπαλου, μετά το συμμαχικό ιππικό με επικεφαλής το Φίλιππο, το γιο του Μενέλαου, κατόπιν οι Θράκες με επικεφαλής τον Αγάθωνα και τέλος, τρεις φάλαγγες, του Κρατερού, του Μελέαγρου και του Φίλιππου, μέχρι τη μέση της παράταξης.

Οι Πέρσες είχαν περίπου είκοσι χιλιάδες ιππείς και λιγότερους από είκοσι χιλιάδες πεζούς μισθοφόρους. Παρέταξαν το ιππικό τους κατά μήκος της όχθης του ποταμού και τοποθέτησαν μετά το πεζικό. Η θέση πάνω από την όχθη ήταν στρατηγική. Οι Πέρσες εντόπισαν τον ίδιο τον Αλέξανδρο (που ήταν προφανές ποιος ήταν και από τη λαμπρότητα της πανοπλίας του και από τις περιποιήσεις των γύρω του) να κατευθύνεται προς την αριστερή τους πλευρά· τοποθέτησαν λοιπόν σ’ αυτό το σημείο πυκνά τις ίλες του ιππικού.

Για κάμποση ώρα, τα αντίπαλα στρατεύματα στάθηκαν σιωπηλά και αντιμέτωπα στις όχθες του ποταμού, γεμάτα αγωνία για το μέλλον. Οι Πέρσες περίμεναν να μπουν οι Μακεδόνες στο νερό, για να τους επιτεθούν καθώς θα βγαίνουν. Ο Αλέξανδρος πήδησε πάνω στ’ άλογο, κάλεσε τους άνδρες του να τον ακολουθήσουν και να δείξουν την παλικαριά τους και διέταξε να μπουν πρώτοι στο ποτάμι οι πρόδρομοι ιππείς, οι Παίονες υπό την ηγεσία του Αμύντα, του γιου του Αρραβαίου, ένα τάγμα πεζικού και πριν απ’ όλους η ίλη του Σωκράτη, που κατά τύχη οδηγούσε εκείνη την ημέρα ολόκληρο το ιππικό, υπό την ηγεσία του Πτολεμαίου, του γιου του Φίλιππου. Ο ίδιος μπήκε στο ποτάμι οδηγώντας τη δεξιά παράταξη κάτω από τους ήχους των σαλπίγγων και τις ιαχές προς τον Ενυάλιο Άρη· προχωρούσαν πάντα λοξά, όπως τους τραβούσε το ρεύμα, για να μην πέσουν πάνω τους οι Πέρσες παραταγμένοι σε σειρά, καθώς θα έβγαιναν, αλλά να τους χτυπήσει ο ίδιος όσο γινόταν κατά μέτωπο.


15. Οι Πέρσες τώρα έριξαν ακόντια στο σημείο όπου βγήκαν οι πρώτοι στρατιώτες του Αμύντα και του Σωκράτη. Αυτοί που βρίσκονταν στο ψηλό σημείο της όχθης έριχναν μέσα στο ποτάμι κι όσοι βρίσκονταν χαμηλότερα κατέβαιναν μέσα στο νερό. Οι ιππείς συγκρούονταν, καθώς οι Μακεδόνες έβγαιναν από το ποτάμι και οι Πέρσες τους εμπόδιζαν· οι πρώτοι πολεμούσαν με τα δόρατα και οι δεύτεροι έριχναν ακόντια. Οι Μακεδόνες, κατά την πρώτη επίθεση, έχαναν χρόνο και είχαν απώλειες, αφού οι ίδιοι αμύνονταν από αβέβαιο σημείο μέσα στο ποτάμι και οι Πέρσες βρίσκονταν ψηλότερα. Εξάλλου, σ’ αυτό το σημείο είχε παραταχτεί το πιο αξιόμαχο τμήμα του περσικού ιππικού· μαζί του πολεμούσαν ο Μέμνονας και τα παιδιά του. Οι πρώτοι Μακεδόνες που συγκρούστηκαν με τους Πέρσες πολέμησαν παλικαρίσια· κατασφάχτηκαν σώζοντας τους υπόλοιπους, που γύριζαν προς τον Αλέξανδρο που πλησίαζε. Γιατί, πράγματι, πλησίαζε οδηγώντας τη δεξιά παράταξη. Επιτέθηκε πρώτος στους Πέρσες, στο σημείο που το ιππικό τους ήταν πυκνότερο και βρίσκονταν οι ηγεμόνες τους. Γύρω του μαινόταν η μάχη. Εν τω μεταξύ, οι φάλαγγες των Μακεδόνων περνούσαν σχετικά εύκολα πια, η μια μετά την άλλη. Παρά το γεγονός ότι η μάχη διεξαγόταν πάνω στ’ άλογα, έμοιαζε περισσότερο με μάχη πεζικού. Τα άλογα συμπλέκονταν, οι στρατιώτες πολεμούσαν σώμα με σώμα, οι Μακεδόνες προσπαθούσαν να σπρώξουν τους Πέρσες από την όχθη στην πεδιάδα, οι Πέρσες προσπαθούσαν να εμποδίσουν τους Μακεδόνες να βγουν και να τους ρίξουν πάλι στο ποτάμι. Ήδη, οι άνδρες του Αλέξανδρου βρίσκονταν σε καλύτερη θέση· ήταν πιο δυνατοί, είχαν μεγαλύτερη εμπειρία και τα κρανέινα δόρατα τους ήταν μακρύτερα από τα περσικά.

Εκείνη τη στιγμή, έσπασε πάνω στη μάχη το δόρυ του Αλέξανδρου. Ζήτησε άλλο από τον Αρέτη, ένα νεαρό της βασιλικής ακολουθίας· κι αυτός όμως βρισκόταν σε δύσκολη θέση, γιατί είχε σπάσει και το δικό του δόρυ και πολεμούσε σκληρά με το σπασμένο. Το έδειξε στον Αλέξανδρο και του φώναξε να ζητήσει άλλο. Τελικά, κάποιος απ’ τους συμμάχους, ο Δημάρατος από την Κόρινθο, του έδωσε το δικό του. Αυτός το πήρε και, μόλις είδε το γαμπρό του Δαρείου, τον Μιθριδάτη, να οδηγεί ένα τμήμα ιππικού που ερχόταν να τους χτυπήσει σαν έμβολο, έτρεξε ο ίδιος μπροστά από τους άλλους και τον έριξε κάτω χτυπώντας τον στο πρόσωπο. Τότε, ο Ροισάκης επιτέθηκε στον Αλέξανδρο και τον χτύπησε με την κοπίδα στο κεφάλι· έσπασε λίγο το κράνος του, το οποίο κράτησε την πληγή μακριά από το κεφάλι του. Ο Αλέξανδρος τον σκότωσε κι αυτόν διαπερνώντας με το δόρυ τον θώρακα του και χτυπώντας τον στο στέρνο. Ο Σπιθριδάτης εν τω μεταξύ πλησίαζε τον Αλέξανδρο από πίσω κρατώντας υψωμένη την κοπίδα· τον πρόφτασε όμως ο Κλείτος ο γιος του Δρωπίδη, και τον χτύπησε στον ώμο· το χέρι έπεσε κάτω μαζί με την κοπίδα. Το ιππικό συνέχιζε να βγαίνει από το ποτάμι και να ενώνεται με τους άνδρες του Αλέξανδρου.

16. Οι Πέρσες και τα άλογά τους βάλλονταν από παντού· τους χτυπούσαν τα δόρατα, τους έσπρωχναν οι ιππείς ανακατεμένοι με τους ψιλούς. Έτσι τράπηκαν σε φυγή, πρώτα στο σημείο όπου πολεμούσε ο Αλέξανδρος. Μόλις έσπασε το κέντρο, παρέλυσαν και οι δύο πτέρυγες και τράπηκαν σε άτακτη φυγή. Σκοτώθηκαν περίπου χίλιοι Πέρσες ιππείς. Η καταδίωξη δεν κράτησε πολύ, γιατί ο Αλέξανδρος στράφηκε εναντίον των μισθοφόρων. Το πυκνότερο τμήμα τους είχε κρατήσει την αρχική του θέση, περισσότερο γιατί η απρόσμενη εξέλιξη της μάχης τους έκανε να τα χάσουν και λιγότερο γιατί έκαναν θετικούς υπολογισμούς. Ο Αλέξανδρος οδήγησε εναντίον τους τη φάλαγγα και διέταξε τους ιππείς να τους περικυκλώσουν. Τους κατέσφαξε μέσα σε λίγη ώρα. Δε σώθηκε κανένας, εκτός αν κάποιος τρύπωσε ανάμεσα στους νεκρούς. Περίπου δύο χιλιάδες πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Σκοτώθηκαν πολλοί ηγεμόνες των Περσών· ο Νιφάτης, ο Πετήνης, ο σατράπης της Λυδίας Σπιθριδάτης, ο ύπαρχος της Καππαδοκίας Μιθροβουζάνης, ο γαμπρός του Δαρείου Μιθριδάτης, ο γιος του άλλου Δαρείου (του γιου του Αρταξέρξη) Αρβουπάλης, ο κουνιάδος του Δαρείου Φαρνάκης, ο αρχηγός των μισθοφόρων Ωμάρης. Ο Αρσίτης κατέφυγε μετά τη μάχη στη Φρυγία, όπου αυτοκτόνησε θεωρώντας τον εαυτό του υπαίτιο της συμφοράς των Περσών.

Από τους Μακεδόνες τώρα· κατά την πρώτη επίθεση σκοτώθηκαν είκοσι πέντε σύμμαχοι. Ο Αλέξανδρος ανέθεσε στο Λύσιππο, το μόνο γλύπτη που είχε το δικαίωμα να κάνει και τη δική του προτομή, να τους φτιάξει χάλκινες προτομές, οι οποίες στήθηκαν στο Δίο. Σκοτώθηκαν ακόμη περίπου εξήντα ιππείς και τριάντα πεζοί. Ο Αλέξανδρος τους έθαψε την επόμενη μέρα με τα όπλα τους και άλλα κτερίσματα Απάλλαξε ακόμη τους γονείς και τα παιδιά τους, που βρίσκονταν στην πατρίδα, από τους φόρους για τη γη και την περιουσία τους, καθώς και από άλλες προσωπικές υπηρεσίες. Φρόντισε ιδιαίτερα τους πληγωμένους· τους επισκέφτηκε όλους, εξέτασε τα τραύματά τους τους ρώτησε πού πληγώθηκαν και τους άφησε να διηγηθούν τα κατορθώματά τους και να περηφανευτούν γι’ αυτά. Έθαψε ακόμα τους αρχηγούς των Περσών και τους Έλληνες μισθοφόρους, που πολέμησαν στο πλευρό των βαρβάρων. Όσους απ’ αυτούς έπιασε αιχμαλώτους τους έστειλε αλυσοδεμένους στη Μακεδονία σε καταναγκαστικά έργα, γιατί όντας Έλληνες και παραβιάζοντας τις κοινές αποφάσεις των Ελλήνων πολέμησαν στο πλευρό των βαρβάρων. Ακόμη, έστειλε στην Αθήνα τριακόσιες περσικές πανοπλίες ως ανάθημα στην πολιούχο Αθηνά. Διέταξε μάλιστα να γραφεί το παρακάτω επίγραμμα: «Ο Αλέξανδρος, ο γιος του Φιλίππου, και οι Έλληνες, εκτός από τους Λακεδαιμονίους, από τους βαρβάρους που κατοικούν στην Ασία». (Αλέξανδρος ο Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων από των βαρβάρων των την Ασία κατοικούντων.)


Η μετάφραση είναι αντιγραμμένη από τη σειρά "ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ" των εκδόσεων Οδυσσέας Χατζόπουλος.


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας



Η ΜΑΧΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΛΟΥΤΑΡΧΟ





Πλουτάρχου, Βίοι Παράλληλοι, Αλέξανδρος, 16

16. Ἐν δὲ τούτῳ τῶν Δαρείου στρατηγῶν μεγάλην δύναμιν ἡθροικότων καὶ παρατεταγμένων ἐπὶ τῇ διαβάσει τοῦ Γρανικοῦ, μάχεσθαι μὲν ἴσως ἀναγκαῖον ἦν, ὥσπερ ἐν πύλαις τῆς Ἀσίας, περὶ τῆς εἰσόδου καὶ ἀρχῆς· τοῦ δὲ ποταμοῦ τὸ βάθος καὶ τὴν ἀνωμαλίαν καὶ τραχύτητα τῶν πέραν ὄχθων, πρὸς οὓς ἔδει γίνεσθαι τὴν ἀπόβασιν μετὰ μάχης, τῶν πλείστων δεδιότων, ἐνίων δὲ καὶ τὸ περὶ τὸν μῆνα νενομισμένον οἰομένων δεῖν φυλάξασθαι, (Δαισίου γὰρ οὐκ εἰώθεισαν οἱ βασιλεῖς τῶν Μακεδόνων ἐξάγειν τὴν στρατιάν), τοῦτο μὲν ἐπηνωρθώσατο, κελεύσας δεύτερον Ἀρτεμίσιον ἄγειν· τοῦ δὲ Παρμενίωνος, ὡς ὀψὲ τῆς ὥρας οὔσης, οὐκ ἐῶντος ἀποκινδυνεύειν, εἰπὼν αἰσχύνεσθαι τὸν Ἑλλήσποντον, εἰ φοβήσεται τὸν Γρανικὸν διαβεβηκὼς ἐκεῖνον, ἐμβάλλει τῷ ῥεύματι σὺν ἴλαις ἱππέων τρισκαίδεκα· καὶ πρὸς ἐναντία βέλη καὶ τόπους ἀπορρῶγας ὅπλοις καταπεφραγμένους καὶ ἵπποις ἐλαύνων, καὶ διὰ ῥεύματος παραφέροντος καὶ περικλύζοντος, ἔδοξε μανικῶς καὶ πρὸς ἀπόνοιαν μᾶλλον ἢ γνώμῃ στρατηγεῖν. οὐ μὴν ἀλλ’ ἐμφὺς τῇ διαβάσει καὶ κρατήσας τῶν τόπων χαλεπῶς καὶ μόλις, ὑγρῶν καὶ περισφαλῶν γενομένων διὰ τὸν πηλόν, εὐθὺς ἠναγκάζετο φύρδην μάχεσθαι καὶ κατ’ ἄνδρα συμπλέκεσθαι τοῖς ἐπιφερομένοις, πρὶν εἰς τάξιν τινὰ καταστῆναι τοὺς διαβαίνοντας. ἐνέκειντο γὰρ κραυγῇ, καὶ τοὺς ἵππους παραβάλλοντες τοῖς ἵπποις ἐχρῶντο δόρασι καὶ ξίφεσι τῶν δοράτων συντριβέντων.






ὠσαμένων δὲ πολλῶν ἐπ’ αὐτὸν (ἦν δὲ τῇ πέλτῃ καὶ τοῦ κράνους τῇ χαίτῃ διαπρεπής, ἧς ἑκατέρωθεν εἱστήκει πτερὸν λευκότητι καὶ μεγέθει θαυμαστόν), ἀκοντισθεὶς μὲν ὑπὸ τὴν ὑποπτυχίδα τοῦ θώρακος οὐκ ἐτρώθη, Ῥοισάκου δὲ καὶ Σπιθριδάτου τῶν στρατηγῶν προσφερομένων ἅμα, τὸν μὲν ἐκκλίνας, Ῥοισάκῃ δὲ προεμβαλὼν τεθωρακισμένῳ τὸ δόρυ καὶ κατακλάσας, οὕτως ἐπὶ τὸ ἐγχειρίδιον ὥρμησε. συμπεπτωκότων δ’ αὐτῶν, ὁ Σπιθριδάτης ὑποστήσας ἐκ πλαγίων τὸν ἵππον καὶ μετὰ σπουδῆς συνεξαναστάς, κοπίδι βαρβαρικῇ κατήνεγκε, καὶ τὸν μὲν λόφον ἀπέρραξε μετὰ θατέρου πτεροῦ, τὸ δὲ κράνος πρὸς τὴν πληγὴν ἀκριβῶς καὶ μόλις ἀντέσχεν, ὥστε τῶν πρώτων ψαῦσαι τριχῶν τὴν πτέρυγα τῆς κοπίδος. ἑτέραν δὲ τὸν Σπιθριδάτην πάλιν ἐπαιρόμενον ἔφθασε Κλεῖτος ὁ μέλας τῷ ξυστῷ διελάσας μέσον· ὁμοῦ δὲ καὶ Ῥοισάκης ἔπεσεν, ὑπ’ Ἀλεξάνδρου ξίφει πληγείς.




ἐν τούτῳ δὲ κινδύνου καὶ ἀγῶνος οὔσης τῆς ἱππομαχίας, ἥ τε φάλαγξ διέβαινε τῶν Μακεδόνων, καὶ συνῆγον αἱ πεζαὶ δυνάμεις. οὐ μὴν ὑπέστησαν εὐρώστως οὐδὲ πολὺν χρόνον, ἀλλ’ ἔφυγον τραπόμενοι πλὴν τῶν μισθοφόρων Ἑλλήνων· οὗτοι δὲ πρός τινι λόφῳ συστάντες, ᾔτουν τὰ πιστὰ τὸν Ἀλέξανδρον. ὁ δὲ θυμῷ μᾶλλον ἢ λογισμῷ πρῶτος ἐμβαλών, τόν θ’ ἵππον ἀποβάλλει ξίφει πληγέντα διὰ τῶν πλευρῶν (ἦν δ’ ἕτερος, οὐχ ὁ Βουκεφάλας), καὶ τοὺς πλείστους τῶν ἀποθανόντων καὶ τραυματισθέντων ἐκεῖ συνέβη κινδυνεῦσαι καὶ πεσεῖν, πρὸς ἀνθρώπους ἀπεγνωκότας καὶ μαχίμους συμπλεκομένους. λέγονται δὲ πεζοὶ μὲν δισμύριοι τῶν βαρβάρων, ἱππεῖς δὲ δισχίλιοι πεντακόσιοι πεσεῖν. τῶν δὲ περὶ τὸν Ἀλέξανδρον Ἀριστόβουλός φησι τέσσαρας καὶ τριάκοντα νεκροὺς γενέσθαι τοὺς πάντας, ὧν ἐννέα πεζοὺς εἶναι. τούτων μὲν οὖν ἐκέλευσεν εἰκόνας ἀνασταθῆναι χαλκᾶς, ἃς Λύσιππος εἰργάσατο. κοινούμενος δὲ τὴν νίκην τοῖς Ἕλλησιν, ἰδίᾳ μὲν τοῖς Ἀθηναίοις ἔπεμψε τῶν αἰχμαλώτων τριακοσίας ἀσπίδας, κοινῇ δὲ τοῖς ἄλλοις λαφύροις ἐκέλευσεν ἐπιγράψαι φιλοτιμοτάτην ἐπιγραφήν· "Ἀλέξανδρος ὁ Φιλίππου καὶ οἱ Ἕλληνες πλὴν Λακεδαιμονίων ἀπὸ τῶν βαρβάρων τῶν τὴν Ἀσίαν κατοικούντων". ἐκπώματα δὲ καὶ πορφύρας καὶ ὅσα τοιαῦτα τῶν Περσικῶν ἔλαβε, πάντα τῇ μητρὶ πλὴν ὀλίγων ἔπεμψεν.




16. Στο μεταξύ οι στρατηγοί του Δαρείου είχαν συγκεντρώσει μεγάλη δύναμη και την είχαν παρατάξει στη διάβαση του Γρανικού. Ήταν ίσως αναγκαίο να πολεμήσουν σαν να ήταν στις πύλες της Ασίας, για την είσοδο και την αρχή του πολέμου. Πολλοί Μακεδόνες φοβόντουσαν το βάθος του ποταμού και την ανωμαλία και το απότομο των αντικρινών οχθών του ποταμού, όπου θα γινόταν η απόβαση και παράλληλα θα δινόταν η μάχη. Κάποιοι ακόμα ήθελαν να τηρήσουν αυτό που πίστευαν για το μήνα, (γιατί το μήνα Δαίσιο οι βασιλιάδες της Μακεδονίας δε συνήθιζαν να πολεμούν). Αυτό όμως το διόρθωσε ο Αλέξανδρος, γιατί διέταξε να θεωρήσουν το μήνα όχι ως το Δαίσιο αλλά ως δεύτερο Αρτεμίσιο. Στον Παρμενίωνα που είχε επιφυλάξεις γιατί η ώρα ήταν περασμένη και δεν ήταν φρόνιμο να κινδυνέψουν, του απάντησε πως θα ντρεπόταν τον Ελλήσποντο αν φοβόταν να διαβεί το Γρανικό. Έτσι, όρμησε στο ποτάμι με δεκατρείς ίλες ιππέων. Φαινόταν πως συμπεριφερόταν περισσότερο με μανία και απόγνωση παρά με τη λογική γιατί τους καθοδηγούσε ενάντια στα βέλη και σε τόπους απότομους που ήταν γεμάτοι από οπλισμένους στρατιώτες και ιππείς, ενάντια στο ρεύμα του ποταμού που τους παράσερνε και κόντευε να τους πνίξει. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά αφού περνούσαν το ποτάμι και επικρατούσαν με δυσκολία σε μέρη που εξαιτίας του πηλού ήταν υγρά και γλιστρούσαν, έπρεπε αμέσως να συνεχίσουν τη μάχη ανάκατα κι να συγκρούεται σώμα με σώμα με τους εχθρούς πριν να μπουν σε μια τάξη όσοι περνούσαν τον ποταμό. Γιατί οι Πέρσες ορμούσαν με κραυγές, ιππείς εναντίον ιππέων, χρησιμοποιώντας τα δόρατα κι όταν αυτά έσπαναν, τα ξίφη.

Κι όρμησαν πολλοί εναντίον του (γιατί διακρινόταν από τη μικρή του ασπίδα και τη χαίτη της περικεφαλαίας του που είχε κι από τις δυο μεριές πτέρωμα θαυμαστό εξαιτίας της λευκότητας και του μεγέθους του). Χτυπήθηκε από ακόντιο κάτω από την πτυχή του θώρακα χωρίς όμως να τραυματιστεί. Τότε του επιτέθηκαν οι στρατηγοί Ροισάκης και Σπιθριδάτης· το Σπιθριδάτη τον απέφυγε και εναντίον του Ροισάκη πρόβαλε το δόρυ του· επειδή το δόρυ έσπασε, όρμησε με το σπαθί του. Καθώς συγκρούστηκαν, ο Σπιθριδάτης πλησίασε με το άλογό του από τα πλάγια κι αφού ανασηκώθηκε τον κτύπησε με το βαρβαρικό κοπίδι· από το κτύπημα έσπασε το λοφίο της περικεφαλαίας μαζί με το ένα πτερό, το κράνος όμως συγκράτησε την ορμή του κτυπήματος και το κοπίδι μόλις ακούμπησε τις τρίχες του κεφαλιού. Την ώρα που ο Σπιθριδάτης ήταν έτοιμος να τον κτυπήσει για δεύτερη φορά, έφτασε ο Κλείτος ο μαύρος, και τον διαπέρασε με τη λόγχη του. Ταυτόχρονα έπεφτε και ο Ροισάκης που τον είχε πληγώσει ο Αλέξανδρος με το ξίφος του.

Κι όσο η ιππομαχία βρισκόταν σ' αυτήν την κρίσιμη στιγμή η μακεδονική φάλαγγα διέβαινε το ποτάμι και συγκρούονταν οι πεζοί. Οι Πέρσες δεν αντιστάθηκαν με δύναμη ούτε άντεξαν για πολλή χρόνο και γρήγορα τράπηκαν σε φυγή εκτός από τους Έλληνες μισθοφόρους. Αυτοί, αφού συγκεντρώθηκαν σε κάποιο λόφο, ζητούσαν εγγυήσεις από τον Αλέξανδρο. Κι αυτός περισσότερο από θυμό παρά από λογική, όρμησε πρώτος. Τότε χάνει το άλογό του που πληγώθηκε από σπαθί στα πλευρά (ήταν κάποιο άλλο άλογο κι όχι ο Βουκεφάλας). Και οι περισσότεροι που πέθαναν και τραυματίστηκαν εκεί κινδύνευσαν και έπεσαν πολεμώντας με ανθρώπους απεγνωσμένους και αξιόμαχους. Από τους βαρβάρους λέγεται ότι σκοτώθηκαν περίπου είκοσι χιλιάδες πεζοί και χίλιοι πεντακόσιοι ιππείς. Ο Αριστόβουλος λέει ότι από το στρατό του Αλέξανδρου σκοτώθηκαν όλοι κι όλοι τριάντα τέσσερις από τους οποίους οι εννιά ήταν πεζοί. Γι' αυτούς διέταξε ο Αλέξανδρος να στηθούν χάλκινα αγάλματα, τα οποία τα κατασκεύασε ο Λύσιππος. Αναγγέλλοντας τη νίκη του στους Έλληνες, ιδίως στους Αθηναίους, έστειλε τριακόσιες ασπίδες των αιχμαλώτων, και στ' άλλα λάφυρα διέταξε να γράψουν από κοινού φιλόδοξη επιγραφή:

"Αλέξανδρος ο γιος του Φιλίππου και οι Έλληνες εκτός από τους Λακεδαιμόνιους από τους βαρβάρους που κατοικούν στην Ασία." Ποτήρια και πορφύρα και άλλα τέτοια που πήρε από τους Πέρσες τα έστειλε στη μητέρα του εκτός από λίγα.


Ελεύθερη απόδοση Γιάννης Παπαθανασίου


Πήγαινε: στην Αρχή της Σελίδας



Πηγες

[1] "Χείλων"

[2] "Ελληνικός πολιτισμός"

Διόδωρος Σικελιώτης, Ἱστορικὴ Βιβλιοθήκη (ΙΖ.18.- 24.1)

Πλούταρχος Παράλληλοι Βίοι: Βίος Αλεξάνδρου. (16)

Αρριανός Αλεξάνδρου Ανάβασις. (Α.13.-16.)

Ιουστίνος 11.6.8-13






Η εφαρμογη μας για το κινητο σου

Κατέβασε και εσύ την εφαρμογή μας για το κινητό σου "Ancient Greece Reloaded"